CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
17. Living in the Kingdom of Timelessness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Friday, 14 November, 2025

Sunday, March 13, 2022

ΕΑΡΙΝΗ ΙΣΗΜΕΡΙΑ 2798 (2022)

 

Η Διάταξη των Μυστηρίων στο Έτος. Ηλιοστάσια και Ισημερίες.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η Δελφική Κοινότητα ήταν μια Ιερή Κοινότητα, όπως ήταν κάποιοι Ορφικοί Θίασοι, Πυθαγόρειοι Σύλλογοι, Κοινότητες που ήταν συγκεντρωμένες γύρω από κάποια Ιερά, όπως της Ελευσίνας κι άλλα Ιερά στην Ευρύτερη Περιοχή της Ελλάδας. Ακόμα κι η Ακαδημία του Πλάτωνα είχε οργανωθεί με αυτά τα Πρότυπα σαν Μυστική Κοινότητα και δεν ήταν απλά μια εξωτερική Ακαδημία, ένα απλό σχολείο όπου οι άνθρωποι υποτίθεται ότι φιλοσοφούσαν ή ασχολούνταν με εξωτερικές γνώσεις. Τι γνωρίζουμε πραγματικά από όλα όσα συνέβαιναν τότε στην Ελλάδα; Πολλές από τις Εργασίες της Δελφικής Κοινότητας ήταν Μυστικές, γίνονταν αθόρυβα κι ο πολύς κόσμος δεν μάθαινε τίποτα. Το ότι δεν υπάρχουν πληροφορίες σημαίνει ότι δεν συνέβαιναν; Η μόνη έγκυρη πληροφόρηση είναι αυτή που έρχεται από την Εσωτερική Παράδοση που φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Βεβαίως θα μπορούσε να πει κάποιος πως (και πολλά από αυτά που λέμε) δεν συνέβαιναν γιατί τότε θα γνώριζαν από τότε τι πραγματικά εξελισσόταν. Αυτό είναι σωστό. Από την άλλη μεριά όμως είναι γνωστό ότι υπήρχε αυστηρή μυστικότητα στα Μυστήρια. Ακόμα και αν δεν πιστεύει κάποιος ότι υπάρχει εσωτερική πληροφόρηση που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αρκεί να χρησιμοποιήσει απλά την λογική, να βάλει σε σωστή θέση τα γεγονότα και να ερμηνεύσει σωστά τις «ενδείξεις».




Οι Όσιοι των Δελφών θεωρούσαν το Έτος Ιερό Χρόνο αφιερωμένο στην πνευματική συνειδητοποίηση. Το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, η πιο Ιερή Εποχή του Έτους, ήταν το Τέλος της Παλιάς Εποχής κι η Αναγέννηση της Δημιουργίας μέσα στην Σιωπή της «Ανάπαυσης». Η Εαρινή Ισημερία σηματοδοτούσε την Φυσική Ανάπτυξη που θα έπρεπε να προσανατολιστεί ορθά προς την δημιουργία. Το Θέρος (το Καλοκαίρι) ήταν το Απόγειο της Δημιουργίας, η Εποχή της Συλλογής των Καρπών της Δημιουργίας και το Θερινό Ηλιοστάσιο σήμαινε την ολοκλήρωση της εξωτερικής δραστηριότητας και την Μεταστροφή όλων των δημιουργικών δυνάμεων προς τα Έσω (ήταν η Αρχή της Περισυλλογής). Η Φθινοπωρινή Ισημερία ήταν η Εποχή της Μεγάλης Αποκάλυψης του Μυστηρίου της Ύπαρξης και της Εισόδου στον Έσω Κόσμο, στα Ηλύσια Πεδία, μέσα στην ωρίμανση του Χρόνου. Η Εποχή της Μεσολάβησης από την Φθινοπωρινή Ισημερία μέχρι το Χειμερινό Ηλιοστάσιο ήταν μια Εποχή Εσωτερικής Εργασίας που Αποκάλυπτε την Ουράνια Φύση της Ύπαρξής μας και Προετοίμαζε για την Χειμερινή Επιστροφή στην Απεραντοσύνη της Αντιληπτικής Απροσδιοριστίας που Αποτελεί το Βάθρο των Πάντων, το Ακατάληπτο Μυστήριο της Ύπαρξης.

Έτσι, στην πραγματικότητα, για τους Μυημένους, ολόκληρη η Δημιουργία, στην Εξέλιξή της  (και την Εισέλιξή της) είναι μια Μυσταγωγία. Το ίδιο είναι και η ζωή του ανθρώπου, μια Συνεχής Πορεία προς την Αυτογνωσία και την Αναγνώριση της Εσώτερης Φύσης σαν της Απόλυτης Ύπαρξης. Η Μυσταγωγία του Ιερού Έτους βοηθούσε όσους ανθρώπους κατανοούσαν να πορευθούν στον Ορθό Δρόμο της Επιστροφής στους Ουράνιους Κόσμους και στο Απόλυτο. Η Συμμετοχή στα Μυστήρια, η Μύηση, η Μυσταγωγία, η Περισυλλογή και το Μυστικό Βίωμα δεν είχαν άλλο προορισμό από την Ολοκλήρωση της Ύπαρξης και της ζωής, την Αποθέωση του Ανθρώπου.


Τα Φανερά Μικρά Μυστήρια της Άνοιξης

Τα Μυστήρια της Εαρινής Ισημερίας ήταν τα Μυστήρια της Προετοιμασίας και η Βάση της Αληθινής Αυτογνωσίας, όπου ο άνθρωπος συνειδητοποιούσε τον εαυτό του σαν Ψυχή που «συνδέεται» με ένα σώμα. Στην Μύηση αποκαλυπτόταν στον μυούμενο, έμπρακτα (και το βίωνε) ότι το σώμα δεν είναι παρά ένας εξωτερικός φορέας εκδήλωσης στον κόσμο της εξωτερικής εμπειρίας και των φαινομένων. Η ουσία της Μύησης ήταν η Εμπειρία αυτού του πραγματικού οντολογικού διαχωρισμού.

Τέτοια Μυστήρια ήταν τα Μυστήρια της Περσεφόνης, που γίνονταν κάθε Άνοιξη στους πρόποδες του Λόφου Αρδηττού που ανήκε στον Δήμο «Άγραι», («Αγροί», «Εξοχή») περιοχή που εκτεινόταν ανατολικά του Ιλισού, δίπλα στο ποτάμι που κυλούσε τότε ήρεμα προς την θάλασσα, σε μια πευκόφυτη ειδυλλιακή τοποθεσία που περιγράφει θαυμάσια ο Πλάτωνας στην εισαγωγή του «Φαίδρου», (σήμερα η περιοχή είναι κατεστραμμένη από τον «πολιτισμό» των ανθρώπων). Τέτοια Μυστήρια ασφαλώς γινόντουσαν και στους Δελφούς και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Απλά τα «Μικρά Εν Άγραις Μυστήρια» ήταν τα πιο γνωστά.

Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η ουσία των Μυστηρίων λίγη σχέση είχε με τις εξωτερικές τελετές και τελετουργίες, τις θυσίες και τους συμβολικούς καθαρμούς. Τα Μυστήρια ήταν (κι είναι) Εσωτερική Διαδικασία Κάθαρσης, Διεύρυνσης της Συνείδησης, Επίγνωσης κι Απελευθέρωσης από τα εξωτερικά δεσμά, κι όχι απλές γιορτές και τελετές. Βέβαια, πολλοί άνθρωποι έβλεπαν μόνο αυτό, την «επιφάνεια».

 

Οι Μυστικές Τελετές του Θέρους                                                     

Οι Ιερές Τελετές του Θερινού Ηλιοστασίου γίνονταν με άκρα μυστικότητα στους Δελφούς και σε άλλες περιοχές όπου ζούσαν μυημένοι και σχετίζονταν με την πρακτική της Απόσυρσης και της Προετοιμασίας για την τελική Αποδέσμευση της Ψυχής από το σώμα. Με άλλα λόγια  αυτή η Εποχή ήταν αφιερωμένη στην Εσωτερική Άσκηση μέχρι την Τελική Αποκάλυψη της Αληθινής Φύσης της Ψυχής, της Φωτεινής Ουσίας, που γίνονταν στην Μύηση των Μεγάλων Μυστηρίων με την Αυτοψία, ή την Όραση του Εσωτερικού Φωτός.

Η Διαδικασία της Απόσυρσης είναι μια εγγενής φυσική δυνατότητα της Ψυχής κι είναι θέμα «Βούλησης». Αν όμως δεν εντάσσεται (σαν Πρακτική) σε μια Ολοκληρωμένη Θεολογική Αντίληψη και Μεταφυσική Θεωρία κι αν δεν γίνεται με την Ιερή Καθοδήγηση των Ιεροφαντών μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένους ατραπούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Μύστες των Δελφών (αλλά και των άλλων Ιερών Τόπων) επεδίωκαν την «εξάρτηση» από Αυτούς των μυουμένων αλλά έδειχνε απλά το βαθύ ανθρωπιστικό (και ανιδιοτελές) ενδιαφέρον αυτών που Βίωναν την Μεταφυσική Πραγματικότητα προς αυτούς που δεν είχαν ακόμα απαλλαγεί από τα δεσμά της αυταπάτης ενός ξεχωριστού εαυτού μέσα σε ένα εξωτερικό «αντικειμενικό» κόσμο.

Στην πραγματικότητα, στην Εσωτερική Εργασία, στην Απόσυρση και στην Βίωση των Εσωτερικών Καταστάσεων της Ψυχής, κάποιος είναι μόνος του, μέχρι να αναδυθεί στο Φως της Ολότητας, στην Αντικειμενική Φωτεινή Ουσία, που είναι η Πραγματικότητα, πίσω από τις αυταπάτες και τα φαινόμενα. Όταν κάποιος έβγαινε στο Φως της Παγκόσμιας Συνείδησης οι Μύστες τον καλωσόριζαν σαν Μύστη. Άλλωστε Εδώ δεν υπάρχουν διακρίσεις, «άτομα» και «πρόσωπα». Εδώ η Επίγνωση είναι Ανοιχτή, Παγκόσμια και Κοινή. Αυτή η Εμπειρία γίνεται (από ένα περιορισμένο ον) σαν Συμμετοχή και «Διάλυση» μέσα σε μια Υπερσυνείδηση.


Τα Απόκρυφα Μυστήρια του Φθινοπώρου

Για τα Μεγάλα Μυστήρια της Φθινοπωρινής Ισημερίας έχουν ειπωθεί πολλά, και καλά και κακά και αληθή και αναληθή.  Έχουμε αναλύσει ήδη, πολλές φορές, στα Άρθρα μας, ότι η αληθινή ουσία των Μεγάλων Μυστηρίων του Φθινοπώρου είναι η Εμπειρία της Αυτοψίας (η Δεύτερη Βαθμίδα της Μύησης) που καθίσταται δυνατή μόνο όταν η Ψυχή αποδεσμευθεί πραγματικά και πρακτικά, βιωματικά, από το σώμα.

Στην πραγματικότητα η Μύηση στα Μυστήρια του Φθινοπώρου δεν θα ήταν δυνατή αν δεν γινόταν ορθά η Εργασία του Θέρους. Είναι λάθος να νομίζει κάποιος ότι στην Μύηση θα του Αποκαλυπτόταν έτσι άμεσα και χωρίς προετοιμασία το Εσωτερικό Φως. Αυτό γίνεται με την αληθινή προσωπική βουλητική δράση και μόνο όταν κάποιος είναι ήδη προετοιμασμένος κατάλληλα μπορεί να δεχθεί την Μύηση. Αλλιώς αυτό που συλλαμβάνει είναι κάποια καθοδήγηση, κάποιες τελετουργικές πράξεις, ενώ η ουσία (η βιωματική εμπειρία της Αληθινής Εσωτερικής Φύσης) του διαφεύγει τελείως. Σε αυτές της περιπτώσεις αυτός που «απέτυχε» συμπληρώνει με την φαντασία του τα στοιχεία της πραγματικότητας που δεν βίωσε κι είτε προσπαθεί να καπηλευθεί την Εσωτερική Εμπειρία, είτε την συκοφαντεί ή την δυσφημεί. Τέτοια περιστατικά έχουν γίνει (όπως αυτό του «Αλκιβιάδη»).

