CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
17. Living in the Kingdom of Timelessness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Saturday, 15 November, 2025

Thursday, December 30, 2010

Επίκουρος... Η Αληθινή Διδασκαλία του

(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ)

Εισαγωγή
Η Ελληνική Φιλοσοφία, όλων των αιώνων, πολύ περισσότερο από μία θεωρητική προσέγγιση του «Είναι» και του «γίγνεσθαι», είχε πρακτικό σκοπό. Είχε σκοπό, με την γνώση, να οδηγήσει τον άνθρωπο στο αληθινό αγαθό, στην αληθινή και ευτυχισμένη ζωή... Το θεωρητικό «ειδέναι» λοιπόν, όχι μόνο φώτιζε και καθοδηγούσε τον πρακτικό βίο, αλλά, ακόμα πιό πέρα, μπορούσε να οδηγήσει στην εγκαθίδρυση μίας ανθρώπινης πολιτείας, στα πλαίσια της οποίας οι άνθρωποι θα ήταν (οι περισσότεροι τουλάχιστον) ολοκληρωμένοι κι ευτυχισμένοι...
Ειδικότερα γιά τον Επίκουρο, η Φιλοσοφία είναι «ενέργεια η οποία διά σκέψεων και συζητήσεων μας παρέχει ευδαίμονα ζωή». Από αυτή την γενική θέση πηγάζει μία ολοκληρωμένη φιλοσοφική αντίληψη, μία βιοθεωρία και μία πρακτική ζωή. Ήδη εξ’ αρχής τίθεται η αντίληψη του Επίκουρου:
1) Ο άνθρωπος, σαν αυτοσυνείδητο ον, ψυχοσωματικό ον...
2) Η ερμηνεία της ζωής, όχι μέσω θεωρητικών αντιλήψεων και πρπλήψεων και δεισιδαιμονιών, αλλά μέσω της εναργούς, καθαρής, βέβαιης και επιβεβαιούμενης αντίληψης (πράγμα που απαιτεί βέβαιη γνώση, στοιχειοθετημένη γνώση, εμπειρική γνώση...).
3) Η Ευδαιμονία, ο ορισμός και η απόκτηση της αληθινής ευδαιμονίας. Η Αληθινή Ευδαιμονία συνίσταται (όπως θα αναλυθεί πιό κάτω) στην «αταραξία», την «κατηρέμησιν», και τον «γαληνισμόν» του βίου...

Ο κόσμος και ο άνθρωπος
Γιά τον Επίκουρο (όπως και γιά όλους τους έλληνες φιλοσόφους) η Πραγματικότητα Είναι Ένα Ενιαίο Όλο με διάφορες διαβαθμίσεις. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ πνευματικού-υλικού, ασώματου-σωματικού, αλλά αυτές οι διακρίσεις ποιότητας εντάσσονται στα πλαίσια Μίας Ενιαίας Πραγματικότητας, που πρέπει να θεωρείται μονιστικά (και δεν είναι ούτε μόνο πνευματική, ούτε μόνο υλική, ούτε και τα δύο: είναι και πνευματική και υλική, αφου αυτά ταυτίζονται...)... Έτσι, κακώς ο Επίκουρος ερμηνεύεται σαν υλιστής με την σύγχρονη έννοια του όρου. Στα πλαίσια της Φιλοσοφίας του, στα πλαίσια της Ενιαίας Πραγματικότητας, υπάρχει όχι μόνο ο φυσικός κόσμος, μέρος του οποίου αντιλαμβανόμαστε, αλλά και ο μετακόσμιος χώρος των θεών (της θείας ύπαρξης)... υπάρχουν επίσης αόρατες κατηγορίες όπως η ψυχή, και ορατές κατηγορίες, όπως το σώμα...
Ο κόσμος συμπεριλαμβάνει αόρατες κατηγορίες κι ορατούς κόσμους. Ο κόσμος της άμεσης εποπτείας είναι ένας απέραντος κενός χώρος εντός του οποίου διαχέεται η ύλη (που αποτελείται από άτομα). Η κίνηση της ύλης δεν ακολουθεί μία αυστηρή αιτιότητα αλλά παρεκλίνει (τυχαιότητα)... Δημιουργούνται έτσι στο απέραντο σύμπαν περιδινήσεις που σχηματίζουν τοπικούς κόσμους ενώ στο κενό διάστημα βρίσκεται ο μετακόσμιος χώρος των θεών. Στους τοπικούς κόσμους τα φαινόμενα εξελίσσονται με μηχανικό τρόπο.
Ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικό ον, είναι ενσώματο ον που λειτουργεί μέσω του σώματος. Η ψυχή, στην καθαρή μορφή της, στην καθαρή ουσία της, είναι κάτι άχρονο κι έρχεται «έξωθεν» (όπως υποστήριζε κι ο Πλάτωνας, κι ο Αριστοτέλης...). Είναι το λογικό ενσυνείδητο, το ακατανόμαστο («λεπτή ύλη») που δεν μπορεί να προσδιοριστεί... Καθώς η ψυχή (σαν καθαρή ουσία) συνδέεται με το σώμα δημιουργούνται από την σχέση αυτή οι κατώτερες λειτουργίες της ψυχής, μία σωματική, ζωική, ψυχή . Αυτές οι λειτουργίες φωτιζόμενες από την «συνείδηση» γίνονται συνειδητές και μας φέρνουν σε επαφή με το σώμα και μέσω του σώματος με τον φυσικό κόσμο στον οποίο ζούμε.
Κατά τον Αέτιον: « Ο Επίκουρος θεωρεί την ψυχήν κράμα εκ τεσσάρων ποιοτήτων ατόμων. Από ποιότητα πυρώδη, από ποιότητα αερώδη, από ποιότητα ωσάν άνεμο και από μία τετάρτην ποιότητα, η οποία δεν έχει όνομα. Αυτό δε το τελευταίο ήταν γι΄αυτόν η προς αίσθησιν ικανότητα. Εκ τούτων, το πνεύμα –άνεμος- δίδει την κίνηση, ο αήρ την ηρεμία, η θερμότητα την μέσα στο σώμα παρουσιαζομένη θερμότητα, το δε μη έχον όνομα την εσωτερική αίσθηση»... (Ο Επίκουρος χρησιμοποιεί τους όρους, αίσθησις, πυρ, αήρ, πνεύμα, με περιεχόμενο διαφορετικό από το σημερινό: Γιά τον Επίκουρο «Αίσθησις» είναι το «συνειδέναι», πυρ είναι η νόηση, αήρ είναι η ψυχοδυναμική ενέργεια, πνεύμα (άνεμος) είναι η ζωική ενέργεια που εκδηλώνεται σαν ψυχοσωματικές λειτουργίες...)... Ειδικότερα η «Αίσθησις» θα πρέπει να ερμηνευθεί σαν «συνειδέναι» εξωδιανοητική αντίληψη, ενόραση, κι όχι με την σημερινή έννοια της λέξης... αφού η «αίσθησις» του Επίκουρου σημαίνει όχι μόνο το ορατό αλλά και το αόρατο... (δεν πρέπει να μπερδευόμαστε από το γεγονός ότι ο Επίκουρος χρησιμοποιεί την ίδια λέξη «αίσθησις» και γιά την «συνείδηση» και γιά την «σωματική αίσθηση»)...
Με τον θάνατο, με τον αποχωρισμό της καθαρής ψυχής από το σώμα, καταλύονται και οι συνδετικές λειτουργίες. Έτσι η κατώτερη ψυχή έχει περισσότερο σωματική υλική φύση και διαλύεται με τον θάνατο. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την καθαρή ουσία. Αν και δεν το επιβεβαιώνει πουθενά ο Επίκουρος, το πίστευε βαθιά μέσα του (όπως θα αποδειχθεί πιό κάτω). Γιά τον Επίκουρο ο θάνατος δεν έχει νόημα, αφού διαλύονται οι συνδετικές λειτουργίες (με το σώμα) δεν υπάρχει πιά η αντίληψη έλλειψης σώματος, ούτε μνήμες του σώματος ούτε σώμα, τίποτα... Με άλλα λόγια, ο θάνατος δεν είναι βίωμα αλλά μία ιδέα, μία αντίληψη των ζωντανών γιά το τι συμβαίνει, δηλαδή μία πρόληψη. Το τι συμβαίνει μεταφυσικά, αν οι καθαρή ψυχή επιβιώνει σε κάποιο ουράνιο τόπο (όπως δίδασκε ο Πλάτωνας, ορίζοντας το «ουράνιο», σαν λεπτότερη κατάσταση, κι όχι με την έννοια του υλικού ουρανού...) ή στα Ηλύσια Πεδία, ή στον Άδη (όπως κήρυταν οι θρησκείες) είναι ένα άλλο ζήτημα (που θα εξηγήσουμε πιό κάτω)...

