CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 5 October, 2025

Sunday, February 9, 2020

ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, ΟΥΣΙΑ, ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ-ΔΡΑΣΕΙΣ, ΕΠΙΓΝΩΣΗ 4



ΑΥΤΟ που Ονομάζουμε Θεό, Απόλυτο, Πραγματικότητα, Ουσία (της Ύπαρξης), Πνεύμα, Ψυχή, είναι η Υπέρτατη Πραγματικότητα κι όλοι αυτοί οι Όροι δείχνουν (και «περιγράφουν») το ίδιο πράγμα. ΑΥΤΟ, σαν Ουσία, είναι το Σταθερό Υπόβαθρο κάθε αντίληψης ύπαρξης, δραστηριότητας, δράσης και «φαινομένου». Υπάρχει Πάντα, Παντού, πίσω από κάθε ύπαρξη, δραστηριότητα, δράση και φαινόμενο.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ
ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΩΝ «ΚΕΝΤΡΩΝ»


Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ

Στην Φιλοσοφία, στον ιδιαίτερο κλάδο της Μεταφυσικής, Οντολογία ονομάζουμε την «Μελέτη του Όντος», που μελετά την γέννηση, την ύπαρξη, την πραγματικότητα του Όντος. Από την Αρχαιότητα οι άνθρωποι διέκριναν το Αληθινό Ον (που ταυτίζεται με το Καθεαυτό Είναι) από το Ον, τα όντα (που είναι εκδηλώσεις του Είναι). Αυτοί που ασχολήθηκαν σοβαρά με το θέμα προχώρησαν πέρα από τον προφανή ισχυρισμό ότι το ον, τα όντα ανήκουν στο Είναι, είναι Είναι, κι αναζήτησαν τις αληθινές σχέσεις του Είναι και των όντων, θέλησαν να βρουν τι είναι το Είναι πραγματικά, πως Εκδηλώνεται και πως σχετίζονται πραγματικά τα όντα με το Είναι.
Το Ερώτημα που τέθηκε, από τους πιο Σοφούς από τους ανθρώπους, από την αρχή, είναι η βάση όλου του προβληματισμού, που οδηγεί τελείως φυσικά στην Απάντηση. Το Ερώτημα είναι Ποιος Ερευνά; Με ποια μέσα ερευνά; Προφανώς ο νους, σαν ιδιαίτερη λειτουργία, σαν μέρος του Όλου που Είμαστε δεν μπορεί να απαντήσει για το Όλο, για το Βάθος της Ύπαρξης, για την Αληθινή Ουσία, για το Είναι. Αναγκαστικά λοιπόν πρέπει να εγκαταλείψουμε την εξωτερική διανόηση και μέσω της Εσωτερικής Ενόρασης να νοιώσουμε το Βάθος της Ύπαρξης, το Είναι στο Βάθος. Έτσι η Αλήθεια, η Αληθινή Ουσία, το Είναι μπορεί μόνο βιωματικά, με το Εσωτερικό Βίωμα, να Αποκαλυφθεί και να γίνει Γνωστή Όπως Πραγματικά Είναι κι όχι μέσω της διανόησης, σαν έννοια ή σύνολο εννοιών, ιδιοτήτων και πληροφοριών. Τελικά η Αληθινή Οντολογία αναπτύσσεται φυσικά σε Φιλοσοφικό Μυστικισμό.