Τα πιο γνωστά Φθινοπωρινά Μυστήρια, πέρα από τις Εσωτερικές Εργασίες στους Δελφούς, που στήριζαν απόλυτα τις Ιερουργίες της Ελευσίνας, σαν Αδελφό Τόπο, γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ευρύτερης Ελλάδας που κάποια εποχή εκτείνονταν μέχρι την Κάτω Ιταλία και την Σικελία στην Δύση και μέχρι την Μικρά Ασία, σε μεγάλο βάθος, στην Ανατολή.

Όλα ήταν υπό την Ιερή Εποπτεία και Καθοδηγούνταν από το Ανώτερο Μυητικό Κέντρο των Δελφών. Αυτό δεν είναι ένας αυθαίρετος ισχυρισμός. Πέρα από τις όποιες πληροφορίες έχουμε (μέσω της Εσωτερικής Οδού) υπάρχουν και σαφείς και ξεκάθαρες ενδείξεις για αυτό. Όλα αυτά τα Ιερά Έργα, τα Φθινοπωρινά Μυστήρια, τα Ελευσίνια Μυστήρια και τα Μυστήρια στους άλλους Ιερούς Τόπους στην πραγματικότητα ήταν Προετοιμασία για την Τελετουργική Υποδοχή των Μεγάλων Μυστηρίων των Ανώτερων Βαθμίδων και της Υπέρτατης Μύησης του Χειμερινού Ηλιοστασίου που γίνονταν Μόνο στους Δελφούς. Από το Φθινόπωρο και μετά όλοι οι Αληθινά Μυημένοι ήταν στραμμένοι προς τους Δελφούς αναμένοντας το Ιερό Γεγονός της Ολοκλήρωσης της Δημιουργίας, της Τελικής Απελευθέρωσης της Ψυχής και του Ιερού Νέου Έτους (Γεγονότα που ταυτίζονταν Μυστικά, Συμβολικά, Τελετουργικά και Βιωματικά σε μια Ιερή Στιγμή που ο Χρόνος «Διαλύονταν» μέσα στο Άχρονο).

Βεβαίως δεν μπορούσαν όλοι να προσέλθουν στους Δελφούς για να συμμετάσχουν στις Ιερές Τελετουργίες και Γιορτές του Νέου Έτους και των Θεούγεννων (του Διόνυσου Λικνίτη) και τελούσαν τις Ιερές Γιορτές του Νέου Έτους στους Τόπους τους, αλλά τα αληθινά ιερά γεγονότα συνέβαιναν στους Δελφούς.


Η Υπέρτατη Μύηση του Χειμερινού Ηλιοστασίου

Η πιο βαθιά, θεολογική, μεταφυσική, ανθρωπολογική αντίληψη, της Ορφικής Εσωτερικής Παράδοσης (που διατηρήθηκε στους Ορφικούς Θιάσους, στους Πυθαγόρειους Συλλόγους, στους Δελφικούς Οσίους Ιεροφάντες, στους Μύστες της Ελευσίνας και σε όλα τα Μυητικά Κέντρα της Αρχαιότητας, κι ακόμα στους Μυημένους Φιλοσόφους, μέσα στους αιώνες) είναι η βιωματική αντίληψη μιας Ενιαίας Πραγματικότητας (Χωρίς «Διακρίσεις»), που οι Αρχαίοι Μύστες ονόμαζαν «Φύση», «Μεγάλη Ψυχή». Αυτή η Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή, από Μέσα της, Μέσα της, Εκδηλώνει Ό,τι Υπάρχει, κάθε Φαινόμενο. Αυτή η «Εκδήλωση», η «Δημιουργία» δεν είναι μια «Αλλοίωση» της Φύσης, μια «Μεταβολή» της Ουσίας, αλλά μόνο «Δραστηριότητες», «Δυνάμεις», «Πεδία Δράσης», «Μορφές». Με άλλα λόγια όλο αυτό που Συμβαίνει είναι «Αντιληπτικής», Νοητικής» Υφής κι όχι κάποια χειροπιαστή ουσία που αλλοιώνεται, αλλάζει και παράγει νέες καταστάσεις και μορφές (ανεξάρτητες ως ένα σημείο). Αυτό είναι σημαντικό να το κατανοήσουμε γιατί από εδώ πηγάζει μια δεύτερη πολύ σημαντική αντίληψη των Ορφικών, η Αντίληψη του «Βάθρου» που Παραμένει σαν Ενιαία Πραγματικότητα και Στηρίζει όλες τις Φαινομενικές Αλλαγές, τις Περιέχει και τις Αφομοιώνει Αποκαθιστώντας την Ενότητα. Έτσι κάθε «Εκδήλωση», κάθε «Δημιουργία», κάθε «Εξελικτικό Ξεδίπλωμα Φαινομένων» είναι αναγκαστικά «Κυκλικό» γιατί όλα Επανέρχονται στην Αρχέγονη Ενότητα. Με άλλα λόγια η Ενιαία Πραγματικότητα, η Ενότητα του «Βάθρου», είναι η Μόνη Ύστατη Πραγματικότητα, πέρα από όλες τις Μεταβολές και τα Φαινόμενα (που «καταλήγουν» όλα στην Ενότητα).

Έτσι, το Μόνο Αληθινό είναι η Ενιαία Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή. Κι ενώ Αυτή η Φύση, Πηγαία κι Αυθόρμητα, Γεννά, Παράγει, Στηρίζει, Περιέχει και Καθοδηγεί τα πάντα στην εξέλιξή τους, γίνεται φανερό ότι Αυτή η Φύση, στην Αληθινή της Κατάσταση Παραμένει η Μόνη Πραγματικότητα κι όλα τα άλλα δεν είναι παρά περαστικά φαινόμενα. Όλα αυτά που «Δημιουργούνται», Πεδία, Κόσμοι, Μορφές, υπάρξεις, ζωή, εμπειρία, όλα είναι παροδικά. Και η Μόνη Αλήθεια είναι η Πραγματική Φύση στο Βάθος των Φαινομένων.

Από εδώ λοιπόν πηγάζει η βασική ορφική αντίληψη ότι η Κατάσταση της Ενότητας είναι η Αληθινή Φυσιολογική Κατάσταση κι ότι η «Διάσπαση» της Ενότητας είναι μια εκτροπή και μια «αμαρτία». Κατανοώντας όμως την φυσική αναγκαιότητα αυτής της διαδικασίας θεωρούν την «Διάσπαση» της Ενότητας όχι σαν «φόνο» αλλά σαν «Ιερή Τελετουργική Πράξη». Έτσι μέσα στον Θεολογικό Μύθο του Διασπαραγμού του Ζαγρέα από τους Τιτάνες, οι Τιτάνες δεν διαπράττουν μια «εχθρική» πράξη αλλά προωθούν μια φυσική εξελικτική ανάγκη. Για αυτό και στην Τελετουργική Αναπαράσταση του Διασπαραγμού οι ιερείς εκτελούν ένα ιερό καθήκον. Με άλλα λόγια η Διάσπαση της Ενότητας, φωτισμένη με την κατανόηση της πραγματικότητας, από «αμαρτία» γίνεται συνειδητή επιλογή που οδηγεί την δημιουργία στα άκρα της. Είναι ακριβώς μια επιλογή κι όχι ένα αθέλητο λάθος, μια πραγματική μοιραία «αμαρτία».

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι οι Ορφικοί θεωρούν την Κατάσταση της Οντολογικής Ενότητας (που μπορούμε να βιώσουμε στο Βάθος της ύπαρξής μας) σαν την Πραγματική Κατάσταση που μπορεί ο άνθρωπος, μέσα στην Κατανόησή του, να Αναζητήσει και να Βιώσει δείχνοντας «ανοχή» στην άλλη (αντίθετη) επιλογή που ακολουθούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Αυτό δείχνει την Ευγένεια της Ορφικής Αντίληψης και την έλλειψη φανατισμού από τους Ορφικούς. Αυτή η θεολογική, φιλοσοφική, ανθρωπολογική, κατανόηση, της Τελικής Πραγματικότητας και του Αληθινού Προορισμού του ανθρώπου οδηγεί την Δράση και την Συμπεριφορά σε ένα ιερό τρόπο ζωής, σε αυτό που οι αρχαίοι ονόμαζαν «Ορφικό Βίο».

Εφόσον οι Ορφικοί Αναζητούσαν (να Βιώσουν) την Οντολογική Ενότητα κι εφόσον αναγνώριζαν (αισθάνονταν, ένοιωθαν) ότι (άσχετα αν το βίωναν ή όχι) όλα Είναι Ένα στο Βάθος (της οντολογικής αναζήτησης) κατανοούσαν βαθιά ότι αυτή η Ενότητα δεν μπορεί να «διαχωρίζει», να «μάχεται», να «βλάπτει» οτιδήποτε. Έτσι ακολουθούσαν μια ζωή μη-βίας κι απέφευγαν την συνειδητή βλάβη οποιουδήποτε πλάσματος. Αυτός είναι ο λόγος που αρνούνταν τις αιματηρές θυσίες των ζώων (κι είχαν προσφορές μόνο καρπών, λουλουδιών, αρωμάτων, κλπ.) και απέφευγαν την κατανάλωση κρέατος, αυγών, κλπ. Αλλά η βαθιά κατανόηση της Ενότητας δεν περιόριζε τον Ορφικό Βίο σε κάποιους κανόνες εξωτερικής συμπεριφοράς και «αποχής», ούτε σε απλές τυπικές καθαρτήριες τελετουργίες, τους «καθαρμούς». Η Αναζήτηση της Οντολογικής Ενότητας, στο Βάθος μας, οδηγούσε σε μια πιο θρησκευτική, φιλοσοφική κι οντολογική (βιωματική) στάση ζωής. Εδώ βασίζεται η «Φιλοσοφία» της Απόσυρσης, της Περισυλλογής, της Απελευθέρωσης («Λύσις»). Οι Ορφικοί ήθελαν έμπρακτα να Επιστρέψουν στην Αρχέγονη Οντολογική Ενότητα. Αυτός είναι ο λόγος της «ύπαρξης» (της «Καθιέρωσης») των Ιερών Μυστηρίων, δηλαδή της Μυητικής Διαδικασίας που θα μπορούσε να οδηγήσει τον άνθρωπο πίσω στην Αρχέγονη Ενότητα του Όντος.

Γινόταν κατανοητό, στους Κύκλους των Ορφικών, ότι εφόσον η Μόνη Πραγματικότητα είναι Ενιαία, ότι Μόνο Φύση υπάρχει, ότι Αυτή η Φύση είναι η Ψυχή που Εμψυχώνει τα πάντα, και βρίσκεται στο Βάθος (σαν «Βάθρο» της Ύπαρξης) πέρα από όλες τις παροδικές αντιληπτικές καταστάσεις που βιώνουν τα όντα, ο Δρόμος της επιστροφής στην Αρχέγονη Οντολογική Ενότητα είναι Μέσα στον άνθρωπο, Μέσα μας, κι όχι στην εξωτερική αναζήτηση (με εξωτερικά μέσα) κάποιας αντικειμενικής πραγματικότητας, κάποιου αντικειμενικού θεού, γιατί ό,τι συλλαμβάνει η αντίληψη, η σκέψη, οι αισθήσεις, η εμπειρία, είναι «περιεχόμενο» και μικρότερο της ανθρώπινης αντίληψης. Η αναζήτηση ενός τέτοιου θεού είναι ειδωλολατρία κι ο «θεός» αυτής της σύλληψης είναι ένα «είδωλο» (της αντίληψης) κι όχι κάτι πραγματικό. Με άλλα λόγια οι Ορφικοί ήταν τελείως Εσωτερικοί (στην Αντίληψή τους), αναζητούσαν Έσω (στο Εσωτερικό Βίωμα) την Πραγματικότητα, την Αλήθεια και δεν ήταν ειδωλολάτρες όπως οι πιο πολλοί άνθρωποι γύρω τους. Βάζοντας τα Θεμέλια της Εσωτερικής Παράδοσης διατήρησαν και μετέδωσαν το Φως (το Εσωτερικό Βίωμα, το Βίωμα του Εσωτερικού Φωτός, της Φωτεινής Ουσίας μας) μέσα στους αιώνες, μέχρι σήμερα. Σε αυτή την Εσωτερική Παράδοση χρωστάμε πολλές από τις «πληροφορίες» που έχουμε για την Αρχαιότητα.