Βιοθεωρία
1) Ο άνθρωπος, σαν αυτοσυνείδητο ον, σκεπτόμενο, προβληματιζόμενο γιά την αλήθεια και τον βίο, τίθεται στο κέντρο της θεωρητικής έρευνας και κάθε περαιτέρω αντίληψης και συζήτησης.
2) Ο Επίκουρος («Περί κριτηρίου ή κανών») δίδασκε ότι αυτό που προέχει είναι να θεμελιώσουμε ένα «κανόνα» που θα μας βοηθήσει να διακρίνουμε την αλήθεια από το ψεύδος. Με άλλα λόγια το πρώτο πράγμα που χρειάζεται ο άνθρωπος είναι η αληθής, ασφαλής γνώση (τα κριτήρια της αλήθειας) κι όχι η θεωρητική ανάλυση και περιγραφή της Πραγματικότητας και δόμηση μίας ερμηνείας (ενός θεωρητικού συστήματος).
3) Το Υπέρτατο Κριτήριο της Αλήθειας είναι η Συνείδηση (η «αίσθησις», η ανώτερη αίσθησις) και μετά η λογική ανάλυση και οι αισθήσεις από τον εξωτερικό κόσμο.
4) Η Αληθινή Γνώση πρέπει να κατευθύνεται στην Αυτογνωσία, στην αναγνώριση των πραγματικών αναγκών και καταστάσεων και στον τρόπο επίτευξης της Ευδαιμονίας.
5) Το Συνειδέναι («αίσθησις»), η «ενάργεια» (σαφήνεια κι ευκρίνεια της σκέψης), έχει συχνά διάφορες μορφές: «πάθος», «αίσθησις», «προληψις» «φανταστική επιβολή της διανοίας»:
«Πάθος»: Συναίσθημα της ηδονής ή λύπης, (πρακτική ενάργεια που μας καθοδηγεί να αντιδρούμε ορθά στα ερεθίσματα του εξωτερικού κόσμου).
«Αίσθησις» (η κοινή σωματική αίσθησις): Παθητική δεκτικότητα διά της οποίας η ψυχή δέχεται μέσα στον εαυτό της τα ομοιώματα, τα «είδωλα», που εκπέμπονται από τα αντικείμενα.
«Πρόληψις»: Μνήμη εκείνου το οποίο πολλάκις εμφανίζεται στην ψυχή κατόπιν εξωτερικών ερεθισμών (παράσταση, μεταξύ μνημονικής παράστασης κι αφηρημένης έννοιας, μεταξύ εποπτείας και νόησης).
«Φανταστική επιβολή της διάνοιας»: Συνολική θεώρηση των δεδομένων της εμπειρίας, που μπορεί να αντιληφθεί και τα αόρατα όντα στην καθαυτό ουσία τους. ( Νόηση και Διανοητική Ενόραση διά της οποίας λαμβάνουμε αντίληψη αυτών που βρίσκονται πέρα από τα όρια της εποπτείας).
(Η «φανταστική επιβολή της διάνοιας» δεν αναφέρεται άμεσα από τον Επίκουρο αλλά προστέθηκε αργότερα από τους Επικούρειους... Λουκρήτιος, «περί φύσεως των όντων»...)...
6) Ενώ ο Αριστοτέλης θεωρούσε κίνητρο της Φιλοσοφίας τον θαυμασμό και την απορία και την προσπάθεια εξήγησης της φύσης, ο Επίκουρος βλέπει σαν αιτία που ωθεί στην φιλοσοφική σκέψη, τον φόβο και την ανησυχία και την επίτευξη επομένως της ευδαιμονίας. Η σπουδή της φύσης είναι αναγκαία στο μέτρο που μπορεί να μας βοηθήσει να προσανατολιστούμε στον κόσμο, να απαλλαγούμε από κενούς φόβους (του αγνώστου, του θανάτου, κλπ.) και να βρούμε τελικά την ευδαιμονία.

Αληθινή Ευδαιμονία
Σύμφωνα με τον Επίκουρο αληθινή σοφία είναι αυτή που αποβλέπει «εις την του όλου βίου μακαριότητα». Από την φύση του ο άνθρωπος θεωρεί σαν αγαθό την ευδαιμονία (την ηδονή) και σαν κακό τον πόνο (το άλγος). Ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικό ον και έχει πολλές, ανώτερες (ψυχικές) και κατώτερες (σωματικές) λειτουργίες. Υπάρχουν λοιπόν πολλών ειδών ηδονές και πόνοι κι είναι όλα πραγματικά και έγκυρα μέσα στις συνθήκες της ζωής... Αλλά το κυριότερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου, αυτό που τον διακρίνει από τα άλλα ζώα είναι το λεπτότερο ψυχικό στοιχείο, το έλλογο (το ακατανόμαστο) που του δίνει αυτοσυνειδησία. Αν ο άνθρωπος ήταν απλά ζώο θα του αρκούσαν οι σωματικές ηδονές όπως στα ζώα. Αλλά αυτό που ζητά πάνω από όλα να ικανοποιηθεί στον άνθρωπο είναι η ανώτερη ανάγκη του γιά αιώνια, αληθινή ευδαιμονία, (που να ικανοποιεί την ψυχή του)... Κι έτσι ο Επίκουρος (σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο) καταλήγει ότι «Μείζονας ηδονάς είναι τας της ψυχής»... Προχωρώντας ακόμα πιό πέρα ο Επίκουρος θεωρεί πως ο τελικός μας σκοπός δεν είναι η θετική ηδονή αλλά η απαλλαγή από πόνους. Θεωρεί δηλαδή ότι η αληθινή ηδονή είναι όχι η κίνηση του θυμικού (κατά κίνησιν ηδονή) αλλά η γαλήνη του θυμικού (καταστηματική, δηλαδή εν ηρεμία, ηδονή)... (ίσως λόγω της νοσηρότητας της δικής του υγείας... ή μιάς βαθιάς μεταφυσικής κλίσης)... Με άλλα λόγια το πρακτικό ιδεώδες της ηθικής ζωής είναι η απαλλαγή της ψυχής από την ταραχή, η «αταραξία», η τελική ειρήνευση της ψυχής. Την τέλεια ειρήνευση της ψυχής ο Επίκουρος την παρομοιάζει με την ησυχία της θάλασσας (γαλήνη), με την ηλιόλουστη φαιδρότητα του ουρανού (ευδία)...

Οι Τέσσερις Αρετές
Γιά τον Επίκουρο ο Υπέρτατος σκοπός είναι η Αληθινή Ευδαιμονία (αταραξία, γαλήνη, ευδία), ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζει τον «σοφό» και αντιστοιχεί προς την «απάθεια» των Στωικών... Η Ευδαιμονία όμως αυτή όσο κι αν πηγάζει από την βαθύτερη φύση του ανθρώπου κι όσο κι αν είναι επιθυμητή δεν πραγματοποιείται άμεσα αλλά μέσα από μία ζωή αρετής. Ευδαιμονία και Αρετή είναι αξεχώριστα. Η Αρετή δεν είναι λοιπόν αυτοσκοπός αλλά μονάχα προϋπόθεση (μέσον) γιά να φτάσουμε στην Αταραξία. Στην πορεία προς την Αταραξία (την Υπέρτατη Αληθινή Ευδαιμονία) πρέπει να εφαρμοσθούν τέσσερις κύριες αρετές σε μία εμβάθυνση της ψυχολογικής ζωής, μία εκλέπτυνση της αντίληψης, μέχρι την τελειωτική εσωτερίκευση:

Φρόνηση (πνεύμα- ξεπέρασμα της ζωικής ψυχής)
Η Πρώτη Αρετή που μας σχετίζει με τον εξωτερικό κόσμο είναι η Φρόνηση –νήφων λογισμός, επαγρύπνηση- («μετρητική τέχνη»), που έχει αποστολή να κρίνει ποιές ηδονές πρέπει να επιδιώκουμε και ποιούς πόνους πρέπει να αποφεύγουμε. Η Φρόνηση μας διδάσκει την αληθινή τέχνη της ζωής, μας απαλάσσει από προλήψεις, φόβους, ανοησίες, από μάταιες φαντασιοκοπίες και στείρους πόθους και χαρίζει ένα καθαρό μονοπάτι στην ζωή...

Σωφροσύνη (αήρ-ξεπέρασμα της ψυχοδυναμικής ενέργειας)
Η Δεύτερη Μεγάλη Αρετή είναι η Σωφροσύνη που συνίσταται στην εγκράτεια και την τιθάσευση των επιθυμιών, στον περιορισμό τους στα αληθινά απαραίτητα γιά την ευτυχία του ανθρώπου... Αυτό οδηγεί στην ολιγάρκεια. Ολιγάρκεια είναι να είμαστε ευτυχείς με τα λίγα απαραίτητα κι όχι απλά να περιοριζόμαστε σε λίγα νοιώθοντας «στερημένοι» που είναι πράγμα διαφορετικό...

