CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
The Eternal Tapestry of Consciousness: Unveiling the Great Space of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 13 July, 2025

Sunday, February 6, 2011

Ωριγένης... Έλληνας ή Χριστιανός;

(Η “Προϋπαρξη”, η “Κατάβαση”, και η “Ανάβαση” της Ψυχής
Ο Γνήσιος Χριστιανισμός
Η Αλήθεια του Χριστιανισμού κι η αλήθεια γιά τον Χριστιανισμό)

(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ)

Εδώ και (τουλάχιστον) 3000 χρόνια η Παγκόσμια Παράδοση (δηλαδή ολόκληρη η φιλοσοφική και θρησκευτική “σκέψη”, στα διάφορα μέρη του κόσμου...), “βεβαιώνει” Μία Υπέρτατη Αρχή της Ύπαρξης και “συνθέτει” μία Ενιαία Θεωρία γιά την ερμηνεία όλων των Φαινομένων της Ύπαρξης.
Το Απόλυτο, Ακαθόριστο, Ακατανόητο, Χωρίς Ιδιότητες, Ταυτίζεται με το Είναι, και το Είναι Προσδιορίζεται σαν “Συνείδηση του Είναι”, περισσότερο Ενέργεια και Δραστηριότητα παρά Ουσία (κάποιο “υλικό”). Αυτό Είναι Αυθύπαρκτο, κι Από Αυτό Πηγάζει όλη η δημιουργία (όλη η ποικιλία των φαινομένων της Ύπαρξης, ή η Ύπαρξη στις διάφορες μορφές της).
Οι πιό βαθείς στοχαστές και της Ινδίας, και της Ελλάδας, και της Κίνας (αλλά και αλλού) θεωρούν σαν “Πραγματικά Αληθινό” το Απόλυτο Πνεύμα, το “Τελείως Είναι” του Πλάτωνα, κι ολόκληρη την δημιουργία (σε όλα τα πεδία της) “μία κίνηση του Πνεύματος Εν Εαυτώ”... Έτσι το Απόλυτο Πνεύμα Παράγει Εν Εαυτώ όλα τα φαινόμενα (περίπου όπως η απέραντη θάλασσα δραστηριοποιείται, παράγοντας φαινόμενα κίνησης, κύματα και τοπικά φαινόμενα...)... Έτσι, (λογικά) Όλα Είναι Πνεύμα, αλλά ταυτόχρονα το Πνεύμα ( το Καθαρό Πνεύμα) Διαφοροποιείται από τα φαινόμενα που παράγει (τα οποία όμως εξαρτώνται απόλυτα από το Πνεύμα)...Στην πραγματικότητα, η Πραγματικότητα Εμφανίζεται εδώ με μία διπλή Όψη, και Είναι Όλα Μία Ουσία, και Είναι Ουσία και Ενέργεια (όπου Διαχωρίζεται η Καθαρή Ουσία από την Ενέργειά Της, η Ουσία από τα φαινόμενα). Στην πραγματικότητα ισχύουν και τα δύο. Εξαρτάται “πως” το βλέπουμε...
Έτσι το Απόλυτο Πνεύμα Παράγει (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) τις σφαίρες ύπαρξης, Υπερβαίνοντας (κατά πολύ) την δημιουργία, αλλά και Διαποτίζοντας την περιορισμένη δημιουργία και Εισχωρώντας μέσα σε αυτή... Με αυτό τον τρόπο Δημιουργείται η Σφαίρα του Παγκόσμιου Πνεύματος, του “Είναι” του Πλάτωνα, του Κοσμικού Λόγου των Ελλήνων Στωικών (κι αργότερα των χριστιανών), το Μαχάτ των Ινδών, κλπ... Από την Σφαίρα του Είναι δημιουργείται η πιό περιορισμένη Σφαίρα του Νου, την οποία υπερβαίνει αλλά διαποτίζει κι εισχωρεί σε αυτό το Παγκόσμιο Πνεύμα... Με τον ίδιο τρόπο δημιουργείται η πιό περιορισμένη Σφαίρα της Ψυχής, του Ψυχικού Δυναμισμού (της Υπερφύσης, του Πλαστικού Διάμεσου), την οποία υπερβαίνουν αλλά διαποτίζουν και εισχωρούν σε αυτό οι ανώτερες μορφές ύπαρξης, όπου εκδηλώνονται σαν “λειτουργίες”... Ακόλουθα δημιουργείται η πιό περιορισμένη σφαίρα του ενεργειακού αιθέρα που έχει επίσης μία υλική όψη -είναι δισυπόστατη-, την οποία υπερβαίνουν αλλά διαποτίζουν και εισχωρούν σε αυτή οι ανώτερες μορφές ύπαρξης, όπου εκδηλώνονται σαν “λειτουργίες”...
