CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
17. Living in the Kingdom of Timelessness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 23 November, 2025

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΕΝΤΕ ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ

Η ΑΛΗΘΕΙΑ, η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, (αυτό που συμβαίνει πραγματικά) μπορεί να γίνει αντιληπτό ολοκληρωτικά (δηλαδή στο βάθος, την έκταση και το περιεχόμενο του) μονάχα από το Ελεύθερο Πνεύμα που συλλαμβάνει άμεσα αυτό που συμβαίνει στο όλο και στις επιμέρους λειτουργίες που δημιουργούν μια “τοπική”  όψη της πραγματικότητας. Το Ελεύθερο Πνεύμα που δεν δεσμεύεται σε τίποτα χρησιμοποιεί την ολική αντίληψη και τις μερικές αντιλήψεις γνωρίζοντας την σχετικότητά τους και τους περιορισμούς τους. Έτσι έχει πλήρη αντίληψη της πραγματικότητας, ολοκληρωτική και τελεσίδικη. Έχει αντίληψη του όλου και χρησιμοποιεί τις επιμέρους λειτουργίες αναγνωρίζοντας την αλήθεια τους (σαν λειτουργίας) αλλά δεν υιοθετεί το περιεχόμενό τους.
Η αποδοχή μιας επιμέρους λειτουργίας (της αντίληψης, της σκέψης, της ψυχικής διάθεσης, της εξωτερικής αίσθησης) σαν εκφραστή της πραγματικότητας οδηγεί σε μια παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας. Η υιοθέτηση του περιεχομένου σαν αλήθειας οδηγεί στην υποκειμενικότητα, την προσωπική απομόνωση, την φαντασία, δηλαδή σε μια κατασκευασμένη, μη αληθινή όψη της πραγματικότητας.
Ενώ το Ελεύθερο Πνεύμα αναγνωρίζει, για παράδειγμα, την διανόηση σαν λειτουργία, σαν αληθινή, όμως κατανοεί πως ό,τι κατασκευάζει η σκέψη (δηλαδή το περιεχόμενο της σκέψης) είναι μια τεχνητή κατασκευή. Το λάθος των ανθρώπων είναι ακριβώς ότι πιστεύουν (είναι πεπεισμένοι) πως ό,τι σκέφτονται (η σκέψη τους και τα δημιουργήματά της) είναι η πραγματικότητα, η αλήθεια. Από αυτή την διαστρεβλωμένη αντίληψη της πραγματικότητας πηγάζουν προσανατολισμοί, διαθέσεις και πράξεις των ανθρώπων. Το αποτέλεσμα φαίνεται στις κοινωνίες, στην κοινωνική ζωή.
Τι είναι λοιπόν Αλήθεια; Αλήθεια είναι αυτό που αντιλαμβάνεται το Ελεύθερο Πνεύμα, όχι το πνεύμα που ανακηρύσσει μια επιμέρους λειτουργία (όπως η σκέψη) σαν  όραμα της αλήθειας και δέχεται ό,τι παράγει αυτή η λειτουργία σαν αληθινό. Αυτό είναι μια “αλήθεια”, η αλήθεια (σαν ιδέα) στο διανοητικό επίπεδο και ήδη από την διατύπωσή της αυτή η αλήθεια οδηγεί στην  υπέρβαση της διανόησης, στην κατάργηση της σκέψης. Όλα όσα σκέφτονται οι άνθρωποι, όσα κατασκευάζουν με την σκέψη τους, είναι ψεύτικες όψεις της πραγματικότητας. Πως ακριβώς συμβαίνει αυτό;
Η πραγματικότητα που αντιλαμβάνεται το Ελεύθερο Πνεύμα είναι μια κίνηση που υπάρχει μόνο την στιγμή που εξελίσσεται και που ρέει κάθε στιγμή κι αλλάζει κι ανανεώνεται και ο μόνος πραγματικός χρόνος είναι ακριβώς αυτή η στιγμή, το απόλυτο παρόν. Σε αυτή την αντίληψη που συλλαμβάνει και το όλο και το μερικό και τοπικό, οι λειτουργίες είναι αληθινές, σαν λειτουργίες, αλλά όχι το ψεύτικο περιεχόμενό τους. Δηλαδή αντιλαμβανόμαστε, εννοούμε (σκεπτόμαστε) συναισθανόμαστε, αισθανόμαστε, σε μια αντίληψη χωρίς όρια, περιορισμούς, διαχωρισμούς του όλου και του μερικού. Δρούμε άμεσα, χωρίς παραμορφώσεις ή περισπασμούς, όπου χρειάζεται, χωρίς να χάνουμε ποτέ την ροή της ζωής. Οι άνθρωποι όμως, με την σκέψη τους, δεν κρατιούνται σε επαφή με την κίνηση, την αέναη αλλαγή των φαινομένων, στην ροή της ζωής. Φτιάχνουν σταθερές εικόνες του “χώρου”, των αντικειμένων, των φαινομένων κι εκεί που υπάρχει μόνο κίνηση κι εξέλιξη βλέπουν σταθερές ουσίες που “εξελίσσονται” κι “αλλάζουν”  (κι αυτό είναι διαφορετικό). Το αποτέλεσμα είναι πως οι άνθρωποι δεν ζουν την ζωή στην ροή της αλλά σκέφτονται (στεκόμενοι έξω από το ρεύμα της ζωής) την ζωή, τα αντικείμενα, τις σχέσεις τους, προσανατολίζονται σύμφωνα με την ιδεολογική “αποθήκη” τους και πράττουν προσπαθώντας να εφαρμόσουν τις επιθυμίες τους. Προσπαθούν να εφαρμόσουν το μοντέλο της σκέψης τους (που συνεχώς ανανεώνουν και αναπροσαρμόζουν στις νέες συνθήκες, αλλά πάντα είναι κάτι “στατικό”) στην πραγματικότητα. Ζουν στην φαντασία τους και προσπαθούν να εφαρμόσουν την φαντασία τους στην ζωή. Φυσικό είναι να αποτυγχάνουν τις πιο πολλές φορές και να απογοητεύονται.
Η αλήθεια λοιπόν βρίσκεται μόνο στην άμεση επαφή με την πραγματικότητα, με αυτό που συμβαίνει, στην παρακολούθηση της ροής της ζωής, στο απόλυτο παρόν, στην στιγμή που ρέει.  Η αλήθεια δεν βρίσκεται στην σκέψη των ανθρώπων. Όλη η σκέψη των ανθρώπων, ο πολιτισμός τους, οι φιλοσοφίες κι οι θρησκείες τους (σαν δόγματα) κι οι πράξεις των ανθρώπων, είναι όλα μάταιες ειδωλολατρείες. Δεν ανήκουν στην πραγματική ζωή αλλά στην φαντασία που έχουν ανακηρύξει οι άνθρωποι σε αλήθεια.
Αλήθεια στον σχετικό κόσμο των ανθρώπων είναι ό,τι οδηγεί προς την Πραγματικότητα πέρα από τις φαντασίες κι αυταπάτες των ανθρώπων. Όλη η σκέψη είναι για πέταμα. Όλες οι επιθυμίες κι οι προσανατολισμοί που μας απομακρύνουν από την Αλήθεια είναι πάθη κι ανοησία και σπατάλη χρόνου. Όλες οι πράξεις των ανθρώπων, ακόμα και αυτές που θεωρούνται οι πιο ιερές, όπως τα ψευτομυστήρια κι οι μαγικές τελετουργίες, είναι αφελής ειδωλολατρεία, που δεν μας ανυψώνει προς την Αλήθεια.
Ο Δρόμος της απάρνησης των περιττών στον κόσμο, της απάθειας στο σκοτάδι των επιθυμιών, της σιωπής μέσα στον θόρυβο της σκέψης, της άμεσης επαφής με ό,τι συμβαίνει πραγματικά (κι όχι με ό,τι σκεφτόμαστε), της απελευθέρωσης από περιορισμούς κι αυταπάτες, είναι ο Μόνος Δρόμος που Οδηγεί στην Ελευθερία, στην Ολοκλήρωση, στην Αλήθεια. Όχι σαν επίτευξη κάποιου εγώ, σαν αποτέλεσμα κάποιας προσπάθειας, αλλά ακριβώς σαν διάλυση κάθε αυταπάτης που αφήνει την Φύση να Λειτουργήσει Ελεύθερα, Αντικειμενικά κι Ολοκληρωμένα.
Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Κι αυτή η “αλήθεια” δεν είναι ένα διανόημα, μια θεωρία, αλήθεια που πρέπει να πιστεύουμε και να διδάσκουμε και να προσπαθούμε να εφαρμόσουμε. Είναι κάτι που διαπιστώθηκε πρακτικά, απαύγασμα εμπειρίας, ο Μόνος Ορθός Τρόπος Ζωής, κάτι απόλυτα πρακτικό. Η Ίδια η Ζωή.
...

2. ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ σαν Ανοιχτή Διαδικασία Αντίληψης δεν έχει ιδιότητες. Ούτε ταυτίζεται με το περιεχόμενό της, την Ενότητα, το Υποκείμενο, το Αντικείμενο, Καταστάσεις, Εμπειρίες ή Δραστηριότητες. Μάλιστα, αυτή η διαδικασία αντίληψης, μονάχα όταν είναι άμεση, ανόθευτη σύλληψη αυτού που συμβαίνει, είναι αντικειμενική και συλλαμβάνει την Πραγματικότητα. Όταν η αντίληψη γίνεται επεξεργασία ή συμβολική απεικόνιση ή επηρεάζεται με οποιονδήποτε τρόπο, τότε δεν αντανακλά την Πραγματικότητα αλλά μια “κατασκευασμένη” πλασματική πραγματικότητα.
Η Συνείδηση Αποτελεί το Απόλυτο Υπόβαθρο κάθε αντίληψης, κάθε εμπειρίας. Όταν η Συνείδηση αυτοπεριορίζεται σε ένα κέντρο αντίληψης (σε ένα υποκείμενο) διαχωρίζεται από το Όλον και βιώνει την δυαδικότητα του υποκειμένου που έχει απέναντι το αντικειμενικό. Το Ον (τα όντα, οι άνθρωποι) με απόλυτα δική του ευθύνη αυτοπεριορίζεται σε ένα αντιληπτικό (υπαρξιακό, νοητικό, ψυχικό, ψυχοβιολογικό) κέντρο κι εισέρχεται στον κόσμο της δυαδικότητας που είναι κατασκευασμένος και πλασματικός. Αυτή η δραστηριότητα είναι μια απομονωτική διαδικασία κι η απομόνωση είναι τόσο πιο μεγάλη όσο ισχυρότερο είναι το εγωιστικό κέντρο. Στην πραγματικότητα, το ον, όταν εισέρχεται σε αυτή την κατάσταση, τρόπο ζωής, εισέρχεται σε ένα προσωπικό κόσμο, στον δικό του προσωπικό λαβύρινθο, ύπαρξης, σκέψης, ζωής. Μονάχα αυτός ο ίδιος μπορεί να κατανοήσει τι συμβαίνει και μονάχα αυτός ο ίδιος μπορεί να απελευθερωθεί από τους περιορισμούς κι αυταπάτες και να ξαναβρεί μέσα του (μέσα στην ίδια του την φύση) την Ελευθερία, την Απεραντοσύνη της Ύπαρξης, το Άχρονο, το Πραγματικό. Αυτή η Πορεία προς το Πραγματικό σημαίνει την εγκατάλειψη της προσωπικής ύπαρξης, του εγώ, των περιορισμών, των εξαρτήσεων κι όλων των παραπλανητικών εμπειριών. Μονάχα όταν το ον ανυψώνεται πάνω από την δυαδικότητα, πάνω από το εγώ, τον διαχωρισμό υποκείμενο-αντικείμενο, στην Άμεση Αντίληψη της Πραγματικότητας (στην άμεση επαφή με αυτό που συμβαίνει), βιώνει την Ενότητα της Ύπαρξης και την άμεση επαφή με όλα (την βαθύτερη ουσία τους κι όχι τις επιφανειακές δραστηριότητές τους). Αυτό όμως, το Αίσθημα Ενότητας της Ύπαρξης, δεν μπορεί να οδηγήσει στην παρεξήγηση ή να στηρίξει την αυταπάτη ότι (σε Αυτή την Κατάσταση Ενότητας) είμαστε σωτήρες του παντός κι ότι πρέπει να σώσουμε όλα τα πλάσματα. Είναι η τελευταία αυταπάτη του εγώ που διαλύεται μέσα στο Παγκόσμιο (και προσπαθεί να αγκιστρωθεί στην ιδέα του “σωτήρα”, του “μποντισάττβα”, του αγίου, κλπ.. Όταν κάποιος βιώνει την Ενότητα είναι πραγματικά Ένα με όλα αλλά κάθε ον ακολουθεί τον δικό του δρόμο. Όπως με δική του ευθύνη μπήκε μέσα στην προσωπική αυταπάτη, μέσα στον λαβύρινθο της ίδιας του της αντίληψης, έτσι πρέπει αυτός ο ίδιος να κατανοήσει την αυταπάτη του και να απελευθερωθεί. Κανένας δεν μπορεί να σώσει κανέναν.
Όταν κάποιος ζει μέσα στην αυταπάτη της σκέψης, του εγώ, της δυαδικότητας, του χρόνου, της εξέλιξης, πιστεύει ότι μπορεί να εξελιχθεί, να κατανοήσει την αλήθεια, να φωτισθεί. Στην πραγματικότητα, όλες αυτές οι δραστηριότητες ανήκουν στην πλασματική κατασκευασμένη πραγματικότητα του εγώ. Όλες οι φιλοσοφίες που φτιάχνουν οι άνθρωποι της σκέψης είναι θεωρητικά οικοδομήματα κι όλες οι θρησκείες είναι ειδωλολατρείες γιατί έχουν να κάνουν με ψεύτικα πράγματα (αντιλήψεις, ιδέες, πεποιθήσεις, συμπεριφορές, πράξεις) κι όχι με αυτά που συμβαίνουν πραγματικά, με πραγματικά πράγματα που υπάρχουν. Η κατανόηση αυτού που συμβαίνει δεν είναι κατανόηση κάποιου πράγματος αλλά διάλυση της αυταπάτης, παύση της διαστρεβλωτικής διαδικασία της σκέψης. Μονάχα στην Άμεση Επαφή με αυτό που συμβαίνει, χωρίς αναλύσεις, διαστρεβλώσεις, μας τοποθετεί στην πραγματικότητα, στον πραγματικό χρόνο, στο απόλυτο παρόν, στην Στιγμή που Ρέει, στην Αλήθεια.
Η Πραγματική Ολοκληρωτική Πλήρης Προσοχή, Εδώ, Τώρα, σε ό,τι συμβαίνει πραγματικά, η άμεση επαφή με την ροή της πραγματικότητας, δεν αφήνει περιθώριο για άλλη ενασχόληση. Πρέπει να ακολουθούμε συνεχώς το Ρεύμα της Ζωής. Το να βγούμε από αυτή την Άμεση Επαφή με την Ζωή σημαίνει ακριβώς ότι βυθιζόμαστε στην προσωπική ονειροπόληση. Κι όσο κι αν αυτή η ονειροπόληση μοιάζει πραγματική εμπειρία δεν παύει να είναι μια διαστρεβλωτική διαδικασία που μας βγάζει από την Πραγματικότητα στο ψεύτικο. Αυτή η Απλή Ολοκληρωτική Πλήρης Προσοχή είναι Αληθινός Διαλογισμός, Αληθινή Όραση, που αγκαλιάζει το σύνολο της ζωής. Όταν Ρέουμε με την Ζωή  δεν έχουμε διαχωρισμούς στον χρόνο ή στις καταστάσεις. Η Ροή είναι Συνεχής, η εμπειρία είναι πραγματική κι όλη αυτή η ζωή είναι διαλογισμός. Κι αυτό δεν έχει καμία σχέση με τις παιδιάστικες δραστηριότητες που ονομάζουν οι αμαθείς διαλογισμό, δραστηριότητες του εγώ που ζει μέσα στην δυαδικότητα, συγκέντρωση, προσευχή, ή οτιδήποτε άλλο. Η Μόνη Διέξοδος στην Πραγματικότητα είναι Εδώ, Τώρα, στην Άμεση Επαφή με αυτό που συμβαίνει.
Όταν κάποιος κατανοεί αυτό που συμβαίνει, όχι με την έννοια να κατανοήσουμε κάτι αλλά να διαλύσουμε τις αυταπάτες, διαλύονται οι περιορισμοί της Συνείδησης, η Συνείδηση Απελευθερώνεται. Η Συνείδηση δεν ταυτίζεται με κανένα περιεχόμενο αλλά Στέκεται Αιώνια, στην Στιγμή που Ρέει, Πέρα από τον Χρόνο, την Δημιουργία, τις Εμπειρίες, τα Φαινόμενα. Μια Τέτοια Ελεύθερη Συνείδηση, εφόσον είναι συνδεδεμένη με ένα σώμα, μπορεί ελεύθερα να ενεργεί όπου καλείται από τις ανάγκες της ύπαρξης, άμεσα (χωρίς χρόνο) και χωρίς να κρατιέται πουθενά. Βρίσκεται ταυτόχρονα έξω από όλα και μέσα σε όλα. Έχει μια τελείως διαφορετική εμπειρία ζωής από αυτές τις συνειδήσεις που περιορίζονται σε ένα αντιληπτικό κέντρο, σε ένα εγώ και στους περιορισμούς και στις αυταπάτες ενός εγώ. Αυτή η Ελεύθερη Συνείδηση είναι η Αληθινή Φύση του Ανθρώπου.

3. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ

Όλοι αυτοί που ασχολούνται με τον Εσωτερισμό, τον Μυστικισμό, τις Θρησκευτικές Πρακτικές Πνευματικής Ανάπτυξης, αργά ή γρήγορα βρίσκονται μπροστά σε ένα καθαρά πρακτικό πρόβλημα. Πώς να Δουν πραγματικά, πώς να Βιώσουν την Πραγματικότητα, πώς να ζήσουν Ορθά. Στην πραγματικότητα, σε όποια κατάσταση επίγνωσης κι αν βρίσκεται το ον (τα όντα, οι άνθρωποι) πάντα έχει μια αντίληψη της πραγματικότητας, είτε καθαρή είτε παραμορφωμένη, κατασκευασμένη, πλασματική. Και σε κάθε περίσταση κάποιος έχει μια αντίληψη, μια γνώμη, για οποιοδήποτε θέμα. Προφανώς μιλάμε για το πώς μπορεί να έχει κάποιος πραγματική θέαση της Πραγματικότητας, πώς να ζει πραγματικά, πώς να ζει την πραγματική ζωή κι όχι τις φαντασιώσεις του.
Όλοι οι Μεγάλοι Σοφοί, ο Λάο Τσε, ο Βούδας, οι Διδάσκαλοι της Βεδάντα, ο Πανταζάλι, ο Ορφέας, ο Ιησούς, ο Προφήτης, μέχρι τους σύγχρονους θεόσοφους και τον Κρισναμούρτι, μίλησαν για το πώς μπορούμε να Βιώσουμε την Πραγματικότητα. Όχι σαν μια μέθοδο, σαν μια προσπάθεια, σαν διανοητική κατανόηση ή σαν επίτευξη ενός εγώ, αλλά σαν Άμεση Όραση, Άμεση Θέαση της Πραγματικότητας, χωρίς τις διαστρεβλώσεις της αντίληψης, της σκέψης ή των εξωτερικών αισθήσεων. Το να Δει κάποιος με Πλήρη Προσοχή αυτό που συμβαίνει είναι ο μόνος τρόπος να Δούμε. Τι σημαίνει να Δούμε με Προσοχή; Σημαίνει πολλά πράγματα. Καταρχήν σημαίνει ότι είμαστε εδώ, «παρόντες» αυτή την στιγμή. Ότι βλέπουμε αυτό που συμβαίνει, την ροή των φαινομένων, την αλλαγή, την ανανέωση, (και εσωτερικά, μέσα μας, και εξωτερικά, στο σώμα, στον κόσμο). Είμαστε στο Ρεύμα της Ζωής, στην κίνηση αυτού που συμβαίνει. Σε μια τέτοια Άμεση Επαφή μπορούμε όχι  μόνο να δούμε τα εξωτερικά πράγματα χωρίς παρεμβολές και διαστρεβλώσεις αλλά και να αναγνωρίσουμε όλες τις εσωτερικές κινήσεις, συναισθήματα, σκέψη (ανάλυση, σχολιασμό, σχετιζόμενες μνήμες) και γενικά όλο τον αντιληπτικό μηχανισμό.  Η Άμεση Θέαση είναι απλή θέαση χωρίς τίποτα πρόσθετο κι αποκαλύπτει ακριβώς αυτό που συμβαίνει, μια ανοιχτή αντίληψη ενότητας της ύπαρξης που τα περιλαμβάνει όλα κι όπου δεν αναδύονται ατομικές αντιλήψεις, διαχωρισμοί υποκειμένου-αντικειμένου. Σε μια Κατάσταση Επίγνωσης η Συνείδηση βρίσκεται παντού ταυτόχρονα, σε όλες τις λειτουργίες και δρα όπου την καλεί η ζωή χωρίς να καθυστερεί πουθενά περισσότερο από όσο χρειάζεται η ίδια η ζωή.
Προφανώς μια Τέτοια Προσοχή, μια Συνεχής Εγρήγορση και Παρακολούθηση του Ρεύματος της Ζωής απαιτεί νοημοσύνη και δύναμη. Η Εγρήγορση, το να είσαι συνεχώς «ξύπνιος» απαιτεί τεράστια ποσά ενέργειας και τελικά είναι κουραστικό. Από μόνη της η ίδια η ζωή αναστέλλει αυτή την κατάσταση για να φέρει ισορροπία  και ξεκούραση (με τον ύπνο). Οι άνθρωποι, στην διάρκεια της εξέλιξής τους, προκειμένου να διατηρήσουν την εγρήγορση, την επαφή με την πραγματικότητα, κατέφυγαν στην «αυτοματοποίηση». Οι άνθρωποι δημιουργούν ένα σταθερό πρότυπο (μια σταθερή νοητική αφηρημένη εικόνα) του χώρου, της πραγματικότητας, των αντικειμένων, της ζωής και εντάσσουν μέσα σε αυτό τις δραστηριότητές τους, στρέφοντας την προσοχή τους σε ιδιαίτερα πράγματα. Αυτή η αυτοματοποίηση εξοικονομεί ενέργεια και οι άνθρωποι μπορούν να έχουν πολλές ώρες δραστηριότητας μέχρι πάλι να εξαντληθούν και να πέσουν σε ύπνο (με την αναγκαστική αναστολή της εγρήγορσης). Η ζωή των ανθρώπων μοιράζεται ανάμεσα στην εγρήγορση και τον ύπνο.
Την ίδια στιγμή όμως, ενώ η αυτοματοποίηση βοηθά τον άνθρωπο στην δράση του, ταυτόχρονα τον αποσπά από την άμεση θέαση αυτού που συμβαίνει (αφού στην αντίληψη «παρεμβάλλονται» τα σταθερά πρότυπα χώρου, πραγματικότητας, αντικειμένων) και τον βάζει σε μια κατασκευασμένη πραγματικότητα (που «αναπροσαρμόζεται, σαν πληροφορία, όταν είναι ανάγκη). Έτσι οι άνθρωποι (οι περισσότεροι) δεν έχουν πραγματική εγρήγορση (δηλαδή άμεση θέαση αυτού που συμβαίνει και παρακολούθηση της ροής της ζωής) αλλά ζουν σε μια κατάσταση μισο-συνειδητού, μισο-ύπνου. Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι ζουν σε αυτή την κατάσταση του μισοξύπνιου. Αυτό αποδεικνύεται και από την Πειραματική Ψυχολογία (που μελετά την συνείδηση, την εγρήγορση, την αυτοματοποίηση, τα νοητικά πρότυπα και την παρεκτροπή της αντιληπτικής διαδικασίας) αλλά και από την συμπεριφορά των ανθρώπων. Όλοι σκέπτονται την ζωή. Έχουν σταθερά πρότυπα της πραγματικότητας, των αντικειμένων, των σχέσεων, μνήμες, γνώσεις, πληροφορίες. Όλη αυτή η διαμόρφωση της αντίληψης, της συμπεριφοράς και της εξωτερικής δράσης γίνεται με την κοινωνικοποίηση, την εκπαίδευση (την εκμάθηση της γλώσσας και των όρων που περιγράφουν την πραγματικότητα) και την ζωή μέσα στην κοινωνία, (την πολιτικοοικονομική κατάσταση, την μαζική πληροφόρηση, κλπ.) κι ασφαλώς τις προσωπικές εμπειρίες. Οι άνθρωποι σκέπτονται την ζωή αντί να την ζουν και εφαρμόζουν όσα σκέφτονται στην πραγματική ζωή, άλλοτε με επιτυχία αλλά συνήθως με αποτυχία κι απογοήτευση.
Έτσι, οι άνθρωποι που δεν έχουν Πραγματική Εγρήγορση κι έχουν αυτοματοποιήσει την αντίληψή τους, έχουν ιδέες για τα πράγματα, τα αντικείμενα, τον εαυτό, τον κόσμο. Δημιουργούν, δομούν, ένα αντιληπτικό ψυχολογικό κέντρο, ένα εγώ, μια προσωπικότητα και ζουν την δυαδικότητα του υποκειμένου-αντικειμένου. Παραμένοντας μέσα σε αυτή την κατάσταση επίγνωσης οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την ύπαρξη μέσα από το εγώ (μια «απομονωμένη» συνειδησιακή κατάσταση) και προσπαθούν να εξελιχθούν, να κατανοήσουν, να ζήσουν την αλήθεια, μέσα από το εγώ. Οι άνθρωποι, αδυνατώντας να Αφυπνιστούν πραγματικά, να Δουν, να Προσέξουν τι συμβαίνει, να Αντιληφθούν, Εδώ, Τώρα, σε Πραγματικό Χρόνο, ό,τι συμβαίνει, να Μπουν στην Ροή της Πραγματικής Ζωής, σκέπτονται την πραγματικότητα, το εγώ, την εξέλιξη, την αλήθεια, την φώτιση. Φτιάχνουν (μέσα στην σκέψη) μια απομίμηση της πραγματικής ζωής, της αφυπνισμένης ζωής και νομίζουν ότι με δραστηριότητες του εγώ (εφαρμόζοντας όσα σκέπτονται) θα φτάσουν στην αλήθεια. Όταν αυτοί οι άνθρωποι (και μπορεί και εμείς να ανήκουμε σε αυτούς) μιλούν για την θρησκευτική πρακτική, για διαλογισμό, προσευχή, πνευματική άσκηση, κλπ. αντιλαμβάνονται και ξεκινούν ήδη μέσα από τα δεδομένα του εγώ. Λες και το εγώ είναι κάτι πραγματικό, αυτοί οι ίδιοι, η ύπαρξή τους. Δεν κατανοούν ότι το εγώ είναι μια διαστρεβλωτική διαδικασία αντίληψης κι ότι όλα αυτά που ζουν είναι «ψευδαισθητικά». Έτσι, εφαρμόζουν τον εξωτερικό διαλογισμό της δυαδικότητας (του υποκειμένου που έχει απέναντί του το υποκείμενο, ένα αντικείμενο). Ο Πανταζάλι περιέγραψε (ακριβώς για αυτούς τους ανθρώπους) τον Διαλογισμό με υποστήριγμα. Στην πραγματικότητα όλη η διαδικασία του εξωτερικού διαλογισμού (της δυαδικότητας) έχει σκοπό την υπέρβαση της διάκρισης υποκειμένου-αντικειμένου. Το Σαμπράτζνατα Σαμάντι είναι μια κατάσταση επίγνωσης της Ενότητας της Ύπαρξης, όπου διαλύονται οι διαχωρισμοί υποκειμένου-αντικειμένου. Για τους ανθρώπους της δυαδικότητας αυτό είναι μια άγνωστη, θαυμάσια, θεϊκή κατάσταση. Συνήθως όμως αυτό δεν κρατά και οι άνθρωποι της δυαδικότητας ξαναπέφτουν στο εγώ, στην διάκριση από τον κόσμο, στην δυαδικότητα. Στην πραγματικότητα όλη αυτή η προσπάθεια έχει στόχο να σταθεροποιηθούμε στην Κατάσταση του Σαμάντι. Σε αυτή την Κατάσταση έχουμε Άμεση Θέαση της Πραγματικότητας, ζούμε στην πραγματική ζωή, στο απόλυτο παρόν, σε αυτό που συμβαίνει, στην ροή της ζωής. Αυτή η Κατάσταση είναι ακριβώς η Πραγματική Εγρήγορση για την οποία μιλήσαμε πιο πάνω. Κι εδώ (στην «συνέχεια») βιώνουμε τις διάφορες ποικιλίες του Σαμάντι χωρίς υποστήριγμα (Ασαμπράτζνατα Σαμάντι) που περιέγραψε ο Πανταζάλι με τεχνικούς όρους. Στην πραγματικότητα, όλοι οι Μεγάλοι Σοφοί μίλησαν για το Βίωμα της Εγρήγορσης και τις Εμπειρίες της Συνείδησης στις Εσωτερικές Καταστάσεις.
Τα είναι λοιπόν Διαλογισμός; Πραγματικός ή Αληθινός Διαλογισμός; Είναι η Πραγματική Εγρήγορση, η Αφύπνιση στην Πραγματικότητα, η Ζωή στο Παρόν, Εδώ, Τώρα, στην Στιγμή που Ρέει κι ανανεώνεται συνεχώς, στην Ίδια την Αιωνιότητα που είναι πέρα από τον χρόνο των ανθρώπων. Ο εξωτερικός διαλογισμός των ανθρώπων της δυαδικότητας δεν είναι παρά μια προετοιμασία για την ενοποίηση της επίγνωσης και την υπέρβαση του διαχωρισμού υποκειμένου-αντικειμένου. Αλλά και αυτόν τον εξωτερικό διαλογισμό οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν την δυνατότητα να τον ασκήσουν. Οι πιο πολλοί άνθρωποι ζουν μισοξύπνιοι με κατασκευασμένες εικόνες της πραγματικότητας που συνήθως αποδέχονται με την κοινωνικοποίηση, με την συμμετοχή τους σε μια κοινωνία και είναι προσανατολισμένοι προς την εξωτερική κοινωνική-υλική-οικονομική και πρακτική ζωή. Έτσι ξοδεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι τον χρόνο τους. Στην πραγματικότητα χρειάζονται χρόνο, περισσότερο χρόνο (σύμφωνα με την αντίληψη των ανθρώπων για τον χρόνο) για να Αφυπνιστούν. Οι πιο πολλοί άνθρωποι περνούν την ζωή τους σε αυτή την κατάσταση της ονειροπόλησης. Για κάποιους που έχουν αφυπνιστεί και βλέπουν την κατάσταση των ανθρώπων είναι θλιβερό. Από την άλλη  όμως δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Δεν μπορείς να ξυπνήσεις κάποιον από το όνειρό του. Μονάχα όταν χορτάσει ύπνο κι όνειρα θα ξυπνήσει μόνος του. Αυτό λέει η Εμπειρία της ζωής. Για αυτό οι Αφυπνισμένοι ζουν ήσυχα χωρίς να κάνουν θόρυβο στην κοινωνία. Δεν θέλουν να ξυπνήσουν βίαια όσους κοιμούνται. Αυτοί που κάνουν θόρυβο μέσα στην κοινωνία είναι αυτοί που ονειρεύονται ότι είναι ηγέτες, θρησκευτικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, ή οτιδήποτε άλλο.
Όλη η ζωή των ανθρώπων, οι αντιλήψεις τους, οι φιλοσοφίες τους, οι θρησκείες τους, ο πολιτισμός τους, η ζωή τους, οι συμπεριφορές τους, είναι όλα μέσα στο όνειρο, όνειρο (αλήθεια αναμεμιγμένη με πολύ ψευδαίσθηση). Η Πραγματική Ζωή είναι έξω από όλο αυτό, στην Εγρήγορση, στην Πραγματική Ζωή, έξω από τον χρόνο, στην Αιωνιότητα.
...

4. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Η Γνήσια Θρησκεία (ή κάθε γνήσιο θρησκευτικό φαινόμενο) είναι καταρχήν «Εμπειρία της Πραγματικότητας», Ολοκληρωτική Αποκάλυψη και Βίωση της Αλήθειας μέσα μας, δηλαδή Βίωση Μιας Απόλυτης Κατάστασης. Είναι Μια Κατάσταση Παρουσίας Χωρίς Ιδιότητες, Χωρίς Αντιληπτικούς Περιορισμούς, Ζωντανή, Ρέουσα, Χωρίς Αλλοιώσεις, Χωρίς Χρόνο. Είναι Μια Αντίληψη Ανοιχτή Χωρίς Όρια, Μια Αντίληψη Ενοποιημένης Ύπαρξης όπου δεν υφίσταται κανένας «διαχωρισμός». Είναι Μια Ελεύθερη Επεκτεινόμενη Αιώνια Αντίληψη που δεν «στέκεται» πουθενά. Είναι τελικά το Βίωμα της Αληθινής Ύπαρξης. Είναι το Αιώνιο Βασίλειο πέρα από όλες τις ψευδαισθητικές δραστηριότητες.
Η Γνήσια Θρησκεία είναι κατά δεύτερο λόγο «Κωδικοποίηση του Βιώματος», σε όποια γλώσσα είναι δυνατόν, σε όλα τα «επίπεδα» στα οποία αντιλαμβάνεται και λειτουργεί το ον. Μεταφέρεται σαν Αλήθεια στο Επίπεδο και στην Γλώσσα της Αντίληψης και γίνεται (μέσα στην εμπειρία του όντος) «Άμεση Θέαση», Ενόραση, Εσωτερική Διαίσθηση, κλπ. Οργανώνεται σαν ιδέα, έννοια,  «πληροφορία», στο επίπεδο και στην γλώσσα της διανόησης και γίνεται αλήθεια, γνώση, διδασκαλία, δόγμα, κλπ. Συνδέεται ακόμα με ψυχολογικές στάσεις, προσανατολισμούς, ή διαθέσεις και γίνεται «θρησκευτικότητα», κλπ. Μπορεί ακόμα να αντιστοιχεί με εξωτερικές δραστηριότητες, λατρευτικές πράξεις, προσευχές, κινήσεις ή στάσεις, κλπ.
Στην πραγματικότητα όμως αυτό που έχει πραγματική, ουσιαστική, σημασία είναι η ίδια η «Εμπειρία» στην οποία «δείχνουν» και οδηγούν ή καταλήγουν, Αντίληψη, διανόηση, ψυχική διάθεση, εξωτερικές πράξεις. Σε μια Ανάδυση προς το Πραγματικό, προς την Εμπειρία της Πραγματικότητας, όλα τα εξωτερικά εγκαταλείπονται ή εσωτερικοποιούνται και μετουσιώνονται σε Εσωτερική Προσοχή, «Υπέρβαση», Σιωπή. Η Αληθινή Θρησκεία, η Αληθινή Προσευχή, ο Αληθινός Διαλογισμός, είναι Σιωπηλά, Είναι Σιωπή. Παραδείγματα τέτοιας Ανάβασης είναι οι Πέντε Μυήσεις του Ορφέα, η Ευγενής Οκταπλή Ατραπός του Βούδα, το Οκταπλό Μονοπάτι (Αστάνγκα Γιόγκα) του Πανταζάλι, η χριστιανική μυστική πρακτική κι ανάλογες πρακτικές σε άλλες παραδόσεις.
Έτσι, Ορίζοντας την Θρησκεία σαν «Εμπειρία της Πραγματικότητας», σαν «Ανάδυση στο Αληθινό», πέρα από όλες τις εξωτερικές εκφράσεις, θα πρέπει να απορρίψουμε την ελλιπή αντίληψη ότι θρησκεία μπορεί να είναι ένα «μέρος» της διαδικασίας, ή μια εξωτερική δραστηριότητα. Θρησκεία (Ολόκληρη Θρησκεία, Ολοκληρωμένη Θρησκεία) δεν μπορεί να είναι μόνο η ενορατική πίστη ή η εσωτερική διαίσθηση της Θείας Παρουσίας. Θρησκεία δεν είναι οι Διδασκαλίες και τα Δόγματα. Θρησκεία δεν είναι η ψυχολογική πίστη και τάση προς το Θείο. Θρησκεία δεν είναι όλη η εξωτερική θρησκεία, των ναών, της τελετουργίας, των εξωτερικών προσευχών και μυστηρίων, των αφιερωμάτων, προσκυνημάτων, κλπ. Όλα αυτά (μόνα τους) είναι αποσπασματικές όψεις της αληθινής θρησκείας.
Τελικά η Αληθινή Θρησκεία είναι μια Πραγματική Εσωτερική Ανάβαση προς το Εσωτερικό Βάθος της Ύπαρξης, προς το Πραγματικό Μέσα μας και ταυτόχρονη εγκατάλειψη των εξωτερικών δραστηριοτήτων, του εξωτερικού κόσμου και των εξωτερικών πράξεων. Αυτός είναι ο Μόνος Αληθινός Δρόμος. Κι Όλοι οι Σοφοί για αυτόν τον Δρόμο μίλησαν. Για αυτόν τον Δρόμο μιλάμε.
...

5. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΜΥΗΣΗ

Στην Πλήρη Άμεση Αντίληψη της Πραγματικότητας Είναι Όλα Εδώ, Τώρα, Πέρα από την Ακινησία ή την Κίνηση (δηλαδή την απουσία ή την ύπαρξη φαινομένων), πέρα από τον χρόνο, στον Μόνο Πραγματικό Χρόνο που υπάρχει, στην Στιγμή που Ρέει. Είναι Μια Κατάσταση Ολότητας (αφού Όλα Είναι εδώ ταυτόχρονα, Τώρα), Μια Ενοποιημένη Κατάσταση της Συνείδησης που Αναγνωρίζει την Ενότητα της Ύπαρξης, τόσο στο Βάθος της Ύπαρξης όσο και στις επιφανειακές εκδηλώσεις (πίσω και πέρα από τις επιφανειακές εκδηλώσεις τις οποίες αναγνωρίζει, αλλά μόνον σαν εκδηλώσεις, φαινόμενα και όχι σαν πραγματικότητα).
Είναι ακριβώς η Μεταφυσική Άγνοια (δηλαδή η μη πλήρης άμεση αντίληψη της πραγματικότητας) που δημιουργεί σύγχυση και παρουσιάζει μια διαστρεβλωμένη εικόνα της πραγματικότητας. Στην πραγματικότητα όλα τα φαινόμενα της ύπαρξης δεν είναι παρά δραστηριότητες χωρίς δική τους υπαρξιακή ουσία, υπόσταση, είναι δηλαδή απλά φαινόμενα. Κι αυτή η Κατάσταση (της Ύπαρξης, της παρουσίας φαινομένων) δεν είναι κάτι διαφορετικό από την Κατάσταση της Ακινησίας, της Ηρεμίας, της απουσίας φαινομένων. Είναι ο σε κατάσταση σύγχυσης νους (των όντων) που δημιουργεί τον διαχωρισμό, την δυαδικότητα, την αναγνώριση αντιθέσεων. Κι είναι αυτός ο “νους σε σύγχυση” που προσπαθεί μέσα από την διαλεκτική σχέση των αντιθέτων να κατανοήσει το φαινόμενα της ύπαρξης, τα φαινόμενα. Αλλά όλες οι ερμηνείες του δεν είναι παρά κατασκευές του διαχωρισμένου δυαδικού νου.
Πάντα, στη γη, στην ιστορία της ανθρωπότητας, στον ιστορικό χρόνο της μνήμης, υπήρχαν κι υπάρχουν άνθρωποι που Κατανοούν ότι η Πραγματικότητα Είναι Εδώ, Μπροστά μας, στην Άμεση Επαφή με αυτό που συμβαίνει πραγματικά (κι όχι μέσα από διαστρεβλωτικές διαδικασίες). Αυτοί οι άνθρωποι Διαπιστώνουν ότι η Αφύπνιση στην Πραγματικότητα είναι κάτι άμεσο που γίνεται εδώ, στον πραγματικό χρόνο, τώρα και δεν είναι ζήτημα εξέλιξης του διαμορφωμένου (δυαδικού) νου ή προσπάθειας ή επίτευξης. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία “ενότητα της συνείδησης” που πρέπει να πραγματοποιηθεί, υπάρχει μόνο δυαδικότητα (μια ψευδής κατάσταση-εμπειρία) που πρέπει να αναγνωριστεί (πραγματικά, με πραγματική δράση). Κι αυτό μπορεί να γίνει Βλέποντας στην Ρίζα των φαινομένων, εκεί που αναδύεται η ψευδής αντίληψη της διαχωρισμένης ύπαρξης, εκεί που διαμορφώνεται το “εγώ”. Αυτοί οι άνθρωποι “Δημιούργησαν” μια Παγκόσμια Εσωτερική Παράδοση ξεπερνώντας τις τοπικές εκφράσεις της Αλήθειας, τις περιορισμένες περιγραφές της πραγματικότητας. Βιώνοντας την Μοναδική Εσωτερική Πνευματική Πραγματικότητα “Συνδέονται” με Πνευματικούς Δεσμούς (κι όχι με εξωτερικούς δεσμούς, στον κόσμο των φαινομένων). Είναι οι Αληθινοί Διδάσκαλοι της Ανθρωπότητας. Αυτή η Εσωτερική Παράδοση δεν έχει καμία σχέση με όσα αντιλαμβάνονται ή πιστεύουν ή ισχυρίζονται οι άνθρωποι στον κόσμο της δυαδικότητας, στον κόσμο των φαινομένων. Έτσι από παλιά υπάρχει Μια (και Μόνο) Ιερή Παράδοση που είναι η Ουσία όλων των παραδόσεων και το περιεχόμενό της συνίσταται στην Άμεση Αφύπνιση στην Πραγματικότητα, στην Μετάδοση της Ζωής, του Βιώματος της Αληθινής Ζωής, πέρα από την δυαδικότητα και πέρα από διδασκαλίες, θεωρίες, φιλοσοφίες, διανοητικές ερμηνείες. Κατά φτωχή απομίμηση της Αληθινής Ιερής Παράδοσης οι άνθρωποι της δυαδικότητας φτιάχνουν θρησκείες, θρησκευτικές παραδόσεις, θρησκευτικούς οργανισμούς, εκκλησίες, θρησκευτικές ομάδες. Σε όλες αυτές τις δραστηριότητες, σε όλους αυτούς τους ανθρώπινους οργανισμούς, λείπει το Πραγματικό Βίωμα της Πραγματικότητας, που παραμένει πάντα ζητούμενο. Αντί αυτού (του Εσωτερικού Βιώματος) οι άνθρωποι κηρύσσουν θεωρίες για την Πραγματικότητα ή τον Θεό, διδάσκουν αντιλήψεις και τρόπους ζωής και τελούν τελετουργίες, εξωτερικές πράξεις, που ονομάζουν μυστήρια, μυήσεις, αυτογνωσία, κλπ. Όλα αυτά είναι παιδιάστικα παιχνίδια, είναι ειδωλολατρεία.
Η Αληθινή Ιερή Παράδοση, πέρα από την Πραγματική Εσωτερική και Ιστορική Διαδοχή και Συνέχεια (των Διδασκάλων και των Φυλάκων της Παράδοσης (την Μετάδοση του Ζωντανού Βιώματος) από “δάσκαλο” σε “μαθητή” έχει και μια ουσία, ένα περιεχόμενο, αυτό της Άμεσης Αφύπνισης στην Πραγματικότητα, δηλαδή της Πραγματικής Πνευματικής Εμπειρίας. Κάθε γνήσια λοιπόν Παράδοση, για να είναι γνήσια κι όχι μια απάτη, πρέπει να πληροί αυτούς τους δύο ελάχιστους όρους, εκτός από τις υπόλοιπες προϋποθέσεις. Παραδόσεις που υποτίθεται ότι στηρίζονται στην άμεση διαδοχή από τον θείο ή ανθρώπινο ιδρυτή τους, (τον Βούδα, τον Χριστό, τον Προφήτη, κλπ.)  κι έτσι διεκδικούν την αποκλειστική κατοχή της αλήθειας, αλλά δεν είναι σε θέση να Μεταδώσουν την Ζωή, το Ζωντανό Βίωμα, την Άμεση Αφύπνιση στην Πραγματικότητα (άμεσα και αποδεδειγμένα) είναι απλά ιστορικοί θεσμοί (μιας κοινωνίας σε άγνοια) χωρίς πραγματική πνευματική δράση και χωρίς, τελικά, ιστορική σημασία. Πρόκειται για ιστορικές απάτες. Σε αυτές τις Παραδόσεις “διασώζονται” μόνον κάποιες μυστικές ομάδες που διατήρησαν το βίωμα ζωντανό. Τέτοιες Παραδόσεις είναι για παράδειγμα οι χριστιανικές εκκλησίες, για να μην πάμε πιο μακριά. Πρόκειται (αποδεδειγμένα, με ιστορικά, φιλοσοφικά και πνευματικά επιχειρήματα) για μια ιστορική απάτη που για να δημιουργηθεί απορρόφησε το Μήνυμα του Ιησού, εβραϊκά στοιχεία και ελληνικές αντιλήψεις, πεποιθήσεις, ακόμα και γιορτές.
Από την άλλη μεριά, Παραδόσεις, Μυστικές Εταιρείες και Μυητικές Οργανώσεις (που πηγάζουν από την θρησκευτική σύγχυση της Ύστερης  Ελληνικής Αρχαιότητας, στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Εποχή και), που μεταδίδουν όχι το Ζωντανό Βίωμα (την Άμεση Αφύπνιση στην Πραγματικότητα) αλλά μια υποτιθέμενη πνευματική επήρεια (δύναμη) μέσω της μύησης, που θα πρέπει να ενεργοποιηθεί ή να καλλιεργηθεί από τον μυούμενο εκ των υστέρων (μιλάμε ουσιαστικά για μια εν δυνάμει μύηση και αφύπνιση) είναι επίσης ψευτοπαραδόσεις και ιστορικές απάτες. Κανείς δεν μπορεί να αναγνωρίσει και να βεβαιώσει ότι η υποτιθέμενη επήρεια (δύναμη) υπάρχει. Η Αληθινή Μύηση δεν έχει καμία σχέση με τις θεατρικές αναπαραστάσεις των ψευδομυητικών οργανώσεων Παράδειγμα τέτοιων παραδόσεων είναι πολλοί επονομαζόμενοι Ροδόσταυροι, πολλά Τάγματα Ελευθεροτεκτόνων και κάθε είδους τέτοιες οργανώσεις. Ακόμα κι η Θεοσοφική Εταιρεία έχει χάσει την Μυητική της Ζωντάνια κι οι άνθρωποί της είναι απλά θεωρητικοί αναζητητές ή σχολιαστές.
Παραδείγματα ψευδομύησης έχουν εμφανιστεί ακόμα και στις ανατολικές θρησκείες, στο Θιβέτ για παράδειγμα (όπως κατέγραψε η Αλεξάνδρα Νταβίντ Νελ). Οι τελετουργικές μυήσεις δεν έχουν καμία σχέση με την Αληθινή Μύηση που είναι μυστικιστική βιωματική εμπειρία, πραγματική αφύπνιση.
Τι είναι λοιπόν η Αληθινή Πνευματική Μύηση; Είναι η Μέσω της Αληθινής Μύησης Άμεση Αφύπνιση στην Πραγματικότητα, δηλαδή η Αναγνώριση, Εδώ, Τώρα, της Πραγματικότητας που τα Περιλαμβάνει Όλα (πέρα από τις διακρίσεις που κάνει ο “νους σε σύγχυση”). Είναι Μια Συνείδηση που Είναι Ελεύθερη, Χωρίς Όρια και δεν δεσμεύεται από την απουσία ή παρουσία φαινομένων (αφού “αναγνωρίζει” τα φαινόμενα σαν φαινόμενα που δεν αλλοιώνουν την Βαθύτερη Πραγματικότητα). Είναι Μια Ύπαρξη που Βιώνεται στον Πραγματικό Χρόνο, στην Αιωνιότητα που Ρέει (είτε υπάρχουν φαινόμενα, είτε όχι). Είναι η Αντίληψη που Είναι Πλήρως Ενοποιημένη κι είναι πέρα από περιορισμένες αντιλήψεις ή διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας.
Μιλάμε πάντα για την Πραγματική Ζωή, για πράγματα που συμβαίνουν, που “υπάρχουν” (σαν ροές φαινομένων) αυτά τα ίδια, σαν γεγονότα, όχι για πράγματα που σκεφτόμαστε ή φανταζόμαστε. Η Εμπειρία ή υπάρχει (εκδηλώνεται) ή όχι. Αυτό πρέπει να είναι ξεκάθαρο. Η Άμεση Αφύπνιση στην Πραγματικότητα είναι εγγενής στο ον, στον άνθρωπο, ανήκει στην ίδια του την φύση. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος μπορεί, αναγνωρίζοντας την φύση του (την αληθινή βαθύτερη φύση του) να Αφυπνισθεί στην Πραγματικότητα, χωρίς την μεσολάβηση εξωτερικής δραστηριότητας, εξωτερικής πληροφόρησης ή βοήθειας. Αλλά είναι ελάχιστοι οι άνθρωποι που “έρχονται” στην γη “έτοιμοι” (από προηγούμενες ζωές) για αυτό. Οι πιο πολλοί άνθρωποι, παγιδευμένοι μέσα στους περιορισμούς, στην ατομική αντίληψη στην δυαδικότητα, συχνά απορροφημένοι στα εξωτερικά φαινόμενα, δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν την ίδια τους την φύση, να αποσπαστούν από τα εξωτερικά φαινόμενα και να κατανοήσουν την πραγματική “Ουσία” τους, Ελεύθερη, Απέραντη, Αιώνια, Χωρίς Ιδιότητες, Κενή.
Όταν η Συνείδηση Περιορίζεται, περιορίζεται σαν “αντίληψη του χώρου” και στην συνέχεια απορροφάται στο περιεχόμενο (στα περιεχόμενα) του χώρου ύπαρξης, υιοθετεί μια περιορισμένη αντιληπτική “θέση” και βιώνει την ύπαρξη σαν ατομικότητα, βιώνει την δυαδικότητα, τον διαχωρισμό από το “περιβάλλον” , τον κόσμο και τέλος μέσω του δημιουργημένου δυναμισμού της ατομικής ύπαρξης εξωτερικεύεται, βιώνει την εξωτερική εμπειρία στον εξωτερικό κόσμο, μέσα από την σύνδεση με ένα εξωτερικό “σώμα”. Σε κάθε περίσταση κάποιος βρίσκεται σε μια δεδομένη κατάσταση επίγνωσης, έχει μια δεδομένη συγκεκριμένη κατανόηση της πραγματικότητας, μια επίκαιρη τωρινή αντίληψη της πραγματικότητας και βιώνει μια συγκεκριμένη, αυτός ο ίδιος σαν οντότητα, σχέση με το σώμα και τον εξωτερικό κόσμο. Θα πρέπει λοιπόν κάποιος να ξεκινήσει από αυτή την δεδομένη συνείδηση που είναι, από την τωρινή επίγνωσή του, από την παρούσα σχέση του με το σώμα, από την κατάστασή του εδώ, τώρα. Συνήθως οι περισσότεροι άνθρωποι λειτουργούν στο επίπεδο του νου (εδώ και κάμποσες χιλιάδες χρόνια συμβαίνει αυτό). Παρόλα αυτά  επειδή οι άνθρωποι με την κοινωνικοποίησή τους έχουν αποκτήσει λανθασμένες πεποιθήσεις, συμπεριφορές, δραστηριότητες, χρειάζεται να αναμορφώσουν την δράση τους. Αυτό ακριβώς είναι η Είσοδος στην Οδό, στην Οδό της Απελευθέρωσης, της “Πραγμάτωσης”, της Αυτογνωσίας.
Χρειάζεται κάποιος (ακριβώς για να μην έχει εμπόδια στην Οδό και πριν ασχοληθεί με τον νου, τον διαλογισμό, κλπ) να κατανοήσει την σχέση του με το σώμα. Να μάθει πως λειτουργεί μέσα στο σώμα, πως να κάθεται ήσυχος, απλά να κάθεται και πως να αποσύρει την “πνευματική ενέργεια” από το σώμα. Αυτό είναι η Ηρεμία του σώματος. Χρειάζεται επίσης να κατανοήσει πως λειτουργεί ο ψυχισμός, οι συμπεριφορές, οι επιθυμίες, πως να προσανατολίζεται στον κόσμο και πως να αποκτήσει ησυχία. Αυτό είναι η Ησυχία ή Απάθεια της ψυχής. Συνήθως οι άνθρωποι που ασχολούνται με τον νου, τον διαχωρισμένο νου τους, τον διαλογισμό, ενεργούν ήδη μέσα από μια περιορισμένη ατομική αντίληψη. Δεν κατανοούν ούτε τι είναι ο ίδιος ο νους, η περιορισμένη ατομική αντίληψη, ούτε πως συντηρείται και τροφοδοτείται, ούτε πως ακριβώς “γίνεται” όλη αυτή η δραστηριότητα του εξωτερικού διαλογισμού, του διαλογισμού με υποστήριγμα (δηλαδή της συγκέντρωσης σε κάποιο “αντικείμενο”, οτιδήποτε είναι αυτό το αντικείμενο). Κι ασφαλώς (σαν αποτέλεσμα) δεν μπορούν να έχουν βαθιά κατανόηση του τι ακριβώς είναι το Σαμάντι, η Ενοποιημένη Επίγνωση, η Βαθιά Αίσθηση της Ενότητας της Ύπαρξης. Δεν Βιώνουν το Πραγματικό Σαμάντι, την Οριστική, ολοκληρωτική και Τελειωτική Ενοποίηση της Επίγνωσης. Βιώνουν μια “πειθαρχημένη κατάσταση ένωσης” ένα ψευδοσαμάντι. Οι άνθρωποι που φτάνουν έτσι στο σαμάντι το κάνουν με προσπάθεια, πειθαρχία, ένταση κι όχι όπως θα έπρεπε και για αυτό μετά το τέλος της διαλογιστικής προσπάθειας αναδύεται ξανά η ατομική αντίληψη, το εγώ, ο διαχωρισμός, και η εμπειρία της δυαδικότητας. Προφανώς κάτι γίνεται λάθος, με λάθος τρόπο. Υπάρχει εδώ κάποιο μυστικό που αποκαλύπτεται μονάχα από αυτόν που γνωρίζει σε αυτόν που ενδιαφέρεται και δεν αναφέρεται στις Οδηγίες που υπάρχουν στα Ιερά Κείμενα, ούτε εξηγείται σε βιβλία που ασχολούνται με το θέμα. Ίσως επειδή αυτοί που γράφουν δεν θέλουν (για κάποιους λόγους) να το αποκαλύψουν ή ίσως επειδή κι οι ίδιοι το αγνοούν, δεν το γνωρίζουν.
Στην πραγματικότητα υπάρχει ένας πιο άμεσος τρόπος να Βιώσουμε την Ενότητα της Ύπαρξης, την Παγκόσμια Συνείδηση κι αυτό ονομάζεται Αληθινός Πραγματικός Διαλογισμός. Είναι η άμεση διάλυση της ατομικής αντίληψης, που οδηγεί στην Επίγνωση της Ενότητας της Ύπαρξης. Είναι η Άμεση Αφύπνιση στην Πραγματικότητα. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να δειχθεί από κάποιον που γνωρίζει. Αυτή είναι η Σιωπή του Νου, ο Όχι-Νους, το Πνεύμα που Ξυπνά.
Η Κατανόηση του Εσωτερικού Βάθους της Συνείδησης Οδηγεί στην Υπέρτατη Αντίληψη ότι η Συνείδηση Είναι η Μόνη Πραγματικότητα. Αυτή είναι η Αντίληψη του Ισβάρα των ανατολικών θρησκειών, η Χριστότητα των χριστιανών μυστικών. Δεν έχει νόημα να επιμείνουμε εδώ. Όταν οι άνθρωποι δεν κατανοούν τον νου τους, αυτά που έχουν μπροστά τους, τι νόημα έχει να μιλάς για τα Βάθη του Πνεύματος;
Η Αφύπνιση στην Πραγματικότητα Υπάρχει (δεν πραγματοποιείται, δεν επιτυγχάνεται, εδώ χρειάζεται προσοχή) όταν διαλύεται η Ίδια η Συνείδηση στο Πρωταρχικό Πραγματικό που Γεννά τα Πάντα, στο Άγνωστο Χωρίς Αντίληψη, στο Θείο Σκότος.
Στην πραγματικότητα η Αληθινή Μύηση Είναι Εμπειρία Μεταμόρφωσης της Συνείδησης (αν και γίνεται χωρίς προσπάθεια ή εξέλιξη, σαν Εσωτερική Κατανόηση, Διαφωτισμός), Μετάβαση σε Ανώτερα Εσωτερικά Πεδία Επίγνωσης, Απελευθέρωση από τους περιορισμούς. Πρακτικά είναι Απόσυρση της Πνευματικής Ενέργειας από τις κατώτερες λειτουργίες, λειτουργικά κέντρα, προς την Πλήρη Απελευθέρωση κι Εμπειρία του Πραγματικού Εδώ που τα Περιλαμβάνει Όλα. Είναι Μια Κατάσταση της Συνείδησης που δεν γνωρίζει εμπόδια, που δεν εμπλέκεται στις δραστηριότητες και τα φαινόμενα, ούτε παγιδεύεται πουθενά. Με αυτή την έννοια η Αληθινή Μύηση είναι μία διαδικασία και μπορεί να γίνει άμεσα, εδώ, τώρα, ξαφνικά.
Οι άνθρωποι όμως δεν είναι σε θέση να προχωρήσουν άμεσα και για αυτό προχωρούν σταδιακά (προσαρμόζοντας την διαδικασία στην δική τους κατάσταση στις δικές τους δυνάμεις κατανόησης). Με αυτή την έννοια η Μύηση, τελείως τυπικά, μπορεί να ταξινομηθεί σε βαθμίδες με διάφορους τρόπους, Η ταξινόμηση είναι θέμα αντίληψης κι επιλογών κι ανάλογα με το σε ποιες λειτουργίες ή διαδικασίες αναφερόμαστε μπορεί να ταξινομηθεί ως εξής.
Άμεση Βίωση του Υπέρτατου, πέρα από κάθε αντίληψη.
Δυο Βαθμίδες Απορρόφησης στο Υπέρτατο.
Τρεις Βαθμίδες Μύησης στην Πραγματικότητα.
Πέντε Βαθμίδες Πνευματικής Αυτογνωσίας.
Επτά Βαθμίδες Διαλογισμού.
Εννέα Βαθμίδες Άσκησης.
Όλα αυτά είναι λίγο πολύ “αυθαίρετα” κι έχουν λίγη σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι η Αναγνώριση της Πραγματικότητας, που Είναι Απόλυτη Ελευθερία και είναι πέρα από ταξινομήσεις, πέρα από την “εξέλιξη”. Είναι Πραγματική Μετάβαση στο Άχρονο, στο Αιώνιο, στο Αληθινό (χωρίς προσπάθεια, εξέλιξη κι οτιδήποτε αντιλαμβάνεται ή φαντάζεται ο ανθρώπινος διαμορφωμένος νους).
...




