CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 5 October, 2025

Sunday, May 23, 2021

Η Φιλοσοφία και η Θρησκεία Σήμερα

 Η Φιλοσοφία και η Θρησκεία Σήμερα

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (η οποιαδήποτε συνείδηση) έχει μία Αντικειμενική Φύση άσχετα από το τι αντιλαμβάνεται η Συνείδηση, άσχετα δηλαδή από τις όποιες υποκειμενικές αντιλήψεις. Αυτή η Αντικειμενική Φύση, η Βαθύτερη Φύση της κάθε συνείδησης μπορεί να διερευνηθεί μόνο βιωματικά, όταν υπερβαίνουμε όλες τις ατομικές νοητικές ή άλλες δραστηριότητες. Για να γίνει αυτό ξεκινάμε από την Δεδομένη Συνείδηση σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκεται. Απλά πρέπει να υπερβούμε τις ατομικές δραστηριότητες.



Ανώτεροι & Κατώτεροι Κόσμοι

Βέβαια, στην διάρκεια της ιστορίας, η αντίληψη για την Πραγματική Φύση (την Αντικειμενική Φύση, την Ύστατη Πραγματικότητα, το Βαθύτερο Είναι μας) έχει αλλάξει. Και η Δεδομένη Συνείδηση του σύγχρονου ανθρώπου είναι πολύ πιο κοντά στην Πραγματικότητα από ό,τι ήταν η Δεδομένη Συνείδηση του πρωτόγονου ανθρώπου. Η Φιλοσοφική και Θρησκευτική εμπειρία προσέγγισε την Αλήθεια σε μεγαλύτερο βαθμό και η Αντικειμενική Φύση της Συνείδησης έγινε πιο ευδιάκριτη.

Τις δύο τελευταίες χιλιετηρίδες επικράτησαν φιλοσοφικές αντιλήψεις και θρησκείες που αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει Μία και Μόνη Πραγματικότητα, Ένα και Μοναδικό Είναι, στο Οποίο αναφέρεται κάθε είναι.

Πριν 2500 χρόνια ο Πλάτωνας έθετε το Όντως Ον, το «τελείως είναι», σαν την Βάση στην Οποία αναφερόταν κάθε είναι. Το «τελείως είναι» είναι Αντικειμενική Αρχή, πέραν της νοήσεως, δεν είναι μία γενική ιδέα που συλλαμβάνουμε με την σκέψη. Πολύ αργότερα, λίγους αιώνες πριν, ο Χέγγελ ταύτιζε ουσιαστικά το ΝΟΕΙΝ με το ΕΙΝΑΙ δίνοντας έτσι στο ΕΙΝΑΙ όχι μία ουσιαστική φύση αλλά μία δυναμική δραστηριότητα. Το ΕΙΝΑΙ δεν είναι Ουσία είναι Ενέργεια, συνειδησιακή κατάσταση. Αυτό το ΕΙΝΑΙ περιέχει τα πάντα. Σε Αυτό το ΕΙΝΑΙ αναφέρονται όλες οι συνειδησιακές καταστάσεις, όλα τα φαινόμενα. Τον περασμένο αιώνα οι υπαρξιστές φιλόσοφοι προσέγγισαν μέσα από την Δεδομένη Συνείδηση το ΚΑΘΑΡΟ ΕΙΝΑΙ σαν την Ίδια, την Πραγματική Φύση μας.

Στον ίδιο δρόμο μεγάλα θρησκευτικά κινήματα, όπως ο Βουδισμός ή το Βεδάντα, έφτασαν στην Ίδια Πραγματικότητα, την Μία και Μοναδική, μέσα στην Οποία συγχωνεύονται όλα. Ακόμα και θρησκείες που αντιλαμβάνονταν την Ύστατη Πραγματικότητα σαν κάτι Απροσδιόριστο, του Οποίου μόνο την Εικόνα, τον Παγκόσμιο Λόγο, μπορούμε να προσεγγίσουμε, όπως ο χριστιανισμός, έφτασαν μέσω ορισμένων εκπροσώπων τους, στην αντίληψη ότι Μόνο ο Θεός Υπάρχει κι ότι μπορούμε να αντιληφθούμε τον Θεό μόνο όταν ο νους κενωθεί από όλα τα ατομικά στοιχεία του. Για τους ισλαμιστές σούφι δεν υπάρχει τίποτα άλλο από τον Θεό, το εγώ αποτελεί μία βλαστήμια. Μονάχα όταν οποιαδήποτε ατομική αντίληψη εξαλειφθεί φτάνουμε σε αυτό που ορίζουν σαν φανά φι ΄λλαχ (σβήσιμο μέσα στον Θεό).