Για να καταλάβουμε τι ακριβώς συνέβαινε στην Αρχαιότητα πρέπει να πάμε πέρα από την εξωτερική επιφανειακή εικόνα της Αρχαίας Ελλάδας που μεταδίδουν αιώνες τώρα οι «χριστιανοί» στην επίσημη αντίληψη, στην εκπαίδευση και στα σχολεία. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά από ό,τι τα παρουσιάζουν. Υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι Μυημένοι που ξεκινώντας από τον Όλυμπο (την Πατρίδα του Ορφέα) εγκαθίδρυσαν Ένα Ιερό Κέντρο στους Δελφούς και μέσω των Μυστικών Ιερών Σχέσεων, που η Ιερή Αμφικτυονία ήταν μόνο η εξωτερική δραστηριότητα (η εξωτερική εικόνα), είχαν δημιουργήσει ένα Ιερό Δίκτυο, με Ανώτερο Μυητικό Κέντρο τους Δελφούς, Εξωτερικό Λατρευτικό Κέντρο την Ελευσίνα, και Ιερά σε όλη την Ευρύτερη Ελλάδα. Όλα αυτά λειτουργούσαν Φυσικά χάρις στην Ύπαρξη Μυημένων κι όχι μέσα από ανθρώπινη εποπτεία, διοικητικό έλεγχο ή εξωτερικές δραστηριότητες. Η Εσωτερική Ζωή Λειτουργούσε στο Βάθος καθοδηγώντας με φωτισμένη δράση και τις εξωτερικές δραστηριότητες. Οι πιο πολλοί άνθρωποι, ακόμα και στην αρχαιότητα, έβλεπαν μόνο την επιφάνεια, τα ασήμαντα εξωτερικά γεγονότα. Με την κατάρρευση του Αρχαίου Κόσμου και την επικράτηση της «χριστιανικής» βαρβαρότητας, η Εσωτερική Παράδοση περιορίστηκε σε Μυστικούς Κύκλους Μυημένων, που μετέφεραν το Αρχαίο Φως μέχρι τις μέρες μας.

Σκοπός όλης αυτής της Μυητικής Δράσης και Δραστηριότητας ήταν ακριβώς να Εκπληρωθεί ο Εγγενής (Φυσικός) Προορισμός του Ανθρώπου, η Επιστροφή πίσω στην Αρχέγονη Οντολογική Ενότητα. Η Υιοθέτηση της Ορφικής Διδασκαλίας, της Ορφικής Αντίληψης της Ζωής απαιτούσε τον «Ορφικό Βίο», την ορφική συμπεριφορά και ζωή. Αυτό Οδηγούσε στα Μυητικά Κέντρα, στα Μυστήρια, στην Μύηση. Κι η Μύηση, η Μυητική Διαδικασία είχε οργανωθεί από τους Ορφικούς Οσίους των Δελφών και τους Άλλους Ιεροφάντες με τέτοιο τρόπο που ο άνθρωπος να οδηγείται μέσω των Βαθμίδων της Μύησης στην Τελική Απελευθέρωση, στην Ύστατη Κατανόηση που Αναγνωρίζει στο Βάθος της Ύπαρξης την Αρχή, την Πραγματικότητα, την Αρχέγονη Φύση, την Ψυχή του Απείρου.

Όταν κάποιος Υιοθετεί (ακόμα και σήμερα) την Ορφική Αντίληψη για την Ύπαρξη, τον Κόσμο, την Ζωή, αρχίζει να αντιλαμβάνεται την Πραγματικότητα σαν Μια Ενότητα Εντός της Οποίας Συμβαίνουν όλα κι αρχίζει να Διερευνά την Σχέση του Όλου με την ατομικότητα που βιώνει, την Σχέση της Πραγματικής Ουσίας με το σώμα και τον εξωτερικό κόσμο. Με άλλα λόγια Συνδέει την Ύπαρξή του με το Βάθος της Ύπαρξης (ακόμα κι αν δεν το βιώνει καθαρά και στην έκτασή του) και Βλέπει όλα όσα συμβαίνουν Μέσα σε Αυτό το Πλαίσιο. Παύει να βλέπει τον εαυτό του σαν μια αποκομμένη ατομικότητα μέσα σε ένα αντικειμενικό εξωτερικό κόσμο. Αυτή είναι μια πλήρης αντιστροφή της Αντίληψης και της Φιλοσοφίας της Ζωής στα πλαίσια της οποίας αντιλαμβάνεται και δρα πλέον. Αυτή η κοσμοαντίληψη δεν περιορίστηκε στους Ορφικούς και Μυστικούς Κύκλους. Διαπνέει όλους τους αιώνες της Αρχαιότητας (μέχρι τους μεταχριστιανικούς αιώνες), εμπνέει τον Φιλοσοφικό Στοχασμό, στηρίζει την Κοινωνική Αντίληψη της Δημοκρατίας (που θεμελίωσε στην πραγματικότητα, σαν καθοδηγητής, ό «τύραννος» Πεισίστρατος) και αποτυπώνεται στον λόγο του Στωικού Κλεάνθη, τον 3ο π.Χ. αιώνα, «Εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν», που «κακώς» (πολύ «κακώς») αποδίδεται στον Απόστολο Παύλο (αν και ο ίδιος ομολόγησε στην ομιλία του στον Άρειο Πάγο, κάποιους αιώνες μετά, ότι δανείστηκε την φράση).

Η πραγματική όμως πνευματική εργασία, πέρα από μια γενική κι αφηρημένη κοσμοαντίληψη, άρχιζε με την Μύηση της Άνοιξης, που άσχετα από τον αντικειμενικό τόπο που θα γίνονταν (στους Δελφούς του Παρνασσού, στο Ιερό της Περσεφόνης στις ειδυλλιακές όχθες του Αττικού Ιλισού, ή σε κάποιο από τα πολλά διάσπαρτα Ιερά, σε όλη την Ελλάδα), ο πραγματικός σκοπός και το «περιεχόμενο» της Μύησης ήταν να αντιληφθεί έμπρακτα ο μύστης, να βιώσει, ότι «Αυτός» (η Αληθινή Ουσία) είναι κάτι ξεχωριστό από την «εμπειρία» του, από τις δυνάμεις, που χρησιμοποιούσε, την σκέψη, τις αισθήσεις, το σώμα, τις πράξεις στον εξωτερικό κόσμο (που έκανε μέσω του σώματος), τον εξωτερικό κόσμο. Αυτή η συνειδητοποίηση (που σήμαινε στην πραγματικότητα την «ενεργοποίηση», την «αφύπνιση» του Βαθύτερου Κέντρου της Ψυχής μέσα στο σώμα, ή την «μετατόπιση» σε αυτό το Κέντρο, την απόσυρση από τα περιφερειακά μέρη όπου λειτουργεί ο συνηθισμένος άνθρωπος) γινόταν όχι με θεωρητική διδασκαλία αλλά με συγκεκριμένες στάσεις και δράσεις κι ανάληψη του ελέγχου των εξωτερικών λειτουργιών (της σκέψης, της αίσθησης, της αίσθησης του σώματος, της σωματικής δράσης). Μόνο όταν ο μύστης βίωνε πραγματικά αυτή την «διάκριση» του αληθινού εαυτού από τις λειτουργίες και το σώμα αποκτούσε νόημα και περιεχόμενο η Μύηση. Επειδή όμως ήταν μια περίοδος μαθητείας, δοκιμασίας, πνευματικής προσπάθειας, κι υπήρχαν πάντα αστοχίες για αυτό τον λόγο είχαν καθιερωθεί οι ιεροί «καθαρμοί» που δεν ήταν συνδεμένοι μόνο με το νερό (υδάτινοι καθαρμοί, βάπτισμα, κλπ.) αλλά και με άλλες δραστηριότητες. Όπως και να έχει αυτή η Πρώτη Μύηση ήταν η Βάση κι από αυτό αντλεί την σημασία της.

Ο αντικειμενικός στόχος της Θερινής Προετοιμασίας ήταν να Εδραιωθεί ο μύστης στο Πραγματικό Κέντρο του Εαυτού και να ελέγξει απόλυτα όλες τις περιφερειακές εξωτερικές λειτουργίες, δράσεις κι εμπειρίες. Αυτό γινόταν με την Εποπτεία των Μυστών στα Διάφορα Ιερά Κέντρα, στους Δελφούς, στην Ελευσίνα, (στο Πλουτώνιο), κι αλλού. Η πραγματική εμπειρία του μύστη «ελεγχόταν» με την έμπρακτη απόσυρσή του από όλα τα εξωτερικά, πράγμα που αποδείκνυε τον πλήρη έλεγχο των εξωτερικών λειτουργιών. Αυτό Προετοίμαζε την μύστη για την Μεγάλη Μύηση του Φθινοπώρου. Αυτό που διαφοροποιούσε την Περίοδο Προετοιμασίας από την Μεγάλη Μύηση του Φθινοπώρου ήταν ότι η δράση είχε σαν περιεχόμενο τον «έλεγχο» των εξωτερικών λειτουργιών, ενώ η Φθινοπωρινή Μύηση σηματοδοτούσε το οριστικό πέρασμα από τον εξωτερικό κόσμο στο Εσωτερικό Διάστημα, μια πλήρη αλλαγή της Συνείδησης και του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε.

Οι Μυήσεις στην διάρκεια του Ιερού Έτους δεν συνδέονται αποκλειστικά με ένα μόνο κέντρο αλλά ήταν αντικείμενο ιερών εργασιών σε όλα τα Ιερά Κέντρα. Έτσι, κακώς συνδέεται η Φθινοπωρινή Μύηση μόνο με την Ελευσίνα, με τα Μεγάλα Μυστήρια. Αυτό δεν προβλημάτιζε τους Αρχαίους Μύστες, τους Οσίους των Δελφών ή τους άλλους Ιεροφάντες. Εξάλλου οι Δελφικοί Μύστες είχαν διατηρήσει την πιο ιερή αποκλειστικότητα, αυτή των Χειμωνιάτικων Ιερουργιών του Νέου Έτους και των Γιορτών του Χειμώνα στον Παρνασσό. Η Μυητική Εμπειρία των Μεγάλων Μυστηρίων, η «Αυτοψία», η Όραση της Αληθινής Ουσίας μας, είναι ένα Οριστικό Πέρασμα σε μια Άλλη Πραγματικότητα (έτσι το ερμηνεύει η «εμπειρία» μας, η εμπειρία μιας συνείδησης που μετουσιώνεται αντιληπτικά). Είναι ταυτόχρονα «Έξοδος» από τον κόσμο των Φαινομένων, είναι «Είσοδος» στην Εσωτερική Πραγματικότητα, αλλά κυρίως είναι μια Πλήρης Μεταστροφή της Συνείδησης, της Αντιληπτικής Διαδικασίας και της Εμπειρίας της Ύπαρξης. Πρακτικά (για την εμπειρία του μύστη) σημαίνει μια πλήρη απόσυρση από τα «εξωτερικά», μια ολοκληρωτική απομόνωση από λειτουργίες και «πληροφορίες» από τον εξωτερικό κόσμο. Καθώς η Συνείδηση Αποσύρεται στον Εαυτό της η Αντίληψη έχει εμπειρία μόνο από τον Εσωτερικό Χώρο, νοιώθουμε να «βρισκόμαστε» αλλού, σε ένα άλλο κόσμο. Το Σύθαμπο Καθαρίζει σε Φως, Χωρίς Όρια. Αυτή η Εμπειρία της Αληθινής φωτεινής Ουσίας μας οδηγεί σταδιακά στην Απελευθέρωσή μας από τα δεσμά, στην Επέκταση στην Απεραντοσύνη της Φύσης μας, στην Άχρονη Πραγματικότητά της. Όταν ο μύστης που έχει αυτή την Εσωτερική Εμπειρία «επανέρχεται» στον περιορισμένο εαυτό, στο σώμα και στην αίσθηση του εξωτερικού κόσμου, αντιλαμβάνεται (λόγω της Μεταμόρφωσης της Συνείδησης από την Εσωτερική Εμπειρία) τελείως διαφορετικά. Αντιλαμβανόμαστε ότι (επειδή έχουμε συνδεθεί με το Άπειρο Βάθος μας) όλα είναι Μέσα μας κι όχι ότι είμαστε «εμείς» μέσα σε ένα εξωτερικό κόσμο. Έχει συμβεί μια Πλήρης Αντιστροφή στην Αντιληπτικότητά μας. Έτσι Κατανοούμε Πλήρως, τώρα, την Ορφική Κοσμοθεωρία της Ενιαίας Πραγματικότητας, της Μιας Φύσης που τα Εμπεριέχει όλα (αντιληπτικές καταστάσεις, κόσμους, ζωή, εμπειρίες, όλα). Έχουμε Βιώσει την Ταύτιση με αυτή την Πραγματικότητα, με την Αληθινή Φύση, με την Μεγάλη Ψυχή.

