CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Thursday, 9 October, 2025

Sunday, April 17, 2022

ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ

 Η «ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ» ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Προοίμιο  

Ασαμσκρίτα  

Σαμσάρα  

Καμαβακάρα  

«Σατβάρι Αρυάνι Σατυάνι»

Νιρβάνα

…..



Προοίμιο

"Υπάρχει, ω αδελφοί, μία σφαίρα ζωής όπου δεν υπάρχει ούτε γη, ούτε νερό, ούτε φωτιά, ούτε αέρας, ούτε η σφαίρα του ατέλειωτου χώρου, ούτε καν η σφαίρα της συνείδησης. Εκεί που σας λέω δεν υπάρχει πραγματικά ούτε αυτός εδώ ο κόσμος, ούτε ο άλλος κόσμος, ούτε η σφαίρα του απείρου διαστήματος, ούτε η σφαίρα της άπειρης συνείδησης, ούτε η σφαίρα της ανυπαρξίας του οτιδήποτε, ούτε η σφαίρα όπου δεν υπάρχει ούτε αντίληψη, ούτε μη αντίληψη. Μιά τέτοια κατάσταση , ω αδελφοί, εγώ θα την περιέγραφα έτσι: ούτε να έρχεσαι, ούτε να πηγαίνεις, ούτε να στέκεσαι, ούτε να γυρίζεις πίσω, ούτε να κατεβαίνεις, μα ούτε και να ανεβαίνεις. Είναι κάτι σαν μη γεννημένο, μη γινόμενο, μη δημιουργημένο, μη συνθεμένο: είναι το τέλος της οδύνης". Ουντάνα, VIII, I, 1ος αιώνας π.Χ.).


Ασαμσκρίτα

Η Έσχατη Πραγματικότητα στην Βουδιστική Διδασκαλία («Ασαμσκρίτα») δεν μπορεί ούτε να συνειδητοποιηθεί σαν ατομική εμπειρία, ούτε να προσδιορισθεί, ούτε να γίνει αντιληπτή, αισθητή, ή απτή. Η Έσχατη Πραγματικότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο από «αυτόν» που «έφτασε» στο «Νιρβάνα» (από το αρνητικό μόριο «νιρ» και την ρίζα «βα» - πνέω), στο σβήσιμο του γίγνεσθαι (των διαδικασιών εξέλιξης). Έτσι η Έσχατη Πραγματικότητα Είναι Ταυτόσημη με το Νιρβάνα. Όποιος δεν έχει φτάσει στο Νιρβάνα βιώνει μια σχετική πραγματικότητα, ένα συνεχές γίγνεσθαι…

Έτσι λοιπόν η Βουδιστική Διδασκαλία δέχεται ότι υπάρχει Μια Πραγματικότητα που Είναι το Υπόβαθρο των πάντων. Αλλά εφ’ όσον είναι αδύνατον να προσδιορισθεί από κάποιον που δεν την βιώνει αποφεύγει συστηματικά να μιλήσει γι’ Αυτήν Την Πραγματικότητα. Αυτό για το οποίο μπορούμε να μιλήσουμε είναι το γίγνεσθαι. Το Νιρβάνα, το σβήσιμο του γίγνεσθαι, οδηγεί στην Πραγματικότητα, πέρα από το γίγνεσθαι.. Έτσι η Υπέρτατη Πραγματικότητα πρέπει να γίνεται «αντιληπτή» σαν το Απόλυτο κι όχι σαν ανυπαρξία.


Σαμσάρα

Το Σαμσάρα

Για την Βουδιστική Διδασκαλία το μόνο «πραγματικό» είναι η εξελικτική διαδικασία. Ό,τι εμφανίζεται, ό,τι γίνεται αντιληπτό, το φαινόμενο, είναι μια εξελικτική διαδικασία. Η «ύπαρξη» είναι μια εξελικτική διαδικασία, αλλά και οι κόσμοι και τα επιμέρους φαινόμενα, όλα, είναι εξελικτικές διαδικασίες. «Όλο αυτό» είναι το Σαμσάρα.

Η εξελικτική διαδικασία αναλύεται σε διαδοχικές, στιγμιαίες, καταστάσεις, που ονομάζονται «ντάρμα» (από την ρίζα «ντρι», στηρίζω, κρατώ). Τα ντάρμα λοιπόν είναι οι ύστατες πραγματικότητες που μπορούμε να αντιληφθούμε, το πρώτο συνθετικό των φαινομένων. Έτσι λοιπόν το γίγνεσθαι, η εξελικτική διαδικασία, εμφανίζεται σαν μια ροή αυτών των ντάρμα. 

Τα ντάρμα είναι εξαρτημένες πραγματικότητες, είναι αποτέλεσμα των προηγούμενων ντάρμα κι είναι αυτά που προκαθορίζουν τα επόμενα ντάρμα, Όλη αυτή η ροή υπακούει σε αυστηρούς νόμους που μπορούν να αναχθούν τελικά στον Νόμο της Παγκόσμιας Αιτιότητας, «Κάρμα» (από την ρίζα «κρι», πράττειν). Το Κάρμα υποδηλώνει την δράση αλλά και το αποτέλεσμα της δράσης, υποδηλώνει έτσι την ευθύνη από την ίδια την δράση και την συμπεριφορά που μεταβιβάζεται μέσα στον χρόνο.

Τα ντάρμα είναι στιγμιαία και δεν διαρκούν παρά ελάχιστο χρόνο. Έτσι το μόνο πραγματικό είναι η ροή, η εξελικτική διαδικασία, το γίγνεσθαι. «Ό,τι υπάρχει είναι στιγμιαίο», όλα είναι παροδικά.

Η εξελικτική διαδικασία εμφανίζεται με διάφορες μορφές. Σαν βιτζνάνα, συνειδησιακή διαδικασία, διαδοχή συνειδησιακών καταστάσεων, σαν σαμσκάρα, νοητική διαδικασία, διαδοχή στιγμιαίων νοητικών καταστάσεων, σαν σάμτζνα, αντιληπτική διαδικασία, διαδοχή αντιληπτικών καταστάσεων, σαν βεντάνα, αισθησιακή διαδικασία, διαδοχή αισθησιακών καταστάσεων, σαν ρούπα, υλική, οργανική διαδικασία, διαδοχή οργανικών δομών. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία και μόνη διαδικασία που εμφανίζεται με διάφορες μορφές. Δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στην συνείδηση και την υλική μορφή, είναι η ίδια διαδικασία σε διαφορετική συχνότητα. Η διαδικασία εμφανίζεται άλλοτε σαν συνείδηση, άλλοτε σαν νόηση, άλλοτε σαν αντίληψη, άλλοτε σαν αίσθηση, άλλοτε σαν μορφή. Πρόκειται όμως για την ίδια διαδικασία πάντα. Έτσι το γίγνεσθαι αποτελεί μια συνέχεια (μέσα στους χωροχρόνους και μέσα στον τοπικό χρόνο). Το «ον» δεν είναι παρά ένας συνδυασμός από εξελικτικές διαδικασίες, ροές από ντάρμας ( «σκάντας») που συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους.

