CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 5 October, 2025

Sunday, November 19, 2017

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ 6

1. Οντολογία της Ψυχής
2. Φαινομενολογία της Ψυχής
3. Τα Μυστήρια, η Εσωτερική Παράδοση κι η εξωτερική διδασκαλία
4. Η Διδασκαλία, ο Νόμος, η Εντολή κι ο άνθρωπος
5. Το Μυστικό Κέντρο της Καρδιάς, τα Τρία Εσωτερικά Κέντρα κι άλλες παραδόσεις
~~~
6. Η Είσοδος στη Βασιλεία των Ουρανών, κι η Άνοδος στους Τρεις Ουρανούς

Είναι φανερό (από όσα είπαμε μέχρι τώρα σε αυτή την σειρά άρθρων) ότι ο Ιησούς, όταν ήταν στη γη, ήταν σε μια Κατάσταση Συνείδησης ανώτερη από αυτή που βιώνουν οι άνθρωποι στην καθημερινή ζωή τους. Αντιλαμβάνονταν διαφορετικά την πραγματικότητα μέσα στην οποία ζουν όλα τα όντα της γης. Για τον Ιησού η Πραγματικότητα Είναι Μια κι Εντός Αυτής της Πραγματικότητας Εμφανίζονται όλα τα  Φαινόμενα χωρίς να έχουν δική τους υπόσταση ή ύπαρξη έξω από αυτή την Πραγματικότητα. Ό,τι εμφανίζεται σαν «Δημιουργία» δεν είναι παρά φαινόμενα, εναλλαγές καταστάσεων μέσα στην Αντίληψη. Η πραγματικότητα, η «αντικειμενικότητα» όλων αυτών των φαινομένων δεν είναι παρά μια κατάσταση αντίληψης (ένα «παιχνίδι» της αντίληψης) που εκλαμβάνει αυτό που συλλαμβάνει σαν πραγματικό. Κι όταν (η αντίληψη) «απομονώνεται»  (σαν αντιληπτικό κέντρο, σε αντιληπτικό «κέντρο») και διαχωρίζεται από όλο αυτό που αντιλαμβάνεται του προσδίδει την ιδιότητα του «αντικειμενικού». Στην πραγματικότητα όλα αυτά είναι μέσα στην Αντίληψη (όλες οι υποκειμενικές κι αντικειμενικές καταστάσεις, όντα και πράγματα). Ζούμε σε ένα Κόσμο Αντίληψης (ένα Νοητικό Κόσμο), δεν υπάρχει κάτι άλλο (ακόμα κι ότι εμφανίζεται σαν συμπαγές υλικό είναι «προϊόν» της Αντίληψης).
Ο Ιησούς ζούσε έξω από όλη αυτή την διαδικασία της δημιουργίας την οποία αντιλαμβανόταν σαν απλά φαινόμενα (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αποδεχόταν και δεν ακολουθούσε τους «νόμου» των φαινομένων). Για τον Ιησού η Πραγματικότητα Είναι Μια, δεν υπάρχει Έσω, Έξω. Υπάρχει μόνο Ελευθερία από όλο αυτό ή «είσοδος» στις κατώτερες καταστάσεις της αντίληψης όπου όλα αυτά είναι πραγματικά. Τα όντα που έχουν εισέλθει σε αυτή την κατάσταση ύπαρξης, αντίληψης, ζουν μια περιορισμένη κατάσταση, αντιλαμβάνονται περιορισμένα κι απομονώνονται στο δικό τους αντιληπτικό «κέντρο» και διαχωρίζονται από όλο αυτό και το βλέπουν σαν «αντικειμενικό» κόσμο. Για αυτά τα όντα, για τον άνθρωπο, για τους περισσότερους ανθρώπους (αν όχι για όλους τους ανθρώπους) υπάρχει το αντιληπτικό κέντρο (το υποκείμενο, το «εγώ»), το έσω κι ο εξωτερικός κόσμος, το έξω. Όντας σε αυτή την κατάσταση (άγνοιας, απορρόφησης) τα όντα δεν έχουν Αυτογνωσία (της Αληθινής Φύσης, της Ψυχής, της Συνείδησης, της Ύπαρξής τους) αλλά τη συλλαμβάνουν σαν μια «απλή παρουσία», σαν μια σκιώδη («άδεια») παρουσία που είναι ριγμένη σε ένα εξωτερικό κόσμο. Συλλαμβάνουν τον εαυτό σε σχέση με τον εξωτερικό κόσμο και αποκτούν υπόσταση από το περιεχόμενο της αντίληψής τους στον κόσμο. Αντιλαμβάνονται τον εαυτό σαν μια συνείδηση, ένα υποκείμενο, που αντιλαμβάνεται, διανοείται, συναισθάνεται, αισθάνεται και ζει μέσα στο σώμα και μέσα στον κόσμο.  Όταν λοιπόν ο Ιησούς μιλούσε στους ανθρώπους απευθυνόταν ακριβώς σε τέτοιους ανθρώπους που είναι μια (σκιώδης) παρουσία μέσα στο σώμα και στο κόσμο. Για αυτούς υπάρχει διάκριση Έσω (ο Πνευματικός Αόρατος Κόσμος) και Έξω (ο «αντικειμενικός κόσμος» των ανθρώπων).