Αν πρόκειται λοιπόν να υιοθετηθεί μία φιλοσοφική άποψη, ή μία θρησκευτική αντίληψη, τον εικοστό πρώτο αιώνα, αυτή θα πρέπει να αντιλαμβάνεται την Πραγματικότητα σαν Μία και Ενιαία, Εντός της Οποίας συγχωνεύονται όλες οι άλλες πραγματικότητες. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, είτε μας αρέσει, είτε όχι, η ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΦΥΣΗ μας είναι Αιώνια, Αναλλοίωτη, Πλήρης. Δεν εκπίπτει, δεν διασώζεται. Όλα αυτά είναι μόνο επιφανειακές μεταβολές. Ανήκουμε στο Απόλυτο, όποια ηλίθια δεδομένη συνείδηση κι αν βιώνουμε. Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, τόσο καλύτερα.

 

Ο Αιώνιος Δρόμος προς την Αλήθεια

Από την πρώτη στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποίησε την ύπαρξή του, εδώ και χιλιάδες χρόνια, προσπάθησε να κατανοήσει το «περιβάλλον» του, να αντιληφθεί την Πραγματικότητα κι έτσι δημιούργησε διάφορες κοσμοθεωρίες. Μία τέτοια αντίληψη, μία κοσμοθεωρία, όσο απλοϊκή κι αν είναι, είναι κατά βάση φιλοσοφική και κατά δεύτερο λόγο θρησκευτική.

Στην διάρκεια της ιστορίας ο άνθρωπος βελτίωσε αρκετά την αντίληψή του για την Πραγματικότητα. Κάποιοι εξαιρετικοί άνθρωποι μάλιστα προσέγγισαν την Πραγματικότητα με τρόπο ιδιαίτερα ευφυή και «επέβαλλαν» την αντίληψή τους στους συνανθρώπους τους, επηρεάζοντας συχνά μεγάλους πληθυσμούς. Αυτοί οι εξαιρετικοί άνθρωποι θεωρήθηκαν «Θεοί» ή «ενσαρκώσεις» του Θεού.

Στην πραγματικότητα αυτοί οι εξαιρετικοί άνθρωποι δεν διαφέρουν σε τίποτα από εμάς τους «κοινούς» ανθρώπους, τον κάθε άνθρωπο. Η ανθρώπινη φύση (οποιαδήποτε κι αν είναι αυτή) είναι μία και λειτουργεί σε όλους το ίδιο. Από την στιγμή που μία ανθρώπινη συνείδηση (αδιάφορο αν ονομάζεται Βούδας ή Σανκάρα, Λαό Τσε ή Ιησούς, Πλάτωνας ή Χέγγελ) φτάνει στην Αντίληψη της Πραγματικότητας (αν υποθέσουμε ότι αυτή η Αντίληψη ανταποκρίνεται στην Αλήθεια) μπορεί να το κάνει ξανά και ξανά και όχι απλά μία συνείδηση αλλά κάθε συνείδηση, οποιαδήποτε συνείδηση.