Στην πραγματικότητα όλοι οι Σοφοί και Μύστες και Διδάσκαλοι και Ιδρυτές θρησκειών ακολουθούσαν αυτόν τον Φυσικό Δρόμο του Φιλοσοφικού Μυστικισμού για να Βρουν, να Φτάσουν, να Βιώσουν την Αλήθεια, την Αλήθεια της Ύπαρξης.  Ξεκινώντας από την Παρούσα Συνείδηση, που είναι ο Άνθρωπος, ο Καθένας μας, Ερευνώντας το Βάθος της Συνείδησης, Διαπίστωναν Βιωματικά ότι το Βάθος Είναι Συνείδηση, Συνείδηση πέρα από το ατομικό εγώ, Συνείδηση Παγκόσμια, Συνείδηση Ολική, Μόνο Συνείδηση. Το Είναι είναι Συνείδηση, η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. Τότε τι είναι όλες αυτές οι Συνειδήσεις; η Ανθρώπινη Συνείδηση; οι Ατομικές Προσωπικές Συνειδήσεις;
Οντολογικά μιλώντας η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ. Όλα όσα Εμφανίζονται σαν Συνειδήσεις ή Μορφές δεν είναι παρά Δραστηριότητες της ΜΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ. Αναζητώντας το Οντικό Βάθος οποιουδήποτε όντος, οποιαδήποτε συνείδησης, αναδυόμαστε, ανυψωνόμαστε, στο Έσχατο Βάθος, στην ΜΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. Έτσι όταν μιλάμε «Οντολογικά» πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι Υπάρχει μόνο ΜΙΑ ΟΥΣΙΑ (ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ). Και πρέπει να κατανοούμε ότι όταν μιλάμε για όντα, συνειδήσεις, μορφές βρισκόμαστε και μιλάμε σε «Λειτουργικό» Επίπεδο. Έτσι, Οντολογικά Υπάρχει μόνο ΜΙΑ ΟΥΣΙΑ, αλλά Υπάρχουν  πολλές Λειτουργίες της ΟΥΣΙΑΣ. Κι όλα όσα Εμφανίζονται στην Δημιουργία δεν είναι Ουσία, Μετασχηματισμοί της Ουσίας, Αυτόνομες Ουσίες. Είναι Μόνο Λειτουργίες της ΜΙΑΣ ΟΥΣΙΑΣ. Η Ανθρώπινη Συνείδηση είναι τελικά μια Λειτουργία της ΜΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ. Στο Βάθος της Ανθρώπινης Συνείδησης είναι το Έσχατο Είναι, η ΜΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. Τώρα, το Πως το ΕΝΑ Εκδηλώνεται σε Πολλά (πως και γιατί συμβαίνει αυτό) αποκαλύπτεται μόνο όταν η Συνείδηση Ανυψώνεται στα Ανώτερα Πεδία Ύπαρξης. Εκείνο που πρέπει πάντως να έχουμε υπόψη μας, αν θέλουμε να κατανοήσουμε τι συμβαίνει είναι ότι η Ανθρώπινη Συνείδηση, αυτό που νοιώθουμε σαν Παρούσα Συνείδηση (Εμείς, ο Καθένας) δεν είμαστε παρά μια Δραστηριότητα-Λειτουργία της ΜΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ κι ότι στο Βάθος της Ύπαρξής μας (που νοιώθουμε όταν σταματούν οι εξωτερικές δραστηριότητες κι ησυχάζει η σκέψη) Υπάρχει Μόνο η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.
Τελικά το πιο ορθό είναι να χρησιμοποιούμε τον όρο Συνείδηση μόνο για την ΜΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ και να χρησιμοποιούμε στις άλλες περιπτώσεις που μιλάμε για άλλες μορφές συνείδησης τον όρο Συνειδητότητα, Βαθμοί Συνειδητότητας της ΜΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ. Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ Παραμένει το Έσχατο Βάθος Κάθε Συνειδητότητας (ακόμα κι αν είναι «Ασυνείδητο»). Η Συνειδητότητα αποτελώντας τον Οντικό Πυρήνα του Όντος σχετίζεται με το Πεδίο Ύπαρξης στο Οποίο Εκδηλώνεται κάθε φορά. Προκειμένου για μια Συνειδητότητα (Οντότητα) σε συγκεκριμένο Πεδίο Ύπαρξης είναι προτιμότερο όταν μιλάμε για Επίπεδα Συνειδητότητας να χρησιμοποιούμε τον πιο ορθό όρο Βαθμοί Επίγνωσης. Η Επίγνωση βασίζεται κι εξαρτάται από την Προσοχή (ή από την συγκέντρωση του «ενδιαφέροντος») γιατί απομονώνει το «ενδιαφέρον» και δέχεται πληροφορίες κυρίως από αυτό. Έχοντας όλα αυτά υπόψιν κατανοούμε ότι το Ον είναι αυτό που δημιουργεί την Κατάστασή του, την «Εξέλιξή» του και το τελικό βαθμό επίγνωσης. Με αυτή την έννοια ο άνθρωπος είναι ελεύθερος στις Επιλογές του. Το γιατί επιλέγει κάτι και όχι κάτι άλλο εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Όμως τον τελικό λόγο τον έχουμε πάντα εμείς (τα όντα).