Για τον Ιησού το πρόβλημα των ανθρώπων είναι ότι δεν έχουν σαφή πλήρη  αντίληψη ποια είναι η Φύση τους, τι είναι η Ψυχή (αυτοί οι ίδιοι σαν πνευματική οντότητα), η Συνείδηση, η Παρουσία εδώ. Ο Ιησούς Γνώριζε ότι η Ψυχή Είναι Χωρίς Ιδιότητες, Ελεύθερη και βιώνει διάφορες καταστάσεις επίγνωσης και μπορεί να περιορίζεται και να αντιλαμβάνεται αυτό που συλλαμβάνει σαν πραγματικό. Οι άνθρωποι νομίζουν  μέσα στην περιορισμένη κατάστασή τους ότι είναι απλά αυτό, μια παρουσία εδώ, που σκέφτεται, που αισθάνεται, που ζει μέσω του σώματος στον εξωτερικό κόσμο. Όταν ο Ιησούς έλεγε ότι η Ψυχή έχει Πνευματική Φύση, είναι Πνεύμα και μπορεί να είναι όπου «θέλει», μιλούσε για την Ψυχή στην Πραγματική Φύση της. Κι όταν έλεγε ότι η Βασιλεία των Ουρανών είναι Μέσα μας εννοούσε ότι είναι Μέσα στην Αληθινή Ψυχή, ότι Μέσα στην Απεραντοσύνη της Ψυχής υπάρχει Ελευθερία κι Αλήθεια, δεν εννοούσε μέσα στην περιορισμένη ψυχή, σε αυτό που αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι σαν ψυχή, σαν εαυτό. Αυτό είναι κάτι δύσκολο να το κατανοήσει ο περιορισμένος άνθρωπος. Πρέπει απλά να «εμπιστευτεί» Αυτόν που λέει ότι Έσω είναι ο Αληθινός Κόσμος και πρακτικά να βιώσει τι είναι ο Εσωτερικός Κόσμος και τι συμβαίνει Εδώ. Οι πιο πολλοί άνθρωποι έσω βλέπουν μόνο την άδεια παρουσία τους που για να υπάρξει έχει ανάγκη από τον εξωτερικό κόσμο, να αντιλαμβάνεται και να υπάρχει στον εξωτερικό κόσμο. Οι άνθρωποι δεν ξέρουν που ή πώς να ψάξουν.
Αυτό που δίδασκε λοιπόν ο Ιησούς σε αυτούς που ήταν κοντά του και τον «εμπιστεύονταν» ήταν ακριβώς ότι ο άνθρωπος πρέπει να ξεκινήσει από την παρούσα κατάστασή του. Να αποβάλει την λανθασμένη αντίληψη, αίσθηση, που έχει ότι είναι μια άδεια παρουσία που σκέφτεται κι αισθάνεται και ζει στον εξωτερικό κόσμο. Χρειάζεται να δείξει εμπιστοσύνη, να ακολουθήσει αυτό που του υποδεικνύουν για να δυναμώσει την Αίσθηση Παρουσίας του, να νοιώσει ότι είναι Παρουσία ανεξάρτητη από το σώμα, από τον κόσμο και να κατανοήσει ότι δεν είναι αυτός (αδύναμος) μέσα στον κόσμο, αντίθετα αυτός είναι ο μόνος Πραγματικός κι όλα τα άλλα είναι μέσα στη αντίληψή του, μέσα στην επίγνωσή του. Αυτή η επιστροφή στον Εαυτό, η ενδυνάμωση της παρουσίας μας κι η αντιστροφή της αίσθησης που έχουμε για την ύπαρξη, για τον κόσμο είναι μια πραγματική ανατροπή, μια πλήρης πνευματική μεταστροφή, μια αφύπνιση, μια πνευματική γέννηση κι είσοδος σε ένα «νέο κόσμο».