Κατ' αντιστοιχία του Παγκόσμιου Όντος αναδύεται στους Κόλπους του Παγκόσμιου, ήδη στην Ανώτερη Σφαίρα Ύπαρξης (σε μία Βαθμιαία Μετάβαση από το Παγκόσμιο στο Ατομικό...), σαν “υπαρξιακός κόμβος της Παγκόσμιας Ύπαρξης” το ατομικό ον, το οποίο όμως υποστασιοποιείται από το Παγκόσμιο, Συνδέεται με Αυτό κι Αναφέρεται σε Αυτό... (λόγος)...
Ο ατομικός πνευματικός πυρήνας ύπαρξης, όταν εκδηλώνεται στην κατώτερη νοητική σφαίρα (ενώ την υπερβαίνει ταυτόχρονα), διαποτίζει κι εισχωρεί στην ατομική νοητική οντότητα (που χαρακτηρίζεται από το περιεχόμενο, τις διαδικασίες της, και την αντίληψη του υπαρξιακού νοητικού περιβάλλοντος...)... (νους)...
Είναι αυτός ο νους (νόηση-εγώ, διάνοια, αντίληψη) που εκδηλώνεται στην κατώτερη σφαίρα της ψυχής (του δυναμισμού) σε μία ατομική ψυχική οντότητα, σαν βουλητική ενέργεια αλλά και πλαστική δυνατότητα, δυνατότητα διαμόρφωσης... (νοερή ψυχή)...
Και τελικά είναι αυτή η νοερή ψυχή (δηλαδή ο πνευματικός πυρήνας που εκφράζεται μέσω του νου κι εκδηλώνεται μεσω του δυναμισμού της ψυχής) που εκδηλώνεται στο δισυπόστατο ενεργειακό-υλικό κόσμο, σε μία ατομική σωματική οντότητα... Η νοερή ψυχή, που στην φύση της είναι δυναμισμός, όταν συνδέεται με τον υλικό φορέα, αναπτύσει (εξ' αιτίας ακριβώς της σύνδεσης, της εισχώρησης στο υλικό) ένα αντίγραφο της ψυχής και της ύλης ταυτόχρονα, ένα ενεργειακό σώμα, που μεσολαβεί ανάμεσα στον δυναμισμό της νοερής ψυχής και της υλικής μορφής (γι' αυτό κι έχει την μορφή του σώματος και χαρακτηρίζεται σαν ενεργειακό σώμα, ομοίωμα, διπλό, κλπ... Αυτό είναι το “επιθυμητικό” του Πλάτωνα, και πρόκειται γιά μία ψυχοσωματική λειτουργία μέσα στο νευρικό σύστημα του υλικού σώματος. Αυτή είναι μία “υλική” ψυχή. Μετά τον αποχωρισμό της νοεράς ψυχής από το σώμα (κατά τον θάνατο) η υλική ψυχή (το ομοίωμα) διαλύεται... (υλική ψυχή)...
Η Υπερβατική Οντότητα (όπως περιγράφηκε πιό πάνω) εκδηλώνεται μέσα σε ένα υλικό φορέα, το σώμα... (σώμα)...