Ανδρεία (πυρ-ξεπέρασμα του νου)
Η Τρίτη Σπουδαία Αρετή είναι η Ανδρεία που οδηγεί πέρα από τον φόβο του θανάτου και μας βοηθά να ξεπεράσουμε τα αναπόφευκτα δεινά. Η Ανδρεία μας ανεξαρτητοποιεί από το γίγνεσθαι και μας οδηγεί στην Αληθινή Αυτάρκεια...

Δικαιοσύνη (ακατανόμαστο-βίωση της καθαρής ψυχής)
Η Τέταρτη Υπέρτατη Αρετή είναι η Δικαιοσύνη που οδηγεί στην εξισορρόπηση και την αρμονία με το σύμπαν. Η Δικαιοσύνη μας επιτρέπει να βαδίζουμε μαζί με τη πραγματικότητα χωρίς συγκρούσεις, σε μία τέλεια κι ολοκληρωμένη ελευθερία... Η Ελευθερία ολοκληρώνεται με την απελευθέρωση της ψυχής από τα δεσμά του σώματος και του κόσμου... (Εδώ επίσης βρίσκει το νόημά της η αληθινή φιλία που ήταν παροιμιώδης στον Κήπο του Επίκουρου...)...

Η Τελική Επίτευξη (η απελευθέρωση της ψυχής)
Η βίωση των Τεσσάρων Αρετών οδηγεί προοδευτικά την ψυχή στην απελευθέρωσή της από τις κατώτερες ψυχοσωματικές λειτουργίες (που διαλύονται με τον θάνατο), την ανύψωση πάνω από τις ψυχοδυναμικές ορμές, και την υπέρβαση των νοητικών διαδικασιών, και βιώνει ήδη, εν ζωή, την μεταθανάτια ζωή, σαν καθαρή ψυχή... έχει, εν ζωή, νικήσει τον θάνατο...
Ο άνθρωπος που πραγματοποιεί τις Τέσσερις Αρετές στην ουσία τους και στο έπακρό τους είναι «σοφός» κι η ζωή του δεν διαφέρει από την ζωή των θεών. Έχει, εν ζωή, επιτύχει την Ελευθερία, την Αθανασία, και την Αιωνιότητα, και ζει «ως θεός» μεταξύ των ανθρώπων»...

Η μετακόσμια ζωή
Τελικά, αυτός που ακολουθεί την Φιλοσοφία του Επίκουρου βρίσκει όχι απλά την αδιατάρακτη ψυχική γαλήνη και την δύναμη να αντιμετωπίσει την αβεβαιότητα της ζωής και τις αντίξοοες συνθήκες... αλλά καθώς ξεπερνά το γίγνεσθαι, βιώνει την Αιωνιότητα μέσα στο θνητό σώμα, μέσα στον κόσμο... (οι κατώτερες ευχαριστήσεις δίνουν μόνο μερική αίσθηση της Αιωνιότητας... όταν η Συνείδηση χάνει τον εαυτό της μέσα στην ευχαρίστηση...)...
Ο Σοφός ζει ήδη την Μετακόσμια Πραγματικότητα των θεών ήδη εδώ στην γη. Έχοντας περάσει πέρα από το γίγνεσθαι γίνεται ακλόνητος σαν τους θεούς, αιώνιος... Ακόμα κι ο σωματικός θάνατος δεν μπορεί να τον αγγίξει γιατί ήδη ζει πέρα από το σώμα... Με αυτή την έννοια ο Επίκουρος (κι όποιος τον ακολουθεί) βιώνει την Αθανασία και την μεταθανάτια επιβίωση που τοποθετείται στον μετακόσμιο χώρο (που έχει παραπλήσια έννοια με τους «νήσους των Μακάρων», τους ουράνιους κόσμους, κλπ...)...
Αφού ο σκοπός του Επίκουρου ήταν να Οδηγήσει απλά τον άνθρωπο πέρα από την γήινη δυστυχία, ως την Απελευθέρωση της Ψυχής, δεν είχε λόγο και απέφευγε να μιλήσει γιά τον μετακόσμιο χώρο, τους ουράνιους κόσμους (του πυρός, του αέρα, και του πνεύματος)... Παρέμεινε πάντα καθαρά πρακτικός άνθρωπος... Κι αυτή την «σιωπή» του οφείλουμε να την σεβαστούμε...
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 17. The Silent Sovereignty: A Meditation on the Invisible Throne
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 17. Anger
Monday, 10 November, 2025

Chapter 17. Anger

 

The Sacred Alchemy of Transformed Wrath: A Journey Through the Fires of the Soul

 

In the vast tapestry of human experience, where the threads of suffering and enlightenment interweave in patterns both terrible and beautiful, there exists a singular truth that pierces through the veils of illusion like a shaft of golden light through storm clouds: the transformation of anger stands as one of the most profound alchemical processes available to the seeking soul. The ancient wisdom speaks not merely of suppressing this fierce energy that rises like molten fire from the depths of being, but of transmuting it entirely—of allowing it to become the very fuel that propels consciousness toward the shores of the Eternal.

 

The seeker who walks the illuminated path soon discovers that anger is not merely an emotion to be catalogued and dismissed, but rather a powerful force that, when understood in its deepest essence, reveals itself as a guardian standing at the threshold between bondage and liberation. This guardian, terrible in its aspect, demands recognition and wisdom before it will permit passage to the gardens of inner peace. For in the crucible of the spiritual life, nothing is wasted; even that which seems most destructive contains within it the seeds of transformation.

 

The Chains of Attachment and the Freedom of Letting Go

 

There dwells within the human heart a tendency as ancient as consciousness itself: the impulse to grasp, to claim, to declare sovereignty over fragments of the infinite and proclaim them as "mine." This tendency, subtle as morning mist yet binding as iron chains, creates the very architecture of suffering. The mystic perceives that name and form—those convenient labels by which the mind attempts to freeze the flowing river of existence into manageable categories—are themselves the builders of invisible prisons.

 

When a soul releases its grip upon these phantoms, when it ceases to identify itself with the temporary configurations of matter and thought that parade across the stage of consciousness, a remarkable liberation occurs. The sufferings that once seemed inevitable, that appeared as natural and inescapable as the rising of the sun, simply dissolve like shadows before the advancing light of awareness. For what can wound that which claims nothing? What can be taken from one who owns nothing? What can disturb the peace of one who has recognized the fundamental emptiness of all possessive relationships?

 

Pride, that towering edifice constructed from countless moments of self-reference and self-importance, must also crumble before the advancing tide of wisdom. Pride is the voice that whispers incessantly, "I am separate, I am special, I am above or below." It is the force that constructs hierarchies where the Divine has established only unity. The spiritual wayfarer learns to observe this voice with compassion, recognizing it as the frightened cry of an ego that fears its own dissolution into the Vastness.

 

To forsake pride is not to embrace degradation or worthlessness—this would merely be pride inverted, the shadow wearing a different mask. Rather, it is to step beyond the entire framework of comparison and judgment into a realm where being itself is sufficient, where existence requires no justification and the soul rests in its own intrinsic nature as effortlessly as a bird rests upon the wind.

 

The Chariot of Rising Fury and the Master's Reins

 

Consider the image presented to the contemplative mind: anger rising like a wild chariot, wheels thundering across the landscape of consciousness, horses of emotion straining against all restraint, threatening to carry the unprepared soul into territories of destruction and regret. How many have found themselves swept away by this vehicle, passengers rather than drivers, watching helplessly as words are spoken that cannot be unspoken, as actions are taken that carve wounds into the fabric of relationship and community?

 

The true master of the inner way does not approach this charging force with weapons drawn, seeking to battle and destroy. Such confrontation only feeds the fire, creating conflict within conflict, suffering within suffering. Instead, the adept stands firm in the stirrups of awareness, hands steady upon the reins of attention, and through a mysterious grace that combines will and surrender, brings the entire apparatus to a controlled and conscious halt.

 

This mastery is not achieved through brute force but through an understanding that transcends the ordinary mind. The mystic recognizes that anger, in its essence, is energy—raw, powerful, neither inherently good nor evil. When this energy is met with the cool waters of awareness, when it is held in the spacious container of consciousness without judgment or identification, it transforms. The heat that might have destroyed now warms. The force that might have scattered now focuses. The power that might have wounded now heals.

 

Others may hold the reins—they may present the appearance of control through suppression, through the teeth-gritting determination of willpower alone. But this is not true mastery; it is merely a temporary dam against an inevitable flood. The authentic driver has learned a deeper secret: that one must become intimate with the horses themselves, must understand their nature so completely that command flows not from domination but from communion.

 

The Sacred Trinity of Transformation

 

In the architecture of spiritual transformation, three pillars support the temple of evolved consciousness, three alchemical processes through which the lead of ordinary reactive existence transmutes into the gold of illuminated being. These are not rules imposed from without but principles discovered within, laws as natural and inevitable as the mathematics that governs the spiraling of galaxies.