Από εδώ και πέρα η Αντίληψή μας και η Πνευματική Πορεία μας ακολουθούν ένα άλλο δρόμο. Καθώς έχουμε Εδραιωθεί στο Πραγματικό Κέντρο του Εαυτού, στο «Σημείο» που Εμείς σαν Ψυχή (Άχρονη, Άπειρη, Ελεύθερη Πραγματικότητα, Παρουσία) «συνδεόμαστε» με το σώμα κι έχουμε πλέον Εμπειρία και της Εσωτερικής Πραγματικότητας και του «εξωτερικού» κόσμου, βρισκόμαστε στην πραγματικότητα σε μια Πύλη που χωρίζει το έσω από το έξω, μπορούμε να κατευθυνθούμε κι Εδώ (στο Έσω) και εδώ (στο έξω). Γίνεται λοιπόν απόλυτα κατανοητό ότι βρισκόμαστε σε μια Προσωρινή Στάση, μια Κατάσταση Ισορροπίας ανάμεσα στο Άχρονο και τον Παροδικό Κόσμο των Φαινομένων. Λόγω της Κατάστασής μας (και της Προηγούμενης Εμπειρίας μας) κατανοούμε ότι η ζωή μας στον εξωτερικό κόσμο δεν έχει άλλη σημασία κι άλλο προορισμό από το να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι προσωρινή κι ότι ο Τελικός Προορισμός μας είναι οι Ανώτεροι Εσωτερικοί Ουράνιοι Κόσμοι. Ακριβώς εδώ αποκτά τον πολύτιμο χαρακτήρα του το Ιερό Χρονικό Διάστημα ανάμεσα στην Φθινοπωρινή Ισημερία και το Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Μέσα από τις Ανώτερες Μυήσεις, Αποσυρόμαστε Οριστικά από τον Εξωτερικό Κόσμο και Εισερχόμαστε στην Ανώτερη Πραγματικότητα όπου Αποκτάμε Εμπειρία της Ενιαίας Πραγματικότητας όπου δεν υπάρχει πλέον «διάκριση» ανάμεσα στο Έσω και το Έξω. Είναι Όλα Εδώ, Μέσα στην Ανώτερη Επίγνωση, Τώρα. Πρακτικά, (για την εμπειρία του μύστη), αυτό σημαίνει μια Εμβάθυνση της Εσωτερικής Εμπειρίας, μια Βαθύτερη Ενεργοποίηση του Ψυχικού Κέντρου του Εαυτού, μια Βαθύτερη Αφύπνιση της Επίγνωσης της Πραγματικότητας, που Οδηγεί στην Μετάβαση στα Βαθύτερα Στρώματα της Ύπαρξης, μια Αλλαγή στην Αντίληψη του Χώρου που Αναγνωρίζεται όχι σαν Εξωτερικός Χώρος, αλλά σαν Εγγενής Αντίληψη της Ίδιας της Συνείδησης. Έτσι Ενοποιούνται Υποκείμενο Αντικείμενο στην Μοναδική Ουσία της Συνείδησης. Αυτή η Μετάβαση από την Παγκόσμια συνείδηση στον Χώρο, στην Ενοποίηση Υποκειμένου-Αντικειμένου και στην Ανάδειξη της Μόνης Ουσίας, αναγνωρίζεται από τον μύστη σαν Διάφορες Μυητικές Βαθμίδες, σαν Ανώτερες Καταστάσεις της Ψυχής, που στον Θεολογικό Συμβολισμό Εκπροσωπούνται από τον Εξωτερικό Απόλλωνα του Θέρους τον Διόνυσο (της Άνοιξης) - Βάκχο (του Φθινοπώρου) και τον Μυστικό Απόλλωνα του Χειμώνα (τον Φάνη των Ιερατικών Ύμνων). Στην Ελευσίνα ήταν γνωστή στους μύστες και στους λάτρες μόνο η ανώτερη Μύηση της Εποπτείας (της Εμπειρίας της Παγκόσμιας Συνείδησης στον Χώρο). Ασφαλώς ήταν γνωστές στους Ιεροφάντες και οι Ανώτερες Καταστάσεις (και Μυήσεις), αλλά δεν γινόταν λόγος για αυτά. Αυτοί που Ασχολούνταν πραγματικά με τις Μυήσεις του Ιερού Χρόνου πριν το Ιερό Χειμερινό Ηλιοστάσιο ήταν στους Δελφούς, όπου Γνώριζαν ότι χωρίς αυτή την Ιερή Προετοιμασία δεν ήταν δυνατή η Εμπειρία της Υπέρτατης Μύησης.

Οι Καταστάσεις που Βιώνουμε στις Ανώτερες Μυήσεις είναι Καταστάσεις Αντικειμενικές που Συμβαίνουν Ταυτόχρονα και στην Ψυχή (στην Συνείδηση) και στο Κέντρο του Εαυτού στο σώμα. Κι αυτό είναι που τις διαφοροποιεί από το αν τις βιώναμε χωρίς σώμα (όπως όταν αποχωριζόμαστε με τον θάνατο). Σε Αυτές τις Καταστάσεις Είμαστε (σαν Ψυχή, σαν Συνείδηση, σαν Παρουσία) συνδεδεμένοι με το σώμα. Όσο «Προχωράμε» Βαθύτερα (στην Ύπαρξή μας), ή  Ψηλότερα (από άποψη «πνευματικής εξέλιξης»), ή Ανώτερα (σαν «επίγνωση»), τόσο η «σύνδεση» εκλεπτύνεται (η «εξασθενεί»), δίνοντάς μας την δυνατότητα και την ευκαιρία να Βιώσουμε (σαν Ψυχή) Μεγαλύτερη Ελευθερία, (πράγμα που διαφοροποιεί την ποιότητα της Εμπειρίας, τον «χαρακτήρα» της, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της).

Όπως δίδασκαν οι Όσιοι στους Δελφούς η Υπέρτατη Κατάσταση όπου ο Μύστης Βιώνει την Αληθινή Θεϊκή Ουσία της Ψυχής είναι όχι μια κατάσταση αλλά η Απόλυτη Εμπειρία της Ζωής που Πηγάζει Αυθόρμητα από την Ίδια την Πραγματικότητα ( Φύση, Ψυχή, Ουσία) και Στηρίζεται στην ίδια την εκδήλωσή της, χωρίς προσδιορισμούς, ιδιότητες, τελείως ακατάληπτη από οποιαδήποτε προσπάθεια αντίληψης. Είναι μια «Κατάσταση» που ελάχιστοι άνθρωποι βιώνουν και μόνο σε στιγμές Βαθιάς Έκστασης κι όχι σε μια διαρκή βάση. Η Εμπειρία Αυτή Προετοιμάζονταν και Συνέβαινε στις πιο Ιερές Στιγμές του Νέου Έτους, σε μια Ιερή Τελετουργία Απόλυτης Μυστικότητας και Σιγής.

Για να Προετοιμαστούν οι Μύστες για την Υπέρτατη Κατάσταση έπρεπε να μπουν σε μια «Κατάσταση Απόλυτης Νύχτας» όπου η «σύνδεση» με το σώμα έφτανε στο «ελάχιστο». Αυτό το βίωναν (όσοι το βίωναν) καθώς ο ηλιακός χρόνος πλησίαζε προς το τέλος του, στο Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Οι Πραγματικές Τελετές του Νέου Έτους γίνονταν Μυστικά από τους Μύστες ενώ οι Εξωτερικές Τελετές αποτύπωναν συμβολικά τα Ιερά Γεγονότα. Κι ασφαλώς υπήρχαν κι εξωτερικές γιορτές που ελάχιστη σχέση είχαν με όσα συνέβαιναν εσωτερικά.

Βέβαια για τον αμύητο, ακόμα κι αν έχει ασχοληθεί με αυτά τα θέματα και τις πνευματικές πρακτικές, όλα αυτά που λέμε μπορεί να φαίνονται μη αληθινά ή υπερβολικά. Στην πραγματικότητα, για να καταλάβουμε, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας όχι μόνο την Ορφική Διδασκαλία αλλά και τις συνθήκες ζωής που επικρατούσαν πριν τόσους αιώνες στην Ελλάδα και ιδιαίτερα σε Ιερούς Χώρους όπως οι Δελφοί, η Ελευσίνα κι Άλλα Ιερά. Όλα αυτά, οι Μυήσεις, οι Καταστάσεις Περισυλλογής οι Μυστικές Εμπειρίες ήταν κάτι γνωστό, τουλάχιστον σαν «πληροφορία» στον Αρχαίο Κόσμο και ιδιαίτερα στους Ιερούς Χώρους όπου προσέρχονταν οι Αρχαίοι Λάτρες. Εξάλλου όλα αυτά είναι γνωστά και σε άλλες Παραδόσεις, σε διάφορες εποχές της Ιστορίας. Έτσι το τι θεωρούμε αληθινό, ψεύτικο, υπερβολικό ή συνηθισμένο, εξαρτάται από το από «που» το «βλέπουμε».

 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 17. The Silent Sovereignty: A Meditation on the Invisible Throne
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 17. Anger
Monday, 10 November, 2025

Chapter 17. Anger

 

The Sacred Alchemy of Transformed Wrath: A Journey Through the Fires of the Soul

 

In the vast tapestry of human experience, where the threads of suffering and enlightenment interweave in patterns both terrible and beautiful, there exists a singular truth that pierces through the veils of illusion like a shaft of golden light through storm clouds: the transformation of anger stands as one of the most profound alchemical processes available to the seeking soul. The ancient wisdom speaks not merely of suppressing this fierce energy that rises like molten fire from the depths of being, but of transmuting it entirely—of allowing it to become the very fuel that propels consciousness toward the shores of the Eternal.

 

The seeker who walks the illuminated path soon discovers that anger is not merely an emotion to be catalogued and dismissed, but rather a powerful force that, when understood in its deepest essence, reveals itself as a guardian standing at the threshold between bondage and liberation. This guardian, terrible in its aspect, demands recognition and wisdom before it will permit passage to the gardens of inner peace. For in the crucible of the spiritual life, nothing is wasted; even that which seems most destructive contains within it the seeds of transformation.

 

The Chains of Attachment and the Freedom of Letting Go

 

There dwells within the human heart a tendency as ancient as consciousness itself: the impulse to grasp, to claim, to declare sovereignty over fragments of the infinite and proclaim them as "mine." This tendency, subtle as morning mist yet binding as iron chains, creates the very architecture of suffering. The mystic perceives that name and form—those convenient labels by which the mind attempts to freeze the flowing river of existence into manageable categories—are themselves the builders of invisible prisons.