Από όσα έχουμε πει γίνεται φανερό ότι, σε τελευταία ανάλυση, Υπάρχει Μόνο ΜΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ και Πολλές Συνειδητότητες (πως το Ένα Είναι και Πολλά δεν γίνεται κατανοητό στο επίπεδο που ζούμε). Κι οι Συνειδητότητες έχουν διάφορους βαθμούς «Συνειδητότητας» που τις οδηγούν σε διάφορα Πεδία Ύπαρξης. Και κάθε Συνειδητότητα σε ένα συγκεκριμένο Πεδίο Ύπαρξης έχει διάφορους Βαθμούς Επίγνωσης. Το πιο σημαντικό συμπέρασμα όμως που αποκομίζουμε από όλα αυτά είναι ότι αυτό που ονομάζουμε Δημιουργία δεν είναι Ουσία που Μετασχηματίζεται ή Ουσίες που δημιουργούνται. Είναι μονάχα Δραστηριότητα, Δραστηριότητες, Αντιλήψεις,  Φαινόμενα, που Εμφανίζονται σαν Συνειδητότητες και Μορφές. Όλη η Δημιουργία είναι κάτι που Γίνεται κι Υφίσταται μόνο στο Παρόν, είναι μια «Κίνηση» κι ένας «Μετασχηματισμός» που αναπαράγεται συνεχώς.. Η αντίληψη του Χρόνου στα Κατώτερα Πεδία Ύπαρξης, είναι μονάχα μια αντίληψη, μια «ερμηνεία».
Όταν μιλάμε για τον Ενσαρκωμένο Άνθρωπο, αναγνωρίζουμε τον Εαυτό μας, την Ύπαρξή μας σαν μια Περιορισμένη Συνείδηση (ένα Καθαρό Εγώ, μια Καθαρή Αίσθηση Ύπαρξης) που χρωματίζεται από αντιλήψεις (δημιουργώντας έτσι την Παρούσα Συνείδηση, μια Προσωπικότητα) και χρησιμοποιεί την σκέψη, την αίσθηση μέσα στο σώμα και ενεργοποιεί το σώμα με το οποίο βιώνει την ύπαρξη στον υλικό κόσμο. Σύμφωνα με όσα είπαμε αυτή η Περιορισμένη Συνείδηση είναι στην πραγματικότητα η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ που λειτουργεί σαν Συνειδητότητα και Βυθίζεται στο Κοσμικό, Γίνεται Παγκόσμιο και μετά Περιορίζεται στο Ατομικό. Στην Φυσική της Κατάσταση η Περιορισμένη Συνειδητότητα είναι Μη-Δυαδική κι έχει Επίγνωση της Ενότητας όλου του Περιεχομένου της, του Κόσμου. Συνήθως όμως η Περιορισμένη Συνειδητότητα Βιώνει την Ύπαρξη (σε αυτό το Πεδίο) μέσα από μια Προσωπική Αντίληψη, μέσα από την διανοητική διαδικασία, την αίσθηση, την υλική εμπειρία, την μνήμη (που διαμορφώνεται από τις πολιτισμικές συνθήκες  και τις προσωπικές εμπειρίες). Έχει μια δυαδικά αντίληψη κι εμπειρία του κόσμου και της ζωής.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, Αυτό που είναι τα Όντα, που Είμαστε Όλοι, που είναι ο καθένας μας, τι είναι; Είμαστε η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ που έχει «Κατέλθει» από το Κοσμικό Πεδίο στο Παγκόσμιο Πεδίο, στο Ατομικό Μη-Δυαδικό Πεδίο, έχει «Κατέλθει» στους Κατώτερους Κόσμους, έχει «προσλάβει» ένα νοητικό σώμα, ένα αστρικό σώμα, κι όλη αυτή η «Σύνθετη» Οντότητα εκδηλώνεται, ενσαρκώνεται σε ένα σώμα. Αυτό που ενσαρκώνεται είναι η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ που έχει περιοριστεί στην Ατομική Συνειδητότητα (η Αίσθηση Ύπαρξης που Έχουμε) και χρησιμοποιεί την νοητική υπόσταση σαν σκέψη στον εγκέφαλο, την αστρική υπόσταση σαν αίσθηση στο νευρικό σύστημα και με όλο αυτό τον «δυναμισμό» κινεί το σώμα και ζει στον υλικό κόσμο.