 

First comes the sublime equation: love as the answer to anger. But this is not the conditional, needy emotion that often masquerades under love's banner in the marketplace of human relationships. This is Love in its transcendent dimension—the force that holds planets in their orbits, that draws the seedling upward toward light, that connects all beings in a web of mutual belonging too vast for conceptual understanding. When this Love meets anger, a holy confrontation occurs. The anger, like ice exposed to summer sun, begins to melt, to lose its solid and seemingly permanent form, to flow back into the ocean of undifferentiated compassion from which it originally emerged as a frozen fragment.

 

The seeker discovers through practice and grace that anger cannot long maintain itself in the presence of genuine Love, for anger depends upon separation—upon the conviction that "I" am here and "you" are there, and that these positions are absolute and unbridgeable. Love reveals this separation as illusory, as a convenient fiction necessary perhaps for navigating the world of form but ultimately untrue in the deepest sense. When the barriers dissolve, anger has nowhere to stand, no ground from which to launch its assault.

 

Second comes the paradoxical path of meeting evil with good. This is perhaps the most difficult teaching for the struggling soul to embrace, for it seems to contradict every instinct toward self-preservation and justice. The worldly mind cries out: "Surely evil must be met with force! Surely darkness demands aggressive light!" Yet the mystic perceives a subtler truth: that evil, in its essence, is the absence of good just as darkness is the absence of light. One does not fight darkness with weapons; one simply brings a lamp.

 

When good is offered in response to evil, when generosity meets greed, when truth confronts falsehood, a transformation occurs that operates according to laws higher than those governing the material realm. The soul that practices this principle discovers itself becoming a conduit for forces that transcend personal capacity—as though the Divine itself were working through the yielded instrument of willing consciousness.

 

Third in this trinity comes the discipline of truthfulness—not merely the avoidance of obvious lies but the cultivation of alignment between inner reality and outer expression. Truth, in the mystical understanding, is not primarily about correct facts but about authenticity, about the courage to stand naked before existence without the protective armor of pretense and persona. When one speaks truth, when one lives truth, when one becomes truth, a resonance is established with the fundamental nature of reality itself. The universe, in its mysterious intelligence, recognizes and supports this alignment.

 

The Three Gates to the Divine Presence

 

The ancient teaching presents three practices as doorways into proximity with the Sacred: speak truth, restrain anger, and give generously even from scarcity. These are not arbitrary commandments imposed by external authority but descriptions of the natural laws that govern spiritual elevation. They are to mystical ascent what principles of aerodynamics are to flight—not optional suggestions but necessary conditions.

 

To speak truth is to align one's vibration with the fundamental frequency of existence itself. The universe is constructed upon relationships of cause and effect, of action and consequence, that operate with impeccable consistency. Lies introduce dissonance into this cosmic harmony, creating friction between the soul and the great currents of being that flow through all things. The truthful person, by contrast, moves with rather than against these currents, and discovers thereby an ease and grace in living that cannot be manufactured through manipulation or deception.

 

To restrain anger is to refuse the invitation to react blindly, to decline the seductive offer of immediate release that promises relief but delivers bondage. In that sacred pause between provocation and response, a space opens—a space in which choice becomes possible, in which consciousness can enter and illuminate. This is the space in which freedom lives, where the soul discovers it is not merely the plaything of circumstances but a center of creative power capable of shaping its own experience.

 

To give, particularly when one feels one has little to give, is to practice the ultimate gesture of trust in the abundance of the universe. Generosity shatters the illusion of scarcity that keeps consciousness contracted and fearful. Each act of giving declares: "I am not my possessions. I am not what I can hoard and protect. I am a conduit through which the infinite flows, and the more freely I allow this flow, the more abundantly life moves through me."

 

These three steps—truth, restraint, generosity—form a spiral staircase ascending toward the divine dwelling. Each step taken makes the next one possible, each practice strengthens the capacity for deeper practice, until the seeker discovers that what began as difficult discipline has transformed into effortless nature.

 

The Unchangeable Place and the End of Suffering

 

The sages who have traversed this path completely, who have so thoroughly integrated these principles that their very being radiates non-harm, arrive eventually at a destination that the limited mind struggles to comprehend. This destination is called by many names across traditions—Nirvana, the Kingdom of Heaven, Union with the Absolute, the Peace that Passes Understanding. All names fail before the reality they attempt to indicate, for this reality transcends the categories of language and thought.

 

What can be said is this: in this state, suffering finds no purchase. Not because external circumstances have become uniformly pleasant—the body still experiences sensation, life still presents challenges—but because the identification with the separate self, which is the root of all suffering, has been seen through completely. When there is no "me" to be threatened, what can threaten? When there is no "mine" to be lost, what can loss mean?

 

This unchangeable place is not a location in space but a condition of consciousness, a way of being that remains stable regardless of the fluctuations of circumstance. The ocean's surface may rage with storms, but the depths remain forever calm. Similarly, the awakened one abides in these depths even while the surface of life continues its endless dance of change and becoming.

 

To reach this state requires unwavering dedication, a commitment to remain ever watchful against the subtle returns of unconsciousness, to study day and night not in the sense of accumulating information but in the sense of maintaining continuous awareness. The passions—those powerful forces that drive ordinary consciousness from desire to satisfaction to disappointment in an endless cycle—gradually lose their grip. They do not disappear entirely but transform, no longer commanding attention but instead becoming like distant clouds observed from a mountain peak: present but no longer determinative.

 

Beyond Praise and Blame: The Liberation of Indifference

 

The spiritual path eventually confronts every seeker with a profound truth about the nature of human judgment: that it is essentially arbitrary, inconsistent, and ultimately meaningless as a measure of one's worth or progress. The ancient teaching presents this insight through a simple observation: no matter what one does, someone will criticize. Silence draws blame. Speaking draws blame. Saying little draws blame. The entire spectrum of possible behaviors invites judgment from one quarter or another.

 

This recognition, when truly absorbed, precipitates a crisis and an opportunity. The crisis is the collapse of the external reference point by which most humans navigate their lives—the desperate question, "What will others think?" The opportunity is the birth of an internal compass, a way of knowing and acting that arises from connection with truth itself rather than from fear of condemnation or hunger for approval.

 

The mystic discovers that just as there has never been nor will there ever be a person universally blamed, so too there has never been nor will there ever be a person universally praised. The human tendency to judge and categorize is endless and infinitely variable, shaped by countless factors of perspective, context, and projection. To base one's peace upon such unstable ground is to build upon sand.

 

Yet there exists a different kind of recognition—the acknowledgment of those who have themselves cultivated discrimination, who have polished the mirror of consciousness until it reflects clearly. When such beings consistently recognize wisdom and virtue in another, this itself becomes a kind of validation, not because external validation is needed but because it confirms an alignment with principles that transcend personal preference. This is not the fickle praise of the crowd but the considered recognition of those who have traveled the path and know its markers.

 

Even such recognition, however, must ultimately be released. For the final stage of the journey requires moving beyond even the subtle attachment to being seen accurately, to being understood and appreciated by the wise. The awakened one requires no confirmation, no applause, no acknowledgment. Like gold refined in the sacred river, the authenticity is inherent, self-evident, requiring no external attestation.

 

The Discipline of the Three Doors

 

The teaching returns repeatedly to the necessity of mastering three dimensions of being: body, speech, and mind. This trinity represents the totality of ways through which consciousness interfaces with the manifest world, the three channels through which both bondage and liberation flow.

 

The body, that magnificent vehicle through which the formless experiences form, carries its own form of anger—the anger that expresses through tension, through violence, through the thousand subtle ways physical presence can harm. To control the body is not to suppress its natural vitality but to ensure that all action flows from awareness rather than unconscious reactivity. The body practicing virtue becomes a sacred instrument, each gesture a mudra, each movement a meditation, each action an offering.

 

Speech, that creative power through which thought takes wing and enters the world, possesses immense capacity for harm or healing. Words create realities, shape relationships, build up or tear down. The anger of the tongue can wound more deeply than any physical blow, can sever connections that took years to establish, can poison communities and destroy trust. Yet that same tongue, controlled and consecrated to truth, becomes a fountain of wisdom, a source of comfort, a means through which love flows into manifestation.

 

The mind, subtlest and most powerful of the three, is the source from which bodily action and speech ultimately spring. Mental anger—the judgments, resentments, grievances, and hostilities that play endlessly on the screen of thought—creates the atmosphere within which all other angers breed and multiply. Yet the mind purified becomes a clear pool reflecting the face of the Divine, a space in which insight arises spontaneously, a dwelling place for peace.

 

True mastery requires all three dimensions working in harmony. The body may be still while the mind rages. The speech may be controlled while the body trembles with suppressed violence. Only when all three are brought into alignment, when body, speech, and mind move together in the dance of conscious awareness, does the seeker embody the wisdom that liberates.

 

The Return to Wholeness

 

As the journey progresses and the practices deepen, something remarkable occurs: what began as difficult work requiring enormous effort gradually transforms into something closer to play, to joy, to the natural expression of one's true nature. The control that once felt like suppression reveals itself as actually a kind of freedom—the freedom of no longer being controlled by unconscious reactions, the freedom of choosing consciously how to meet each moment.