 

When a soul releases its grip upon these phantoms, when it ceases to identify itself with the temporary configurations of matter and thought that parade across the stage of consciousness, a remarkable liberation occurs. The sufferings that once seemed inevitable, that appeared as natural and inescapable as the rising of the sun, simply dissolve like shadows before the advancing light of awareness. For what can wound that which claims nothing? What can be taken from one who owns nothing? What can disturb the peace of one who has recognized the fundamental emptiness of all possessive relationships?

 

Pride, that towering edifice constructed from countless moments of self-reference and self-importance, must also crumble before the advancing tide of wisdom. Pride is the voice that whispers incessantly, "I am separate, I am special, I am above or below." It is the force that constructs hierarchies where the Divine has established only unity. The spiritual wayfarer learns to observe this voice with compassion, recognizing it as the frightened cry of an ego that fears its own dissolution into the Vastness.

 

To forsake pride is not to embrace degradation or worthlessness—this would merely be pride inverted, the shadow wearing a different mask. Rather, it is to step beyond the entire framework of comparison and judgment into a realm where being itself is sufficient, where existence requires no justification and the soul rests in its own intrinsic nature as effortlessly as a bird rests upon the wind.

 

The Chariot of Rising Fury and the Master's Reins

 

Consider the image presented to the contemplative mind: anger rising like a wild chariot, wheels thundering across the landscape of consciousness, horses of emotion straining against all restraint, threatening to carry the unprepared soul into territories of destruction and regret. How many have found themselves swept away by this vehicle, passengers rather than drivers, watching helplessly as words are spoken that cannot be unspoken, as actions are taken that carve wounds into the fabric of relationship and community?

 

The true master of the inner way does not approach this charging force with weapons drawn, seeking to battle and destroy. Such confrontation only feeds the fire, creating conflict within conflict, suffering within suffering. Instead, the adept stands firm in the stirrups of awareness, hands steady upon the reins of attention, and through a mysterious grace that combines will and surrender, brings the entire apparatus to a controlled and conscious halt.

 

This mastery is not achieved through brute force but through an understanding that transcends the ordinary mind. The mystic recognizes that anger, in its essence, is energy—raw, powerful, neither inherently good nor evil. When this energy is met with the cool waters of awareness, when it is held in the spacious container of consciousness without judgment or identification, it transforms. The heat that might have destroyed now warms. The force that might have scattered now focuses. The power that might have wounded now heals.

 

Others may hold the reins—they may present the appearance of control through suppression, through the teeth-gritting determination of willpower alone. But this is not true mastery; it is merely a temporary dam against an inevitable flood. The authentic driver has learned a deeper secret: that one must become intimate with the horses themselves, must understand their nature so completely that command flows not from domination but from communion.

 

The Sacred Trinity of Transformation

 

In the architecture of spiritual transformation, three pillars support the temple of evolved consciousness, three alchemical processes through which the lead of ordinary reactive existence transmutes into the gold of illuminated being. These are not rules imposed from without but principles discovered within, laws as natural and inevitable as the mathematics that governs the spiraling of galaxies.

 

First comes the sublime equation: love as the answer to anger. But this is not the conditional, needy emotion that often masquerades under love's banner in the marketplace of human relationships. This is Love in its transcendent dimension—the force that holds planets in their orbits, that draws the seedling upward toward light, that connects all beings in a web of mutual belonging too vast for conceptual understanding. When this Love meets anger, a holy confrontation occurs. The anger, like ice exposed to summer sun, begins to melt, to lose its solid and seemingly permanent form, to flow back into the ocean of undifferentiated compassion from which it originally emerged as a frozen fragment.

 

The seeker discovers through practice and grace that anger cannot long maintain itself in the presence of genuine Love, for anger depends upon separation—upon the conviction that "I" am here and "you" are there, and that these positions are absolute and unbridgeable. Love reveals this separation as illusory, as a convenient fiction necessary perhaps for navigating the world of form but ultimately untrue in the deepest sense. When the barriers dissolve, anger has nowhere to stand, no ground from which to launch its assault.

 

Second comes the paradoxical path of meeting evil with good. This is perhaps the most difficult teaching for the struggling soul to embrace, for it seems to contradict every instinct toward self-preservation and justice. The worldly mind cries out: "Surely evil must be met with force! Surely darkness demands aggressive light!" Yet the mystic perceives a subtler truth: that evil, in its essence, is the absence of good just as darkness is the absence of light. One does not fight darkness with weapons; one simply brings a lamp.

 

When good is offered in response to evil, when generosity meets greed, when truth confronts falsehood, a transformation occurs that operates according to laws higher than those governing the material realm. The soul that practices this principle discovers itself becoming a conduit for forces that transcend personal capacity—as though the Divine itself were working through the yielded instrument of willing consciousness.

 

Third in this trinity comes the discipline of truthfulness—not merely the avoidance of obvious lies but the cultivation of alignment between inner reality and outer expression. Truth, in the mystical understanding, is not primarily about correct facts but about authenticity, about the courage to stand naked before existence without the protective armor of pretense and persona. When one speaks truth, when one lives truth, when one becomes truth, a resonance is established with the fundamental nature of reality itself. The universe, in its mysterious intelligence, recognizes and supports this alignment.

 

The Three Gates to the Divine Presence

 

The ancient teaching presents three practices as doorways into proximity with the Sacred: speak truth, restrain anger, and give generously even from scarcity. These are not arbitrary commandments imposed by external authority but descriptions of the natural laws that govern spiritual elevation. They are to mystical ascent what principles of aerodynamics are to flight—not optional suggestions but necessary conditions.

 

To speak truth is to align one's vibration with the fundamental frequency of existence itself. The universe is constructed upon relationships of cause and effect, of action and consequence, that operate with impeccable consistency. Lies introduce dissonance into this cosmic harmony, creating friction between the soul and the great currents of being that flow through all things. The truthful person, by contrast, moves with rather than against these currents, and discovers thereby an ease and grace in living that cannot be manufactured through manipulation or deception.

 

To restrain anger is to refuse the invitation to react blindly, to decline the seductive offer of immediate release that promises relief but delivers bondage. In that sacred pause between provocation and response, a space opens—a space in which choice becomes possible, in which consciousness can enter and illuminate. This is the space in which freedom lives, where the soul discovers it is not merely the plaything of circumstances but a center of creative power capable of shaping its own experience.

 

To give, particularly when one feels one has little to give, is to practice the ultimate gesture of trust in the abundance of the universe. Generosity shatters the illusion of scarcity that keeps consciousness contracted and fearful. Each act of giving declares: "I am not my possessions. I am not what I can hoard and protect. I am a conduit through which the infinite flows, and the more freely I allow this flow, the more abundantly life moves through me."

 

These three steps—truth, restraint, generosity—form a spiral staircase ascending toward the divine dwelling. Each step taken makes the next one possible, each practice strengthens the capacity for deeper practice, until the seeker discovers that what began as difficult discipline has transformed into effortless nature.

 

The Unchangeable Place and the End of Suffering

 

The sages who have traversed this path completely, who have so thoroughly integrated these principles that their very being radiates non-harm, arrive eventually at a destination that the limited mind struggles to comprehend. This destination is called by many names across traditions—Nirvana, the Kingdom of Heaven, Union with the Absolute, the Peace that Passes Understanding. All names fail before the reality they attempt to indicate, for this reality transcends the categories of language and thought.

 

What can be said is this: in this state, suffering finds no purchase. Not because external circumstances have become uniformly pleasant—the body still experiences sensation, life still presents challenges—but because the identification with the separate self, which is the root of all suffering, has been seen through completely. When there is no "me" to be threatened, what can threaten? When there is no "mine" to be lost, what can loss mean?

 

This unchangeable place is not a location in space but a condition of consciousness, a way of being that remains stable regardless of the fluctuations of circumstance. The ocean's surface may rage with storms, but the depths remain forever calm. Similarly, the awakened one abides in these depths even while the surface of life continues its endless dance of change and becoming.

 

To reach this state requires unwavering dedication, a commitment to remain ever watchful against the subtle returns of unconsciousness, to study day and night not in the sense of accumulating information but in the sense of maintaining continuous awareness. The passions—those powerful forces that drive ordinary consciousness from desire to satisfaction to disappointment in an endless cycle—gradually lose their grip. They do not disappear entirely but transform, no longer commanding attention but instead becoming like distant clouds observed from a mountain peak: present but no longer determinative.

 

Beyond Praise and Blame: The Liberation of Indifference

 

The spiritual path eventually confronts every seeker with a profound truth about the nature of human judgment: that it is essentially arbitrary, inconsistent, and ultimately meaningless as a measure of one's worth or progress. The ancient teaching presents this insight through a simple observation: no matter what one does, someone will criticize. Silence draws blame. Speaking draws blame. Saying little draws blame. The entire spectrum of possible behaviors invites judgment from one quarter or another.

 

This recognition, when truly absorbed, precipitates a crisis and an opportunity. The crisis is the collapse of the external reference point by which most humans navigate their lives—the desperate question, "What will others think?" The opportunity is the birth of an internal compass, a way of knowing and acting that arises from connection with truth itself rather than from fear of condemnation or hunger for approval.

 

The mystic discovers that just as there has never been nor will there ever be a person universally blamed, so too there has never been nor will there ever be a person universally praised. The human tendency to judge and categorize is endless and infinitely variable, shaped by countless factors of perspective, context, and projection. To base one's peace upon such unstable ground is to build upon sand.

 

Yet there exists a different kind of recognition—the acknowledgment of those who have themselves cultivated discrimination, who have polished the mirror of consciousness until it reflects clearly. When such beings consistently recognize wisdom and virtue in another, this itself becomes a kind of validation, not because external validation is needed but because it confirms an alignment with principles that transcend personal preference. This is not the fickle praise of the crowd but the considered recognition of those who have traveled the path and know its markers.

 

Even such recognition, however, must ultimately be released. For the final stage of the journey requires moving beyond even the subtle attachment to being seen accurately, to being understood and appreciated by the wise. The awakened one requires no confirmation, no applause, no acknowledgment. Like gold refined in the sacred river, the authenticity is inherent, self-evident, requiring no external attestation.

 

The Discipline of the Three Doors

 

The teaching returns repeatedly to the necessity of mastering three dimensions of being: body, speech, and mind. This trinity represents the totality of ways through which consciousness interfaces with the manifest world, the three channels through which both bondage and liberation flow.

 

The body, that magnificent vehicle through which the formless experiences form, carries its own form of anger—the anger that expresses through tension, through violence, through the thousand subtle ways physical presence can harm. To control the body is not to suppress its natural vitality but to ensure that all action flows from awareness rather than unconscious reactivity. The body practicing virtue becomes a sacred instrument, each gesture a mudra, each movement a meditation, each action an offering.

 

Speech, that creative power through which thought takes wing and enters the world, possesses immense capacity for harm or healing. Words create realities, shape relationships, build up or tear down. The anger of the tongue can wound more deeply than any physical blow, can sever connections that took years to establish, can poison communities and destroy trust. Yet that same tongue, controlled and consecrated to truth, becomes a fountain of wisdom, a source of comfort, a means through which love flows into manifestation.

 

The mind, subtlest and most powerful of the three, is the source from which bodily action and speech ultimately spring. Mental anger—the judgments, resentments, grievances, and hostilities that play endlessly on the screen of thought—creates the atmosphere within which all other angers breed and multiply. Yet the mind purified becomes a clear pool reflecting the face of the Divine, a space in which insight arises spontaneously, a dwelling place for peace.

 

True mastery requires all three dimensions working in harmony. The body may be still while the mind rages. The speech may be controlled while the body trembles with suppressed violence. Only when all three are brought into alignment, when body, speech, and mind move together in the dance of conscious awareness, does the seeker embody the wisdom that liberates.