Οι Περιοχές του Σαμσάρα

Το Σαμσάρα (γίγνεσθαι) διαιρείται σε τρεις Περιοχές, «Βακάρα» (κατάσταση του γίγνεσθαι κι όχι αντικειμενική, σταθερή περιοχή). Οι Περιοχές, καταστάσεις, του γίγνεσθαι είναι: α) Το Αρούπαβακάρα (περιοχή χωρίς μορφή), η κατάσταση της υπερνοητικής διαδικασίας, της διαδοχής στιγμιαίων υπερνοητικών διαδικασιών. β) Το Ρούπαβακάρα (περιοχή με μορφή), η κατάσταση της αντιληπτικής διαδικασίας, της διαδοχής στιγμιαίων αντιληπτικών καταστάσεων. γ) Το Κάμαβακάρα (περιοχή της επιθυμίας και της αισθητηριακής ευχαρίστησης), η κατάσταση της υλικής μορφής, της διαδοχής στιγμιαίων υλικών καταστάσεων.

Ό,τι ονομάζουμε «ον» είναι στην πραγματικότητα ένα γίγνεσθαι, ένα ρεύμα από ντάρμα. Στο Αρούπαβακάρα αυτό το ον είναι ένα ρεύμα από «ντάρμα χωρίς μορφή», Βιτζνάνα, συνείδηση, αυτοσυνείδηση, Σαμσκάρα, βούληση, νοητικά αποτυπώματα που υποκινούν επιθυμίες, Σάμτζνα, αντίληψη, νοητική αντίληψη. Η διαφορά αυτών των κατηγοριών ντάρμα είναι πολύ λεπτή. Το ον αποτελεί μια παρουσία, μια ύπαρξη, χωρίς συγκεκριμένη μορφή, μια νοητική ύπαρξη

Το Αρούπαβακάρα διαιρείται σε Τέσσερις Ουρανούς, καταστάσεις που είναι (απαριθμώντας από τον ανώτερο προς τον κατώτερο): 1) Ναϊβασάμτζνα Σαμγκνιαγιάτανα (περιοχή όπου δεν υπάρχει ούτε αντίληψη ούτε μη-αντίληψη και που στην πραγματικότητα υπερβαίνει το Αρούπαβακάρα και απλώνεται στο Απόλυτο). 2) Ακιντσανιαγιάτανα (περιοχή όπου η συνείδηση υπάρχει μέσα στην ανυπαρξία του οτιδήποτε). 3) Βιγκιαναναντιαγιάτανα (περιοχή όπου η συνείδηση υπάρχει στην άπειρη κατάσταση της συνείδησης). 4) Ακασαναντιαγιάτανα (περιοχή όπου η συνείδηση υπάρχει στο άπειρο διάστημα).

Είναι φανερό ότι υπάρχει πλήρης αντιστοιχία ανάμεσα στις καταστάσεις που βιώνει το ον, το επίπεδο στο οποίο λειτουργεί το ον (Βιτζνάνα, Σαμσκάρα, Σάμτζνα) και τους «ουρανούς».

Στο Ρούπαβακάρα το ον είναι νοητικότητα (ρεύμα από ντάρμα χωρίς μορφή) που εκφράζεται στο πεδίο της «αίσθησης». Δημιουργείται έτσι μια νέα κατηγορία ντάρμα, («Βεντάνα», αισθητικότητα), ένα ρεύμα από ντάρμα με μορφή, μια διαδοχή στιγμιαίων αισθητηριακών καταστάσεων. Εδώ τα ντάρμα χωρίς μορφή (νοητικότητα) δεν έχουν ην ίδια λειτουργία όπως στο Αρούπαβακάρα. Η λειτουργία τους είναι προσαρμοσμένη στο Ρούπαβακάρα, υποβαθμισμένη. Κυριαρχούν τα ντάρμα με μορφή. Το ον εδώ είναι μια νοητικότητα που έχει μία εσωτερική διάσταση που κατάγεται από το Αρούπαβακάρα και μία εξωτερική δραστηριότητα που φέρνει το «ον» σε επαφή με τον κόσμο των μορφών. Το «ον» εκφράζεται μέσα από ένα λεπτό σώμα (που είναι ένα ρεύμα από αισθητηριακές καταστάσεις δομημένες με τέτοιο τρόπο που εμφανίζονται σαν μια μορφή). Είναι μια ύπαρξη αιθέρια που καταλαμβάνει ωρισμένο χώρο, κλπ.

Το Ρούπαβακάρα διαιρείται σε Δεκαέξη Ουρανούς τακτοποιημένους σε τέσσερα επίπεδα.

Είναι φανερό ότι υπάρχει πλήρης αντιστοιχία ανάμεσα στις καταστάσεις που βιώνει το ον, το επίπεδο στο οποίο λειτουργεί το ον (Βιτζνάνα, Σαμσκάρα, Σάμτζνα προσαρμοσμένα σο Ρούπαβακάρα) και τα «τέσσερα επίπεδα».

Στο Καμαβακάρα το ον είναι αιθέρια ύπαρξη που εκφράζεται στο πεδίο της «ύλης». Δημιουργείται έτσι μια νέα καηγορία από ντάρμα («Ρούπα», σώμα, ένα γίγνεσθαι της ύλης δομημένο με τέτοιο τρόπο που εμφανίζεται σαν στέρεη μορφή), ένα ρεύμα από ντάρμα υλικής μορφής (μια διαδοχή στιγμιαίων καταστάσεων της ύλης που είναι δομημένες έτσι που εμφανίζονται σαν το υλικό σώμα που γνωρίζουμε. Εδώ τα ντάρμα χωρίς μορφή (νοητικότητα) και τα ντάρμα με μορφή (αισθητικότητα) δεν έχουν την ίδια λειτουργία όπως στα ανώτερα πεδία, η λειτουργία τους είναι προσαρμοσμένη στο Κάμαβακάρα, υποβαθμισμένη. Κυριαρχούν τα ντάρμα της υλικής μορφής. Έτσι οι νοητικές λειτουργίες του «όντος» στο Κάμαβακάρα έχουν μία ανώτερη διάσταση που κατάγεται από το Αρούπαβακάρα, μία εσωτερική διάσταση που κατάγεται από το Ρούπαβακάρα και μία εξωτερική δραστηριότητα που φέρνει το «ον» σε επαφή με τον κόσμο των μορφών.