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ που έχει Περιοριστεί σε Ατομική Συνειδητότητα, η Ατομική Συνειδητότητα, «Συνδέεται» με το Σώμα στο «Κέντρο» του Εγκεφάλου, στο Μυστικό Κέντρο της «Καρδιάς» (του Εγκεφάλου, όχι το κέντρο της «φυσικής καρδιάς», το Άτζνα Τσάκρα). Όταν ο Άνθρωπος συνειδητοποιεί την εδώ Παρουσία του (όταν αισθάνεται την ύπαρξή του εδώ, στον κόσμο) την «εντοπίζει σε αυτό το «σημείο» (ούτε πιο πάνω, ούτε πιο κάτω. Ταυτόχρονα όλες οι Ανώτερες Δυνάμεις κι όλες οι κατώτερες λειτουργίες είναι εδώ, άμεσα «προσβάσιμες». Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, η Πηγή των Πάντων, Έξω από το Κοσμικό (την Δημιουργία), έξω από κάθε αντίληψη και όριο είναι άμεσα αντιληπτή (χωρίς διαδικασία, χώρο, χρόνο, σαν εκστατική εμπειρία) όταν «στρεφόμαστε Έσω, αλλά συνήθως είναι μη «συνειδητή (στο Ασυνείδητο), όμως είναι εδώ. Η Κοσμική Συνειδητότητα, σαν Υπαρξιακό Στήριγμα, έξω από τον Χώρο και τον Χρόνο είναι επίσης Εδώ, προσιτή στην διαδικασία («μη-διαδικασία») του Ανώτερου Εσωτερικού Διαλογισμού, αλλά συνήθως είναι μη «συνειδητή» (στο Ασυνείδητο), όμως είναι εδώ. Η Παγκόσμια Συνειδητότητα, σαν Βάση της Ύπαρξης και της Ατομικής Οντότητας, Αιώνιος Χώρος Ύπαρξης, έξω από τον Χρόνο είναι επίσης Εδώ, προσιτή στην διαδικασία («μη-διαδικασία») του Κατώτερου Εσωτερικού Διαλογισμού (όταν «εγκαταλείπεταυ» η Ατομική Συνειδητότητα και βυθιζόμαστε στην Παγκόσμια Πανταχού Παρουσία), αλλά συνήθως είναι μη «συνειδητή» (στο Ασυνείδητο), όμως είναι εδώ. Η Παγκόσμια Συνειδητότητα συνδέεται με το Μυστικό Κέντρο Σαχασράρα, στην ίδια «θέση» με το Άτζνα Τσάκρα αλλά πιο εσωτερικό, σε πιο εσωτερικό πεδίο. Αυτό που νοιώθουμε με βεβαιότητα (όταν δίνουμε Προσοχή) είναι η η Ατομική Συνειδητότητα, η Φυσική Παρουσία μας Εδώ, στο Άτζνα Τσάκρα, στο Κέντρο του Εγκεφάλου. Στην Φυσική του Κατάσταση, όταν Είμαστε «Ακίνητοι», το Άτζνα Τσάκρα είναι «Αφυπνισμένο» και τότε βιώνουμε την Μη-Δυαδική Συνειδητότητα, μια Κατάσταση Επίγνωσης της Ενότητας των Πάντων (όλου του Φυσικού Κόσμου), που τα Αγκαλιάζει όλα χωρίς να διαχωρίζει εγώ και αντικείμενα, (νοιώθουμε πως όλα είναι ένα). Αυτή η Κατάσταση είναι προσιτή μέσω της διαδικασίας («μη-διαδικασίας) του Πραγματικού Διαλογισμού, όταν μένουμε «Ακίνητοι», όταν εγκαταλείπεται η σκέψη (κι υπάρχει σιωπή στην σκέψη), όταν σταματά η απορρόφηση στις αισθήσεις κι η προσκόλληση στην εξωτερική δραστηριότητα Σε μια τέτοια κατάσταση «Ακινησίας» η Αντίληψη λειτουργεί Φυσικά, χωρίς σκέψη, οι Αισθήσεις είναι Ανεμπόδιστες κι αποκαλύπτουν την