Στην πραγματικότητα εδώ μιλάμε (αναφερόμενοι παράλληλα στον Πλάτωνα) γιά την Οντότητα (λόγος) που λειτουργεί, με όλες τις δυνάμεις της, σε τρία οντολογικά, κοσμολογικά πεδία, γιά “τρείς ψυχές”: η ψυχή σαν καθαρός νους, η ψυχή σαν νοερά ψυχή και βουλητικός δυναμισμός, κι η ψυχή σαν ψυχοσωματική λειτουργία. Έτσι το αντιλαμβανόταν και το δίδασκε ο Πλάτωνας. Πολλοί μη κατανοώντας, ή αγνοώντας, αυτό το γεγονός (αποδίδουν στον Πλάτωνα) και ορίζουν την ψυχή σαν άυλη ουσία με τρεις δυνάμεις (νοητικό, βουλητικό, επιθυμητικό) που ενωμένη με ένα σώμα λειτουργεί σαν ψυχοσωματική ενότητα, σαν ψυχοσωματικός οργανισμός. Αυτό που περιγράφουν είναι μόνο η υλική ψυχή του Πλάτωνα στην οποία αποδίδουν αθανασία. Με τον θάνατο αυτή η αθάνατη ψυχή που μπορεί να λειτουργεί μόνο ενωμένη με ένα σώμα μένει “μετέωρη” (κι αυτό οδηγεί στην πεποίθηση μίας μελλοντικής “ανάστασης”)... Ο Πλάτωνας δεν δίδαξε ποτέ τέτοια πράγματα. Μιλούσε γιά την Οντότητα που λειτουργεί σε τρία οντολογικά-κοσμολογικά πεδία, μιλούσε γιά “τρεις ψυχές” και τόνιζε ότι η υλική ψυχή διαλύεται με το θάνατο.. Η νοερά ψυχή ακολουθεί μία μεταφυσική πορεία κι έπειτα ανυψώνεται στον νοητικό κόσμο σαν καθαρός νους, είτε επιστρέφει στον υλικό κόσμο, δημιουργώντας μία νέα υλική ψυχή σε ένα νέο σώμα (μετεμψύχωση)...
Σχεδόν σε όλη την Παγκόσμια Παράδοση υπάρχουν παρόμοιες περιγραφές της δημιουργίας και της σύνθεσης του όντος... Το Ον έχει ουράνια προέλευση κατεβαίνοντας τις σφαίρες της ύπαρξης προοδευτικά και με μία αντίστροφη πορεία μπορεί να ανέβει τις σφαίρες της ύπαρξης (μέχρι το Απόλυτο Πνεύμα, την Θεότητα)... Ιδιαίτερα στην Πλατωνική Παράδοση (που μας ενδιαφέρει γιατί αργότερα θα την αντιπαραβάλλουμε με τις αντιλήψεις του Ωριγένη για την Ουράνια Προέλευση της Ψυχής και την Σωτηρία της), η Ψυχή (στην γενική έννοιά της) έχει ένα Οντικό Πυρήνα (ανήκει στο Είναι, λόγος) και μία νοητική ύπαρξη (καθαρός νους) στο νοητικό κόσμο, των ιδεών. Αυτό τον νοητικό χαρακτήρα θα τον κρατήσει σε ολόκληρη την ύπαρξή της και την πορεία της στους κόσμους. Η Ψυχή, ό,τι μορφή (κι εξέλιξη) κι αν λάβει θα έχει πάντα ένα ανώτερο μέρος, το νου (την νόηση, την διάνοια, την αντίληψη). Όταν αυτή η νοητική ύπαρξη κατέρχεται στην σφαίρα της καθεαυτό ψυχής (της αστρικής ψυχής) εμπλουτίζεται με δυναμισμό που εκφράζεται σαν βούληση, βουλητικά, με μία άλλη κατώτερη διάσταση της ψυχής. Κι όταν η νοερά ψυχή κατέρχεται στον ενεργειακό-υλικό κόσμο, στην σύνδεσή της με το σώμα, εκτός από την