~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 17. The Silent Sovereignty: A Meditation on the Invisible Throne
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 17. Anger
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 11-15 / 3.The Path Beyond Action: A Journey to the Luminous Self
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / California: 2. The Unbidden Grace: A Meditation on the Pathless Path
Monday, 24 November, 2025

2. The Unbidden Grace: A Meditation on the Pathless Path

 

In the vast cathedral of human longing, where countless souls have knelt before altars both visible and invisible, there exists a threshold that cannot be crossed by willing, a door that opens only when no hand reaches for its latch. This is the paradox that lies at the heart of true meditation—that most elusive of spiritual graces which arrives not as reward for discipline, but as spontaneous benediction in moments when the seeker has ceased all seeking.

The mystics of every age have circled this mystery like moths drawn to a flame they cannot touch without dissolving. They have spoken of it in whispers and in songs, in the silences between prayers and in the sudden arrests of breath when the veil momentarily parts. Yet what they describe defies the architecture of human endeavor, for it is a movement that belongs to no mover, a song that has no singer, a presence that fills only the space emptied of all presence.

The Illusion of Method

Consider the earnest pilgrim who rises before dawn, who arranges cushions just so, who lights incense and assumes the prescribed posture, believing that through repetition and dedication, through the accumulation of minutes and hours logged in stillness, the divine will be somehow obligated to appear. How touching is this faith in transaction, this belief that the Infinite operates according to the logic of commerce—so much discipline traded for so much enlightenment, so many prayers exchanged for so many moments of grace.

But the sacred does not keep accounts. It cannot be summoned by ritual, however beautifully performed, nor compelled by sincerity, however profound. The very notion that one can "practice meditation" as one might practice scales upon a piano reveals a fundamental misunderstanding of the nature of what is sought. For meditation, in its truest sense, is not a technique to be mastered but a flowering that occurs when all techniques have been abandoned, when the practitioner himself has vanished like morning mist before the sun.

The scheduled appointment with the divine—twenty minutes in the morning, thirty minutes in the evening—this represents perhaps the most subtle form of spiritual materialism, the ego's last desperate attempt to colonize even that territory where it cannot exist. To set aside a "period for meditation" is already to have missed the essential point, for in doing so one creates a boundary between the sacred and the mundane, between the time when one is "meditating" and the time when one is merely living. But the truth moves like underground water, flowing beneath all such artificial distinctions, recognizing no sabbath separate from ordinary days, no temple more holy than the common ground beneath one's feet.

The Heart's Impossible Opening

The teachers speak of opening the heart, and their students dutifully set about trying to pry open that most intimate chamber, using the crowbar of concentration or the key of visualization. They imagine the heart as a locked box containing treasures, and they labor to find the right combination, the correct mantra, the perfect breathing technique that will spring the latch and reveal the jewels within.

But the heart that opens to the divine does not open through effort. It is not a door that swings on hinges installed by the will, not a flower that can be forced to bloom by tugging at its petals. The opening spoken of by those who have glimpsed beyond the veil is of an entirely different order—not an action but a cessation, not a doing but an undoing, not an opening but a dissolution of all that has kept it closed.

When the heart is described as being "as open as the skies without a cloud," this is no mere poetic flourish but a precise description of a state that cannot be manufactured. The sky does not open; it is openness itself. It does not contain space; it is space, unbounded and without circumference. Similarly, the heart that knows the touch of the sacred has ceased to be a container and has become instead a vast expanse in which all things arise and dissolve without leaving trace or memory.

The intellect, that faithful servant which has served us so well in navigating the world of objects and causes, of problems and solutions, finds itself utterly defeated before this threshold. It can catalog experiences, can create elaborate maps of spiritual territories, can construct intricate philosophies of transcendence. But it cannot think its way into that which lies beyond all thinking. The intellect can make the heart safe, can build walls of concept and doctrine around it, can install security systems of belief and dogma. Yet in doing so, it ensures that the heart remains forever closed to that which arrives only in absolute vulnerability, in the nakedness that comes when all defenses have crumbled.

The Coming of the Uncalled

There are moments—and they arrive without announcement, without herald or preparation—when the membrane between worlds grows suddenly thin. Perhaps it happens while washing dishes, hands deep in soapy water, when the play of light on bubbles arrests all thought. Perhaps it occurs while walking down a familiar street, when something in the quality of the afternoon light stops the heart mid-beat. Perhaps it comes in the depths of sorrow, when grief has scoured the soul clean of all pretense.

In such moments, what has always been present but unseen reveals itself, not as something new that has arrived but as that which has never been absent. This is the benediction that comes when it is least expected, when no one is waiting for it, when the mind has finally exhausted itself with seeking and has collapsed into a stillness not achieved but discovered, not created but stumbled upon.

This grace recognizes no merit system. It does not come more readily to the disciplined than to the wayward, to the virtuous than to the broken, to the believer than to the doubter. Indeed, there is a strange democracy in its distribution, for it seems to favor those moments when the carefully constructed identity has momentarily failed, when the story one tells about oneself has been interrupted, when the guardian at the gate of self has fallen asleep at his post.

The one who systematizes their life, who follows carefully prescribed routines of morality and practice, may find that these very structures become obstacles, walls behind which they shelter from the wild wind of the sacred. For that which they seek is not tame, not domesticated, not contained within any system however sophisticated or time-honored. It blows where it will, this wind from unknown shores, and it cannot be channeled or directed by human intention.

The Poverty of Possession

How desperately the spiritual seeker wishes to capture what has been glimpsed, to hold it close, to make it permanent. Having tasted once the nectar of transcendence, the mind immediately begins its work of preservation, seeking to guard this treasure, to worship it, to build a shrine around it. But in this very grasping, the thing grasped vanishes like water squeezed between fingers.