ενότητα με όλα, το περιβάλλον, τα πράγματα κι η εξωτερική δράση λούζεται στο Φως της επίγνωσης κι είναι Αγάπη. Συνήθως όμως το Άτζνα Τσάκρα είναι «Μη Αφυπνισμένο», γιατί δεν είμαστε ή δεν μπορούμε να είμαστε «Ακίνητοι». Το Κέντρο θολώνει από τις εξωτερικές δραστηριότητες, της σκέψης, των αισθήσεων, της εξωτερικής δραστηριότητας. Σε αυτή την κατάσταση της σύγχυσης, στην πραγματικότητα δεν έχουμε μετακινηθεί από το Αληθινό Κέντρο μας. Απλά το Κέντρο της Ατομικής Συνειδητότητας θολώνει γιατί ταυτιζόμαστε με την κίνηση των εξωτερικών δραστηριοτήτων. Οι κατώτερες λειτουργίες δεν ανήκουν πραγματικά στο Άτζνα Τσάκρα (δεν είναι της Φύσης του, Εσωτερικές) είναι εξωτερικές για αυτό και εντοπίζονται έξω από το Κέντρο της «Καρδιάς». Η σκέψη εντοπίζεται στον περιφερικό εγκέφαλο, στον μετωπιαίο φλοιό, στο ανώτερο μέρος του εγκεφάλου και στο κατώτερο μέρος του εγκεφάλου (για αυτό και υπάρχει «διαχωρισμός της αντικειμενικής νοημοσύνης, της συνήθους διανοητικής διαδικασίας και της ενστικτώδους νοημοσύνης που συνδέεται με την κατώτερη ύπαρξη). Οι αισθήσεις (και τα συναισθήματα και οι συγκινήσεις και οι επιθυμίες, κλπ.) εντοπίζονται στο περιφερικό νευρικό σύστημα και συμβολικά στο Κέντρο της φυσικής καρδιάς, στο Αναχάτα Τσάκρα, Η αίσθηση της σωματικής ύπαρξης εντοπίζεται χαμηλότερα, στις κατώτερες λειτουργίες του σώματος και συμβολικά στο Σβαντίσθανα Τσάκρα.
Έτσι αν θέλουμε να συνειδητοποιήσουμε την όλη Ύπαρξή μας, αυτό που είμαστε πραγματικά, πρέπει να δώσουμε προσοχή. Αν σταθούμε μια στιγμή Ακίνητοι (φυσικά, σωματικά ακίνητοι) και δώσουμε προσοχή στην Αίσθηση Ύπαρξης, στην Φυσική Παρουσία μας εδώ, τώρα, θα νοιώσουμε όλα αυτά που περιγράψαμε πιο πάνω. Θα νοιώσουμε ότι είμαστε εδώ, στο σώμα, στο κέντρο του εγκεφάλου (ούτε ψηλότερα, ούτε χαμηλότερα),στο εσωτερικό κι όχι εξωτερικά στον εγκέφαλο, ή στο υπόλοιπο σώμα. Θα νοιώσουμε (μένοντας ακίνητοι) ότι όλα είναι εδώ, οι Ανώτερες Δυνάμεις (καταστάσεις Συνειδητότητας) κι ας μην είναι τώρα «συνειδητές», οι κατώτερες λειτουργίες της σκέψης, των αισθήσεων και της σωματικής δράσης. Αν σταθούμε Ακίνητοι και Δώσουμε Προσοχή θα νοιώσουμε ότι είμαστε εδώ, στο Κέντρο Ισορροπίας μας, στο Μέσο των Ανώτερων Δυνάμεων και των κατώτερων λειτουργιών. Στην πραγματικότητα, όταν λέμε να σταθούμε Ακίνητοι και να δώσουμε Προσοχή στην Αίσθηση του Εαυτού μας, της Φυσικής Παρουσίας τι εννοούμε; Τι είναι η Προσοχή; Πέρα από την Φυσική, Σωματική, Ακινησία η Προσοχή οδηγεί στην Ψυχολογική Ακινησία και στην Ακινησία της Σκέψης. Δεν είναι δύσκολο να το κάνουμε.