Βέβαια, καλό είναι να γνωρίζουμε τις αντιλήψεις των συνανθρώπων μας (όχι μόνο της κοινωνίας που ζούμε αλλά και άλλων κοινωνιών, σε όλες τις εποχές) και να μπορούμε, αν το θέλουμε, να ακολουθήσουμε κάποια φιλοσοφική, θρησκευτική, αντίληψη για να «συλλάβουμε» την Πραγματικότητα, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορούμε, είτε στηριζόμενοι σε κάποια στοιχεία από το κοινωνικό περιβάλλον μας, είτε όχι, να ξαναβρούμε τον Δρόμο προς την Αλήθεια (όπως τον βρήκαν και οι άλλοι) δομώντας έτσι την δική μας, την προσωπική μας αντίληψη για την Πραγματικότητα. Σε τελευταία ανάλυση το να αντιληφθεί κάποιος μόνος του την Αλήθεια, βασιζόμενος στον εαυτό του, είναι το πιο ορθό λογικά, φιλοσοφικά, γιατί έτσι Βιώνει πραγματικά την Αλήθεια και δεν προσπαθεί μέσα από μία ξένη αντίληψη να προσεγγίσει την Πραγματικότητα. Αν ο Βούδας ή ο Ιησούς, ο Λάο Τσε, ο Πλάτωνας ή ο Πλωτίνος, ο Έκαρτ ή ο Χάιντεγκερ, ή οποιοσδήποτε φιλόσοφος, ή άλλος άνθρωπος έφτασαν στην Αλήθεια, μπορεί οποιοσδήποτε άνθρωπος να το κάνει ξανά και ξανά στους αιώνες και να δομήσει, ενδεχομένως, μία αντίληψη περισσότερο ευφυή από την αντίληψη όλων αυτών.

Αυτός ο Προσωπικός Δρόμος προς την Αλήθεια, είναι ο Αιώνιος Δρόμος του Ανθρώπου, η Αιώνια Φιλοσοφία, η Αιώνια Θρησκεία, που διατυπώνεται ξανά και ξανά κι Αυτός ο Δρόμος είναι ο Δρόμος όλων μας, ο δικός μου, ο δικός σου, ο δικός του, ο δικός μας, ο δικός σας, ο δικός τους. Καμία συνείδηση δεν μπορεί να «συλλάβει» κάτι που είναι αδύνατο να συλλάβουν όλες οι συνειδήσεις (σε κανονικές συνθήκες βέβαια). Ας σταματήσουμε λοιπόν να τρέχουμε πίσω από «διαφωτιστές» ή «σωτήρες» ή τουλάχιστον ας απορρίψουμε την ανόητη ιδέα ότι είναι κάτι «διαφορετικό» από εμάς. Ας βασιστούμε λίγο στον εαυτό μας, το μόνο ασφαλές θεμέλιο κι ας ανακαλύψουμε μόνοι μας την Αλήθεια. Η Πραγματικότητα είναι μέσα μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι.

 

Η Αιώνια Αλήθεια

Όλοι οι ιδρυτές των μεγάλων θρησκειών και όλοι οι σημαντικοί φιλόσοφοι της ιστορίας, στην προσπάθειά τους να προσεγγίσουν την Πραγματικότητα και να «συλλάβουν» την Αλήθεια, ακολούθησαν έναν τελείως φυσικό και απλό τρόπο: Όλοι αναζήτησαν την Αλήθεια και προσπάθησαν να κατανοήσουν την Πραγματικότητα μέσα στην «Δεδομένη Συνείδηση», στην «Παρούσα Συνείδηση», σε όποια κατάσταση κι αν βρισκόταν αυτή. Αναζήτησαν την Αληθινή Φύση της Ύπαρξης τους, την εγκυρότητα της αντίληψής τους και ενήργησαν για να φτάσουν στην Καθαρή Αλήθεια.

Το ίδιο μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε άνθρωπος που μπορεί να είναι εξίσου σοφός με όλους αυτούς. Να διερευνήσει την «Δεδομένη Συνείδηση» που τυχαίνει να είναι. Σε αυτή την έρευνα θα περάσει από όλα τα στάδια που πέρασε το ανθρώπινο είδος στην πολλών χιλιετηρίδων ιστορία του. Τυπολογικά υπάρχουν πέντε στάδια προς την Αλήθεια (όπως κι αν την εννοούμε αυτή), πέντε βήματα που πρέπει να κάνουμε.