ψυχονοητική δύναμη που εκδηλώνει (νόηση) και τους βουλητικούς προσανατολισμούς, αναπτύσει επίσης και μία επιπλέον λειτουργία της επιθυμίας (που στρέφεται προς τον εξωτερικό κόσμο), το επιθυμητικό, (εξαιτίας ακριβώς της επαφής με τον υλικό κόσμο... Έτσι όταν μιλάμε γιά Ψυχή στα πλαίσια της Πλατωνικής κοσμοθεωρίας γίνεται αντιληπτό ότι η Ψυχή θεωρείται με πολλούς τρόπους. Η Ψυχή ανήκει στο Είναι κι έχει ένα Καθαρό Οντικό Χαρακτήρα. Η Ψυχή είναι Νους (σαν νοητική αντίληψη της ίδιας της ύπαρξης και του κόσμου των ιδεών). Η Ψυχή είναι ο Δυναμικός Διάμεσος (νοερά ψυχή) ανάμεσα στον Νου και την υλη. Η Ψυχή είναι ακόμα το αποτέλεσμα της σύνδεσης της σύνδεσης της νοεράς ψυχής και του σώματος, η ψυχοσωματική λειτουργία (μέσα στο νευρικό σύστημα του σώματος). Όταν διερευνάται η Ψυχή με αυτή την τελευταία έννοια, (η Ψυχή συνδεδεμένη με το σώμα), εμφανίζει μία τριμερή λειτουργία: α) νους, νόηση, που αντλεί την καταγωγή της από τον νοητικό κόσμο, β) βουλητική λειτουργία που αντλεί την καταγωγή της από την σφαίρα του ψυχικού δυναμισμού, γ) επιθυμητική λειτουργία που είναι προσανατολισμένη και τροφοδοτείται από τον εξωτερικό κόσμο. Αυτός ο ψυχοσωματικός οργανισμός έχει ένα υλικό φορέα, το σώμα (κι έχει σαν λειτουργία πλήρη αντιστοιχία με το νευρικό σύστημα)... Στην πραγματικότητα όταν η Οντότητα (που ανάγει την Καταγωγή της στον Κόσμο του Είναι) είναι ενσωματωμένη, λειτουργεί (ή μπορεί να λειτουργήσει θεωρητικά) και στα τρία πεδία ύπαρξης, σαν καθαρός νους στον νοητικό κόσμο, σαν νοερά ψυχή στην ψυχοδυναμική σφαίρα, και σαν ψυχοσωματική λειτουργία μέσα στο σώμα, και μέσω του σώματος μέσα στον υλικό κόσμο, ανάλογα τον “προσανατολισμό της. Δηλαδή λειτουργεί είτε στο εσωτερικό πεδίο του νου, είτε στο μεσωτερικό πεδίο της νοεράς ψυχής, είτε στο εξωτερικό πεδίο της ψυχοσωματικής λειτουργίας και εμπειρίας. Λειτουργούν και οι “τρεις ψυχές” (ή μπορούν να λειτουργήσουν θεωρητικά). Όταν ο Πλάτωνας μιλά γιά την “λύσιν και χωρισμόν ψυχής από σώματος” εννοεί να υπερβούμε όλες τις ψυχοσωματικές λειτουργίες της υλικής ψυχής (εξωτερικό πεδίο) να υπερβούμε όλες τις ψυχοδυναμικές λειτουργίες της νοεράς ψυχής που μας “προσανατολίζουν” προς τον υλικό κόσμο (μεσωτερικό πεδίο), και να ανυψωθούμε ως καθαρός νους στον κόσμο των ιδεών (εσωτερικό πεδίο)... Μόνο υπερβαίνοντας αυτός τον νοητικό κόσμο μπορούμε να ανυψωθούμε ως την Σφαίρα του Είναι... Πέραν του Είναι, της Ουσίας, βρίσκεται το “Τελείως Είναι”, το Αγαθόν, η Θεότητα...