 

The one who has traveled this path discovers that anger itself has not been destroyed but transformed. The energy that once manifested as destructive rage now appears as passionate commitment to truth, as fierce compassion that will not tolerate unnecessary suffering, as the fire that purifies rather than the fire that consumes. Nothing is wasted in the spiritual economy; all is transformed, elevated, sanctified.

 

In this transformation, the seeker discovers what the mystics have always known: that the journey toward controlling anger is ultimately a journey toward love, that the practice of restraint is actually a practice of liberation, that what appears as limitation is actually expansion into dimensions of being previously unimagined. The small self, with its volatile emotions and desperate needs, gives way to a larger Self that contains all things without being disturbed by any thing.

 

This is the ultimate mystical truth toward which all practices point: that beneath the surface turbulence of anger, pride, attachment, and fear, there exists a fundamental nature that is already perfect, already peaceful, already free. The work is not to create this nature but to remove the obstacles that prevent its recognition. Like clearing debris from a spring, the practices do not create the water but allow it to flow forth in its own pristine clarity.

 

The reader who has journeyed through these reflections is invited now to sit in silence, to feel into the truth of these teachings not merely as intellectual concepts but as living realities accessible in this very moment. For the transformation of anger, the transcendence of suffering, and the realization of one's true nature are not distant goals requiring lifetimes of preparation but present possibilities waiting only for recognition. In the stillness between breaths, in the space between thoughts, the Unchangeable Place reveals itself—not as somewhere else but as the ground of this very moment, eternal and ever-present, waiting patiently for the wandering consciousness to come home at last to its own deepest nature, where peace reigns supreme and love conquers all.

Η Ιερή Αλχημεία της Μεταμορφωμένης Οργής: Ένα Ταξίδι Μέσα από τις Φλόγες της Ψυχής

 

Στον απέραντο ιστό της ανθρώπινης εμπειρίας, όπου τα νήματα του πόνου και του φωτισμού υφαίνονται σε μοτίβα ταυτόχρονα τρομερά και όμορφα, υπάρχει μια μοναδική αλήθεια που διαπερνά τα πέπλα της ψευδαίσθησης σαν ακτίνα χρυσού φωτός μέσα από τα σύννεφα καταιγίδας: η μεταμόρφωση της οργής στέκεται ως μία από τις πιο βαθιές αλχημικές διαδικασίες που είναι διαθέσιμες στην ψυχή που αναζητά. Η αρχαία σοφία δεν μιλά απλώς για την καταστολή αυτής της άγριας ενέργειας που αναδύεται σαν λιωμένο πυρ από τα βάθη της ύπαρξης, αλλά για την πλήρη μεταστοιχείωσή της—για το να επιτραπεί να γίνει το ίδιο το καύσιμο που ωθεί τη συνείδηση προς τις ακτές του Αιώνιου.

 

Ο αναζητητής που βαδίζει τον φωτισμένο δρόμο σύντομα ανακαλύπτει ότι η οργή δεν είναι απλώς ένα συναίσθημα που καταγράφεται και απορρίπτεται, αλλά μάλλον μια ισχυρή δύναμη που, όταν κατανοηθεί στην βαθύτερη ουσία της, αποκαλύπτεται ως φύλακας που στέκεται στο κατώφλι μεταξύ της δουλείας και της απελευθέρωσης. Αυτός ο φύλακας, τρομερός στην όψη του, απαιτεί αναγνώριση και σοφία πριν επιτρέψει τη διέλευση προς τους κήπους της εσωτερικής ειρήνης. Διότι στον χωνευτήρι της πνευματικής ζωής, τίποτα δεν σπαταλιέται· ακόμα και αυτό που φαίνεται πιο καταστροφικό περιέχει μέσα του τους σπόρους της μεταμόρφωσης.

 

Οι Αλυσίδες της Προσκόλλησης και η Ελευθερία της Απελευθέρωσης

 

Μέσα στην ανθρώπινη καρδιά κατοικεί μια τάση τόσο αρχαία όσο και η ίδια η συνείδηση: η παρόρμηση να αρπάζουμε, να διεκδικούμε, να διακηρύσσουμε κυριαρχία πάνω σε θραύσματα του άπειρου και να τα ανακηρύσσουμε ως «δικά μου». Αυτή η τάση, λεπτή σαν πρωινή ομίχλη αλλά δεσμευτική σαν σιδερένιες αλυσίδες, δημιουργεί την ίδια την αρχιτεκτονική του πόνου. Ο μύστης αντιλαμβάνεται ότι το όνομα και η μορφή—αυτές οι βολικές ετικέτες με τις οποίες ο νους προσπαθεί να παγώσει το ρέον ποτάμι της ύπαρξης σε διαχειρίσιμες κατηγορίες—είναι οι ίδιοι οι κατασκευαστές αόρατων φυλακών.

 

Όταν μια ψυχή απελευθερώνει την λαβή της πάνω σε αυτά τα φαντάσματα, όταν παύει να ταυτίζεται με τις προσωρινές διαμορφώσεις της ύλης και της σκέψης που παρελαύνουν στη σκηνή της συνείδησης, συμβαίνει μια αξιοσημείωτη απελευθέρωση. Οι πόνοι που κάποτε φαίνονταν αναπόφευκτοι, που εμφανίζονταν φυσικοί και αναπόδραστοι σαν την ανατολή του ήλιου, απλώς διαλύονται σαν σκιές μπροστά στο προελαύνον φως της επίγνωσης. Διότι τι μπορεί να πληγώσει αυτό που δεν διεκδικεί τίποτα; Τι μπορεί να αφαιρεθεί από κάποιον που δεν κατέχει τίποτα; Τι μπορεί να διαταράξει την ειρήνη εκείνου που έχει αναγνωρίσει την θεμελιώδη κενότητα όλων των κτητικών σχέσεων;

 

Η υπερηφάνεια, αυτό το επιβλητικό οικοδόμημα που κατασκευάζεται από αμέτρητες στιγμές αυτοαναφοράς και αυτοσημαντικότητας, πρέπει επίσης να καταρρεύσει μπροστά στο προελαύνον κύμα της σοφίας. Η υπερηφάνεια είναι η φωνή που ψιθυρίζει ασταμάτητα: «Είμαι ξεχωριστός, είμαι ιδιαίτερος, είμαι πάνω ή κάτω». Είναι η δύναμη που κατασκευάζει ιεραρχίες εκεί όπου το Θείο έχει θεσπίσει μόνο ενότητα. Ο πνευματικός οδοιπόρος μαθαίνει να παρατηρεί αυτή τη φωνή με συμπόνια, αναγνωρίζοντάς την ως το φοβισμένο κλάμα ενός εγώ που τρέμει τη δική του διάλυση στο Απέραντο.

 

Το να εγκαταλείψει κανείς την υπερηφάνεια δεν σημαίνει να αγκαλιάσει την υποβάθμιση ή την απαξίωση—αυτό θα ήταν απλώς η υπερηφάνεια ανεστραμμένη, η σκιά με διαφορετική μάσκα. Αντίθετα, σημαίνει να βγει πέρα από ολόκληρο το πλαίσιο της σύγκρισης και της κρίσης σε μια σφαίρα όπου η ίδια η ύπαρξη είναι αρκετή, όπου η ύπαρξη δεν απαιτεί καμία δικαιολογία και η ψυχή αναπαύεται στην ίδια της την εγγενή φύση τόσο αβίαστα όσο ένα πουλί αναπαύεται στον άνεμο.

 

Το Άρμα της Αναδυόμενης Οργής και τα Χαλινάρια του Δασκάλου

 

Σκεφτείτε την εικόνα που παρουσιάζεται στον στοχαστικό νου: η οργή που αναδύεται σαν άγριο άρμα, με τροχούς που βροντούν πάνω στο τοπίο της συνείδησης, άλογα συναισθημάτων που σπαρταρούν ενάντια σε κάθε συγκράτηση, απειλώντας να παρασύρουν την απροετοίμαστη ψυχή σε εδάφη καταστροφής και μεταμέλειας. Πόσοι έχουν βρεθεί παρασυρμένοι από αυτό το όχημα, επιβάτες αντί για οδηγοί, παρακολουθώντας ανήμποροι καθώς λέγονται λόγια που δεν μπορούν να ξελεχθούν, καθώς λαμβάνονται ενέργειες που χαράσσουν πληγές στο ύφασμα της σχέσης και της κοινότητας;

 

Ο αληθινός δάσκαλος του εσωτερικού δρόμου δεν προσεγγίζει αυτή την ορμητική δύναμη με όπλα σηκωμένα, επιδιώκοντας να πολεμήσει και να καταστρέψει. Μια τέτοια αντιπαράθεση απλώς τρέφει τη φωτιά, δημιουργώντας σύγκρουση μέσα στη σύγκρουση, πόνο μέσα στον πόνο. Αντίθετα, ο έμπειρος στέκεται σταθερός στα αναβολέα της επίγνωσης, με χέρια σταθερά στα χαλινάρια της προσοχής, και μέσω μιας μυστηριώδους χάριτος που συνδυάζει θέληση και παράδοση, φέρνει ολόκληρο το μηχανισμό σε ελεγχόμενη και συνειδητή στάση.