 

The Return to Wholeness

 

As the journey progresses and the practices deepen, something remarkable occurs: what began as difficult work requiring enormous effort gradually transforms into something closer to play, to joy, to the natural expression of one's true nature. The control that once felt like suppression reveals itself as actually a kind of freedom—the freedom of no longer being controlled by unconscious reactions, the freedom of choosing consciously how to meet each moment.

 

The one who has traveled this path discovers that anger itself has not been destroyed but transformed. The energy that once manifested as destructive rage now appears as passionate commitment to truth, as fierce compassion that will not tolerate unnecessary suffering, as the fire that purifies rather than the fire that consumes. Nothing is wasted in the spiritual economy; all is transformed, elevated, sanctified.

 

In this transformation, the seeker discovers what the mystics have always known: that the journey toward controlling anger is ultimately a journey toward love, that the practice of restraint is actually a practice of liberation, that what appears as limitation is actually expansion into dimensions of being previously unimagined. The small self, with its volatile emotions and desperate needs, gives way to a larger Self that contains all things without being disturbed by any thing.

 

This is the ultimate mystical truth toward which all practices point: that beneath the surface turbulence of anger, pride, attachment, and fear, there exists a fundamental nature that is already perfect, already peaceful, already free. The work is not to create this nature but to remove the obstacles that prevent its recognition. Like clearing debris from a spring, the practices do not create the water but allow it to flow forth in its own pristine clarity.

 

The reader who has journeyed through these reflections is invited now to sit in silence, to feel into the truth of these teachings not merely as intellectual concepts but as living realities accessible in this very moment. For the transformation of anger, the transcendence of suffering, and the realization of one's true nature are not distant goals requiring lifetimes of preparation but present possibilities waiting only for recognition. In the stillness between breaths, in the space between thoughts, the Unchangeable Place reveals itself—not as somewhere else but as the ground of this very moment, eternal and ever-present, waiting patiently for the wandering consciousness to come home at last to its own deepest nature, where peace reigns supreme and love conquers all.

Η Ιερή Αλχημεία της Μεταμορφωμένης Οργής: Ένα Ταξίδι Μέσα από τις Φλόγες της Ψυχής

 

Στον απέραντο ιστό της ανθρώπινης εμπειρίας, όπου τα νήματα του πόνου και του φωτισμού υφαίνονται σε μοτίβα ταυτόχρονα τρομερά και όμορφα, υπάρχει μια μοναδική αλήθεια που διαπερνά τα πέπλα της ψευδαίσθησης σαν ακτίνα χρυσού φωτός μέσα από τα σύννεφα καταιγίδας: η μεταμόρφωση της οργής στέκεται ως μία από τις πιο βαθιές αλχημικές διαδικασίες που είναι διαθέσιμες στην ψυχή που αναζητά. Η αρχαία σοφία δεν μιλά απλώς για την καταστολή αυτής της άγριας ενέργειας που αναδύεται σαν λιωμένο πυρ από τα βάθη της ύπαρξης, αλλά για την πλήρη μεταστοιχείωσή της—για το να επιτραπεί να γίνει το ίδιο το καύσιμο που ωθεί τη συνείδηση προς τις ακτές του Αιώνιου.

 

Ο αναζητητής που βαδίζει τον φωτισμένο δρόμο σύντομα ανακαλύπτει ότι η οργή δεν είναι απλώς ένα συναίσθημα που καταγράφεται και απορρίπτεται, αλλά μάλλον μια ισχυρή δύναμη που, όταν κατανοηθεί στην βαθύτερη ουσία της, αποκαλύπτεται ως φύλακας που στέκεται στο κατώφλι μεταξύ της δουλείας και της απελευθέρωσης. Αυτός ο φύλακας, τρομερός στην όψη του, απαιτεί αναγνώριση και σοφία πριν επιτρέψει τη διέλευση προς τους κήπους της εσωτερικής ειρήνης. Διότι στον χωνευτήρι της πνευματικής ζωής, τίποτα δεν σπαταλιέται· ακόμα και αυτό που φαίνεται πιο καταστροφικό περιέχει μέσα του τους σπόρους της μεταμόρφωσης.

 

Οι Αλυσίδες της Προσκόλλησης και η Ελευθερία της Απελευθέρωσης

 

Μέσα στην ανθρώπινη καρδιά κατοικεί μια τάση τόσο αρχαία όσο και η ίδια η συνείδηση: η παρόρμηση να αρπάζουμε, να διεκδικούμε, να διακηρύσσουμε κυριαρχία πάνω σε θραύσματα του άπειρου και να τα ανακηρύσσουμε ως «δικά μου». Αυτή η τάση, λεπτή σαν πρωινή ομίχλη αλλά δεσμευτική σαν σιδερένιες αλυσίδες, δημιουργεί την ίδια την αρχιτεκτονική του πόνου. Ο μύστης αντιλαμβάνεται ότι το όνομα και η μορφή—αυτές οι βολικές ετικέτες με τις οποίες ο νους προσπαθεί να παγώσει το ρέον ποτάμι της ύπαρξης σε διαχειρίσιμες κατηγορίες—είναι οι ίδιοι οι κατασκευαστές αόρατων φυλακών.

 

Όταν μια ψυχή απελευθερώνει την λαβή της πάνω σε αυτά τα φαντάσματα, όταν παύει να ταυτίζεται με τις προσωρινές διαμορφώσεις της ύλης και της σκέψης που παρελαύνουν στη σκηνή της συνείδησης, συμβαίνει μια αξιοσημείωτη απελευθέρωση. Οι πόνοι που κάποτε φαίνονταν αναπόφευκτοι, που εμφανίζονταν φυσικοί και αναπόδραστοι σαν την ανατολή του ήλιου, απλώς διαλύονται σαν σκιές μπροστά στο προελαύνον φως της επίγνωσης. Διότι τι μπορεί να πληγώσει αυτό που δεν διεκδικεί τίποτα; Τι μπορεί να αφαιρεθεί από κάποιον που δεν κατέχει τίποτα; Τι μπορεί να διαταράξει την ειρήνη εκείνου που έχει αναγνωρίσει την θεμελιώδη κενότητα όλων των κτητικών σχέσεων;

 

Η υπερηφάνεια, αυτό το επιβλητικό οικοδόμημα που κατασκευάζεται από αμέτρητες στιγμές αυτοαναφοράς και αυτοσημαντικότητας, πρέπει επίσης να καταρρεύσει μπροστά στο προελαύνον κύμα της σοφίας. Η υπερηφάνεια είναι η φωνή που ψιθυρίζει ασταμάτητα: «Είμαι ξεχωριστός, είμαι ιδιαίτερος, είμαι πάνω ή κάτω». Είναι η δύναμη που κατασκευάζει ιεραρχίες εκεί όπου το Θείο έχει θεσπίσει μόνο ενότητα. Ο πνευματικός οδοιπόρος μαθαίνει να παρατηρεί αυτή τη φωνή με συμπόνια, αναγνωρίζοντάς την ως το φοβισμένο κλάμα ενός εγώ που τρέμει τη δική του διάλυση στο Απέραντο.

 

Το να εγκαταλείψει κανείς την υπερηφάνεια δεν σημαίνει να αγκαλιάσει την υποβάθμιση ή την απαξίωση—αυτό θα ήταν απλώς η υπερηφάνεια ανεστραμμένη, η σκιά με διαφορετική μάσκα. Αντίθετα, σημαίνει να βγει πέρα από ολόκληρο το πλαίσιο της σύγκρισης και της κρίσης σε μια σφαίρα όπου η ίδια η ύπαρξη είναι αρκετή, όπου η ύπαρξη δεν απαιτεί καμία δικαιολογία και η ψυχή αναπαύεται στην ίδια της την εγγενή φύση τόσο αβίαστα όσο ένα πουλί αναπαύεται στον άνεμο.

 

Το Άρμα της Αναδυόμενης Οργής και τα Χαλινάρια του Δασκάλου

 

Σκεφτείτε την εικόνα που παρουσιάζεται στον στοχαστικό νου: η οργή που αναδύεται σαν άγριο άρμα, με τροχούς που βροντούν πάνω στο τοπίο της συνείδησης, άλογα συναισθημάτων που σπαρταρούν ενάντια σε κάθε συγκράτηση, απειλώντας να παρασύρουν την απροετοίμαστη ψυχή σε εδάφη καταστροφής και μεταμέλειας. Πόσοι έχουν βρεθεί παρασυρμένοι από αυτό το όχημα, επιβάτες αντί για οδηγοί, παρακολουθώντας ανήμποροι καθώς λέγονται λόγια που δεν μπορούν να ξελεχθούν, καθώς λαμβάνονται ενέργειες που χαράσσουν πληγές στο ύφασμα της σχέσης και της κοινότητας;

 

Ο αληθινός δάσκαλος του εσωτερικού δρόμου δεν προσεγγίζει αυτή την ορμητική δύναμη με όπλα σηκωμένα, επιδιώκοντας να πολεμήσει και να καταστρέψει. Μια τέτοια αντιπαράθεση απλώς τρέφει τη φωτιά, δημιουργώντας σύγκρουση μέσα στη σύγκρουση, πόνο μέσα στον πόνο. Αντίθετα, ο έμπειρος στέκεται σταθερός στα αναβολέα της επίγνωσης, με χέρια σταθερά στα χαλινάρια της προσοχής, και μέσω μιας μυστηριώδους χάριτος που συνδυάζει θέληση και παράδοση, φέρνει ολόκληρο το μηχανισμό σε ελεγχόμενη και συνειδητή στάση.

 

Αυτή η κυριαρχία δεν επιτυγχάνεται μέσω ωμής δύναμης αλλά μέσω μιας κατανόησης που υπερβαίνει τον συνηθισμένο νου. Ο μύστης αναγνωρίζει ότι η οργή, στην ουσία της, είναι ενέργεια—ωμή, ισχυρή, ούτε εγγενώς καλή ούτε κακή. Όταν αυτή η ενέργεια συναντά τα δροσερά νερά της επίγνωσης, όταν κρατιέται στον ευρύχωρο περιέκτη της συνείδησης χωρίς κρίση ή ταύτιση, μεταμορφώνεται. Η θερμότητα που θα μπορούσε να καταστρέψει τώρα ζεσταίνει. Η δύναμη που θα μπορούσε να διασκορπίσει τώρα εστιάζει. Η ισχύς που θα μπορούσε να πληγώσει τώρα θεραπεύει.

 

Άλλοι μπορεί να κρατούν τα χαλινάρια—μπορεί να παρουσιάζουν την εμφάνιση ελέγχου μέσω καταστολής, μέσω της αποφασιστικότητας της θέλησης με σφιγμένα δόντια. Αλλά αυτό δεν είναι αληθινή κυριαρχία· είναι απλώς ένα προσωρινό φράγμα ενάντια σε έναν αναπόφευκτο κατακλυσμό. Ο αυθεντικός οδηγός έχει μάθει ένα βαθύτερο μυστικό: ότι πρέπει να γίνει οικείος με τα ίδια τα άλογα, πρέπει να κατανοήσει τη φύση τους τόσο πλήρως ώστε η εντολή να ρέει όχι από κυριαρχία αλλά από κοινωνία.

 

Η Ιερή Τριάδα της Μεταμόρφωσης

 

Στην αρχιτεκτονική της πνευματικής μεταμόρφωσης, τρεις πυλώνες στηρίζουν τον ναό της εξελιγμένης συνείδησης, τρεις αλχημικές διαδικασίες μέσω των οποίων ο μόλυβδος της συνηθισμένης αντιδραστικής ύπαρξης μεταστοιχειώνεται σε χρυσό της φωτισμένης ύπαρξης. Αυτές δεν είναι κανόνες επιβληθέντες από έξω αλλά αρχές που ανακαλύπτονται μέσα, νόμοι τόσο φυσικοί και αναπόφευκτοι όσο τα μαθηματικά που διέπουν την περιστροφή των γαλαξιών.