Σε όλη σχεδόν την Παγκόσμια Παράδοση, και στην Πλατωνική Παράδοση, η Επέκταση του Ανώτερου (του Αγαθού, που είναι πέραν και αυτού του Είναι), στο Είναι, που είναι Εικόνα του Αγαθού μέσα στην δημιουργία, και εμπεριέχει όλη την δημιουργία και τους κόσμους, η Επέκταση του “νοητικού” προς το υλικό, έχει την έννοια μίας Επέκτασης, μίας Κατάκτησης όλων των δυνατοτήτων της ύπαρξης... το Ανώτερο (με την Δραστηριότητά Του) δημιουργεί το κατώτερο κι ενώ το Υπερβαίνει το Διαποτίζει κι Εισχωρεί σε αυτό, το Οργανώνει, κι όταν γίνεται “κατάλληλο όργανο”, αναδύεται σαν Δυνατότητα (κι Ανώτερη Λειτουργία) μέσα σε αυτό... Έτσι το Υπερβατικό Στοιχείο δημιουργεί τον υλικό κόσμο, τον καθοδηγεί (κατά το Πρότυπο του Νοητικού), τον οργανώνει κι όταν γίνει κατάλληλος (όταν αναπτυχθεί το “κατάλληλο όργανο”, ο άνθρωπος στην προκειμένη περίπτωση) αναδύεται μέσα στο υλικό σώμα σαν ανώτερη δυνατότητα, σαν “Συνείδηση”, Πνεύμα... Έτσι παρακολουθώντας όλη την Εξέλιξη βλέπουμε ότι το Υπερβατικό προηγείται του υλικού, το οποίο ξεκινώντας από την χαώδη κατάσταση, οργανώνεται (κατά το Πρότυπο του Νοητικού) και όταν αναπτυχθεί πλήρως, το Υπερβατικό αναδύεται σε Αυτό σαν Ανώτερη Δυνατότητα. Είναι τελείως λάθος να βλέπουμε μόνο το υλικό και την ανάδυση από το υλικό της Ανώτερης Δυνατότητας, της νόησης (και του πνεύματος) σαν ένα επιφαινόμενο. Αν δεν έχει προηγηθεί το Υπερβατικό Στοιχείο δεν θα είχε υπάρξει καν το υλικό, γιά να οργανωθεί και να γίνει κατάλληλο να Αναδείξει την Ανώτερη Δυνατότητα του Υπερβατικού...
Τελικά η “Κατάβαση” του Υπερβατικού στο υλικό (κατά τον Πλάτωνα και άλλους) αποτελεί μία Κατάκτηση από τον Νου της ύλης κι όχι μία “πτώση”... Αλλά ό,τι “κατέβηκε” πρέπει τώρα να “ανέβει” προς τους οντικούς ουρανούς της Αληθινής Ύπαρξης. Με αυτή την έννοια η Ψυχή (ο Νους) πρέπει να απελευθερωθεί από το υλικό (και μόνο με αυτή την έννοια το σώμα αποτελεί “φυλακή” της Ψυχής...)... Ο ίδιος ο Πλάτωνας περιγράφει αυτή την άνοδο και την μέθοδο ανάβασης της Ψυχής στον “Φαίδωνα” κι αλλού. Περιγράφει με σαφήνεια, οντολογικά και ψυχολογικά την πρακτική, αυτό που στις ανατολικές θρησκείες ονομάζουν “διαλογισμό” ή στον χριστιανισμό “καθαρά προσευχή” (και θέωση)...
..............................................................................................