1) Το πρώτο και ασφαλές θεμέλιο, η βάση από την οποία μπορούμε να ξεκινήσουμε είναι η ίδια μας η Συνείδηση (η «Δεδομένη Συνείδηση» όποια κι αν είναι αυτή). Αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουμε και προβληματιζόμαστε κι αναζητούμε την Αλήθεια. Αν δεν υπήρχαμε (αν δεν είχαμε «συνείδηση» της ύπαρξής μας) δεν θα ετίθετο καν το πρόβλημα. Πρέπει να διερευνήσουμε λοιπόν καταρχήν τι «είναι» «συνείδηση», τι είναι σταθερό και τι είναι δευτερεύουσα δραστηριότητα στην λειτουργία της. Ασφαλώς η «συναίσθηση» είναι το σταθερό στοιχείο, ενώ το περιεχόμενο, όλα όσα αντιλαμβανόμαστε έρχονται μετά. Καταρχήν λοιπόν αντιλαμβανόμαστε την Ύπαρξη σαν ένα όλο, συγκεχυμένο όλο.

2) Μέσα στην «Δεδομένη Συνείδηση» εκδηλώνεται συναίσθηση, νόηση, αντίληψη, διανοητικές λειτουργίες, αισθήματα (δηλαδή ερεθίσματα από κάπου έξω από το εγώ) κι ένας ολόκληρος κόσμος απέναντί μας (που θεωρείται αντικειμενικός). Έτσι θεμελιώνεται η διάκριση μεταξύ Υποκειμένου κι αντικειμενικού κόσμου και παγιώνεται η αντίληψη ότι είμαστε μέσα σε αυτό τον αντικειμενικό κόσμο. Η απορρόφηση στο υποκείμενο οδηγεί στην προανθρώπινη, παιδιάστικη αντίληψη, ότι ελέγχουμε τα πάντα (οδηγεί σε ένα συνειδησιακό αυτισμό), ενώ η απορρόφηση στο αντικειμενικό μας στερεί το ανθρώπινο χαρακτηριστικό μας που είναι η αυτεξουσιότητα και μας κάνει να τρέχουμε πίσω από τα φαινόμενα (και τελικά μας αποκτηνώνει).

3) Αντιλαμβανόμαστε ότι Υποκείμενο, αντικειμενικό, είναι διαφορετικά. Επεξεργαζόμενοι διανοητικά αυτές τις δύο αρχές μπορούμε να ακολουθήσουμε ή τον ένα δρόμο του υποκειμένου ή τον άλλο του αντικειμενικού και να θεμελιώσουμε φιλοσοφικές θεωρίες και αντιλήψεις που θα δίνουν προτεραιότητα είτε στο ένα είτε στο άλλο. Αυτός είναι ο διανοητικός δρόμος που ακολούθησαν οι πρώιμοι και ανώριμοι διανοητές κι έτσι θεμελίωσαν φιλοσοφίες, μεταφυσικές δοξασίες για την Πραγματικότητα που στα εγχειρίδια της φιλοσοφίας διαχωρίζονται σε ιδεαλιστικές και ρεαλιστικές. Όλα αυτά είναι διανοητικές κατασκευές, προσπάθειες να συλλάβουμε με την σκέψη την Πραγματικότητα. Είναι όμως τελείως διαφορετικό πράγμα να βιώνουμε την Πραγματικότητα από το να σκεφτόμαστε την Πραγματικότητα. Μία τέτοια στάση παραμένει ανώριμη και παιδιάστικη κι ας παίρνει την μορφή φιλοσοφικής θεωρίας.