Διαθέτει επίσης την «αισθητικότητα» που έχει μία εσωτερική διάσταση που κατάγεται από το Ρούπαβακάρα -διαίσθηση- και μία εξωτερική δραστηριότητα που υποβοηθεί την νοητικότητα στην αντίληψη του Κάμαβακάρα –αισθητικότητα-. Στο Κάμαβακάρα το ον είναι αιθέρια ύπαρξη που εκφράζεται μέσα από ένα υλικό, χονδροειδές σώμα. 

Το Κάμαβακάρα διαιρείται σε Τρεις Περιοχές, τον Ουρανό, την γη και τον κάτω κόσμο. Ο Ουρανός είναι ο κόσμος των ντέβας. Η γη είναι ο κόσμος των ανθρώπων, των ασούρας (δαίμονες), των πρέτας (φαντάσματα) και των ζώων. Ο κάτω κόσμος είναι ο κόσμος των κολασμένων.

Είναι φανερό ότι υπάρχει πλήρης αντιστοιχία ανάμεσα στις καταστάσεις που βιώνει το ον, το επίπεδο στο οποίο λειτουργεί το ον (Βιτζνάνα, Σαμσκάρα, Σάμτζνα προσαρμοσμένα σο Κάμαβακάρα) και τις «τρεις περιοχές».

Η ζωή στο Σαμσάρα

Το γίγνεσθαι είναι μια ροή, μια διαδοχή στιγμιαίων καταστάσεων κι αποτελεί μια συνέχεια.. Ουσιαστικά δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην νοητικότητα, την αισθητικότητα, ή το βιολογικό γίγνεσθαι. Πρόκειται για διαφορετικές καταστάσεις του γίγνεσθαι, το γίγνεσθαι είναι μια συνέχεια. Το ον είναι ένα γίγνεσθαι, ένα ρεύμα στιγμιαίων καταστάσεων. Βρίσκεται μέσα στο χώρο του γίγνεσθαι, σε μια από τις τρεις καταστάσεις του γίγνεσθαι. Όταν το ον, σε μια συγκεκριμένη Περιοχή, κλείσει τον κύκλο της εξέλιξής του (ζωή) επέρχεται διάλυση της σύνθεσης (θάνατος). Εφ’ όσον το ον, κατά την διάρκεια της «ζωής» του έφτασε σε ένα ξεπέρασμα του γίγνεσθαι, σε ένα σβήσιμο των ντάρμα της Περιοχής του γίγνεσθαι μέσα στην οποία εξελισσόταν, τότε το ον απελευθερώνεται και μετά τον θάνατο μεταβαίνει σε μια ανώτερη κατάσταση ύπαρξης. Εφ’ όσον όμως το ον κατά την διάρκεια της ζωής παρέμεινε μέσα στο γίγνεσθαι (απορροφημένο στην συνεχή διαδοχή των ντάρμα της Περιοχής του γίγνεσθαι μέσα στην οποία εξελισσόταν) τότε το ον μετά τον θάνατο δεν απελευθερώνεται για να μεταβεί σε ανώτερη κατάσταση ύπαρξης αλλά κάτω από την πίεση των προσκολλήσεων παραμένει ένας «πυρήνας γίγνεσθαι» που οδηγεί αργά ή γρήγορα σε μια νέα σύνθεση από ντάρμα μέσα στην Πριοχή του γίγνεσθαι που εξελισσόταν στην προηγούμενη ζωή το ον, σε μια νέα ενσάρκωση. Έτσι το ον κινείται μέσα στο γίγνεσθαι, στις Περιοχές του γίγνεσθαι. Είναι ένα συνεχές ρεύμα που μεταβαίνει από ύπαρξη σε ύπαρξη, χωρίς σταμάτημα.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι η προηγούμενη εξέλιξη (ζωή) μέσα σε μια κατάσταση του γίγνεσθαι και η επόμενη εξέλιξη (ζωή) μέσα στην ίδια κατάσταση του γίγνεσθαι αν κι αποτελούν συνέχεια εν τούτοις φαίνεται σαν να είναι διαφορετικές. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια νέα σύνθεση ντάρμα αλλά η δομή της εξαρτάται απόλυτα από την ύπαρξη που προηγήθηκε. Εδώ ακριβώς φαίνεται η λειτουργία του Κάρμα, του Νόμου της Αιτιότητας. Το ον αποτελεί ένα συνεχές ρεύμα που μεταβαίνει από ζωή σε ζωή ασταμάτητα. Αυτός είναι ο κύκλος της μετενσάρκωσης. Το ον εξαφανίζεται εδώ, εμφανίζεται εκεί, συνέχεια. Αυτή η εξέλιξη υπακούει αυστηρά στο Νόμο του Κάρμα. Όποια είναι η δράση, αυτό είναι το αποτέλεσμα. Έτσι το ον με την εξέλιξη δημιουργεί τον εαυτό του. Κάθε ον φέρνει ακέραιη την ευθύνη της εξέλιξής του. Το όντα πορεύονται σύμφωνα με τον Νόμο του Κάρμα. Κανένα ον δεν μπορεί να ξεφύγει από τον τροχό της εξέλιξης. Η μόνη διέξοδος είναι η απελευθέρωση. 

Έτσι τα όντα είναι παγιδευμένα μέσα στο γίγνεσθαι, στις τρεις Περιοχές του γίγνεσθαι. Επομένως ένα ον, στην πορεία του, έχει να ξεπεράσει τρεις βαθμίδες (που αντιστοιχούν στις τρεις Περιοχές του γίγνεσθαι) μέχρι την τελική απελευθέρωση. Το Νιρβάνα που πετυχαίνεται με το ολοκληρωτικό σβήσιμο κάθε γίγνεσθαι είναι το Αληθινό Νιρβάνα.