The meditation that is meditation—the neverending movement that the mystics speak of in hushed tones—cannot be possessed because it is not a thing. It is more like a breeze that blows through an open window, refreshing the stale air of self-concern, bringing with it the scent of impossible distances. The moment one reaches to capture it, to hold it still, to make it one's own, it is already gone, and what remains is only memory, only the ghost of presence, only the ache of absence.

This is why the spiritual traditions speak so often in negatives, in renunciations, in lettings-go. Not because they are life-denying or pessimistic, but because they have discovered through centuries of exploration that the sacred reveals itself only in the space created by relinquishment. Every attempt to grasp, to keep, to worship what has been experienced in moments of opening serves only to ensure that it will "never come again." No matter what techniques are employed, what austerities undertaken, what prayers offered—if these are done in the hope of commanding or controlling the visitation of grace, they become obstacles rather than aids.

The beauty of this meditation, when it flowers unexpectedly in the prepared ground of an unguarded moment, is not the beauty of the one who experiences it. This is a crucial distinction that the ego finds almost impossible to accept. For the ego wishes to claim ownership, to say "I am meditating," "I have achieved enlightenment," "I possess spiritual insight." But in the genuine moment of transcendence, there is no "I" to make such claims. The beauty belongs to the meditation itself, not to the meditator. The light that shines is not the light of any individual soul but the light that illuminates all souls, the uncreated light that exists prior to and independent of any observer.

To this beauty, nothing can be added. It is complete in itself, perfect in itself, requiring no enhancement or improvement. The mind wishes to elaborate, to embellish, to build upon the foundation of a genuine insight, creating vast edifices of interpretation and meaning. But all such additions are subtractions from the pure simplicity of what is. They are like paintings hung in front of a window, obscuring the view they purport to enhance.

The Vigil That Defeats Itself

The spiritual seeker stations himself by the window of consciousness, watching, waiting, hoping to catch the approach of the divine. He sits in darkened rooms, cultivating silence, creating optimal conditions for the arrival of grace. He monitors his thoughts, his breathing, his posture, believing that through vigilance he can remain ready for the moment of breakthrough.

But this very watching is what prevents the seeing. The one who looks "hoping to catch it unawares" has already defeated his purpose, for in hoping he has created a separation between himself and what he hopes for. He has positioned himself as subject looking for object, as seeker pursuing goal, as one who lacks attempting to fill that lack. And in this duality, the non-dual reality that he seeks remains forever beyond reach.

The meditation that is described here—the neverending movement—comes "only when you are not there at all." This is not a metaphorical absence but a literal one. Not the absence of the body or even the quieting of mental chatter, but the absence of the one who claims to be meditating, the absence of the entity who seeks, who hopes, who waits. When that absence is complete, when there is truly no one left to receive the benediction, then the benediction floods in like sunlight through an open door.

This is the supreme paradox that confounds all spiritual ambition: the seeker can never find what is sought, because the seeker himself is the obstacle. Yet the seeker cannot deliberately eliminate himself through an act of will, for such an act would only reinforce the illusion of a self that acts. The dissolution of the seeker happens not through doing but through seeing—through the sudden recognition that the seeker has never existed as a separate entity, that the search itself has been a dream, that what was sought has never been absent.

The Discontinuous Bliss

We are conditioned to think of spiritual attainment as something that, once achieved, becomes a permanent possession. Enlightenment is imagined as a state that, once entered, continues without interruption. But the bliss spoken of here—the bliss that comes with the meditation that is meditation—has "no continuity." It cannot be sustained or maintained. It comes and goes according to no law that the human mind can discern.

This discontinuity is not a flaw but an essential feature of the experience. For if such bliss were continuous, the mind would quickly adapt to it, would categorize it, would make it ordinary. The very fact that it comes and goes, that it cannot be predicted or controlled, keeps it forever fresh, forever new, forever capable of shattering the calcified structures of self-knowing.

There is a profound humility in accepting this discontinuity. It means relinquishing the desire for spiritual security, the wish to achieve a state from which one can never fall. It means living with radical uncertainty, never knowing when the veil will part, never able to guarantee that what has been glimpsed once will ever be glimpsed again. This uncertainty keeps the heart tender, keeps the soul malleable, prevents the fossilization that comes from believing one has arrived at a final destination.

The mystics of various traditions have noted this same characteristic. The divine presence, they report, comes and goes like a mysterious guest who arrives without invitation and departs without explanation. All the soul can do is remain in a state of readiness that is not readiness, of waiting that is not waiting, of openness that does not strain to be open. It is the readiness of a field that has been plowed and planted but that cannot make the seed germinate or the rain fall. All the necessary preparation has been done, and now there is nothing left but to continue with ordinary life, without anticipation, without agenda.

The Negation of Importance

Perhaps the most devastating realization for the spiritual aspirant is this: "In meditation, you are not important, you have no place in it." Everything in the human psyche rebels against this truth. For are we not taught from birth to make something of ourselves, to be important, to matter? And does not the spiritual path seem to promise the ultimate importance—becoming enlightened, becoming realized, becoming one with the Divine?

But this promise is a seduction, a trap baited with the ego's own desires. The genuine meditation, the real opening to transcendence, requires the complete abandonment of personal importance. Not a false humility that secretly believes itself important for being so humble, but a genuine vanishing, a dissolution of the point of view that says "I am here, and I am experiencing something significant."

When the sacred reveals itself—and it does so only in moments when the guardian of personal identity has absented himself—there is simply the revelation, without anyone to whom it is revealed. There is seeing without a seer, knowing without a knower, experiencing without an experiencer. This is why the great mystics, when they return from their encounters with the Infinite, often find themselves at a loss for words. How can one describe an experience in which the experiencer was absent? Who is there to report on what occurred when no one was there to witness it?

This absence of the personal is not a loss but the most profound liberation. For the burden of maintaining the story of "me"—of my spiritual progress, my achievements, my failures, my questions, my insights—is finally set down. In its place comes a lightness, an ease, a sense of moving with rather than against the current of existence.

The Return to Wonder

What remains, then, for one who has understood this paradox? If meditation cannot be practiced, if the heart cannot be forced open, if the divine cannot be summoned, if the self must be absent for truth to reveal itself—what is to be done?

Perhaps the answer is nothing. Or rather, the answer is to live without the burden of spiritual ambition, to move through the world without the constant self-monitoring that asks "Am I making progress? Am I getting closer? Am I more enlightened than I was yesterday?" The meditation that is meditation happens of itself when the conditions are right, just as flowers bloom when spring arrives, not because they have practiced blooming but because it is their nature to respond to warmth and light.

The invitation, if invitation it can be called, is to return to wonder—not the wonder of the child who has never questioned, but the second wonder, the deeper wonder, that comes after all questions have been exhausted and found wanting. It is the wonder that arises when the mind finally admits defeat in its attempt to grasp the mystery of existence, when it recognizes that the most profound truths cannot be thought but only lived, cannot be understood but only surrendered to.

This wonder does not strain to see beyond the veil but discovers the sacred in what is immediately present—in the weight of the body, in the rhythm of the breath, in the passing of clouds across an autumn sky. It does not seek extraordinary experiences but finds the extraordinary in the ordinary, not through any technique or practice but through a simplicity of attention that comes when attention is no longer directed by agenda or purpose.

The Silence That Sings

In the end—though there is no end to this neverending movement—what remains is a kind of silence. Not the silence of an empty room or the silence between sounds, but the silence that exists prior to and beneath all sound, the silence from which music emerges and to which it returns. This silence is not the absence of something but the fullness of everything, the pregnant void that contains all possibilities without manifesting any.

It is the silence of the heart that has finally stopped its clamoring, its demanding, its negotiating with the Divine. It is the silence that comes when all questions have dissolved, not because they have been answered but because the questioner has recognized that the deepest questions point not toward answers but toward mystery. It is the silence of the mind that has exhausted itself with seeking and has collapsed into being.

And in this silence, paradoxically, there is a song—though no one sings it, though no one hears it. It is the song of existence itself, the eternal symphony that plays whether anyone listens or not. The meditation that is meditation is simply the falling away of all that prevents the hearing of this song that has always been singing, the seeing of this light that has always been shining, the feeling of this presence that has never been absent.

The benediction, when it comes—and it comes always unexpectedly, always unannounced—is the recognition that there is nowhere to go, nothing to achieve, no one to become. The open sky has always been here. The vast heart has always been beating. The infinite has always been infinitely present. All that was needed was the dissolution of the seeker, and even that dissolution was never something that could be done, only something that happened when the time was right, when the fruit was ripe, when the season turned.

And so the mystic—no longer seeking, no longer waiting, no longer hoping—continues to walk through the world, ordinary among the ordinary, carrying this secret that cannot be kept and cannot be shared: that the sacred is not elsewhere, that meditation is not a practice, that the door was never closed.

Η Απροσδόκητη Χάρη: Ένας Διαλογισμός στον Δρόμο χωρίς Μονοπάτι

Στον απέραντο καθεδρικό ναό της ανθρώπινης λαχτάρας, όπου αμέτρητες ψυχές έχουν γονατίσει μπροστά σε βωμούς ορατούς και αόρατους, υπάρχει ένα κατώφλι που δεν μπορεί να διαβεί κανείς με τη θέληση, μια πόρτα που ανοίγει μόνο όταν κανένα χέρι δεν απλώνεται προς το πόμολο της. Αυτός είναι ο παράδοξος πυρήνας της αληθινής διαλογιστικής εμπειρίας — αυτή η πιο άπιαστη από τις πνευματικές χάρες που έρχεται όχι ως ανταμοιβή για πειθαρχία, αλλά ως αυθόρμητη ευλογία σε στιγμές όπου ο αναζητητής έχει πάψει κάθε αναζήτηση.

Οι μυστικοί όλων των εποχών έχουν περιστραφεί γύρω από αυτό το μυστήριο σαν σκόροι που έλκονται από φλόγα την οποία δεν μπορούν να αγγίξουν χωρίς να διαλυθούν. Το έχουν περιγράψει με ψιθύρους και με τραγούδια, στις σιωπές ανάμεσα στις προσευχές και στις ξαφνικές παύσεις της αναπνοής όταν το πέπλο για λίγο σχίζεται. Όμως αυτό που περιγράφουν αψηφά την αρχιτεκτονική της ανθρώπινης προσπάθειας, γιατί είναι μια κίνηση που δεν ανήκει σε κανέναν κινητήρα, ένα τραγούδι χωρίς τραγουδιστή, μια παρουσία που γεμίζει μόνο τον χώρο που έχει αδειάσει από κάθε παρουσία.

Η Ψευδαίσθηση της Μεθόδου

Σκεφτείτε τον ειλικρινή προσκυνητή που σηκώνεται πριν την αυγή, που τακτοποιεί τα μαξιλάρια με ακρίβεια, που ανάβει θυμίαμα και παίρνει την προβλεπόμενη στάση, πιστεύοντας ότι με την επανάληψη και την αφοσίωση, με τη συσσώρευση λεπτών και ωρών ακινησίας, το θείο θα υποχρεωθεί να εμφανιστεί. Πόσο συγκινητική είναι αυτή η πίστη στη συναλλαγή, αυτή η πεποίθηση ότι το Άπειρο λειτουργεί με τη λογική του εμπορίου — τόση πειθαρχία ανταλλάσσεται με τόσο φωτισμό, τόσες προσευχές με τόσες στιγμές χάρης.

Αλλά το ιερό δεν κρατάει λογαριασμούς. Δεν μπορεί να κληθεί με τελετουργίες, όσο όμορφα κι αν εκτελούνται, ούτε να εξαναγκαστεί με ειλικρίνεια, όσο βαθιά κι αν είναι. Η ίδια η ιδέα ότι μπορεί κανείς να «εξασκηθεί στον διαλογισμό» όπως εξασκείται κάποιος σε γκάμες στο πιάνο αποκαλύπτει μια θεμελιώδη παρεξήγηση της φύσης αυτού που αναζητείται. Γιατί ο διαλογισμός, με την αληθέστερη έννοιά του, δεν είναι τεχνική που κατακτάται αλλά άνθισμα που συμβαίνει όταν όλες οι τεχνικές έχουν εγκαταλειφθεί, όταν ο ίδιος ο ασκούμενος έχει εξαφανιστεί σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ήλιο.

Το προγραμματισμένο ραντεβού με το θείο — είκοσι λεπτά το πρωί, τριάντα το βράδυ — αντιπροσωπεύει ίσως την πιο λεπτή μορφή πνευματικού υλισμού, την τελευταία απεγνωσμένη απόπειρα του εγώ να αποικιοποιήσει ακόμα και εκείνο το έδαφος όπου δεν μπορεί να υπάρξει. Το να ορίσει κανείς μια «περίοδο διαλογισμού» σημαίνει ότι έχει ήδη χάσει το ουσιώδες: δημιουργεί όριο ανάμεσα στο ιερό και το κοσμικό, ανάμεσα στον χρόνο που «διαλογίζεται» και στον χρόνο που απλώς ζει. Αλλά η αλήθεια κινείται σαν υπόγεια νερά, ρέει κάτω από όλες αυτές τις τεχνητές διαχωριστικές γραμμές, δεν αναγνωρίζει σάββατο ξεχωριστό από τις καθημερινές, ούτε ναό πιο ιερό από το κοινό χώμα κάτω από τα πόδια μας.