Αυτό που περιγράφουμε είναι η Επάνοδος στον Εαυτό, το Ξύπνημα του Εαυτού. Όταν ο άνθρωπος κατανοήσει ότι η μόνη πραγματική ύπαρξη είναι η Παρουσία κι ότι όλα είναι μέσα στην επίγνωσή μας μπορεί εύκολα να αποσυρθεί στον Εαυτό. Όταν ο άνθρωπος γεννηθεί πνευματικά, όταν αρχίζει να αποσύρεται από τον εξωτερικό κόσμο εισέρχεται στον Εσωτερικό Αληθινό Κόσμο.
Το δεύτερο που δίδασκε ο Ιησούς στους αδελφούς του είναι να κατανοήσουν ακριβώς ποια είναι η φύση του περιορισμού, τι είναι το υποκείμενο, το εγώ και γιατί ξεγελιόμαστε και αντιλαμβανόμαστε λανθασμένα, με αποτέλεσμα να ζούμε μια ζωή στο σκοτάδι. Οι άνθρωποι που είναι περιορισμένοι στο υποκείμενο, στο εγώ, αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους αδύναμο μέσα στον εξωτερικό κόσμο. Υποκείμενο είναι (για αυτούς) ο εαυτός κι αντικείμενο είναι ο εξωτερικός κόσμος. Αν τους πεις ότι η Αλήθεια είναι Μέσα τους νομίζουν μέσα στο αδύναμο υποκείμενο. Ασφαλώς δεν υπάρχει τίποτα εδώ. Έτσι το Μήνυμα δεν γίνεται κατανοητό. Όταν όμως ο άνθρωπος αφυπνιστεί πραγματικά, στην Πραγματική Παρουσία του, κι αρχίζει να κατανοεί ότι δεν είναι αυτός μέσα στον κόσμο αλλά ότι ο κόσμος είναι μέσα στην επίγνωσή του, αρχίζει να κατανοεί ότι όλα αυτά που αντιλαμβάνεται είναι υποκειμενικές συλλήψεις του κόσμου κι ότι το Αληθινό Αντικειμενικό δεν είναι μέσα σε όλα αυτά που συλλαμβάνουμε (γιατί αυτά είναι περιεχόμενα της αντίληψής μας) αλλά είναι έξω από αυτά. Για να «εισέλθουμε» στο Αντικειμενικό πρέπει ακριβώς να σταματήσουμε όλες αυτές τις υποκειμενικές, «εξωτερικές» δραστηριότητες.
Όταν ακριβώς παύσουν όλες οι υποκειμενικές δραστηριότητες (διανόηση, αισθήσεις, επαφές με τον εξωτερικό κόσμο), όταν διαλυθεί το υποκείμενο, το εγώ (ή ακριβέστερα όταν σταματήσουν οι «περιορισμοί» της αντίληψης), μέσα στην ησυχία, στη σιωπή (της περισυλλογής, της προσευχής) εισερχόμαστε σε μια Κατάσταση Συνείδησης χωρίς εγώ. Αντικειμενικό λοιπόν, Αληθινό Αντικειμενικό, είναι (για τον αφυπνισμένο άνθρωπο) η Κατάσταση της Συνείδησης χωρίς εγώ. Αντικειμενικό δεν είναι αυτό που αντιλαμβάνεται το περιορισμένο εγώ σαν έξω από τον εαυτό, Αυτό είναι υποκειμενική σύλληψη αυτού που συμβαίνει. Αυτός ο Αντικειμενικός Χώρος στον Οποίο εισερχόμαστε όταν διαλυθεί το εγώ είναι ακριβώς ο Εσωτερικός Χώρος. Εσωτερικό τον χαρακτηρίζει ο περιορισμένος (στο εγώ) άνθρωπος. Στην πραγματικότητα είναι Αυτό που αποκαλύπτει η Αντικειμενική Λειτουργία της Συνείδησης, ο Αντικειμενικός Χώρος, ο Πνευματικός Χώρος, ο Μόνος Πραγματικός Χώρος Ύπαρξης, ο Ουρανός, η Βασιλεία των Ουρανών, που δεν είναι αυτό που αντικρίζουμε καταρχήν αλλά έχει ένα Απέραντο Βάθος (και για αυτό διακρίνουμε Ουρανούς). Και πέρα από όλα αυτά υπάρχει το Υπέρτατο Βασίλειο του Θεού, η Πραγματικότητα έξω από τη δημιουργία, η Πραγματικότητα σαν Ένα Όλο.