Καμαβακάρα

Την στιγμή που ένα ον ξεκινά την ύπαρξή του μέσα στο Καμαβακάρα είναι ήδη αποτέλεσμα ενός προηγούμενου γίγνεσθαι. Το γεγονός ότι αυτό το ον τείνει να εκδηλωθεί στο Καμαβακάρα σημαίνει ότι υπάρχει ήδη μια τάση, μια ώθηση, μέσα του που το οδηγεί στην εκδήλωση στο Κάμαβακάρα. Είναι νοητικότητα (στην Περιοχή του Ρούπαβακάρα) προσανατολισμένη προς τον υλικό κόσμο (μια συσώρευση νοητικών εντυπωμάτων που έχουν εισέλθει από την αντίληψη και σχετίζονται με τον υλικό κόσμο), με μνήμες από τις αισθήσεις, που νοιώθει την ανάγκη να εκδηλωθεί και πάλι μέσα από ντάρμα υλικής υφής, μέσα από ένα σώμα.

Το ον που εκδηλώνεται στο Κάμαβακάρα είναι μια νέα, ολοκληρωμένη, σύνθεση όλων αυτών των ντάρμα, μια ροή αυτών των ντάρμα: Βιτζνάνα, Σαμσκάρα, Σάμτζνα (αυτά τα τρία συνιστούν την νοητικότητα που έχει μία ανώτερη διάσταση που κατάγεται από το Αρούπαβακάρα, μία εσωτερική διάσταση που κατάγεται από το Ρούπαβακάρα και μία εξωτερική δραστηριότητα που φέρνει το «ον» σε επαφή με τον κόσμο των μορφών), Βεντάνα (αισθητικότητα που έχει μία εσωτερική διάσταση που κατάγεται από το Ρούπαβακάρα και μία εξωτερική δραστηριότητα που φέρνει το «ον» σε επαφή με τον κόσμο των μορφών), Ρούπα (σώμα, βιολογικό γίγνεσθαι). Η σχέση μεταξύ αυτών των κατηγοριών ντάρμα είναι σαφώς καθορισμένη. Η νοητικότητα είναι η αυτοσυνείδηση που χρησιμοποιεί την αισθητικότητα και το σώμα σαν φορέα μέσα στο Κάμαβακάρα.

Έτσι το «ον» στο Κάμαβακάρα μπορεί (και βιώνει) τις ακόλουθες δραστηριότητες, καταστάσεις.

1) Νιρβάνα

2) Τέσσερις ανώτερες καταστάσεις, Νάϊβασάμτζνα-Σάμτζνιαγιάτανα, Ακιντσάνιαγιάτανα. Βιτζνάνανάντιαγιάτανα, Ακάσανάντιαγιάτανα.

3) Τρεις νοητικές καταστάσεις, βιτζνάνα, σαμσκάρα, σαμτζνα, που έχουν μία εσωτερική λειτουργία και μία εξωτερική δραστηριότητα. 

4) Η δραστηριότητα των αισθήσεων, βεντάνα, που έχει μία εσωτερική λειτουργία και μία εξωτερική δραστηριότητα. 

5) Μία εξωτερική υλική δραστηριότητα, ρούπα.

Το ον σαν σύνολο δρα, εξελίσσεται, πορεύεται μέσα στην ζωή. Το Νιρβάνα (στο Κάμαβακάρα) σημαίνει την υπέρβαση του γίγνεσθαι στο Κάμαβακάρα. Η υπέρβαση του βιολογικού γίγνεσθαι σημαίνει την υπέρβαση της προσκόλλησης στο σώμα και τα υλικά πράγματα. Η υπέρβαση του αισθησιοκινητικού γίγνεσθαι σημαίνει την υπέρβαση των παθών, έμμονων επιθυμιών, κλπ. Η υπέρβαση του νοητικού γίγνεσθαι έχει τρία στάδια με τρεις βαθμίδες το καθένα. Πρέπει καταρχήν να ξεπερασθεί η εξωτερική νοητικότητα που συνδέεται με την αισθητικότητα (τρεις βαθμίδες). Μετά πρέπει να ξεπερασθούν οι εσωτερικές διεργασίες (τρεις βαθμίδες του ντυάνα και μία τέταρτη βαθμίδα που έχει τον χαρακτήρα της συγκομιδής και οριοθετεί το πέρασμα σε μία ανώτερη κατάσταση). Υπάρχει τέλος ακόμα ένα πιό εσωτερική διαδικασία (τρεις ανώτερες καταστάσεις και μία τέταρτη που είναι το Νιρβάνα). Το Νιρβάνα (στο Κάμαβακάρα) σημαίνει το πέρασμα πέρα από κάθε γίγνεσθαι. Δεν είναι η πραγματοποίηση κάποιας κατάστασης. Δεν υπάρχει η αντίληψη ότι έχει πραγματοποιηθεί κάποια κατάσταση γιατί όσο υπάρχει οποιαδήποτε αντίληψη μιάς πραγματοποίησης το ον είναι ακόμα μέσα στο γίγνεσθαι και δεν έχει περάσει πέρα.

Όταν το ον φτάσει στο Νιρβάνα, πέρα από κάθε γίγνεσθαι τότε έχει απελευθερωθεί από την ζωή στο Κάμαβακάρα κι όταν επέλθει ο θάνατος (όταν εξαντληθούν οι αιτίες που δημιούργησαν αυτή την ζωή) τότε το ον απελευθερώνεται και δεν ξαναγυρνά στο Κάμαβακάρα, μεταβαίνει σε μια ανώτερη κατάσταση ύπαρξης, στο Ρύπαβακάρα.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι το Νιρβάνα στο Κάμαβακάρα δεν είναι αυτό καθεαυτό το Απόλυτο. Αυτό που έχει εξαλειφθεί είναι το γίγνεσθαι στο Κάμαβακάρα, έχουν εξαλειφθεί οι αιτίες που θα οδηγούσαν σε μια νέα ενσάρκωση μέσα στο Κάμαβακάρα. Το Νιρβάνα στο Κάμαβακάρα αν και είναι το Απόλυτο σε σχέση με το γίγνεσθαι στο Κάμαβακάρα και δεν μπορεί να προσδιορισθεί με νοητικούς όρους όμως αποτελεί μια κατάσταση ύπαρξης (στο Ρούπαβακάρα), ένα γίγνεσθαι σε μια ανώτερη διάσταση. Υπάρχει νοητικότητα άλλου είδους και αισθητικότητα σαν φορέας σε αυτή την νέα κατάσταση ύπαρξης. Έτσι το Νιρβάνα στο Κάμαβακάρα είναι η κοινή ύπαρξη σε μια ανώτερη κατάσταση ύπαρξης (στο Ρούπαβακάρα).