 

Αυτή η κυριαρχία δεν επιτυγχάνεται μέσω ωμής δύναμης αλλά μέσω μιας κατανόησης που υπερβαίνει τον συνηθισμένο νου. Ο μύστης αναγνωρίζει ότι η οργή, στην ουσία της, είναι ενέργεια—ωμή, ισχυρή, ούτε εγγενώς καλή ούτε κακή. Όταν αυτή η ενέργεια συναντά τα δροσερά νερά της επίγνωσης, όταν κρατιέται στον ευρύχωρο περιέκτη της συνείδησης χωρίς κρίση ή ταύτιση, μεταμορφώνεται. Η θερμότητα που θα μπορούσε να καταστρέψει τώρα ζεσταίνει. Η δύναμη που θα μπορούσε να διασκορπίσει τώρα εστιάζει. Η ισχύς που θα μπορούσε να πληγώσει τώρα θεραπεύει.

 

Άλλοι μπορεί να κρατούν τα χαλινάρια—μπορεί να παρουσιάζουν την εμφάνιση ελέγχου μέσω καταστολής, μέσω της αποφασιστικότητας της θέλησης με σφιγμένα δόντια. Αλλά αυτό δεν είναι αληθινή κυριαρχία· είναι απλώς ένα προσωρινό φράγμα ενάντια σε έναν αναπόφευκτο κατακλυσμό. Ο αυθεντικός οδηγός έχει μάθει ένα βαθύτερο μυστικό: ότι πρέπει να γίνει οικείος με τα ίδια τα άλογα, πρέπει να κατανοήσει τη φύση τους τόσο πλήρως ώστε η εντολή να ρέει όχι από κυριαρχία αλλά από κοινωνία.

 

Η Ιερή Τριάδα της Μεταμόρφωσης

 

Στην αρχιτεκτονική της πνευματικής μεταμόρφωσης, τρεις πυλώνες στηρίζουν τον ναό της εξελιγμένης συνείδησης, τρεις αλχημικές διαδικασίες μέσω των οποίων ο μόλυβδος της συνηθισμένης αντιδραστικής ύπαρξης μεταστοιχειώνεται σε χρυσό της φωτισμένης ύπαρξης. Αυτές δεν είναι κανόνες επιβληθέντες από έξω αλλά αρχές που ανακαλύπτονται μέσα, νόμοι τόσο φυσικοί και αναπόφευκτοι όσο τα μαθηματικά που διέπουν την περιστροφή των γαλαξιών.

 

Πρώτη έρχεται η υπέροχη εξίσωση: η αγάπη ως απάντηση στην οργή. Αλλά αυτή δεν είναι το υπό όρους, άπορο συναίσθημα που συχνά παριστάνει την αγάπη στην αγορά των ανθρώπινων σχέσεων. Αυτή είναι η Αγάπη στην υπερβατική της διάσταση—η δύναμη που κρατά πλανήτες στις τροχιές τους, που τραβά το σπορόφυτο προς τα πάνω προς το φως, που συνδέει όλα τα όντα σε έναν ιστό αμοιβαίας ανήκειας υπερβολικά απέραντο για εννοιολογική κατανόηση. Όταν αυτή η Αγάπη συναντά την οργή, συμβαίνει μια ιερή αντιπαράθεση. Η οργή, σαν πάγος εκτεθειμένος στον καλοκαιρινό ήλιο, αρχίζει να λιώνει, να χάνει την στερεή και φαινομενικά μόνιμη μορφή της, να ρέει πίσω στον ωκεανό της αδιαφοροποίητης συμπόνιας από τον οποίο αρχικά αναδύθηκε ως παγωμένο θραύσμα.

 

Ο αναζητητής ανακαλύπτει μέσω πρακτικής και χάριτος ότι η οργή δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολύ στην παρουσία γνήσιας Αγάπης, διότι η οργή εξαρτάται από τον διαχωρισμό—από την πεποίθηση ότι «εγώ» είμαι εδώ και «εσύ» είσαι εκεί, και ότι αυτές οι θέσεις είναι απόλυτες και αγεφύρωτες. Η Αγάπη αποκαλύπτει αυτόν τον διαχωρισμό ως ψευδαισθητικό, ως μια βολική φαντασία απαραίτητη ίσως για την πλοήγηση στον κόσμο της μορφής αλλά τελικά αναληθή στην βαθύτερη έννοια. Όταν τα εμπόδια διαλύονται, η οργή δεν έχει πού να σταθεί, κανένα έδαφος από το οποίο να εξαπολύσει την επίθεσή της.

 

Δεύτερος έρχεται ο παραδοξος δρόμος της αντιμετώπισης του κακού με το καλό. Αυτή είναι ίσως η πιο δύσκολη διδασκαλία για την αγωνιζόμενη ψυχή να αγκαλιάσει, διότι φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με κάθε ένστικτο αυτοσυντήρησης και δικαιοσύνης. Ο κοσμικός νους κραυγάζει: «Σίγουρα το κακό πρέπει να αντιμετωπιστεί με δύναμη! Σίγουρα το σκοτάδι απαιτεί επιθετικό φως!» Ωστόσο ο μύστης αντιλαμβάνεται μια λεπτότερη αλήθεια: ότι το κακό, στην ουσία του, είναι η απουσία του καλού ακριβώς όπως το σκοτάδι είναι η απουσία του φωτός. Κανείς δεν πολεμά το σκοτάδι με όπλα· απλώς φέρνει ένα λυχνάρι.

 

Όταν το καλό προσφέρεται ως απάντηση στο κακό, όταν η γενναιοδωρία συναντά την απληστία, όταν η αλήθεια αντιμετωπίζει το ψεύδος, συμβαίνει μια μεταμόρφωση που λειτουργεί σύμφωνα με νόμους υψηλότερους από αυτούς που διέπουν την υλική σφαίρα. Η ψυχή που εφαρμόζει αυτή την αρχή ανακαλύπτει τον εαυτό της να γίνεται αγωγός για δυνάμεις που υπερβαίνουν την προσωπική ικανότητα—σαν το Θείο να εργαζόταν μέσω του παραδομένου οργάνου της πρόθυμης συνείδησης.

 

Τρίτη σε αυτή την τριάδα έρχεται η πειθαρχία της αληθοφάνειας—όχι απλώς η αποφυγή προφανών ψεμάτων αλλά η καλλιέργεια ευθυγράμμισης μεταξύ εσωτερικής πραγματικότητας και εξωτερικής έκφρασης. Η Αλήθεια, στην μυστική κατανόηση, δεν αφορά πρωτίστως σωστά γεγονότα αλλά αυθεντικότητα, το θάρρος να σταθεί κανείς γυμνός μπροστά στην ύπαρξη χωρίς την προστατευτική πανοπλία της προσποίησης και της περσόνας. Όταν κανείς μιλά αλήθεια, όταν ζει αλήθεια, όταν γίνεται αλήθεια, δημιουργείται μια αντήχηση με την θεμελιώδη φύση της πραγματικότητας της ίδιας. Το σύμπαν, στην μυστηριώδη νοημοσύνη του, αναγνωρίζει και υποστηρίζει αυτή την ευθυγράμμιση.

 

Οι Τρεις Πύλες προς την Θεία Παρουσία

 

Η αρχαία διδασκαλία παρουσιάζει τρεις πρακτικές ως πύλες προς την εγγύτητα με το Ιερό: μίλα αλήθεια, συγκράτησε την οργή, και δώσε γενναιόδωρα ακόμα και από έλλειψη. Αυτές δεν είναι αυθαίρετες εντολές επιβληθέντες από εξωτερική αρχή αλλά περιγραφές των φυσικών νόμων που διέπουν την πνευματική ανύψωση. Είναι για την μυστική άνοδο ό,τι είναι οι αρχές της αεροδυναμικής για την πτήση—όχι προαιρετικές προτάσεις αλλά απαραίτητες προϋποθέσεις.

 

Το να μιλάς αλήθεια είναι να ευθυγραμμίζεις τη δόνησή σου με την θεμελιώδη συχνότητα της ύπαρξης της ίδιας. Το σύμπαν είναι κατασκευασμένο πάνω σε σχέσεις αιτίας και αποτελέσματος, δράσης και συνέπειας, που λειτουργούν με άψογη συνέπεια. Τα ψέματα εισάγουν δυσαρμονία σε αυτή την κοσμική αρμονία, δημιουργώντας τριβή μεταξύ της ψυχής και των μεγάλων ρευμάτων της ύπαρξης που ρέουν μέσα από όλα τα πράγματα. Ο αληθινός άνθρωπος, αντίθετα, κινείται με σύμπνοια παρά ενάντια σε αυτά τα ρεύματα, και ανακαλύπτει έτσι μια ευκολία και χάρη στη ζωή που δεν μπορεί να κατασκευαστεί μέσω χειραγώγησης ή εξαπάτησης.