Το τρίτο που δίδασκε ο Ιησούς στους αγαπημένους του με τους οποίους μοιράζονταν την Πνευματική Εμπειρία (Εσωτερική για τους ανθρώπους), την Αληθινή Ζωή, την Πνευματική Ζωή, ήταν ότι όλα είναι Μέσα μας, όλα δραστηριοποιούνται από Μέσα, από τη Πηγή της Ύπαρξης. Ο Αληθινός Καθοδηγητής, ο Αληθινός Διδάσκαλος είναι ο Ίδιος ο Θεός που τα Φωτίζει όλα. Ο Ίδιος ο Ιησούς δεν είπε ποτέ ότι αυτός ο ίδιος είναι κάτι. Πάντα ομολογούσε την Πλήρη Εξάρτησή του από τον Πατέρα. Κι όταν ομολογούσε ότι «εγώ κι ο Πατέρας είμαστε ένα» εννοούσε ακριβώς ότι αυτός ο ίδιος είχε «διαλυθεί» μέσα στους Κόλπους του Πατέρα. Μιλούσε για μια Εμπειρία που βίωνε. Η δήλωσή του δεν σήμαινε ταυτότητα ή ομοιότητα με τον Θεό ή διάκριση από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αυτά τα αντιλαμβάνονται έτσι οι άνθρωποι με την περιορισμένη αντίληψή τους. Ο Ιησούς μιλούσε απλά για την Υπέρτατη Κατάσταση που μπορούν να βιώσουν τα όντα. Μιλούσε για Αντικειμενικές Καταστάσεις της Συνείδησης (που βιώνονται σαν Ουράνιες Εμπειρίες) και για την Κατάσταση Πέρα από κάθε αντίληψη (που ονομάζεται Ένωση με τον Θεό). Πρέπει κάποιος να βαδίσει αυτή την Οδό και να βιώσει αυτές τις Αντικειμενικές Καταστάσεις της Συνείδησης, όπως έκανε ο Ιησούς. Ο Ιησούς βιώνοντας την Αντικειμενική Κατάσταση της Ύπαρξης, όντας αυτό, δήλωνε ότι ακριβώς αυτό που βίωνε είναι η Οδός η Αλήθεια και η Ζωή. Αυτό εννοούσε όταν έλεγε εγώ είμαι η Οδός. Προφανώς δεν αναφερόταν σε κάποιο υποκείμενο ή περιορισμένο εγώ. Κι ούτε όλες αυτές τις Καταστάσεις τις βίωνε μόνο ο Ιησούς. Ο Ίδιος δήλωνε ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών. Άλλωστε αυτός ήταν ο προορισμός της Διδασκαλίας του, σε όσους ήθελαν και μπορούσαν (γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πιο σημαντικές ασχολίες). Και η Χαρμόσυνη Αγγελία ήταν ακριβώς αυτή, η Βασιλεία των Ουρανών είναι Μέσα μας. Πόσοι καταλαβαίνουν;
Έτσι λοιπόν, περνώντας κάποιος την Πνευματική Πύλη, βαδίζοντας την Οδό του Ουρανού, που οδηγείται; Η Είσοδος στον Ουρανό (Εσωτερική για τους ανθρώπους που ξεχωρίζουν το έσω και το έξω) περιγράφεται με πολλούς τρόπους και σε πολλά επίπεδα της ανθρώπινης δραστηριότητας (όπως έχουμε περιγράψει επανειλημμένα  σε αυτά τα άρθρα), σαν Καταστάσεις Συνείδησης, Πνευματικοί Ουρανοί, Πνευματικά Μυστήρια, Μυστικές Εμπειρίες, κλπ. Ο Ιησούς μιλούσε για Αληθινή Ζωή, για Εμπειρία Ζωής που έχουμε όταν ακολουθούμε μια