Όταν το ον δεν επιτύχει το Νιρβάνα παραμένει μέσα στο γίγνεσθαι κι είναι καταδικασμένο (σύμφωνα με το Νόμο του Κάρμα) μετά τον θάνατο να ξαναγυρίσει στο Κάμαβακάρα. 

Όλη αυτή η πορεία του όντος μέσα στο γίγνεσθαι (στο Κάμαβακάρα) περιγράφεται στην βουδιστική γραμματολογία στην «θεωρία της εξαρτώμενης γέννησης των φαινομένων («Πρατίγια Σαμουτπάντα») ή «αλυσίδα των Δώδεκα Αιτιών» («Νιντάνα») ως εξής: 

(Προηγούμενη ζωή)

1) Η αβιντίγια (άγνοια, μη-απελευθέρωση, παραμονή μέσα στο γίγνεσθαι) δημιουργεί τα σαμσκάρα (νοητικά εντυπώματα, κατάλοιπα του προηγούμενου γίγνεσθαι).

2) Τα σαμσκάρα δημιουργούν το βιτζνάνα (συνείδηση, αρχικός νοητικός πυρήνας που θα αποτελέσει την βάση του νέου γίγνεσθαι)

(Παρούσα ζωή)

3) Το βιτζνάνα δημιουργεί το νάμα-ρούπα (όνομα και μορφή, σύνθεση των διαφόρων κατηγοριών ντάρμα – βιτζνάνα, σαμσκάρα, σάμτζνα, βεντάνα, ρούπα). 

4) Το νάμα-ρούπα δημιουργεί τα σανταγιάτανα (αισθητήρια όργανα, μέσω των οποίων το ον έρχεται σε επαφή με τον κόσμο).

5) Τα σανταγιάτανα δημιουργούν το σπάρσα (επαφή, μεταξύ του όντος και του κόσμου).

6) Το σπάρσα δημιουγεί το βεντάνα (αίσθηση, το συγκεκριμένο γεγονός της αίσθησης).

7) Το βεντάνα δημιουργεί το τρίσνα (δίψα για ζωή, στο Κάμαβακάρα).

8) Το τρίσνα δημιουργεί το ουπαντάνα (προσήλωση στην ζωή, εντατική δίψα, κατάκτηση του κόσμου των αισθήσεων, που συγκρίνεται με την φλόγα που κατατρώει την καύσιμη ύλη).

9) Το ουπαντάνα δημιουργεί το μπχάβα (μέλλον, το κάρμα που παράγεται στην διάρκεια της ζωής στο Κάμαβακάρα, τα σαμσκάρα που θα προκαλέσουν μια νέα ζωή στο Κάμαβακάρα).

10) Το μπχάβα δημιουργεί το ζάτι (γέννηση, ένα νέο γίγνεσθαι μέσα στο Κάμαβακάρα).

(Μέλλουσα ζωή)

11) Το ζάτι δημιουργεί το σμπαμαράνα (γεράματα, μια νέα ύπαρξη που συνοδεύεται από όλα τα χαρακτηριστικά της ύπαρξης στο Κάμαβακάρα, φθορά, πόνο, κλπ.).

12) Το σμπαμαράνα είναι ένας νέος κρίκος στην αλυσίδα του Σαμσάρα.


Σατβάρι Αρυάνι Σατυάνι

Οι Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες

Το ον είναι ένα γίγνεσθαι, που μεταβαίνει από ζωή σε ζωή μέσα στο Κάμαβακάρα χωρίς σταματημό. Δεν υπάρχει τίποτα σταθερό, τίποτα αιώνιο, όλα είναι παροδικά, μια αδιάκοπη ροή καταστάσεων. Κι είναι αυτή ακριβώς η Παροδικότητα που προκαλεί οδύνη (ντούκχα). «Σάρβαμ ντούκχαμ, σάρβαμ ανίτυαμ» (όλα είναι οδύνη, όλα είναι παροδικά). Έτσι ολόκληρη η ύπαρξη, το ίδιο το γίγνεσθαι σε κάθε στιγμή του είναι οδύνη. Η παραμονή μέσα στο γίγνεσθαι, η εμμονή στο γίγνεσθαι, ονομάζεται «τρίσνα» (δίψα για ζωή στο Κάμαβακάρα). Όσο υπάρχει αυτή η δίψα το γίγνεσθαι τροφοδοτείται και η πορεία συνεχίζεται. Επομένως είναι η δίψα για ζωή στο Κάμαβακάρα που κρατά το ον δεμένο μέσα στο γίγνεσθαι, στην συνεχή αναγέννηση μέσα στο Κάμαβακάρα.

Ο ίδιος ο Βούδας διατυπώνοντας τις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες (Σατβάρι Αρυάνι Σατυάνι) προσδιόρισε:

1) Με την Πρώτη Αλήθεια το γίγνεσθαι και την οδύνη του γίγνεσθαι.

2) Με την Δεύτερη Αλήθεια το αίτιο του γίγνεσθαι που είναι η εμμονή στο γίγνεσθαι (η δίψα για ζωή στο Κάμαβακάρα).

3) Με την Τρίτη Αλήθεια την εξάλειψη του γίγνεσθαι

4) Με την Τέταρτη Αλήθεια την Ατραπό για το Νιρβάνα που είναι ακριβώς: 

α) η αντίληψη του γίγνεσθαι, της οδύνης, 

β) η συνειδητοποίηση του αιτίου του γίγνεσθαι,

γ) η εξάλειψη του γίγνεσθαι

δ) το Νιρβάνα

Ο δρόμος που οδηγεί στο Νιρβάνα είναι γνωστός σαν «Αρύα Αστάνγκα Μάργκα» (Ευγενής Οκταπλή Ατραπός) και περιλαμβάνει:

Σαμυάκ ντρίστι (ορθή αντίληψη),

Σαμυάκ σανκάλπα (ορθή απόφαση),

Σαμυάκ βακ (ορθή ομιλία),

Σαμυάκ καρμάντα (ορθή συμπεριφορά),

Σαμυάκ ατζίβα (ορθή ζωή),

Σαμυάκ βινυάμα (ορθή προσπάθεια),

Σαμυάκ σμρίτι (ορθή σκέψη),

Σαμυάκ Σαμάντι (ορθός διαλογισμός, τέλεια συγκέντρωση της συνείδησης).

Ειδικότερα η Ατραπός που οδηγεί στο Νιρβάνα, στην Πραγματικότητα, έχει Τρία Στάδια. 