Όταν κάποιος δεν μπορεί, τελείως φυσικά να μείνει Ακίνητος για να Νοιώσει την Ύπαρξή του μπορεί να καταφύγει σε ένα απλό τέχνασμα που δεν είναι δύσκολο να μάθει. Να κάθεται φυσικά ακίνητος και να δοκιμάσει να κρατήσει την αναπνοή του. Τότε αυτόματα η Προσοχή στρέφεται στην Φυσική Παρουσία μας και σταματούν όλες οι εξωτερικές δραστηριότητες. Ο χρόνος που σταματά η αναπνοή είναι αρκετός για να νοιώσουμε ότι είμαστε εδώ, στο κέντρο του εγκεφάλου. Για λίγο σταματούν όλα κι Αναδύεται η Αίσθηση Παρουσίας, η Βαθύτερη Αίσθηση Ύπαρξης. Με λίγη εξάσκηση μπορούμε να φτάσουμε στην Φυσική Αντίληψη του Εαυτού μας (και τότε δεν θα χρειάζονται τα τεχνάσματα).
Έτσι λοιπόν κάποιος που Συνειδητοποιεί την Φυσική Παρουσία του, Εδώ, Τώρα, Γνωρίζει και Κατανοεί ότι είναι Εδώ, στο κέντρο του εγκεφάλου. Η φυσική μας Κατάσταση είναι να είμαστε «Ακίνητοι» σε Πλήρη Εγρήγορση, κι από εδώ να δραστηριοποιούμαστε, είτε προς τα Έσω, είτε προς τα έξω. Συνήθως όμως είμαστε σε σύγχυση, συνεχώς προσανατολισμένοι προς τα έξω, σε διαρκή σκέψη, με τις αισθήσεις σε πλήρη λειτουργία και σε πλήρη σωματική δραστηριότητα. Γιατί προσανατολιζόμαστε συνεχώς προς τα έξω; Επειδή νοιώθουμε ότι ζωή, αληθινή ζωή, είναι η επαφή με τον εξωτερικό κόσμο, η υλική εμπειρία, η διαχείριση των εξωτερικών καταστάσεων και πραγμάτων. Στην πραγματικότητα ο Προσανατολισμός προς τα Έξω δεν έχει κάτι λάθος ή κάτι επιλήψιμο. Είναι η εμπειρία της εξωτερικής υλικής ζωής. Θέλουμε, να ζήσουμε, να κυριαρχήσουμε, να «κατακτήσουμε» τον κόσμο. Εδώ όμως εξαντλείται η ζωή. Δεν έχει να μας προσφέρει τίποτα περισσότερο από την υλική εμπειρία. Και καλά κάνουμε και χρησιμοποιούμε και την σκέψη και τις αισθήσεις και την σωματική δραστηριότητα για να πραγματοποιήσουμε τους οποιουσδήποτε σκοπούς μας στον εξωτερικό κόσμο. Αλλά ζωή δεν είναι μόνο αυτό. Η Έννοια της Ζωής δεν εξαντλείται στην εξωτερική, βιολογική και υλική ζωή. Μπορούμε να κατακτήσουμε τα σύμπαντα. Και λοιπόν; Όλα αυτά θα είναι πάντα εξωτερικά και παροδικά. Δεν θέλουμε να δούμε ότι όλα είναι παροδικά και φθαρτά.