συγκεκριμένη ορθή δράση και χρησιμοποιούσε τους θεολογικούς όρους της εποχής του, Θεός, Ουρανός, ουρανοί, προσευχή, έσω, έξω, για να γίνει κατανοητός από τους ανθρώπους της εποχής του. Αν προσπαθούμε εδώ να εξηγήσουμε ποια είναι η πραγματική διδασκαλία του Ιησού και τι δίδασκε για τα Μυστήρια της Βασιλείας των Ουρανών και χρησιμοποιούμε όχι τους κλασσικούς θεολογικούς όρους αλλά σύγχρονους ψυχολογικούς όρους είναι γιατί είναι πιο κατανοητοί στον σύγχρονο άνθρωπο. Δεν προσθέτουμε τίποτα σε όσα είπε και έκανε ο Ιησούς, ούτε αλλοιώνουμε τίποτα με τη «ερμηνεία» μας, όταν χρησιμοποιούμε σύγχρονους φιλοσοφικούς και ψυχολογικούς όρους. Αντίθετα πιστεύουμε ότι έτσι αποδίδουμε το αληθινό νόημα της διδασκαλίας του Ιησού. Απλά προσπαθούμε να φωτίσουμε την ίδια πραγματικότητα που έδειχνε ο Ιησούς, σε μια σύγχρονη γλώσσα.
Όταν λοιπόν κάποιος Εισέλθει από την Αληθινή Πύλη, στον Αληθινό Πνευματικό Χώρο, δηλαδή στην Αντικειμενική Κατάσταση της Συνείδησης χωρίς εγώ, τι ακριβώς ζει, που ακριβώς βρίσκεται; Θα πρέπει κάποιος να το βιώσει για να καταλάβει για τι πράγμα μιλάμε. Όταν ο άνθρωπος (σαν εγώ) βλέπει τον κόσμο βλέπει μια ροή φαινομένων, ένα γίγνεσθαι και βιώνει την συνεχή αλλαγή και τον χρόνο σαν παρόν που ρέει και σαν μνήμη (παρελθόν) και σαν φαντασία (μέλλον). Όταν ο άνθρωπος «έλθει» στον Εαυτό του και κατανοήσει ότι όλα αυτά είναι μέσα στη επίγνωσή του, σαν υποκειμενικές συλλήψεις αυτού που συμβαίνει, βιώνει την ύπαρξη σαν Χώρο εντός του οποίου συμβαίνουν όλα αυτά τα φαινόμενα. Όταν κάποιος, μέσα στη περισυλλογή, στην προσευχή, περάσει στη Αντικειμενική Κατάσταση της Συνείδησης χωρίς εγώ, αυτό που βιώνει (καταρχήν) είναι μια Ενιαία Πραγματικότητα, όπου όλα συνδέονται, συνταιριάζουν κι έχουν την θέση τους στον Κοινό Υπαρξιακό Χώρο τους. Επειδή δεν υπάρχει εγώ (ξεχωριστό, περιορισμένο, αντιληπτικό κέντρο) υπάρχει μόνο επίγνωση όλων αυτών κι είμαστε όλα αυτά, και αυτό που θεωρούσαμε «σώμα μας» και τα άλλα όντα και πράγματα, κι όλα, αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Η «χρήση» του σώματος είναι αντικειμενική, φωτισμένη κι ούτε υποστηρίζεται από κάποιο διαχωρισμό (εγώ) ούτε προκαλεί κάποιο διαχωρισμό με τη δράση του. Είναι μια Κατάσταση που στον Εσωτερισμό χαρακτηρίζεται σαν Παγκόσμια Συνείδηση. Κι Αυτός είναι ο Πρώτος Ουρανός. Η Ζωή έχει Απέραντο Βάθος και μπορούμε να βιώσουμε βαθύτερες καταστάσεις, ανώτερες καταστάσεις.