Το Αδύνατο Άνοιγμα της Καρδιάς

Οι δάσκαλοι μιλούν για το άνοιγμα της καρδιάς, και οι μαθητές τους επιμελώς βάζουν τα δυνατά τους να παραβιάσουν αυτό το πιο απόκρυφο δωμάτιο, χρησιμοποιώντας το λοστό της συγκέντρωσης ή το κλειδί της ορατοποίησης. Φαντάζονται την καρδιά σαν κλειδωμένο σεντούκι που περιέχει θησαυρούς και κοπιάζουν να βρουν τον σωστό συνδυασμό, το σωστό μάντρα, την τέλεια τεχνική αναπνοής που θα ανοίξει το λουκέτο και θα αποκαλύψει τα κοσμήματα.

Αλλά η καρδιά που ανοίγει στο θείο δεν ανοίγει με προσπάθεια. Δεν είναι πόρτα που περιστρέφεται σε μεντεσέδες εγκατεστημένους από τη θέληση, ούτε λουλούδι που μπορεί να εξαναγκαστεί να ανθίσει τραβώντας τα πέταλά του. Το άνοιγμα για το οποίο μιλούν όσοι έχουν ρίξει μια ματιά πέρα από το πέπλο είναι τελείως διαφορετικής τάξης — όχι δράση αλλά παύση, όχι πράξη αλλά αναίρεση, όχι άνοιγμα αλλά διάλυση όλων όσων την κρατούσαν κλειστή.

Όταν η καρδιά περιγράφεται ως «ανοιχτή σαν ουρανός χωρίς σύννεφο», αυτό δεν είναι απλή ποιητική υπερβολή αλλά ακριβής περιγραφή μιας κατάστασης που δεν μπορεί να κατασκευαστεί. Ο ουρανός δεν ανοίγει· είναι το ίδιο το άνοιγμα. Δεν περιέχει χώρο· είναι χώρος, απεριόριστος και χωρίς περίμετρο. Παρομοίως, η καρδιά που δέχεται την αφή του ιερού έχει πάψει να είναι δοχείο και έχει γίνει απέραντη έκταση όπου όλα τα πράγματα αναδύονται και διαλύονται χωρίς να αφήνουν ίχνος ή μνήμη.

Ο νους, αυτός ο πιστός υπηρέτης που μας έχει εξυπηρετήσει τόσο καλά στην πλοήγηση του κόσμου των αντικειμένων και των αιτιών, των προβλημάτων και των λύσεων, βρίσκεται εντελώς ηττημένος μπροστά σε αυτό το κατώφλι. Μπορεί να καταγράψει εμπειρίες, να δημιουργήσει περίπλοκους χάρτες πνευματικών εδαφών, να κατασκευάσει δαιδαλώδεις φιλοσοφίες υπέρβασης. Αλλά δεν μπορεί να σκεφτεί τον δρόμο του προς αυτό που βρίσκεται πέρα από κάθε σκέψη. Ο νους μπορεί να κάνει την καρδιά ασφαλή, να χτίσει τείχη από έννοιες και δόγματα γύρω της, να εγκαταστήσει συστήματα ασφαλείας από πεποιθήσεις και δόγματα. Με αυτόν τον τρόπο όμως εξασφαλίζει ότι η καρδιά θα μείνει για πάντα κλειστή σε αυτό που έρχεται μόνο μέσα σε απόλυτη ευαλωτότητα, στη γύμνια που έρχεται όταν όλες οι άμυνες έχουν καταρρεύσει.

Η Έλευση του Απροσκάλεστου

Υπάρχουν στιγμές — και έρχονται χωρίς αναγγελία, χωρίς κήρυκα ή προετοιμασία — που η μεμβράνη ανάμεσα στους κόσμους γίνεται ξαφνικά λεπτή. Ίσως συμβαίνει ενώ πλένουμε πιάτα, με τα χέρια βυθισμένα σε αφρώδες νερό, όταν το παιχνίδι του φωτός πάνω στις φυσαλίδες παγώνει κάθε σκέψη. Ίσως συμβαίνει ενώ περπατάμε σε έναν γνώριμο δρόμο, όταν κάτι στην ποιότητα του απογευματινού φωτός σταματά την καρδιά στη μέση του χτύπου. Ίσως έρχεται στα βάθη της θλίψης, όταν ο πόνος έχει ξύσει την ψυχή από κάθε προσποίηση.

Σε τέτοιες στιγμές, αυτό που ήταν πάντα παρόν αλλά αόρατο αποκαλύπτεται — όχι σαν κάτι καινούργιο που ήρθε, αλλά σαν αυτό που ποτέ δεν έλειπε. Αυτή είναι η ευλογία που έρχεται όταν λιγότερο την περιμένουμε, όταν κανείς δεν την περιμένει, όταν ο νους έχει επιτέλους εξαντληθεί από την αναζήτηση και έχει καταρρεύσει σε μια σιωπή όχι επιτευγμένη αλλά ανακαλυφμένη, όχι δημιουργημένη αλλά προσκρούσασα τυχαία.

Αυτή η χάρη δεν αναγνωρίζει σύστημα αξιών. Δεν έρχεται πιο εύκολα στον πειθαρχημένο παρά στον παραστρατημένο, στον ενάρετο παρά στον σπασμένο, στον πιστό παρά στον αμφιβάλωντα. Υπάρχει μάλιστα μια παράξενη δημοκρατία στη διανομή της, γιατί φαίνεται να ευνοεί τις στιγμές που η προσεκτικά δομημένη ταυτότητα έχει για λίγο αποτύχει, όταν η ιστορία που λέει κανείς για τον εαυτό του έχει διακοπεί, όταν ο φύλακας στην πύλη του εαυτού έχει αποκοιμηθεί στη θέση του.

Αυτός που συστηματοποιεί τη ζωή του, που ακολουθεί προσεκτικά προδιαγεγραμμένες ρουτίνες ηθικής και άσκησης, μπορεί να διαπιστώσει ότι αυτές ακριβώς οι δομές γίνονται εμπόδια, τείχη πίσω από τα οποία προφυλάσσεται από τον άγριο άνεμο του ιερού. Γιατί αυτό που αναζητά δεν είναι ήμερο, δεν είναι εξημερωμένο, δεν περιορίζεται μέσα σε κανένα σύστημα όσο εκλεπτυσμένο ή αρχαίο κι αν είναι. Φυσά όπου θέλει, αυτός ο άνεμος από άγνωστες ακτές, και δεν μπορεί να κατευθυνθεί ή να διοχετευθεί από ανθρώπινη πρόθεση.

Η Φτώχεια της Κατοχής

Πόσο απεγνωσμένα ο πνευματικός αναζητητής επιθυμεί να αιχμαλωτίσει αυτό που έχει για λίγο αντικρίσει, να το κρατήσει κοντά του, να το κάνει μόνιμο. Αφού γεύτηκε μια φορά το νέκταρ της υπέρβασης, ο νους αμέσως αρχίζει το έργο της διατήρησης, προσπαθώντας να φυλάξει αυτόν τον θησαυρό, να τον λατρέψει, να χτίσει ιερό γύρω του. Αλλά ακριβώς σε αυτή την αρπαγή, το αρπαγμένο εξαφανίζεται σαν νερό που σφίγγεται ανάμεσα στα δάχτυλα.

Ο διαλογισμός που είναι πραγματικά διαλογισμός — η ατέρμονη κίνηση για την οποία μιλούν οι μυστικοί με χαμηλωμένη φωνή — δεν μπορεί να κατεχθεί επειδή δεν είναι πράγμα. Μοιάζει περισσότερο με αεράκι που φυσά από ανοιχτό παράθυρο, δροσίζοντας τον μπαγιάτικο αέρα της αυτο-ανησυχίας, φέρνοντας μαζί του άρωμα αδύνατων αποστάσεων. Τη στιγμή που απλώνει κανείς το χέρι να το πιάσει, να το ακινητοποιήσει, να το κάνει δικό του, έχει ήδη χαθεί· μένει μόνο η ανάμνηση, μόνο το φάντασμα της παρουσίας, μόνο ο πόνος της απουσίας.

Γι’ αυτό οι πνευματικές παραδόσεις μιλούν τόσο συχνά με αρνήσεις, με αποκηρύξεις, με αφήσεις. Όχι επειδή είναι αρνητικές της ζωής ή απαισιόδοξες, αλλά επειδή έχουν ανακαλύψει μέσα από αιώνες εξερεύνησης ότι το ιερό αποκαλύπτεται μόνο στον χώρο που δημιουργείται από την παραίτηση. Κάθε απόπειρα αρπαγής, διατήρησης, λατρείας αυτού που έχει βιωθεί σε στιγμές ανοίγματος εξασφαλίζει ότι «δεν θα ξανάρθει ποτέ». Όποιες τεχνικές κι αν εφαρμοστούν, όποιες ασκήσεις κι αν αναληφθούν, όποιες προσευχές κι αν προσφερθούν — αν γίνονται με την ελπίδα να διαταχθεί ή να ελεγχθεί η επίσκεψη της χάρης, γίνονται εμπόδια αντί για βοηθήματα.

Η ομορφιά αυτού του διαλογισμού, όταν ανθίζει απροσδόκητα στο προετοιμασμένο έδαφος μιας αφύλαχτης στιγμής, δεν είναι η ομορφιά αυτού που τον βιώνει. Αυτή είναι μια κρίσιμη διάκριση που το εγώ δυσκολεύεται υπερβολικά να δεχτεί. Γιατί το εγώ θέλει να διεκδικήσει ιδιοκτησία, να πει «εγώ διαλογίζομαι», «εγώ πέτυχα φώτιση», «εγώ κατέχω πνευματική διορατικότητα». Αλλά στη γνήσια στιγμή υπέρβασης δεν υπάρχει «εγώ» για να κάνει τέτοιες αξιώσεις. Η ομορφιά ανήκει στον ίδιο τον διαλογισμό, όχι στον διαλογιζόμενο. Το φως που λάμπει δεν είναι φως κάποιας ατομικής ψυχής αλλά το φως που φωτίζει όλες τις ψυχές, το άκτιστο φως που υπάρχει πριν και ανεξάρτητα από οποιονδήποτε παρατηρητή.

Σε αυτή την ομορφιά τίποτα δεν μπορεί να προστεθεί. Είναι πλήρης από μόνη της, τέλεια από μόνη της, δεν χρειάζεται βελτίωση ή ενίσχυση. Ο νους θέλει να επεξεργαστεί, να στολίσει, να χτίσει πάνω στο θεμέλιο μιας γνήσιας διορατικότητας, δημιουργώντας τεράστια οικοδομήματα ερμηνείας και νοήματος. Αλλά όλες αυτές οι προσθήκες είναι αφαιρέσεις από την καθαρή απλότητα αυτού που είναι. Μοιάζουν με πίνακες που κρεμιούνται μπροστά σε παράθυρο, εμποδίζοντας τη θέα που υποτίθεται ότι ενισχύουν.

Η Αγρυπνία που Αυτοαναιρείται

Ο πνευματικός αναζητητής σταθμεύει δίπλα στο παράθυρο της συνείδησης, παρακολουθώντας, περιμένοντας, ελπίζοντας να συλλάβει την προσέγγιση του θείου. Κάθεται σε σκοτεινά δωμάτια, καλλιεργώντας σιωπή, δημιουργώντας ιδανικές συνθήκες για την άφιξη της χάρης. Παρακολουθεί τις σκέψεις του, την αναπνοή του, τη στάση του, πιστεύοντας ότι με την επαγρύπνηση μπορεί να παραμείνει έτοιμος για τη στιγμή της ανακάλυψης.

Αλλά αυτή ακριβώς η παρακολούθηση είναι που εμποδίζει το βλέπειν. Αυτός που κοιτάζει «ελπίζοντας να το πιάσει εξαπίνης» έχει ήδη νηστεύσει τον σκοπό του, γιατί με την ελπίδα έχει δημιουργήσει διαχωρισμό ανάμεσα στον εαυτό του και σε αυτό που ελπίζει. Έχει τοποθετηθεί ως υποκείμενο που ψάχνει αντικείμενο, ως αναζητητής που κυνηγά στόχο, ως κάποιος που στερείται και προσπαθεί να γεμίσει το κενό. Και μέσα σε αυτή τη δυϊκότητα, η μη-δυαδική πραγματικότητα που αναζητά μένει για πάντα απρόσιτη.

Ο διαλογισμός που περιγράφεται εδώ — η ατέρμονη κίνηση — έρχεται «μόνο όταν δεν είσαι καθόλου εκεί». Αυτή δεν είναι μεταφορική απουσία αλλά κυριολεκτική. Όχι η απουσία του σώματος ή ακόμα και η ησυχία των νοητικών φλυαριών, αλλά η απουσία αυτού που ισχυρίζεται ότι διαλογίζεται, η απουσία της οντότητας που αναζητά, που ελπίζει, που περιμένει. Όταν αυτή η απουσία είναι πλήρης, όταν πραγματικά δεν έχει μείνει κανείς για να δεχτεί την ευλογία, τότε η ευλογία πλημμυρίζει σαν ηλιακό φως από ανοιχτή πόρτα.