 

Το να συγκρατείς την οργή είναι να αρνείσαι την πρόσκληση να αντιδράς τυφλά, να απορρίπτεις την αποπλανητική προσφορά άμεσης απελευθέρωσης που υπόσχεται ανακούφιση αλλά παραδίδει δουλεία. Σε εκείνη την ιερή παύση μεταξύ πρόκλησης και απόκρισης, ανοίγει ένας χώρος—ένας χώρος στον οποίο η επιλογή γίνεται δυνατή, στον οποίο η συνείδηση μπορεί να εισέλθει και να φωτίσει. Αυτός είναι ο χώρος στον οποίο ζει η ελευθερία, όπου η ψυχή ανακαλύπτει ότι δεν είναι απλώς το παιχνίδι των περιστάσεων αλλά ένα κέντρο δημιουργικής δύναμης ικανό να διαμορφώνει τη δική του εμπειρία.

 

Το να δίνεις, ιδιαίτερα όταν νιώθεις ότι έχεις λίγα να δώσεις, είναι να εξασκείς την απόλυτη χειρονομία εμπιστοσύνης στην αφθονία του σύμπαντος. Η γενναιοδωρία θρυμματίζει την ψευδαίσθηση της έλλειψης που κρατά τη συνείδηση συρρικνωμένη και φοβισμένη. Κάθε πράξη δωρεάς διακηρύσσει: «Δεν είμαι τα υπάρχοντά μου. Δεν είμαι αυτό που μπορώ να μαζέψω και να προστατεύσω. Είμαι αγωγός μέσω του οποίου ρέει το άπειρο, και όσο πιο ελεύθερα επιτρέπω αυτή τη ροή, τόσο πιο άφθονα κινείται η ζωή μέσα από εμένα».

 

Αυτά τα τρία βήματα—αλήθεια, συγκράτηση, γενναιοδωρία—σχηματίζουν μια σπειροειδή σκάλα που ανεβαίνει προς την θεία κατοικία. Κάθε βήμα που παίρνεται κάνει το επόμενο δυνατό, κάθε πρακτική ενισχύει την ικανότητα για βαθύτερη πρακτική, μέχρι που ο αναζητητής ανακαλύπτει ότι αυτό που ξεκίνησε ως δύσκολη πειθαρχία έχει μεταμορφωθεί σε αβίαστη φύση.

 

Το Αμετάβλητο Μέρος και το Τέλος του Πόνου

 

Οι σοφοί που έχουν διασχίσει αυτόν τον δρόμο πλήρως, που έχουν ενσωματώσει τόσο πλήρως αυτές τις αρχές ώστε η ίδια η ύπαρξή τους ακτινοβολεί μη-βλάβη, φτάνουν τελικά σε έναν προορισμό που ο περιορισμένος νους δυσκολεύεται να κατανοήσει. Αυτός ο προορισμός ονομάζεται με πολλά ονόματα σε διάφορες παραδόσεις—Νιρβάνα, η Βασιλεία των Ουρανών, Ένωση με το Απόλυτο, η Ειρήνη που Υπερβαίνει την Κατανόηση. Όλα τα ονόματα αποτυγχάνουν μπροστά στην πραγματικότητα που προσπαθούν να υποδείξουν, διότι αυτή η πραγματικότητα υπερβαίνει τις κατηγορίες της γλώσσας και της σκέψης.

 

Αυτό που μπορεί να ειπωθεί είναι το εξής: σε αυτή την κατάσταση, ο πόνος δεν βρίσκει έρεισμα. Όχι επειδή οι εξωτερικές συνθήκες έχουν γίνει ομοιόμορφα ευχάριστες—το σώμα ακόμα βιώνει αίσθηση, η ζωή ακόμα παρουσιάζει προκλήσεις—αλλά επειδή η ταύτιση με τον ξεχωριστό εαυτό, που είναι η ρίζα όλου του πόνου, έχει δει πλήρως διαμέσου. Όταν δεν υπάρχει «εγώ» να απειληθεί, τι μπορεί να απειλήσει; Όταν δεν υπάρχει «δικό μου» να χαθεί, τι σημαίνει η απώλεια;

 

Αυτό το αμετάβλητο μέρος δεν είναι τοποθεσία στο χώρο αλλά κατάσταση συνείδησης, τρόπος ύπαρξης που παραμένει σταθερός ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις των περιστάσεων. Η επιφάνεια του ωκεανού μπορεί να λυσσομανά με καταιγίδες, αλλά τα βάθη παραμένουν για πάντα ήρεμα. Παρομοίως, ο ξύπνιος κατοικεί σε αυτά τα βάθη ακόμα και ενώ η επιφάνεια της ζωής συνεχίζει τον ατελείωτο χορό της αλλαγής και του γίγνεσθαι.

 

Για να φτάσει κανείς σε αυτή την κατάσταση απαιτεί αδιάκοπη αφοσίωση, δέσμευση να παραμένει πάντα άγρυπνος ενάντια στις λεπτές επιστροφές της ασυνειδησίας, να μελετά μέρα και νύχτα όχι με την έννοια της συσσώρευσης πληροφοριών αλλά με την έννοια της διατήρησης συνεχούς επίγνωσης. Τα πάθη—αυτές οι ισχυρές δυνάμεις που ωθούν τη συνηθισμένη συνείδηση από την επιθυμία στην ικανοποίηση στην απογοήτευση σε έναν ατελείωτο κύκλο—σταδιακά χάνουν την λαβή τους. Δεν εξαφανίζονται εντελώς αλλά μεταμορφώνονται, δεν διατάζουν πλέον την προσοχή αλλά γίνονται σαν μακρινά σύννεφα που παρατηρούνται από κορυφή βουνού: παρόντα αλλά όχι πλέον καθοριστικά.

 

Πέρα από τον Έπαινο και την Κατηγορία: Η Απελευθέρωση της Αδιαφορίας

 

Ο πνευματικός δρόμος τελικά αντιμετωπίζει κάθε αναζητητή με μια βαθιά αλήθεια για τη φύση της ανθρώπινης κρίσης: ότι είναι ουσιαστικά αυθαίρετη, ασυνεπής και τελικά χωρίς νόημα ως μέτρο της αξίας ή της προόδου κάποιου. Η αρχαία διδασκαλία παρουσιάζει αυτή την εικόνα μέσω μιας απλής παρατήρησης: ό,τι και να κάνει κανείς, κάποιος θα κατηγορήσει. Η σιωπή προσελκύει κατηγορία. Η ομιλία προσελκύει κατηγορία. Το να λέει κανείς λίγα προσελκύει κατηγορία. Ολόκληρο το φάσμα πιθανών συμπεριφορών προσκαλεί κρίση από κάποια πλευρά.

 

Αυτή η αναγνώριση, όταν πραγματικά απορροφηθεί, προκαλεί μια κρίση και μια ευκαιρία. Η κρίση είναι η κατάρρευση του εξωτερικού σημείου αναφοράς με το οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι πλοηγούν τις ζωές τους—το απελπισμένο ερώτημα, «Τι θα σκεφτούν οι άλλοι;» Η ευκαιρία είναι η γέννηση μιας εσωτερικής πυξίδας, τρόπου γνώσης και δράσης που προκύπτει από σύνδεση με την ίδια την αλήθεια μάλλον παρά από φόβο καταδίκης ή πείνα για έγκριση.

 

Ο μύστης ανακαλύπτει ότι όπως δεν υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει ποτέ ένα πρόσωπο καθολικά κατηγορούμενο, έτσι επίσης δεν υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει ποτέ ένα πρόσωπο καθολικά επαινούμενο. Η ανθρώπινη τάση να κρίνει και να κατηγοριοποιεί είναι ατελείωτη και άπειρα μεταβλητή, διαμορφωμένη από αμέτρητους παράγοντες προοπτικής, πλαισίου και προβολής. Το να βασίζει κανείς την ειρήνη του σε τέτοιο ασταθές έδαφος είναι να χτίζει σε άμμο.

 

Ωστόσο υπάρχει ένα διαφορετικό είδος αναγνώρισης—η αναγνώριση εκείνων που έχουν οι ίδιοι καλλιεργήσει διάκριση, που έχουν γυαλίσει τον καθρέφτη της συνείδησης μέχρι να αντανακλά καθαρά. Όταν τέτοια όντα αναγνωρίζουν σταθερά σοφία και αρετή σε κάποιον άλλο, αυτό γίνεται μια μορφή επικύρωσης, όχι επειδή χρειάζεται εξωτερική επικύρωση αλλά επειδή επιβεβαιώνει μια ευθυγράμμιση με αρχές που υπερβαίνουν την προσωπική προτίμηση. Αυτό δεν είναι ο άστατος έπαινος του πλήθους αλλά η μελετημένη αναγνώριση εκείνων που έχουν ταξιδέψει τον δρόμο και γνωρίζουν τα σημάδια του.