Το Πρώτο Στάδιο ονομάζεται Πράτζνα (Γνώση) και περιλαμβάνει την Ορθή Αντίληψη και την Ορθή Διάθεση. Με την είσοδο στο Σάνγκα (Βουδιστική Αδελφότητα) ήδη ο άνθρωπος έχει κάνει ένα βήμα πέρα από τον κόσμο: απαρνιέται όλα τα υλικά πράγματα για να βαδίσει προς το Νιρβάνα. Αυτή η απάρνηση δεν είναι μια τυπική, εξωτερική, αποχή: είναι εσωτερική αποκόλληση, σβήσιμο κάθε ενδιαφέροντος για τα υλικά πράγματα. Αυτό είναι το Στάδιο της καταστροφής των υλικών ντάρμα (ρούπα): υπονοείται εδώ η καταστροφή της προσκόλλησης στα υλικά ντάρμα, η εξουδετέρωσή τους (τα υλικά ντάρμα θα εξακολουθούν να υφίστανται μέχρις ότου εκλείψουν οι αιτίες που τα προκάλεσαν, μέχρι δηλαδή τον θάνατο του υλικού σώματος). Αυτό είναι ένα Προκαταρκτικό Στάδιο και δεν είναι ακόμα η Κύρια Άσκηση.

Το Δεύτερο Στάδιο ονομάζεται Σίλα (Ηθικότητα) και περιλαμβάνει την Ορθή Ομιλία, την Ορθή Συμπεριφορά, την Ορθή Ζωή. Πριν ο βουδιστής μπορέσει να μπει πραγματικά στην Ατραπό χρειάζεται να περάσει από ένα Στάδιο Εσωτερικής Τελειοποίησης, να απαλαχτεί από τα διάφορα πάθη που αποτελούν εμπόδια στην Ατραπό. Πρέπει να ακήσει αυτό που ονομάζεται Πάνκα Σίλα (Πενταπλή Πειθαρχία) που συγκροτείται από πέντε απαγορεύσεις: να μην σκοτώνεις, να μην κλέβεις, να μην έρχεσαι σε σεξουαλική επαφή με άλλο πρόσωπο, να μην ψεύδεσαι, να μην πίνεις οινόπνευμα. Αυτές είναι οι κυριότερες απαγορεύσεις αλλά υπονοείται ότι πρέπει να εξαλειφθούν όλα τα πάθη. Αυτή η κάθαρση από τα πάθη δεν πρέπει να είναι απλή, εξωτερική, αποχή αλλά εσωτερική στάση. Αυτό είναι το Στάδιο της καταστροφής των μορφικών ντάρμα (βεντάνα): υπονοείται εδώ η καταστροφή της προσκόλλησης στα μορφικά ντάρμα, η εξουδετέρωσή τους (ο βουδιστής αισθάνεται τα πάντα αλλά δεν δεσμεύεται πιά).

Το Τρίτο Στάδιο ονομάζεται Σαμάντι (Θεωρία) και περιλαμβάνει την Ορθή Προσπάθεια, την Ορθή Σκέψη, την Ορθή Συγκέντρωση (Σαμάντι). Η Πραγματική Πορεία Προς το Νιρβάνα αρχίζει με την Είσοδο στο Τρίτο Στάδιο. Αυτό είναι το Στάδιο της καταστροφής των ντάρμα χωρίς μορφή (σάμτζνα, σαμσκάρα, βιτζνάνα): υπονοείται εδώ η καταστροφή της προσκόλλησης σε αυτά τα ντάρμα, η εξουδετέρωσή τους. Η Πραγματοποίηση εδώ δεν πρέπει να υπονοείται σαν πνευματική εξέλιξη αλλά σαν προοδευτική καταστροφή του γίγνεσθαι.

Η Ορθή Προσπάθεια αντιστοιχεί στην Βίωση της Πρώτης Ευγενούς Αλήθειας (αντίληψη του γίγνεσθαι, της οδύνης), στην καταστροφή της εξωτερικής δραστηριότητας της νοητικότητας κι έχει τέσσερις βαθμίδες, τρεις βαθμίδες που αντιστοιχούν στην καταστροφή της εξωτερικής δραστηριότητας των σάμτζνα, σαμσκάρα, βιτζνάνα και μία τέταρτη βαθμίδα που αποτελεί την συγκομιδή της όλης προσπάθειας και σηματοδοτεί το πέρασμα στην ανώτερη κατάσταση.

Η Ορθή Σκέψη αντιστοιχεί στην Βίωση της Δεύτερης Ευγενούς Αλήθειας (συνειδητοποίηση του αιτίου του γίγνεσθαι), στην καταστροφή της εσωτερικής δραστηριότητας της νοητικότητας κι έχει τέσσερις βαθμίδες που αντιστοιχούν στην καταστροφή της εσωτερικής δραστηριότητας των σάμτζνα, σαμσκάρα, βιτζνάνα και την συγκομιδή της όλης προσπάθειας που σηματοδοτεί το πέρασμα στην ανώτερη κατάσταση. Ο τεχνικός όρος που χρησιμοποιείται στην Βουδιστική Διδασκαλία για την Άσκηση σε αυτό το στάδιο είναι «Ρούπα Ντυάνα». Ο όρος μεταφράζεται σαν Διαλογισμός, όμως η λέξη δεν είναι ακριβώς η αντίστοιχη και χρειάζεται διευκρινήσεις. Ρούπα Ντυάνα λοιπόν σημαίνει για τους βουδιστές καταστροφή της εσωτερικής δραστηριότητας της νοητικότητας. Υπάρχουν Τρεις Βαθμίδες Ρούπα Ντυάνα και μαζί με την Βαθμίδα Πραγμάτωσης αποτελούν τις Τέσσερις Βαθμίδες της Πραγματοποίησης σε αυτό το στάδιο. 

Αναλυτικά τα τέσσερα Ρούπα Ντυάνα: 

1) Εξάλειψη του σάμτζνα, της αντίληψης του εξωτερικού κόσμου.

2) Εξάλειψη του σαμσκάρα, της διανόησης που έχει αντικείμενο τα εξωτερικά φαινόμενα.

3) Εξάλειψη της βιτζνάνα, της συνείδησης, της ατομικής ύπαρξης, του εγώ που είναι περιορισμένο στο χώρο, στο σώμα.