4) Ο Δρόμος που ακολούθησαν οι ώριμοι φιλόσοφοι (συχνά μυστικιστές και αντι-διανοητικοί φιλόσοφοι) είναι άλλος, είναι ο Δρόμος του Βιώματος. Για να αντιληφθούμε την Αληθινή Φύση της Ύπαρξής μας, της Συνείδησης σαν Συνείδησης και της σχέσης μας με τον αντικειμενικό κόσμο θα πρέπει να υπερβούμε και την διανόηση κι όλες τις δευτερεύουσες δραστηριότητες της Συνείδησης. Στον χώρο της σκέψης (αν και φανταστικός, τεχνητός) ο άνθρωπος αισθάνεται ασφάλεια. Εδώ όμως καλείται να εγκαταλείψει όλες αυτές τις δραστηριότητες και να ξανοιχτεί στο Άπειρο της Καθαρής Συνείδησης, στον Ωκεανό της Αληθινής Ύπαρξης. Μία τέτοια ενέργεια είναι ασφαλώς προσωπική, μη ελεγχόμενη και συνεπώς αμφιλεγόμενη και αμφισβητούμενη. Βεβαίως, στην πραγματικότητα, το Υποκείμενο εγκαταλείποντας όλες αυτές τις δευτερεύουσες δραστηριότητες βυθίζεται στην Αντικειμενική Φύση Του, σε Αυτό που Είναι Πραγματικά, αλλά αυτό το Βιώνει προσωπικά, σαν Υποκείμενο. Η Αλήθεια που ανακαλύπτει λοιπόν το Υποκείμενο είναι Αντικειμενική, αλλά είναι μία προσωπική αντίληψη της Αντικειμενικής Φύσης. Στην πραγματικότητα, σε Αυτή την Κατάσταση Υποκείμενο, Αντικειμενική Φύση, «διαλύονται» και η Πραγματικότητα Αποκαλύπτεται σαν Μία Ενότητα, σαν Ένας Ωκεανός Ύπαρξης που συμπεριλαμβάνει τα πάντα: και το Υποκείμενο που Υπερβαίνει τον εαυτό του και ταυτίζεται με την Αντικειμενική Ύπαρξη και όλο τον φαινομενικό αντικειμενικό κόσμο. Σε Αυτή την Κατάσταση το Υποκείμενο που Ταυτίστηκε με το Σύνολο της Ύπαρξης μεταβάλλεται σε Παγκόσμιο Πνεύμα που περικλείνει την «αντικειμενική φύση». Σε Αυτή την Κατάσταση το Υποκείμενο έχει αντιστρέψει τελείως την θέση του, δεν αισθάνεται ότι είναι μέσα στον «αντικειμενικό κόσμο», αντιλαμβάνεται ότι Μέσα Του περικλείνεται όλος ο «αντικειμενικός κόσμος». Συμβαίνει μία Πλήρης Πνευματική Ανατροπή κι έτσι ο «άνθρωπος» «γίνεται» «Θεός», ό,τι ήταν πάντα.

5) Μία Συνείδηση που Πραγματοποίησε την Πλήρη Αυτογνωσία, που έφτασε στην Έλλαμψη, στην Φώτιση, στην Σωτηρία (όπως κι αν το πούμε είναι το ίδιο), Αντιλαμβάνεται ότι στην πραγματικότητα η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, η ΥΠΑΡΞΗ, η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ, ότι ποτέ δεν αποχωρίστηκε από την ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ κι ότι όλη η πορεία της μέσα στον φαινομενικό κόσμο δεν ήταν παρά μία «συνειδησιακή παραζάλη», που την οδήγησε στο να αντιλαμβάνεται όλα τα φαινόμενα που παράγονται μέσα της σαν ανεξάρτητα από αυτήν και ότι βρέθηκε στην παράδοξη θέση να αισθάνεται ότι ζει μέσα σε αυτό το κοσμικό όνειρο. Είναι δύσκολο να κατανοήσει Αυτή την Κατάσταση μία συνείδηση που δεν την Βίωσε.

Όπως κι αν έχει το πράγμα, καταλαβαίνουμε ότι ο Δρόμος Προς Την Αλήθεια είναι Βιωματικός. Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι Βίωμα, δεν είναι περιγραφή του Δρόμου, ούτε διανοητική θεωρία. Για να φτάσουμε στην ΑΛΗΘΕΙΑ πρέπει να διαβούμε τα πέντε στάδια της «συνειδησιακής εξέλιξης» που περιγράψαμε (και που ο άνθρωπος σαν είδος έκανε χιλιάδες χρόνια να διανύσει). Δηλαδή:

1. Να ξεκινήσουμε από την Δεδομένη Συνείδηση.