Η Μετάβαση σε Βαθύτερες Καταστάσεις, στους Ανώτερους Ουρανούς και στον Θεό, δεν σημαίνει κάποια πραγματική μετατόπιση κάπου, αλλά την βαθύτερη κατανόηση όλου αυτού που αντιλαμβανόμαστε να συμβαίνει, ή αλλιώς την «αλλαγή» της στάσης μας απέναντι σε όλα αυτά που αντιλαμβανόμαστε. Μιλάμε πάντα για συνειδησιακές καταστάσεις. Οι περιγραφές μας δεν περιγράφουν κάποια σταθερή πραγματικότητα αλλά αυτά που βιώνουμε. Σε τελευταία ανάλυση μιλάμε μονάχα για «εμπειρίες». Σε ένα Βαθύτερο Επίπεδο Εμπειρίας λοιπόν όλα αυτά τα φαινόμενα γίνονται αντιληπτά όχι στις ιδιαίτερες ιδιότητές τους αλλά στην Κοινή Ουσία τους. Παύουν να διακρίνονται σε «ξεχωριστά» πράγματα εντός της Παγκόσμιας Ενότητας. Γίνονται αντιληπτά σαν κινήσεις της Ενότητας σε διάφορα σημεία, κινήσεις ενός «σώματος», μιας «μάζας». Είναι όπως στην θάλασσα που δεν βλέπουμε πια τα κύματα της θάλασσας αλλά την θάλασσα, την μάζα του νερού, που κινείται σε διάφορα σημεία της. Εδώ δεν έχουμε απλά μια διαφορετική περιγραφή αλλά μια πραγματική αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε. Αντιλαμβανόμαστε από μια διαφορετική κατάσταση και για αυτό αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά. Αυτός είναι ο Δεύτερος Ουρανός, η Βαθύτερη Κατανόηση αυτού που συμβαίνει.
Σε ακόμα Βαθύτερο Επίπεδο Εμπειρίας αντιλαμβανόμαστε ότι το μόνο που υπάρχει είναι η Αντίληψη σαν Υπόβαθρο της Ζωής, σαν Δραστηριότητα, ενώ οι κινήσεις ή τα ξεχωριστά φαινόμενα παύουν να έχουν κάποια «σημασία», κάποια «υπόσταση», γίνονται αδιόρατες σκιές, δεν ξεχωρίζουν πια. Είναι μια Κατάσταση Βαθιάς Κατανόησης, Όρασης, Αντίληψης, όλων αυτών που τα όντα σε διαφορετικές καταστάσεις συνείδησης βλέπουν σαν πραγματικά ξεχωριστά φαινόμενα. Πρέπει α σημειώσουμε και να γίνει κατανοητό ότι η «Μετάβαση» γίνεται από μόνη της γιατί Καθοδηγείται από την Ίδια την Πηγή της Ύπαρξης, σαν μια Εσωτερική Ώθηση, χωρίς «δική» μας προσπάθεια (γιατί δεν υπάρχει πλέον «κάποιος» που να σκέφτεται και να αποφασίζει και να πράττει). Απλά έχουμε επίγνωση όλης αυτής της κίνησης που κάποιοι μυστικοί ονομάζουν «αρπαγή» στους Ουρανούς. Μετά πρέπει επίσης να γίνει κατανοητό ότι η «Μετάβαση» δεν περιγράφει παρά την «Εμβάθυνση» της Κατανόησής μας, ή αλλιώς την σταδιακή απελευθέρωσή μας από το περιεχόμενο της Αντίληψής μας.
Το Υπέρτατο Βήμα είναι να Εγκαταλείψουμε Τελείως την αντίληψη όλων αυτών, (ολόκληρο κι ολοκληρωτικά το περιεχόμενο της Αντίληψης), να απελευθερωθούμε τελείως από το περιεχόμενο της Αντίληψης. Κι Εδώ είναι το Θαύμα. Παύει κάθε διαχωρισμός ανάμεσα στον Θεό και τη Δημιουργία. Όλα Υπάρχουν Μέσα στην Θεία Πραγματικότητα κι Όλα Φωτίζονται Μέσα στο Φως του Θεού. Είμαστε Μέσα στους Κόλπους του Πατέρα, Τελείως Ελεύθεροι, Ένα με τον Πατέρα, αντιμετωπίζοντας όλα αυτά που συμβαίνουν χωρίς κανένα περιορισμό ή ίχνος άγνοιας. Είμαστε Ένα με τη Θεία Ουσία, η Θεία Ουσία, Μέσα στην Οποία Υπάρχουν Όλα, σαν «Κινήσεις», σαν «Σκέψεις», όλα νοητικής μορφής, (πείτε το όπως θέλετε). Εδώ από Εμπειρία Γνωρίζουμε ότι τελικά δεν υπάρχει παρά Ενότητα. Δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στον Θεό και την Ψυχή. Είναι το ίδιο. Για αυτό οι Μυστικοί που είχαν αυτή την εμπειρία έλεγαν ότι η Ψυχή Είναι Άκτιστη, ανήκει στο Άκτιστο. Αυτό οι  άνθρωποι που ζουν σε κατώτερες καταστάσεις συνείδησης το θεωρούν βλασφημία. Ακόμα κι οι μυστικοί που είχαν μια τέτοια εμπειρία αλλά δεν είχαν απαλλαγεί από την επιρροή της εξωτερικής εκκλησίας δικαιολογούνταν ότι όλα αυτά, η Ένωση με τον Θεό, γίνεται «κατά Χάριν». Δεν έχει καμιά σημασία πως θα το περιγράψουν ή θα το ονομάσουν οι άνθρωποι. Το σημαντικό είναι ότι Συμβαίνει.