4) Όταν εξαλειφθεί το βιτζνάνα φτάνουμε σε μία κατάσταση όπου η συνείδηση ξεπερνά τα όρια του χώρου (του σώματος) κι επεκτείνεται στο άπειρο, σε όλο τον χώρο.

Η Ορθή Συγκέντρωση αντιστοιχεί στην Βίωση της Τρίτης Ευγενούς Αλήθειας (εξάλειψη του γίγνεσθαι), στην καταστροφή της ανώτερης δραστηριότητας της νοητικότητας κι έχει τέσσερις βαθμίδες που αντιστοιχούν στην καταστροφή της ανώτερης δραστηριότητας των σάμτζνα, σαμσκάρα, βιτζνάνα και την συγκομιδή της όλης προσπάθειας που σηματοδοτεί το πέρασμα στην ανώτερη κατάσταση. Ο τεχνικός όρος που χρησιμοποιείται στην Βουδιστική Διδασκαλία για την Άσκηση σε αυτό το στάδιο είναι «Αρούπα Ντυάνα» ή Σαμαπάττι (επιτεύγματα) - διαλογισμοί χωρίς μορφή. Αρούπα Ντυάνα ή Σαμαπάττι σημαίνει την καταστροφή της ανώτερης δραστηριότητας της νοητικότητας. Υπάρχουν Τρεις Βαθμίδες Αρούπα Ντυάνα ή Σαμαπάττι και μαζί με την Βαθμίδα Πραγμάτωσης αποτελούν τις Τέσσερις Βαθμίδες της Πραγματοποίησης σε αυτό το στάδιο. 

Αναλυτικά τα τέσσερα Αρούπα Ντυάνα ή Σαμαπάττι:

1) Ακάσα-νάντι-αγιάτανα (Περιοχή του απείρου διαστήματος, περιοχή όπου η συνείδηση υπάρχει στο απέραντο διάστημα). Η συνείδηση (αν και εντοπίζει τον εαυτό της, σαν ένα κέντρο, σε ένα χώρο) επεκτείνεται σε όλο τον χώρο, είναι ένα ευρύτερο, ανώτερο εγώ. (Υπάρχει διάκριση ανάμεσα στην συνείδηση και το περιβάλλον, ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο). Αυτή η αντίληψη ενός κέντρου που σχετίζεται με την εσωτερική λειτουργία του σάμτζνα πρέπει να ξεπερασθεί.

2) Βιτζνάνα-νάντι-αγιάτανα (Περιοχή της άπειρης συνείδησης, περιοχή όπου η συνείδηση υπάρχει στην άπειρη κατάσταση της συνείδησης). Η συνείδηση απορρίπτει την αντίληψη ενός κέντρου, μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε, σε όλο τον χώρο - έτσι δημιουργείται η αντίληψη ότι η συνείδηση είναι άπειρη. (Δεν υπάρχει πιά διάκριση ανάμεσα στην συνείδηση και το περιβάλλον, ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο). Η επίτευξη αυτή σχετίζεται με το ξεπέρασμα της εσωτερικής λειτουργίας του σαμσκάρα.

3) Ακιντσάνι-αγιάτανα (Περιοχή ανυπαρξίας, περιοχή όπου η συνείδηση υπάρχει μέσα στην ανυπαρξία του οτιδήποτε). Η συνείδηση δεν μπορεί να αποδώσει στην ύπαρξή της κανένα ιδίωμα. Η συνείδηση αντιλαμβάνεται ότι η ύπαρξή της είναι κενή. Η ύπαρξη είναι «ανυπαρξία», από την σχετική πλευρά. Η επίτευξη αυτή σχετίζεται με το ξεπέρασμα της εσωτερικής λειτουργίας του βιτζνάνα.

4) Νάϊβασάμτζνα-Σάμτζνι-αγιάτανα (Περιοχή της ούτε αντίληψης, ούτε της μη-αντίληψης, περιοχή όπου δεν υπάρχει ούτε αντίληψη, ούτε μη αντίληψη). Με το ξεπέρασμα της εσωτερικής λειτουργίας της βιτζνάνα, φτάνουμε σε μία κατάσταση όπου απουσιάζει οποιαδήποτε διαδικασία ύπαρξης. Αυτό είναι το Νιρβάνα

Στην πραγματικότητα η επίτευξη του τέταρτου σαμαπάττι αντιστοιχεί σε μία Κατάσταση πέραν της σχετικής ύπαρξης, είναι το Ασαμσκρίτα.

Βέβαια, στο Βουδιστικό Ντυάνα χρησιμοποιείται η Ασάνα, η Στάση του Διαλογισμού και άλλα εξωτερικά στοιχεία αλλά η Ουσία του Ντυάνα συνίσταται στην «εσωτερική μεταμόρφωση» κι αυτό είναι που ενδιαφέρει εδώ. Εξ’ άλλου το Ντυάνα δεν είναι κάτι που μπορεί να μπει στον χρόνο. Όταν εισερχόμαστε στην Ατραπό, ασκούμε Ντυάνα όλες τις ώρες, ό,τι κι αν κάνουμε κι όχι μόνο τις ώρες που καθόμαστε σε Ασάνα: το Ντυάνα είναι συνεχές. Με αυτή την έννοια πρέπει να νοείται. Γιατί όπως ήδη είπαμε η Ουσία του Ντυάνα είναι η Βίωση των Ευγενών Αληθειών κι όταν βιώνουμε κάτι το βιώνουμε συνεχώς κι όχι ορισμένες ώρες: Έτσι όλος ο χρόνος είναι Ντυάνα και δεν μπορούμε να χωρίσουμε τον χρόνο σε ώρες Ντυάνα και ώρες που δεν ασκούμε Ντυάνα.

Η Συγκομιδή του καρπού της όλης προσπάθειας είναι το Νιρβάνα. Πρέπει να σημειώσουμε ότι όταν μιλάμε για Πραγματοποίηση των Τριών Αληθειών, δεν εννοούμε καθόλου την διανοητική σύλληψη αυτών των Αληθειών αλλά την Πραγματοποίηση αυτών που υπονοούν οι λέξεις, στην ουσία την «υπέρβαση του γίγνεσθαι»: πρόκειται για βίωμα).

Η υπερβατική εξέλιξη του όντος

Ο άνθρωπος που Πραγματοποίησε το Πρώτο Σαμαπάττι βρίσκεται στην Πρώτη Βαθμίδα της Ατραπού των Ευγενών (Αρύα Μάργκα): στην Βαθμίδα του Σροτοπάνα (αυτού που «έχει εισέλθει στο ρεύμα» για να περάσει στην άλλη όχθη, στο Νιρβάνα).