Κι όσο ο άνθρωπος προσανατολίζεται προς τα έξω διοχετεύει όλη του την ενέργεια και την δραστηριότητα στον εξωτερικό κόσμο. Η εξωτερική ζωή δεν έχει άλλο σκοπό από την ίδια την εξωτερική ζωή, δεν μπορεί να οδηγήσει πουθενά αλλού. Είμαστε στο Αλώνι του Χρόνου. Κι όσο μας «ενδιαφέρει» η εξωτερική ζωή νοιώθουμε πως η εξωτερική ζωή είναι ο σκοπός κι ο προορισμός μας, μαζί με τους επιμέρους στόχους που βάζουμε στον εαυτό μας. Κάποια στιγμή όμως (σε κάποια από τις ζωές που ζούμε) νοιώθουμε πως όλα αυτά δεν έχουν νόημα. Η εξωτερική εμπειρία μας κουράζει και μετά μας γίνεται αδιάφορη. Αναζητάμε μια Βαθύτερη αλήθεια στην Ύπαρξη (που δεν είναι ποτέ στην εξωτερική υλική ζωή). Συνήθως, όταν ξεκινά ο άνθρωπος την αναζήτηση το κάνει με τα μέσα που διαθέτει για να ζει και να κυριαρχεί στον εξωτερικό κόσμο, κυρίως με την διανόηση. Ερευνά θρησκείες, παραδόσεις, φιλοσοφία, διαβάζει εκατοντάδες χιλιάδες τόμους από την παγκόσμια βιβλιοθήκη, αναζητά Ζωντανούς Διδασκάλους, στην Δύση ή στην Ανατολή. Αλλά η διανόηση δεν είναι ο δρόμος. Η σκέψη μπορεί να μιμηθεί την Αλήθεια, να συσσωρεύσει τόνους πληροφοριών, να πειθαρχήσει την συμπεριφορά μας, να μας κάνει ηθικούς και άγιους κι οδηγητές των ανθρώπων. Όλο αυτό μοιάζει με παιδικό παιχνίδι. Η σκέψη είναι στην πραγματικότητα ένα περιορισμένο εργαλείο, έχει όρια και όσο καλά και να μιμείται την Αλήθεια δεν είναι Ζωντανή, δεν είναι Βίωμα, είναι απλά μια λειτουργία στον περιφερικό εγκέφαλο. Όλοι αυτοί που νομίζουν ότι η διανοητική πληροφόρηση κι η διανοητική κατανόηση της Αλήθειας είναι η Αλήθεια στην πραγματικότητα είναι ακόμα έξω, στον χώρο της σκέψης και της φαντασίας. Δεν προσέχουν καν ότι δεν είναι (δεν λειτουργούν) στο Κέντρο της Ισορροπίας τους, στο Κέντρο του Εγκεφάλου, αλλά ότι δραστηριοποιούνται στον μετωπιαίο φλοιό ή στον υπόλοιπο περιφερικό εγκέφαλο.
Όταν ο άνθρωπος αρχίζει να ενηλικιώνεται (όχι βιολογικά) και να σοβαρεύεται κατανοεί ότι όλα αυτά, η εξωτερική δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένης της εξωτερικής διανοητικής αναζήτησης της Αλήθειας, είναι ανοησίες και τότε νοιώθει ότι πρέπει να στραφεί Έσω, στην Αληθινή Αυτογνωσία, στην Συνειδητοποίηση του Εαυτού. Και τότε νοιώθει ότι η Ζωή είναι Έσω, ότι Σκοπός της Ύπαρξης είναι να Βιώσουμε την Εσωτερική Αλήθεια. Ούτε αυτό είναι ορθό. Η Ζωή δεν έχει Σκοπό πέρα από την ίδια την Ζωή. Απλά κατανοήσαμε ότι η εξωτερική ζωή δεν έχει πλέον να προσφέρει τίποτα και στρεφόμαστε στην Έσω Ζωή. Αυτό είναι κάτι τελείως Φυσικό. Ακόμα κι όσα Βιώνουμε Έσω είναι τελείως Φυσικά. Ανήκουν στην Εγγενή Φύση μας. Είναι η Φύση μας. Οι άνθρωποι, στην ανοησία τους, περιβάλλουν με μυστήριο την Έσω Ζωή και το Εσωτερικό Βίωμα (την Μη-Δυαδική Συνειδητότητα, την Παγκόσμια Συνειδητότητα) και ντύνουν με θρύλους όσους Βίωσαν τις Ανώτερες Εσωτερικές Καταστάσεις και μίλησαν για αυτά, ανθρώπους σαν τον Ορφέα, τον Λάο Τσε, τον Βούδα, τον Ιησού των Εσσαίων, και νεότερους σαν τον Νισαργκαντάτα ή τον Κρισναμούρτι. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα μυστηριώδες η «υπερβολικό» στην Φύση μας. Είμαστε η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (η ΘΕΟΤΗΤΑ) που έχει Εκδηλωθεί (με όλες τις Ανώτερες Δυνάμεις κι όλες τις κατώτερες λειτουργίες) εδώ, σε τούτο το ανθρώπινο σώμα. Αν δεν γνωρίζουμε την Αληθινή Εσωτερική Φύση μας αυτό οφείλεται στο ότι δεν στραφήκαμε προς τα Έσω για να την Γνωρίσουμε. Θα έπρεπε (και το κάνουν) όλοι οι Αληθινοί Διδάσκαλοι να μας εξηγούν ότι όλα αυτά είναι η Ανθρώπινη Φύση κι όχι να μας τρομάζουν (κάποιοι ανόητοι) με θεούς και δαίμονες.