Μιλώντας σε αυτά τα άρθρα  για την Οδό της Αλήθειας του Ιησού, για τα Μυστήρια της Βασιλείας των Ουρανών, για τους Ουρανούς, την Εσωτερική Εμπειρία ή το Βάθεμα της Κατανόησής μας, περιγράφουμε ξανά και ξανά την ίδια πραγματικότητα (τα ίδια πράγματα), από διαφορετική σκοπιά, από ένα διαφορετικό σημείο προσέγγισης, πλησιάζοντας όλο και πιο πολύ (ή πιο βαθιά) για να μπορέσουμε να τα κατανοήσουμε καλύτερα. Αυτό που περιγράφουμε σαν Πνευματική Εμπειρία του Ιησού (σαν Δική του Πνευματική Πορεία) είναι στην πραγματικότητα η Πορεία του Ανθρώπου, η Πορεία που πρέπει να κάνει κάθε άνθρωπος. Ποτέ, ούτε ο Ιησούς που είχε την Εμπειρία της Ένωσης με τον Θεό, ούτε κάποιος άλλος που είχε αυτή την εμπειρία, ισχυρίστηκε ότι είναι κάτι διαφορετικό από τους ανθρώπους. Βέβαια, οι άνθρωποι που αγαπούν πολύ το να φτιάχνουν θεωρίες και ιστορίες ισχυρίστηκαν ότι ο Ιησούς είναι ένα Ον με ειδική αποστολή στη γη (το ίδιο ισχυρίζονται και σε άλλες θρησκείες για τους δικούς τους «θεούς»). Αυτό είναι ένα από τα παραμύθια των ανθρώπων. Γνωρίζουμε ότι ο Ιησούς δεν ισχυρίστηκε ποτέ τίποτα τέτοιο. Κι όσες φορές αποκαλεί το εαυτό του υιό του ανθρώπου, ή Υιό του Θεού, ή βεβαιώνει ότι είναι ένα με τον Θεό, το κάνει σαν Άνθρωπος, όχι σαν «Ξεχωριστό Ον». Οι άνθρωποι απλά δεν κατανοούν ούτε αυτά που ακούνε ή διαβάζουν.
Αυτή την Πνευματική Πορεία που μας Φώτισε ο Ιησούς την περιγράψαμε σαν Πνευματικές Καταστάσεις, σαν Καταστάσεις Προσευχής (εντοπίζοντας και μέσα στο σώμα, στα μυστικά κέντρα, αυτό που συμβαίνει), σαν Ουράνιες Καταστάσεις, σαν Ουρανούς, και στο Πνευματικό Τελετουργικό σαν Πνευματικά Μυστήρια, κλπ. Στην πραγματικότητα όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από το Βάθεμα της Κατανόησης αυτού που συμβαίνει. Πρόκειται για μια δική μας Πνευματική Διαδικασία.