 

Ακόμα και τέτοια αναγνώριση, ωστόσο, πρέπει τελικά να απελευθερωθεί. Διότι το τελικό στάδιο του ταξιδιού απαιτεί να προχωρήσει κανείς πέρα ακόμα και από την λεπτή προσκόλληση στο να βλέπεται με ακρίβεια, στο να γίνεται κατανοητός και εκτιμημένος από τους σοφούς. Ο ξύπνιος δεν χρειάζεται επιβεβαίωση, χειροκρότημα, αναγνώριση. Σαν χρυσός εξαγνισμένος σε ιερό ποτάμι, η αυθεντικότητα είναι εγγενής, αυταπόδεικτη, δεν απαιτεί εξωτερική μαρτυρία.

 

Η Πειθαρχία των Τριών Πορτών

 

Η διδασκαλία επιστρέφει επανειλημμένα στην αναγκαιότητα κυριαρχίας τριών διαστάσεων της ύπαρξης: σώμα, λόγος και νους. Αυτή η τριάδα αντιπροσωπεύει το σύνολο των τρόπων μέσω των οποίων η συνείδηση αλληλεπιδρά με τον εκδηλωμένο κόσμο, τα τρία κανάλια μέσω των οποίων ρέουν τόσο η δουλεία όσο και η απελευθέρωση.

 

Το σώμα, αυτό το μεγαλοπρεπές όχημα μέσω του οποίου το άμορφο βιώνει την μορφή, φέρει τη δική του μορφή οργής—την οργή που εκφράζεται μέσω έντασης, μέσω βίας, μέσω των χιλίων λεπτών τρόπων με τους οποίους η φυσική παρουσία μπορεί να βλάψει. Το να ελέγχει κανείς το σώμα δεν σημαίνει να καταστέλλει τη φυσική του ζωτικότητα αλλά να διασφαλίζει ότι κάθε δράση ρέει από επίγνωση μάλλον παρά από ασυνείδητη αντιδραστικότητα. Το σώμα που εξασκεί αρετή γίνεται ιερό όργανο, κάθε χειρονομία ένα mudra, κάθε κίνηση ένας διαλογισμός, κάθε δράση μια προσφορά.

 

Ο λόγος, αυτή η δημιουργική δύναμη μέσω της οποίας η σκέψη παίρνει φτερά και εισέρχεται στον κόσμο, κατέχει τεράστια ικανότητα για βλάβη ή θεραπεία. Τα λόγια δημιουργούν πραγματικότητες, διαμορφώνουν σχέσεις, χτίζουν ή γκρεμίζουν. Η οργή της γλώσσας μπορεί να πληγώσει βαθύτερα από οποιοδήποτε φυσικό χτύπημα, μπορεί να κόψει συνδέσεις που πήραν χρόνια να δημιουργηθούν, μπορεί να δηλητηριάσει κοινότητες και να καταστρέψει εμπιστοσύνη. Ωστόσο η ίδια γλώσσα, ελεγχόμενη και αφιερωμένη στην αλήθεια, γίνεται πηγή σοφίας, πηγή παρηγοριάς, μέσο μέσω του οποίου η αγάπη ρέει σε εκδήλωση.

 

Ο νους, ο λεπτότερος και ισχυρότερος των τριών, είναι η πηγή από την οποία τελικά πηγάζουν η σωματική δράση και ο λόγος. Η νοητική οργή—οι κρίσεις, οι δυσαρέσκειες, οι παράπονα και οι εχθρότητες που παίζουν ατελείωτα στην οθόνη της σκέψης—δημιουργεί την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία όλες οι άλλες οργές αναπαράγονται και πολλαπλασιάζονται. Ωστόσο ο νους εξαγνισμένος γίνεται καθαρή λίμνη που αντανακλά το πρόσωπο του Θείου, χώρος στον οποίο η εικόνα αναδύεται αυθόρμητα, κατοικία για ειρήνη.

 

Η αληθινή κυριαρχία απαιτεί και τις τρεις διαστάσεις να εργάζονται σε αρμονία. Το σώμα μπορεί να είναι ακίνητο ενώ ο νους λυσσομανά. Ο λόγος μπορεί να ελέγχεται ενώ το σώμα τρέμει με κατασταλμένη βία. Μόνο όταν και οι τρεις φέρονται σε ευθυγράμμιση, όταν σώμα, λόγος και νους κινούνται μαζί στον χορό της συνειδητής επίγνωσης, ο αναζητητής ενσαρκώνει τη σοφία που απελευθερώνει.

 

Η Επιστροφή στην Ολότητα

 

Καθώς το ταξίδι προχωρά και οι πρακτικές βαθαίνουν, συμβαίνει κάτι αξιοσημείωτο: αυτό που ξεκίνησε ως δύσκολη εργασία που απαιτούσε τεράστια προσπάθεια σταδιακά μεταμορφώνεται σε κάτι πιο κοντά στο παιχνίδι, στη χαρά, στη φυσική έκφραση της αληθινής φύσης κάποιου. Ο έλεγχος που κάποτε ένιωθε σαν καταστολή αποκαλύπτεται ως στην πραγματικότητα μια μορφή ελευθερίας—η ελευθερία του να μην ελέγχεται πλέον από ασυνείδητες αντιδράσεις, η ελευθερία της συνειδητής επιλογής πώς να συναντά κάθε στιγμή.

 

Αυτός που έχει ταξιδέψει αυτόν τον δρόμο ανακαλύπτει ότι η οργή η ίδια δεν έχει καταστραφεί αλλά μεταμορφωθεί. Η ενέργεια που κάποτε εκδηλωνόταν ως καταστροφική οργή τώρα εμφανίζεται ως παθιασμένη δέσμευση στην αλήθεια, ως άγρια συμπόνια που δεν ανέχεται περιττό πόνο, ως η φωτιά που εξαγνίζει μάλλον παρά η φωτιά που καταναλώνει. Τίποτα δεν σπαταλιέται στην πνευματική οικονομία· όλα μεταμορφώνονται, ανυψώνονται, αγιάζονται.

 

Σε αυτή τη μεταμόρφωση, ο αναζητητής ανακαλύπτει αυτό που οι μύστες πάντα γνώριζαν: ότι το ταξίδι προς τον έλεγχο της οργής είναι τελικά ταξίδι προς την αγάπη, ότι η πρακτική της συγκράτησης είναι στην πραγματικότητα πρακτική απελευθέρωσης, ότι αυτό που φαίνεται ως περιορισμός είναι στην πραγματικότητα επέκταση σε διαστάσεις ύπαρξης προηγουμένως αδιανόητες. Ο μικρός εαυτός, με τα ασταθή συναισθήματά του και τις απελπισμένες ανάγκες του, δίνει τη θέση του σε έναν μεγαλύτερο Εαυτό που περιέχει όλα τα πράγματα χωρίς να διαταράσσεται από κανένα.

 

Αυτή είναι η απόλυτη μυστική αλήθεια προς την οποία όλες οι πρακτικές δείχνουν: ότι κάτω από την επιφανειακή αναταραχή της οργής, της υπερηφάνειας, της προσκόλλησης και του φόβου, υπάρχει μια θεμελιώδης φύση που είναι ήδη τέλεια, ήδη ειρηνική, ήδη ελεύθερη. Η εργασία δεν είναι να δημιουργηθεί αυτή η φύση αλλά να αφαιρεθούν τα εμπόδια που εμποδίζουν την αναγνώρισή της. Σαν να καθαρίζει κανείς συντρίμμια από πηγή, οι πρακτικές δεν δημιουργούν το νερό αλλά επιτρέπουν να ρέει στην ίδια του την άσπιλη καθαρότητα.

 

Ο αναγνώστης που έχει ταξιδέψει μέσω αυτών των στοχασμών προσκαλείται τώρα να καθίσει σε σιωπή, να νιώσει την αλήθεια αυτών των διδασκαλιών όχι απλώς ως διανοητικές έννοιες αλλά ως ζωντανές πραγματικότητες προσβάσιμες αυτή τη στιγμή. Διότι η μεταμόρφωση της οργής, η υπέρβαση του πόνου και η πραγματοποίηση της αληθινής φύσης κάποιου δεν είναι μακρινοί στόχοι που απαιτούν ζωές προετοιμασίας αλλά παρούσες δυνατότητες που περιμένουν μόνο αναγνώριση. Στη σιωπή μεταξύ αναπνοών, στο χώρο μεταξύ σκέψεων, το Αμετάβλητο Μέρος αποκαλύπτεται—όχι ως κάπου αλλού αλλά ως το έδαφος αυτής της ίδιας της στιγμής, αιώνιο και αιώνια παρόν, περιμένοντας υπομονετικά την περιπλανώμενη συνείδηση να επιστρέψει επιτέλους στη δική της βαθύτερη φύση, όπου η ειρήνη βασιλεύει υπέρτατη και η αγάπη νικά τα πάντα. ...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / California: 1. The Sacred Emptiness: A Journey Beyond the Self
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
16. The Sacred Ground: A Journey to Objective Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~