Τελικά ο Άνθρωπος, ο Συνειδητός Άνθρωπος που Διαισθάνεται την Εσώτερη Φύση του και Στέκεται Βέβαιος στην Θέση της Υπαρξιακής Ισορροπίας του θα έπρεπε να εκπαιδεύεται και να λειτουργεί Ορθά και προς τα έξω και προς τα Έσω, σε μια Ισορροπημένη Ζωή. Δυστυχώς η ανθρωπότητα είναι ακόμα ανώριμη, δεν εκπαιδεύει ορθά τα νέα μέλη της και προσανατολίζει τους ανθρώπους προς την εξωτερική υλική ζωή. Σωστά το κάνει αυτό αλλά θα έπρεπε να Ενημερώνει και για την Εσωτερική Ζωή και να Βοηθά όσους θέλουν να Στραφούν Έσω. Αυτό το κάνουν μόνο κάποιοι πραγματικά Γνήσιοι Άνθρωποι που έχουν Κατανοήσει την Αλήθεια (επειδή την Βίωσαν), διωκόμενοι συχνά από την κοινωνία και τους ανθρώπους. Όλοι οι κοινωνικοί θρησκευτικοί θεσμοί, θρησκείες, θεολογίες, εκκλησίες, θρησκευτική λατρεία είναι μονάχα εξωτερική δραστηριότητα και εξωτερικό θέαμα, καμία σχέση δεν έχουν με την Αλήθεια. Είναι ένα θλιβερό υποκατάστατο της Αληθινής Θρησκευτικής Ζωής (της Εσωτερικής Ζωής).
Έτσι τι έχει να κάνει ο Άνθρωπος; Ο άνθρωπος, ο καθένας μας; εγώ, εσύ, όλοι μας. Απλά να Σταθούμε και να Αναρωτηθούμε Τι θέλουμε, Που θέλουμε να στραφούμε. Αν θέλουμε να στραφούμε έξω θα λάβουμε το έξω. Αν θέλουμε να στραφούμε Έσω τότε πρέπει να Μπούμε στο Μονοπάτι της Αληθινής Αυτογνωσίας. Εμείς αποφασίζουμε. Το πρόβλημα του ανθρώπου είναι Ηθικό. Όχι με την έννοια ότι υπάρχει σωστό ή λάθος για το που θα στραφούμε, αν θα στραφούμε έξω ή Έσω. Είναι Ηθικό με την έννοια της Ηθικής Ευθύνης. Παίρνουμε αυτό που διαλέγουμε, τίποτα άλλο. Διαλέγουμε είτε το εξωτερικό παροδικό και φθαρτό, είτε την Αιώνια Εσωτερική Ύπαρξη. Είναι θέμα ωριμότητας το τι θα διαλέξουμε. Ηθικά είμαστε απόλυτα ελεύθεροι να διαλέξουμε ότι θέλουμε. Απλά η ακεραιότητα και η τιμιότητα μας επιβάλλει μαζί με τις επιλογές μας να δεχθούμε και τις συνέπειες (ούτε να «θριαμβολογούμε», ούτε να «κλαψουρίζουμε»). Ιδού! Τι διαλέγουμε;


Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΚΙ Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΚΟΣΜΩΝ
ΘΑΝΑΤΟΣ



~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~