 

Πρώτη έρχεται η υπέροχη εξίσωση: η αγάπη ως απάντηση στην οργή. Αλλά αυτή δεν είναι το υπό όρους, άπορο συναίσθημα που συχνά παριστάνει την αγάπη στην αγορά των ανθρώπινων σχέσεων. Αυτή είναι η Αγάπη στην υπερβατική της διάσταση—η δύναμη που κρατά πλανήτες στις τροχιές τους, που τραβά το σπορόφυτο προς τα πάνω προς το φως, που συνδέει όλα τα όντα σε έναν ιστό αμοιβαίας ανήκειας υπερβολικά απέραντο για εννοιολογική κατανόηση. Όταν αυτή η Αγάπη συναντά την οργή, συμβαίνει μια ιερή αντιπαράθεση. Η οργή, σαν πάγος εκτεθειμένος στον καλοκαιρινό ήλιο, αρχίζει να λιώνει, να χάνει την στερεή και φαινομενικά μόνιμη μορφή της, να ρέει πίσω στον ωκεανό της αδιαφοροποίητης συμπόνιας από τον οποίο αρχικά αναδύθηκε ως παγωμένο θραύσμα.

 

Ο αναζητητής ανακαλύπτει μέσω πρακτικής και χάριτος ότι η οργή δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολύ στην παρουσία γνήσιας Αγάπης, διότι η οργή εξαρτάται από τον διαχωρισμό—από την πεποίθηση ότι «εγώ» είμαι εδώ και «εσύ» είσαι εκεί, και ότι αυτές οι θέσεις είναι απόλυτες και αγεφύρωτες. Η Αγάπη αποκαλύπτει αυτόν τον διαχωρισμό ως ψευδαισθητικό, ως μια βολική φαντασία απαραίτητη ίσως για την πλοήγηση στον κόσμο της μορφής αλλά τελικά αναληθή στην βαθύτερη έννοια. Όταν τα εμπόδια διαλύονται, η οργή δεν έχει πού να σταθεί, κανένα έδαφος από το οποίο να εξαπολύσει την επίθεσή της.

 

Δεύτερος έρχεται ο παραδοξος δρόμος της αντιμετώπισης του κακού με το καλό. Αυτή είναι ίσως η πιο δύσκολη διδασκαλία για την αγωνιζόμενη ψυχή να αγκαλιάσει, διότι φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με κάθε ένστικτο αυτοσυντήρησης και δικαιοσύνης. Ο κοσμικός νους κραυγάζει: «Σίγουρα το κακό πρέπει να αντιμετωπιστεί με δύναμη! Σίγουρα το σκοτάδι απαιτεί επιθετικό φως!» Ωστόσο ο μύστης αντιλαμβάνεται μια λεπτότερη αλήθεια: ότι το κακό, στην ουσία του, είναι η απουσία του καλού ακριβώς όπως το σκοτάδι είναι η απουσία του φωτός. Κανείς δεν πολεμά το σκοτάδι με όπλα· απλώς φέρνει ένα λυχνάρι.

 

Όταν το καλό προσφέρεται ως απάντηση στο κακό, όταν η γενναιοδωρία συναντά την απληστία, όταν η αλήθεια αντιμετωπίζει το ψεύδος, συμβαίνει μια μεταμόρφωση που λειτουργεί σύμφωνα με νόμους υψηλότερους από αυτούς που διέπουν την υλική σφαίρα. Η ψυχή που εφαρμόζει αυτή την αρχή ανακαλύπτει τον εαυτό της να γίνεται αγωγός για δυνάμεις που υπερβαίνουν την προσωπική ικανότητα—σαν το Θείο να εργαζόταν μέσω του παραδομένου οργάνου της πρόθυμης συνείδησης.

 

Τρίτη σε αυτή την τριάδα έρχεται η πειθαρχία της αληθοφάνειας—όχι απλώς η αποφυγή προφανών ψεμάτων αλλά η καλλιέργεια ευθυγράμμισης μεταξύ εσωτερικής πραγματικότητας και εξωτερικής έκφρασης. Η Αλήθεια, στην μυστική κατανόηση, δεν αφορά πρωτίστως σωστά γεγονότα αλλά αυθεντικότητα, το θάρρος να σταθεί κανείς γυμνός μπροστά στην ύπαρξη χωρίς την προστατευτική πανοπλία της προσποίησης και της περσόνας. Όταν κανείς μιλά αλήθεια, όταν ζει αλήθεια, όταν γίνεται αλήθεια, δημιουργείται μια αντήχηση με την θεμελιώδη φύση της πραγματικότητας της ίδιας. Το σύμπαν, στην μυστηριώδη νοημοσύνη του, αναγνωρίζει και υποστηρίζει αυτή την ευθυγράμμιση.

 

Οι Τρεις Πύλες προς την Θεία Παρουσία

 

Η αρχαία διδασκαλία παρουσιάζει τρεις πρακτικές ως πύλες προς την εγγύτητα με το Ιερό: μίλα αλήθεια, συγκράτησε την οργή, και δώσε γενναιόδωρα ακόμα και από έλλειψη. Αυτές δεν είναι αυθαίρετες εντολές επιβληθέντες από εξωτερική αρχή αλλά περιγραφές των φυσικών νόμων που διέπουν την πνευματική ανύψωση. Είναι για την μυστική άνοδο ό,τι είναι οι αρχές της αεροδυναμικής για την πτήση—όχι προαιρετικές προτάσεις αλλά απαραίτητες προϋποθέσεις.

 

Το να μιλάς αλήθεια είναι να ευθυγραμμίζεις τη δόνησή σου με την θεμελιώδη συχνότητα της ύπαρξης της ίδιας. Το σύμπαν είναι κατασκευασμένο πάνω σε σχέσεις αιτίας και αποτελέσματος, δράσης και συνέπειας, που λειτουργούν με άψογη συνέπεια. Τα ψέματα εισάγουν δυσαρμονία σε αυτή την κοσμική αρμονία, δημιουργώντας τριβή μεταξύ της ψυχής και των μεγάλων ρευμάτων της ύπαρξης που ρέουν μέσα από όλα τα πράγματα. Ο αληθινός άνθρωπος, αντίθετα, κινείται με σύμπνοια παρά ενάντια σε αυτά τα ρεύματα, και ανακαλύπτει έτσι μια ευκολία και χάρη στη ζωή που δεν μπορεί να κατασκευαστεί μέσω χειραγώγησης ή εξαπάτησης.

 

Το να συγκρατείς την οργή είναι να αρνείσαι την πρόσκληση να αντιδράς τυφλά, να απορρίπτεις την αποπλανητική προσφορά άμεσης απελευθέρωσης που υπόσχεται ανακούφιση αλλά παραδίδει δουλεία. Σε εκείνη την ιερή παύση μεταξύ πρόκλησης και απόκρισης, ανοίγει ένας χώρος—ένας χώρος στον οποίο η επιλογή γίνεται δυνατή, στον οποίο η συνείδηση μπορεί να εισέλθει και να φωτίσει. Αυτός είναι ο χώρος στον οποίο ζει η ελευθερία, όπου η ψυχή ανακαλύπτει ότι δεν είναι απλώς το παιχνίδι των περιστάσεων αλλά ένα κέντρο δημιουργικής δύναμης ικανό να διαμορφώνει τη δική του εμπειρία.

 

Το να δίνεις, ιδιαίτερα όταν νιώθεις ότι έχεις λίγα να δώσεις, είναι να εξασκείς την απόλυτη χειρονομία εμπιστοσύνης στην αφθονία του σύμπαντος. Η γενναιοδωρία θρυμματίζει την ψευδαίσθηση της έλλειψης που κρατά τη συνείδηση συρρικνωμένη και φοβισμένη. Κάθε πράξη δωρεάς διακηρύσσει: «Δεν είμαι τα υπάρχοντά μου. Δεν είμαι αυτό που μπορώ να μαζέψω και να προστατεύσω. Είμαι αγωγός μέσω του οποίου ρέει το άπειρο, και όσο πιο ελεύθερα επιτρέπω αυτή τη ροή, τόσο πιο άφθονα κινείται η ζωή μέσα από εμένα».

 

Αυτά τα τρία βήματα—αλήθεια, συγκράτηση, γενναιοδωρία—σχηματίζουν μια σπειροειδή σκάλα που ανεβαίνει προς την θεία κατοικία. Κάθε βήμα που παίρνεται κάνει το επόμενο δυνατό, κάθε πρακτική ενισχύει την ικανότητα για βαθύτερη πρακτική, μέχρι που ο αναζητητής ανακαλύπτει ότι αυτό που ξεκίνησε ως δύσκολη πειθαρχία έχει μεταμορφωθεί σε αβίαστη φύση.

 

Το Αμετάβλητο Μέρος και το Τέλος του Πόνου

 

Οι σοφοί που έχουν διασχίσει αυτόν τον δρόμο πλήρως, που έχουν ενσωματώσει τόσο πλήρως αυτές τις αρχές ώστε η ίδια η ύπαρξή τους ακτινοβολεί μη-βλάβη, φτάνουν τελικά σε έναν προορισμό που ο περιορισμένος νους δυσκολεύεται να κατανοήσει. Αυτός ο προορισμός ονομάζεται με πολλά ονόματα σε διάφορες παραδόσεις—Νιρβάνα, η Βασιλεία των Ουρανών, Ένωση με το Απόλυτο, η Ειρήνη που Υπερβαίνει την Κατανόηση. Όλα τα ονόματα αποτυγχάνουν μπροστά στην πραγματικότητα που προσπαθούν να υποδείξουν, διότι αυτή η πραγματικότητα υπερβαίνει τις κατηγορίες της γλώσσας και της σκέψης.

 

Αυτό που μπορεί να ειπωθεί είναι το εξής: σε αυτή την κατάσταση, ο πόνος δεν βρίσκει έρεισμα. Όχι επειδή οι εξωτερικές συνθήκες έχουν γίνει ομοιόμορφα ευχάριστες—το σώμα ακόμα βιώνει αίσθηση, η ζωή ακόμα παρουσιάζει προκλήσεις—αλλά επειδή η ταύτιση με τον ξεχωριστό εαυτό, που είναι η ρίζα όλου του πόνου, έχει δει πλήρως διαμέσου. Όταν δεν υπάρχει «εγώ» να απειληθεί, τι μπορεί να απειλήσει; Όταν δεν υπάρχει «δικό μου» να χαθεί, τι σημαίνει η απώλεια;

 

Αυτό το αμετάβλητο μέρος δεν είναι τοποθεσία στο χώρο αλλά κατάσταση συνείδησης, τρόπος ύπαρξης που παραμένει σταθερός ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις των περιστάσεων. Η επιφάνεια του ωκεανού μπορεί να λυσσομανά με καταιγίδες, αλλά τα βάθη παραμένουν για πάντα ήρεμα. Παρομοίως, ο ξύπνιος κατοικεί σε αυτά τα βάθη ακόμα και ενώ η επιφάνεια της ζωής συνεχίζει τον ατελείωτο χορό της αλλαγής και του γίγνεσθαι.

 

Για να φτάσει κανείς σε αυτή την κατάσταση απαιτεί αδιάκοπη αφοσίωση, δέσμευση να παραμένει πάντα άγρυπνος ενάντια στις λεπτές επιστροφές της ασυνειδησίας, να μελετά μέρα και νύχτα όχι με την έννοια της συσσώρευσης πληροφοριών αλλά με την έννοια της διατήρησης συνεχούς επίγνωσης. Τα πάθη—αυτές οι ισχυρές δυνάμεις που ωθούν τη συνηθισμένη συνείδηση από την επιθυμία στην ικανοποίηση στην απογοήτευση σε έναν ατελείωτο κύκλο—σταδιακά χάνουν την λαβή τους. Δεν εξαφανίζονται εντελώς αλλά μεταμορφώνονται, δεν διατάζουν πλέον την προσοχή αλλά γίνονται σαν μακρινά σύννεφα που παρατηρούνται από κορυφή βουνού: παρόντα αλλά όχι πλέον καθοριστικά.