2. Να διακρίνουμε το Υποκείμενο από το δεδομένο αντικειμενικό,

3. Να ξεπεράσουμε την διανοητική παγίδα της ερμηνείας της Πραγματικότητας είτε από την ιδεαλιστική, είτε από την ρεαλιστική πλευρά,

4. Να ξανοιχτούμε στον Άγνωστο Ωκεανό της Αληθινής Ύπαρξης, πέρα από την διανόηση και τις άλλες δραστηριότητες και να πραγματοποιήσουμε την πνευματική μεταστροφή, να αντιληφθούμε ότι ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ που περιλαμβάνει Μέσα Της τα φαινόμενα,

5. Να συνειδητοποιήσουμε ότι ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΝΤΑ Η ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ κι ότι ποτέ δεν ξεπέσαμε, ούτε ποτέ φωτισθήκαμε, απλά «βγήκαμε» από το «όνειρο».

Ασφαλώς, από την πιο πάνω περιγραφή μπορούμε να εξάγουμε μία μεταφυσική θεωρία, αλλά αυτό είναι αδιάφορο. Σημασία έχει να Διαβούμε τον Δρόμο κι όχι να έχουμε μία καλή περιγραφή του Δρόμου. Όσο κι αν σας περιγράφουμε τον δρόμο προς την Ακρόπολη των Αθηνών αυτό μένει μία διανοητική σύλληψη, ένας «χάρτης». Πρέπει να βαδίσετε τον δρόμο για να δείτε την Ακρόπολη και να περπατήσετε ανάμεσα στις κολώνες του Παρθενώνα. Τότε μόνο μπορείτε να ελπίσετε ότι θα δείτε την «Αθηνά». Μόνο δευτερεύοντα πνεύματα μένουν στην περιγραφή. Σε χειρότερη κατάσταση είναι οι άνθρωποι που προσπαθούν μέσω της διανόησης να ερμηνεύσουν την Πραγματικότητα. Όσο ωραίες θεωρίες κι αν φτιάχνουν, είτε πετούν στα «σύννεφα» του υποκειμενισμού, είτε σέρνονται στα «έλη» του ρεαλισμού. Σε ακόμη χειρότερη κατάσταση βρίσκονται οι άνθρωποι που είναι σε σύγχυση ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικειμενικό, είτε στρέφονται προς τον εγωιστικό υποκειμενισμό και σε ένα άρρωστο αυτισμό, είτε βυθίζονται στον «αληθινό κόσμο της καθημερινότητας» και αποκτηνώνονται τρώγοντας ο ένας τον άλλο. Υπάρχει τέλος μία πέμπτη κατηγορία ανθρώπων που βρίσκονται στην σύγχυση μίας πρωτόγονης ολικής αντίληψης της Πραγματικότητας, όπου όμως δεν υπήρξε ποτέ ούτε ανάδυση του «εγώ», ούτε υπέρβασή του μέσα στην Αντικειμενική Φύση της Ύπαρξης. Δυστυχώς ο κόσμος είναι γεμάτος από «ηλίθιους», «κτήνη», «αυτιστικούς», «διανοητές-κατσίκες» που μηρυκάζουν συνεχώς την «γνώση» της ανθρωπότητας και ανθρώπους που ζουν την αλήθεια από «δεύτερο χέρι».

Εμείς πιστεύουμε ότι κάθε Συνείδηση μπορεί να βαδίσει τον Δρόμο της Αλήθειας, τον Δρόμο που βάδισε ο Βούδας, ο Ιησούς από την Ναζαρέτ, ο Λάο Τσε, ο Πλάτωνας, ο Έκαρτ, ο Χέγγελ και τόσοι άλλοι. Δηλαδή, σε τι ήταν καλύτεροι αυτοί; Η φυσική δυνατότητα υπάρχει, άλλο αν την χρησιμοποιούμε ή όχι. Πάντως είναι καλύτερα να «χαθούμε» στον Ωκεανό του Αγνώστου προσπαθώντας να ζήσουμε γνήσια, πρωτότυπα, κατακτώντας την Αλήθεια με δικά μας μέσα, παρά να μένουμε μέσα στο «μαντρί» μαζί με τα υπόλοιπα «ζώα». Η Αλήθεια κι η Ελευθερία είναι εκεί «έξω».

 

 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~