Ο άνθρωπος που Πραγματοποίησε το Δεύτερο Σαμαπάττι βρίσκεται στην Δεύτερη Βαθμίδα της Ατραπού των Ευγενών: στην Βαθμίδα του Σάκριταγκαμίν (αυτού που θα επιστρέψει μόνο μια φορά ακόμα στο Κάμαβακάρα).

Ο άνθρωπος που Πραγματοποίησε το Τρίτο Σαμαπάττι βρίσκεται στην Τρίτη Βαθμίδα της Ατραπού των Ευγενών: στην Βαθμίδα του Αναγκαμίν (αυτού που δεν επιστρέφει, που ζει την τελευταία του ενσάρκωση στο Κάμαβακάρα και δεν είναι υποχρεωμένος να επιστρέψει στο Κάμαβακάρα).

Αυτός που πέτυχε να πραγματοποιήσει το Τέταρτο Σαμαπάττι, το Νιρβάνα (Μπόντι), να φτάσει στην Βαθμίδα του Αρχάτ, είναι τελείως ελεύθερος από τον κύκλο της γέννησης και του θανάτου μέσα στο Κάμαβακάρα.. Για έναν τέτοιο άνθρωπο (έναν Βούδα) ανοίγεται η προοπτική μιάς ανώτερης εξέλιξης στους αόρατους κόσμους. Όμως μπορεί να απαρνηθεί αυτή την ανώτερη εξέλιξη και θεληματικά να συνεχίσει να ενσαρκώνεται μέσα στο Κάμαβακάρα, τελείως ελεύθερος. Αυτός ο δεύτερος δρόμος είναι ο δρόμος του Μπόντισάττβα, εκείνου που αρνείται την ανώτερη εξέλιξη και παραμένει μέσα στο Κάμαβακάρα για να βοηθήσει τα πλάσματα του Κάμαβακάρα. Πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτό που κινεί ένα τέτοιο ελεύθερο ον δεν είναι απλή επιθυμία ή συμπόνια. Ένα τέτοιο ον έχει πραγματοποιήσει την ελευθερία και μέσα από αυτή την καινούργια αντίληψη της Πραγματικότητας που πραγματοποίησε κινείται σε ό,τι κάνει. Δεν μπορεί επομένως να κριθεί με τα μέτρα του κοινού ανθρώπου.

Εκείνος που συνεχίζει την εξέλιξή του σε ανώτερους κόσμους μεταβαίνει στο Ρούπαβακάρα. Τα όντα του Ρούπαβακάρα (αιθέριες υπάρξεις) εξελίσσονται με ένα τρόπο ανάλογο με εκείνον του Κάμαβακάρα. Αυτός που εξελίσσεται στην Ατραπό περνά κι εδώ Τέσσερις Βαθμίδες Πραγματοποίησης κι απελευθερώνεται κι από το Ρούπαβακάρα. Μεταβαίνει στο Αρούπαβακάρα.

Κι εδώ τα όντα (νοητικές οντότητες) εξελίσσονται με ένα τρόπο ανάλογο με εκείνον των δύο κατώτερων κόσμων. Εκείνος που εξελίσσεται στην Ατραπό περνά κι εδώ Τέσσερις Βαθμίδες Πραγματοποίησης κι απελευθερώνεται κι από το Αρούπαβακάρα και βυθίζεται μέσα στο «Ύστατο Νιρβάνα» «Αυτός» που πραγματοποίησε το Τελικό Νιρβάνα δεν είναι πιά μια οντότητα αλλά το Ίδιο το Απόλυτο που αφομοιώνει μέσα στο Μπόντι το Ίδιο το Απόλυτο και την Αυταπάτη, τελείως Ελεύθερο, Αδέσμευτο.

Όμως το να μιλάμε για ανώτερους κόσμους είναι ήδη χωρίς νόημα: Πρέπει να πραγματοποιήσουμε την Αλήθεια στο Κάμαβακάρα. Αυτό είναι που ενδιαφέρει. Η ανώτερη προοπτική είναι έξω από τις δυνάμεις του κοινού ανθρώπου. Γι’ αυτό άλλωστε αποφεύγεται συνήθως κάθε αναφορά σε ανώτερους κόσμους αφού είναι έξω από την προοπτική εξέλιξης του κοινού ανθρώπου.


Νιρβάνα

Σύμφωνα με την «Διδασκαλία του Βουδισμού» Υπάρχει Μία Ενιαία Υποκρυπτόμενη Θεμελιώδης Πραγματικότητα που «αποκαλύπτεται» όταν εξαντλείται το «γίγνεσθαι». Εκδηλώνεται σαν Υπέρτατη Πραγματικότητα, σαν Υπέρτατη Αλήθεια, πιο αληθινή από το άμεσα υπαρκτό που αν και πραγματικό είναι παροδικό και οδυνηρό.

Η Πραγματική Φύση Αυτής της Πραγματικότητας Είναι η Κενότητα. Η Κενότητα δεν προσδιορίζεται (κι έτσι «φαίνεται» σαν να μην υπάρχει). Ό,τι εμφανίζεται (προσδιορίσιμο, υπαρκτό, αντικειμενικό) όταν αναλυθεί στους προσδιορισμούς του δεν μπορεί τελικά να «συγκρατήσει» την αντίληψη, δεν είναι παρά ένα φαινόμενο.

Σε τελευταία ανάλυση υπάρχει μόνο Μία Πραγματικότητα. Αυτή η Πραγματικότητα Αιώνια, Αναλλοίωτη στην Φύση Της, Απροσδιόριστη στην Ουσία Της, Κενότητα, είναι η Μόνη Πραγματικότητα. Ό,τι εμφανίζεται είναι ενέργειες, διαδικασίες, φαινόμενα που πηγάζουν αυθόρμητα από το τίποτα και πάλι εξαφανίζονται μέσα στο τίποτα.

Η Μία και Μοναδική Πραγματικότητα είναι Καθαρό Μπόντι. Δεν γεννιέται, δεν χάνεται, δεν πραγματοποιείται. Είναι η Φύση του παντός και των πάντων. Το Μπόντι είναι η Μία και Μόνη Πραγματικότητα. Δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στην ηρεμία και την δραστηριότητα. Όλες οι δραστηριότητες, τα φαινόμενα που αναδύονται και εξαφανίζονται εντελώς φυσικά δεν αλλοιώνουν την Φύση του Μπόντι.



~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~