 

Πέρα από τον Έπαινο και την Κατηγορία: Η Απελευθέρωση της Αδιαφορίας

 

Ο πνευματικός δρόμος τελικά αντιμετωπίζει κάθε αναζητητή με μια βαθιά αλήθεια για τη φύση της ανθρώπινης κρίσης: ότι είναι ουσιαστικά αυθαίρετη, ασυνεπής και τελικά χωρίς νόημα ως μέτρο της αξίας ή της προόδου κάποιου. Η αρχαία διδασκαλία παρουσιάζει αυτή την εικόνα μέσω μιας απλής παρατήρησης: ό,τι και να κάνει κανείς, κάποιος θα κατηγορήσει. Η σιωπή προσελκύει κατηγορία. Η ομιλία προσελκύει κατηγορία. Το να λέει κανείς λίγα προσελκύει κατηγορία. Ολόκληρο το φάσμα πιθανών συμπεριφορών προσκαλεί κρίση από κάποια πλευρά.

 

Αυτή η αναγνώριση, όταν πραγματικά απορροφηθεί, προκαλεί μια κρίση και μια ευκαιρία. Η κρίση είναι η κατάρρευση του εξωτερικού σημείου αναφοράς με το οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι πλοηγούν τις ζωές τους—το απελπισμένο ερώτημα, «Τι θα σκεφτούν οι άλλοι;» Η ευκαιρία είναι η γέννηση μιας εσωτερικής πυξίδας, τρόπου γνώσης και δράσης που προκύπτει από σύνδεση με την ίδια την αλήθεια μάλλον παρά από φόβο καταδίκης ή πείνα για έγκριση.

 

Ο μύστης ανακαλύπτει ότι όπως δεν υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει ποτέ ένα πρόσωπο καθολικά κατηγορούμενο, έτσι επίσης δεν υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει ποτέ ένα πρόσωπο καθολικά επαινούμενο. Η ανθρώπινη τάση να κρίνει και να κατηγοριοποιεί είναι ατελείωτη και άπειρα μεταβλητή, διαμορφωμένη από αμέτρητους παράγοντες προοπτικής, πλαισίου και προβολής. Το να βασίζει κανείς την ειρήνη του σε τέτοιο ασταθές έδαφος είναι να χτίζει σε άμμο.

 

Ωστόσο υπάρχει ένα διαφορετικό είδος αναγνώρισης—η αναγνώριση εκείνων που έχουν οι ίδιοι καλλιεργήσει διάκριση, που έχουν γυαλίσει τον καθρέφτη της συνείδησης μέχρι να αντανακλά καθαρά. Όταν τέτοια όντα αναγνωρίζουν σταθερά σοφία και αρετή σε κάποιον άλλο, αυτό γίνεται μια μορφή επικύρωσης, όχι επειδή χρειάζεται εξωτερική επικύρωση αλλά επειδή επιβεβαιώνει μια ευθυγράμμιση με αρχές που υπερβαίνουν την προσωπική προτίμηση. Αυτό δεν είναι ο άστατος έπαινος του πλήθους αλλά η μελετημένη αναγνώριση εκείνων που έχουν ταξιδέψει τον δρόμο και γνωρίζουν τα σημάδια του.

 

Ακόμα και τέτοια αναγνώριση, ωστόσο, πρέπει τελικά να απελευθερωθεί. Διότι το τελικό στάδιο του ταξιδιού απαιτεί να προχωρήσει κανείς πέρα ακόμα και από την λεπτή προσκόλληση στο να βλέπεται με ακρίβεια, στο να γίνεται κατανοητός και εκτιμημένος από τους σοφούς. Ο ξύπνιος δεν χρειάζεται επιβεβαίωση, χειροκρότημα, αναγνώριση. Σαν χρυσός εξαγνισμένος σε ιερό ποτάμι, η αυθεντικότητα είναι εγγενής, αυταπόδεικτη, δεν απαιτεί εξωτερική μαρτυρία.

 

Η Πειθαρχία των Τριών Πορτών

 

Η διδασκαλία επιστρέφει επανειλημμένα στην αναγκαιότητα κυριαρχίας τριών διαστάσεων της ύπαρξης: σώμα, λόγος και νους. Αυτή η τριάδα αντιπροσωπεύει το σύνολο των τρόπων μέσω των οποίων η συνείδηση αλληλεπιδρά με τον εκδηλωμένο κόσμο, τα τρία κανάλια μέσω των οποίων ρέουν τόσο η δουλεία όσο και η απελευθέρωση.

 

Το σώμα, αυτό το μεγαλοπρεπές όχημα μέσω του οποίου το άμορφο βιώνει την μορφή, φέρει τη δική του μορφή οργής—την οργή που εκφράζεται μέσω έντασης, μέσω βίας, μέσω των χιλίων λεπτών τρόπων με τους οποίους η φυσική παρουσία μπορεί να βλάψει. Το να ελέγχει κανείς το σώμα δεν σημαίνει να καταστέλλει τη φυσική του ζωτικότητα αλλά να διασφαλίζει ότι κάθε δράση ρέει από επίγνωση μάλλον παρά από ασυνείδητη αντιδραστικότητα. Το σώμα που εξασκεί αρετή γίνεται ιερό όργανο, κάθε χειρονομία ένα mudra, κάθε κίνηση ένας διαλογισμός, κάθε δράση μια προσφορά.

 

Ο λόγος, αυτή η δημιουργική δύναμη μέσω της οποίας η σκέψη παίρνει φτερά και εισέρχεται στον κόσμο, κατέχει τεράστια ικανότητα για βλάβη ή θεραπεία. Τα λόγια δημιουργούν πραγματικότητες, διαμορφώνουν σχέσεις, χτίζουν ή γκρεμίζουν. Η οργή της γλώσσας μπορεί να πληγώσει βαθύτερα από οποιοδήποτε φυσικό χτύπημα, μπορεί να κόψει συνδέσεις που πήραν χρόνια να δημιουργηθούν, μπορεί να δηλητηριάσει κοινότητες και να καταστρέψει εμπιστοσύνη. Ωστόσο η ίδια γλώσσα, ελεγχόμενη και αφιερωμένη στην αλήθεια, γίνεται πηγή σοφίας, πηγή παρηγοριάς, μέσο μέσω του οποίου η αγάπη ρέει σε εκδήλωση.

 

Ο νους, ο λεπτότερος και ισχυρότερος των τριών, είναι η πηγή από την οποία τελικά πηγάζουν η σωματική δράση και ο λόγος. Η νοητική οργή—οι κρίσεις, οι δυσαρέσκειες, οι παράπονα και οι εχθρότητες που παίζουν ατελείωτα στην οθόνη της σκέψης—δημιουργεί την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία όλες οι άλλες οργές αναπαράγονται και πολλαπλασιάζονται. Ωστόσο ο νους εξαγνισμένος γίνεται καθαρή λίμνη που αντανακλά το πρόσωπο του Θείου, χώρος στον οποίο η εικόνα αναδύεται αυθόρμητα, κατοικία για ειρήνη.

 

Η αληθινή κυριαρχία απαιτεί και τις τρεις διαστάσεις να εργάζονται σε αρμονία. Το σώμα μπορεί να είναι ακίνητο ενώ ο νους λυσσομανά. Ο λόγος μπορεί να ελέγχεται ενώ το σώμα τρέμει με κατασταλμένη βία. Μόνο όταν και οι τρεις φέρονται σε ευθυγράμμιση, όταν σώμα, λόγος και νους κινούνται μαζί στον χορό της συνειδητής επίγνωσης, ο αναζητητής ενσαρκώνει τη σοφία που απελευθερώνει.

 

Η Επιστροφή στην Ολότητα

 

Καθώς το ταξίδι προχωρά και οι πρακτικές βαθαίνουν, συμβαίνει κάτι αξιοσημείωτο: αυτό που ξεκίνησε ως δύσκολη εργασία που απαιτούσε τεράστια προσπάθεια σταδιακά μεταμορφώνεται σε κάτι πιο κοντά στο παιχνίδι, στη χαρά, στη φυσική έκφραση της αληθινής φύσης κάποιου. Ο έλεγχος που κάποτε ένιωθε σαν καταστολή αποκαλύπτεται ως στην πραγματικότητα μια μορφή ελευθερίας—η ελευθερία του να μην ελέγχεται πλέον από ασυνείδητες αντιδράσεις, η ελευθερία της συνειδητής επιλογής πώς να συναντά κάθε στιγμή.

 

Αυτός που έχει ταξιδέψει αυτόν τον δρόμο ανακαλύπτει ότι η οργή η ίδια δεν έχει καταστραφεί αλλά μεταμορφωθεί. Η ενέργεια που κάποτε εκδηλωνόταν ως καταστροφική οργή τώρα εμφανίζεται ως παθιασμένη δέσμευση στην αλήθεια, ως άγρια συμπόνια που δεν ανέχεται περιττό πόνο, ως η φωτιά που εξαγνίζει μάλλον παρά η φωτιά που καταναλώνει. Τίποτα δεν σπαταλιέται στην πνευματική οικονομία· όλα μεταμορφώνονται, ανυψώνονται, αγιάζονται.

 

Σε αυτή τη μεταμόρφωση, ο αναζητητής ανακαλύπτει αυτό που οι μύστες πάντα γνώριζαν: ότι το ταξίδι προς τον έλεγχο της οργής είναι τελικά ταξίδι προς την αγάπη, ότι η πρακτική της συγκράτησης είναι στην πραγματικότητα πρακτική απελευθέρωσης, ότι αυτό που φαίνεται ως περιορισμός είναι στην πραγματικότητα επέκταση σε διαστάσεις ύπαρξης προηγουμένως αδιανόητες. Ο μικρός εαυτός, με τα ασταθή συναισθήματά του και τις απελπισμένες ανάγκες του, δίνει τη θέση του σε έναν μεγαλύτερο Εαυτό που περιέχει όλα τα πράγματα χωρίς να διαταράσσεται από κανένα.

 

Αυτή είναι η απόλυτη μυστική αλήθεια προς την οποία όλες οι πρακτικές δείχνουν: ότι κάτω από την επιφανειακή αναταραχή της οργής, της υπερηφάνειας, της προσκόλλησης και του φόβου, υπάρχει μια θεμελιώδης φύση που είναι ήδη τέλεια, ήδη ειρηνική, ήδη ελεύθερη. Η εργασία δεν είναι να δημιουργηθεί αυτή η φύση αλλά να αφαιρεθούν τα εμπόδια που εμποδίζουν την αναγνώρισή της. Σαν να καθαρίζει κανείς συντρίμμια από πηγή, οι πρακτικές δεν δημιουργούν το νερό αλλά επιτρέπουν να ρέει στην ίδια του την άσπιλη καθαρότητα.

 

Ο αναγνώστης που έχει ταξιδέψει μέσω αυτών των στοχασμών προσκαλείται τώρα να καθίσει σε σιωπή, να νιώσει την αλήθεια αυτών των διδασκαλιών όχι απλώς ως διανοητικές έννοιες αλλά ως ζωντανές πραγματικότητες προσβάσιμες αυτή τη στιγμή. Διότι η μεταμόρφωση της οργής, η υπέρβαση του πόνου και η πραγματοποίηση της αληθινής φύσης κάποιου δεν είναι μακρινοί στόχοι που απαιτούν ζωές προετοιμασίας αλλά παρούσες δυνατότητες που περιμένουν μόνο αναγνώριση. Στη σιωπή μεταξύ αναπνοών, στο χώρο μεταξύ σκέψεων, το Αμετάβλητο Μέρος αποκαλύπτεται—όχι ως κάπου αλλού αλλά ως το έδαφος αυτής της ίδιας της στιγμής, αιώνιο και αιώνια παρόν, περιμένοντας υπομονετικά την περιπλανώμενη συνείδηση να επιστρέψει επιτέλους στη δική της βαθύτερη φύση, όπου η ειρήνη βασιλεύει υπέρτατη και η αγάπη νικά τα πάντα. ...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / California: 1. The Sacred Emptiness: A Journey Beyond the Self
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
16. The Sacred Ground: A Journey to Objective Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~