Αυτό είναι το υπέρτατο παράδοξο που κατατροπώνει κάθε πνευματική φιλοδοξία: ο αναζητητής δεν μπορεί ποτέ να βρει αυτό που ψάχνει, επειδή ο ίδιος ο αναζητητής είναι το εμπόδιο. Κι όμως ο αναζητητής δεν μπορεί να αυτοεξαλειφθεί σκόπιμα με πράξη θέλησης, γιατί μια τέτοια πράξη θα ενίσχυε μόνο την ψευδαίσθηση ενός εαυτού που πράττει. Η διάλυση του αναζητητή δεν συμβαίνει με πράξη αλλά με όραση — με την ξαφνική αναγνώριση ότι ο αναζητητής ποτέ δεν υπήρξε ως ξεχωριστή οντότητα, ότι η ίδια η αναζήτηση ήταν όνειρο, ότι αυτό που αναζητούνταν ποτέ δεν έλειπε.

Η Ασυνεχής Ευδαιμονία

Είμαστε εκπαιδευμένοι να θεωρούμε την πνευματική επίτευξη ως κάτι που, όταν επιτευχθεί, γίνεται μόνιμη κατοχή. Ο φωτισμός φαντάζεται ως κατάσταση που, όταν εισέλθει κανείς, συνεχίζεται χωρίς διακοπή. Αλλά η ευδαιμονία για την οποία μιλάμε εδώ — η ευδαιμονία που συνοδεύει τον διαλογισμό που είναι διαλογισμός — «δεν έχει συνέχεια». Δεν μπορεί να διατηρηθεί ή να συντηρηθεί. Έρχεται και φεύγει χωρίς κανέναν νόμο που ο ανθρώπινος νους μπορεί να διακρίνει.

Αυτή η ασυνέχεια δεν είναι ελάττωμα αλλά ουσιώδες χαρακτηριστικό της εμπειρίας. Γιατί αν μια τέτοια ευδαιμονία ήταν συνεχής, ο νους γρήγορα θα προσαρμοζόταν, θα την κατηγοριοποιούσε, θα την έκανε συνηθισμένη. Το γεγονός ότι έρχεται και φεύγει, ότι δεν μπορεί να προβλεφθεί ή να ελεγχθεί, την κρατά για πάντα φρέσκια, για πάντα καινούργια, για πάντα ικανή να συντρίψει τις απολιθωμένες δομές της αυτογνωσίας.

Υπάρχει βαθιά ταπείνωση στο να αποδεχτεί κανείς αυτή την ασυνέχεια. Σημαίνει παραίτηση από την επιθυμία για πνευματική ασφάλεια, από την επιθυμία να επιτύχει μια κατάσταση από την οποία δεν μπορεί να πέσει ποτέ. Σημαίνει να ζει με ριζική αβεβαιότητα, χωρίς να ξέρει ποτέ πότε θα σχιστεί το πέπλο, χωρίς να μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτό που έχει αντικριστεί μια φορά θα ξαναντικριστεί. Αυτή η αβεβαιότητα κρατά την καρδιά τρυφερή, την ψυχή εύπλαστη, εμποδίζει την απολίθωση που έρχεται όταν πιστεύει κανείς ότι έχει φτάσει σε τελικό προορισμό.

Οι μυστικοί διαφόρων παραδόσεων έχουν παρατηρήσει το ίδιο χαρακτηριστικό. Η θεία παρουσία, αναφέρουν, έρχεται και φεύγει σαν μυστηριώδης επισκέπτης που φτάνει χωρίς πρόσκληση και φεύγει χωρίς εξήγηση. Το μόνο που μπορεί να κάνει η ψυχή είναι να παραμένει σε μια ετοιμότητα που δεν είναι ετοιμότητα, σε μια αναμονή που δεν είναι αναμονή, σε ένα άνοιγμα που δεν αγωνίζεται να είναι ανοιχτό. Είναι η ετοιμότητα ενός χωραφιού που έχει οργωθεί και σπαρθεί αλλά που δεν μπορεί να κάνει τον σπόρο να βλαστήσει ή τη βροχή να πέσει. Όλη η απαραίτητη προετοιμασία έχει γίνει, και τώρα δεν μένει τίποτα άλλο παρά να συνεχίσει κανείς την κανονική ζωή, χωρίς προσδοκία, χωρίς ατζέντα.

Η Άρνηση της Σημασίας

Ίσως η πιο καταστροφική συνειδητοποίηση για τον πνευματικό υποψήφιο είναι αυτή: «Στον διαλογισμό, εσύ δεν είσαι σημαντικός, δεν έχεις θέση μέσα του». Όλα στην ανθρώπινη ψυχή επαναστατούν ενάντια σε αυτή την αλήθεια. Δεν μας έχουν διδάξει από τη γέννησή μας να κάνουμε κάτι από τον εαυτό μας, να είμαστε σημαντικοί, να μετράμε; Και ο πνευματικός δρόμος δεν φαίνεται να υπόσχεται την υπέρτατη σημασία — να γίνει κανείς φωτισμένος, συνειδητοποιημένος, ένα με το Θείο;

Αλλά αυτή η υπόσχεση είναι αποπλάνηση, παγίδα στολισμένη με τις ίδιες τις επιθυμίες του εγώ. Ο γνήσιος διαλογισμός, το πραγματικό άνοιγμα στην υπέρβαση, απαιτεί την πλήρη εγκατάλειψη της προσωπικής σημασίας. Όχι ψεύτικη ταπείνωση που κρυφά πιστεύει τον εαυτό της σημαντικό επειδή είναι τόσο ταπεινός, αλλά γνήσια εξαφάνιση, διάλυση της οπτικής γωνίας που λέει «είμαι εδώ, και βιώνω κάτι σημαντικό».

Όταν το ιερό αποκαλύπτεται — και το κάνει μόνο σε στιγμές που ο φύλακας της προσωπικής ταυτότητας έχει απουσιάσει — υπάρχει απλώς η αποκάλυψη, χωρίς κανέναν στον οποίο αποκαλύπτεται. Υπάρχει βλέπειν χωρίς βλέποντα, γνώση χωρίς γνωρίζοντα, εμπειρία χωρίς βιωτή. Γι’ αυτό οι μεγάλοι μυστικοί, όταν επιστρέφουν από τις συναντήσεις τους με το Άπειρο, συχνά μένουν άφωνοι. Πώς να περιγράψει κανείς μια εμπειρία στην οποία ο βιωτής έλειπε; Ποιος υπάρχει για να αναφέρει τι συνέβη όταν κανείς δεν ήταν εκεί να το δει;

Αυτή η απουσία του προσωπικού δεν είναι απώλεια αλλά η πιο βαθιά απελευθέρωση. Γιατί το βάρος της διατήρησης της ιστορίας του «εγώ» — της πνευματικής μου προόδου, των επιτευγμάτων μου, των αποτυχιών μου, των ερωτημάτων μου, των διορατικοτήτων μου — επιτέλους αφήνεται κάτω. Στη θέση του έρχεται ελαφρότητα, ευκολία, αίσθηση κίνησης μαζί με το ρεύμα της ύπαρξης αντί εναντίον του.

Η Επιστροφή στο Θαύμα

Τι μένει, λοιπόν, σε αυτόν που έχει κατανοήσει αυτό το παράδοξο; Αν ο διαλογισμός δεν μπορεί να εξασκηθεί, αν η καρδιά δεν μπορεί να εξαναγκαστεί να ανοίξει, αν το θείο δεν μπορεί να κληθεί, αν ο εαυτός πρέπει να απουσιάζει για να αποκαλυφθεί η αλήθεια — τι μένει να γίνει;

Ίσως τίποτα. Ή μάλλον, να ζει κανείς χωρίς το βάρος της πνευματικής φιλοδοξίας, να κινείται μέσα στον κόσμο χωρίς τη συνεχή αυτοπαρακολούθηση που ρωτά «Κάνω πρόοδο; Πλησιάζω; Είμαι πιο φωτισμένος από χτες;» Ο διαλογισμός που είναι διαλογισμός συμβαίνει από μόνος του όταν οι συνθήκες είναι κατάλληλες, όπως τα λουλούδια ανθίζουν όταν έρχεται η άνοιξη, όχι επειδή έχουν εξασκηθεί στο άνθισμα αλλά επειδή είναι στη φύση τους να ανταποκριθούν στη ζέστη και στο φως.

Η πρόσκληση — αν μπορεί να ονομαστεί πρόσκληση — είναι να επιστρέψει κανείς στο θαύμα — όχι το θαύμα του παιδιού που ποτέ δεν έχει αμφισβητήσει, αλλά το δεύτερο θαύμα, το βαθύτερο θαύμα, που έρχεται αφού όλα τα ερωτήματα έχουν εξαντληθεί και βρεθεί ανεπαρκή. Είναι το θαύμα που αναδύεται όταν ο νους επιτέλους παραδέχεται την ήττα του στην προσπάθεια να συλλάβει το μυστήριο της ύπαρξης, όταν αναγνωρίζει ότι οι πιο βαθιές αλήθειες δεν μπορούν να συλληφθούν αλλά μόνο να βιωθούν, δεν μπορούν να κατανοηθούν αλλά μόνο να παραδοθούν.

Αυτό το θαύμα δεν αγωνίζεται να δει πέρα από το πέπλο αλλά ανακαλύπτει το ιερό σε αυτό που είναι άμεσα παρόν — στο βάρος του σώματος, στον ρυθμό της αναπνοής, στο πέρασμα των νεφών σε έναν φθινοπωρινό ουρανό. Δεν αναζητά εξαιρετικές εμπειρίες αλλά βρίσκει το εξαιρετικό στο συνηθισμένο, όχι με καμία τεχνική ή άσκηση αλλά με μια απλότητα προσοχής που έρχεται όταν η προσοχή δεν κατευθύνεται πλέον από ατζέντα ή σκοπό.

Η Σιωπή που Τραγουδά

Τελικά — αν και δεν υπάρχει τέλος σε αυτή την ατέρμονη κίνηση — αυτό που μένει είναι ένα είδος σιωπής. Όχι η σιωπή ενός άδειου δωματίου ή η σιωπή ανάμεσα σε ήχους, αλλά η σιωπή που υπάρχει πριν και κάτω από κάθε ήχο, η σιωπή από την οποία αναδύεται η μουσική και στην οποία επιστρέφει. Αυτή η σιωπή δεν είναι απουσία κάτι αλλά πληρότητα των πάντων, το έγκυο κενό που περιέχει όλες τις δυνατότητες χωρίς να εκδηλώνει καμία.

Είναι η σιωπή της καρδιάς που έχει επιτέλους σταματήσει την κραυγή της, τις απαιτήσεις της, τις διαπραγματεύσεις της με το Θείο. Είναι η σιωπή που έρχεται όταν όλα τα ερωτήματα έχουν διαλυθεί, όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών έχει αναγνωρίσει ότι τα βαθύτερα ερωτήματα δεν δείχνουν προς απαντήσεις αλλά προς μυστήριο. Είναι η σιωπή του νου που έχει εξαντληθεί από την αναζήτηση και έχει καταρρεύσει στην ύπαρξη.

Και μέσα σε αυτή τη σιωπή, παραδόξως, υπάρχει ένα τραγούδι — αν και κανείς δεν το τραγουδά, κανείς δεν το ακούει. Είναι το τραγούδι της ίδιας της ύπαρξης, η αιώνια συμφωνία που παίζει είτε κάποιος ακούει είτε όχι. Ο διαλογισμός που είναι διαλογισμός είναι απλώς η απομάκρυνση όλων όσων εμποδίζουν την ακρόαση αυτού του τραγουδιού που πάντα τραγουδούσε, το βλέπειν αυτού του φωτός που πάντα έλαμπε, το αισθάνεσθαι αυτής της παρουσίας που ποτέ δεν έλειπε.

Η ευλογία, όταν έρχεται — και έρχεται πάντα απροσδόκητα, πάντα χωρίς αναγγελία — είναι η αναγνώριση ότι δεν υπάρχει πουθενά να πάει κανείς, τίποτα να επιτύχει, κανείς να γίνει. Ο ανοιχτός ουρανός ήταν πάντα εδώ. Η απέραντη καρδιά πάντα χτυπούσε. Το άπειρο ήταν πάντα απείρως παρόν. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν η διάλυση του αναζητητή, κι ακόμα κι αυτή η διάλυση δεν ήταν ποτέ κάτι που μπορούσε να γίνει, μόνο κάτι που συνέβη όταν ο καιρός ήταν κατάλληλος, όταν ο καρπός ωρίμασε, όταν η εποχή γύρισε.

Και έτσι ο μυστικός — πια όχι αναζητών, πια όχι περιμένων, πια όχι ελπίζων — συνεχίζει να περπατά μέσα στον κόσμο, συνηθισμένος ανάμεσα στους συνηθισμένους, κουβαλώντας αυτό το μυστικό που δεν μπορεί να κρατηθεί ούτε να μοιραστεί: ότι το ιερό δεν είναι αλλού, ότι ο διαλογισμός δεν είναι άσκηση, ότι η πόρτα δεν ήταν ποτέ κλειστή. ...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
16. The Sacred Ground: A Journey to Objective Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~