Όλα αυτά που περιγράφουμε μπορούμε να τα βιώσουμε εδώ, όσο είμαστε μέσα στο σώμα, γιατί το Πνεύμα είναι Ελεύθερο και «πνέει» όπου θέλει. Η αλήθεια όμως είναι ότι σαν Ψυχή, Εμείς οι Ίδιοι, εγκαταλείποντας το σώμα θα βιώσουμε όλες αυτές τις Καταστάσεις μεταθανάτια, ανάλογα με τον βαθμό κατανόησης που έχουμε κατακτήσει εδώ, στη γη. Αν κάποιος δεν έχει Αφυπνισθεί στο Εαυτό του , αν δεν έχει γεννηθεί Πνευματικά (Άνωθεν), αν δεν έχει εμπειρία του Εσωτερικού Χώρου (όπως το αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι, σαν εσωτερικό), του Αληθινού Αντικειμενικού Χώρου (σύμφωνα με την Εμπειρία του Ιησού, τη εμπειρία των μυστικών και τη δική μας ταπεινή εμπειρία) θα είναι σε μια μεταθανάτια κατάσταση σύγχυσης και δυστυχίας. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα της «κόλασης» ή του «καθαρτηρίου». Δεν έχει σημασία αν πιστεύουμε ή όχι στην μετενσωμάτωση (στην μετενσάρκωση). Όπως και να έχει αυτή η κατάσταση που βιώνουν οι άνθρωποι εδώ στη γη (του περιορισμού, του διαχωρισμού, της δυαδικότητας) και βιώνουν και μεταθανάτια, είναι μια κατάσταση άγνοιας και δυστυχίας. Κι ας μην πει κάποιος γιατί ο Θεός τα «επιτρέπει» όλα αυτά. Ο Θεός Είναι Πάντα Παρών κι η Αγάπη Του Απέραντη. Ο Άνθρωπος είναι τελείως Ελεύθερος κι έχει την Απόλυτη Ηθική Ευθύνη για ό,τι κάνει. Ακόμα και στις πιο σκληρές συνθήκες μπορεί να σηκώσει το κεφάλι στον ουρανό. Κι όσοι υποφέρουν χωρίς να φταίνε, πάντα υπάρχει Δικαιοσύνη (όχι σαν τιμωρία αλλά σαν αποκατάσταση της βλάβης).
Όταν όμως κάποιος έχει Εμπειρία του Αληθινού Εαυτού εδώ στη γη, όταν έχει γεννηθεί Πνευματικά, όταν έχει Εμπειρία των Αντικειμενικών Καταστάσεων της Συνείδησης (έστω της Παγκόσμιας Συνείδησης), μετά την αποχώρηση από το σώμα του θα είναι στον Ουρανό Κι εδώ η πορεία του θα είναι Ανοδική Μέσα στη Αγάπη του Θεού.
Όλα αυτά που περιγράφουμε εδώ είναι η Εσωτερική Παράδοση που μεταδίδεται από στόμα σε στόμα. Αν αποκαλύπτουμε κάποιες αλήθειες δημόσια (κατά παράβαση της εντολής της «σιωπής») δεν το κάνουμε ούτε από ματαιοδοξία, ούτε από σκοπιμότητα. Δεν έχουμε επίγειους σκοπούς. Η Κατοικία μας είναι Αλλού. Έχοντας βρεθεί εδώ μαρτυρούμε απλά αυτό που κατανοούμε, αυτό που έχουμε εμπειρία. Βαδίσαμε την Οδό της Αλήθειας του Ιησού και γνωρίζουμε και βεβαιώνουμε με την ταπεινή εμπειρία μας ότι Οδηγεί στο Θεό, στην Ένωση με τον Θεό.
Καθένας, Αυτός ο Ίδιος πορεύεται στη Ζωή, στην Κατανόηση της Φύσης του, μέσα στον Εαυτό του. Ο Μόνος Διδάσκαλος και Καθοδηγητής που μπορεί να έχει είναι ο Ίδιος ο Θεός Μέσα του (ο Θεός που μπορεί να Βρει, να Νοιώσει, Μέσα του). Στο Αληθινό Απέραντο Μέσα του, όχι στο μικρό περιορισμένο, διαχωρισμένο εγώ, ή στους κόσμους της σκέψης, ή των αισθήσεων (εκεί μόνο συμβάντα, φαινόμενα που φεύγουν υπάρχουν). Για να Βρει κάποιος την Ελευθερία Μέσα του και να Αντικρύσει τον Θεό πρέπει να εγκαταλείψει το μικρό εγώ και τις μάταιες δραστηριότητές του. Μόνο όταν ο άνθρωπος εγκαταλείψει το εγώ και τις άγκυρες στον κόσμο των φαινομένων μπορεί να ανοιχτεί στην Ανοιχτή Απεραντοσύνη της Πραγματικότητας.
Μακάρι ο Θεός να μας Φωτίσει όλους μας.
~~~
7. Η Άβυσσος, (η Ένωση με τον Πατέρα)
 
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~