Ο Χριστιανισμός (πέρα από το πως τον προσδιορίζει ο εκάστοτε θρησκειολόγος ή θεολόγος, ή πιστός...) υπήρξε ένα θρησκευτικό κίνημα που επειδή έχει ασαφείς ιστορικές ρίζες, γέννησε, παρήγαγε, πολλές αντιλήψεις γιά την “Χριστιανική Αλήθεια”, αντιλήψεις που όλες δικαιολογούνται (άλλες περισσότερο, άλλες λιγότερο). Δεν υπάρχει λοιπόν μόνο “ένας χριστιανισμός” (όπως υποστηρίζουν κάποιοι εκκλησιαστικοί οργανισμοί, όπως ο καθολικισμός, η ορθοδοξία, διαμαρτυρόμενες εκκλησίες, κλπ.). Ο Χριστός της πίστης (όπως τον αντιλαμβανόταν η θρησκευτική κοινότητα των χριστιανών των πρώτων χρόνων) αναφέρεται ασφαλώς στο ιστορικό πρόσωπο, το οποίο όμως δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε άμεσα, αφού η ζωή του χάνεται μέσα στην έλλειψη πληροφοριών, ενώ η δράση του και τα λόγια του αλλοιώνονται από την πίστη των χριστιανών. Τα ευαγγέλια απηχούν μόνο την πίστη των χριστιανών... δεν είναι αυστηρά (και αντικειμενικά) βιογραφίες του Ιησού από την Ναζαρέτ. Το σημαντικότερο ευαγγέλιο, που δίνει μία μεταφυσική διάσταση στο Πρόσωπο του Ιησού, αφού το ταυτίζει με τον Προαιώνιο Λόγο, είναι το ευαγγέλιο του Ιωάννη. Η “Ιωάνεια Θεολογία” θα είναι κατά κύριο λόγο η πηγή της “θεολογίας” του μετέπειτα χριστιανισμού... Πριν τον Ιωάννη είχε προηγηθεί στους κόλπους της ιουδαϊκής θρησκευτικής σκέψης ο Φίλων ο Ιουδαίος, η μετάφραση των Ο΄της Παλαιάς Διαθήκης στην ελληνική, καθώς και ο εξξελληνισμός (ως ένα σημείο) του ιουδαϊσμού της Παλαιστίνης (αλλά και ο εξελληνισμός των Ιουδαίων της διασποράς) συνέπεια των κατακτήσεων του Αλέξανδρου και των διαδόχων του, κι αργότερα των Ρωμαίων...
Ο Ιωάννης, κι αργότερα ο Ωριγένης και οι άλλοι μυστικοί δεν λένε κάτι διαφορετικό από τους έλληνες. Εκεί όμως που οι έλληνες μιλούν γιά το Είναι, το γίγνεσθαι, το νου, την ψυχή, κλπ... ο Ιωάννης κι οι Χριστιανοί προχωρούν ένα βήμα πιό πέρα και Ταυτίζουν τον Λόγο με το Πρόσωπο του Ιησού από την Ναζαρέτ. Δηλώνοντας ο Ιωάννης ότι “Θεός ην ο Λόγος” διακρίνοντάς Τον ταυτόχρονα από τον Θεό (“ούτος ην προς τον Θεόν”), και ταυτίζοντάς Τον με τον Ιστορικό Ιησού, αναδεικνύει το Πρόσωπο (και την “Επέμβαση”) του Θεού μέσα στην Ιστορία. Ο Θεός δεν είναι πιά η Αφηρημένη Δύναμη που Συνέχει τα πάντα, αλλά έγινε άνθρωπος και περπάτησε ανάμεσά μας... Κι έγινε άνθρωπος γιά να Δείξει τον Δρόμο Προς Τον Θεό στον άνθρωπο. Η Πρότυπος Κάθοδος κι Άνοδος του Ιησού (με την Ανάστασή Του) στους Κόλπους του Πατρός είναι η πορεία κάθε ψυχής, η μοίρα της κι ο προορισμός της...
Ήδη από τον Ιωάννη, τους μαθητές του, και τους μετέπειτα μυστικούς υπάρχει η αντίληψη της “ουράνιας προέλευσης της ψυχής” και της επιστροφής της, Εν Τω Λόγω, Διά Του Λόγου, Μέσω Του Λόγου, στον Πατέρα Θεό... Ο Ωριγένης, βαθύς γνώστης και της ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και της Χριστιανικής Παράδοσης την αντίληψη γιά την ουράνια προέλευση της ψυχής και της μεταφυσικής προοπτικής της, ούτε την δανείστηκε από την ελληνική φιλοσοφία, τον Πλάτωνα, τον Αμμώνιο Σακκά (ή τον Πλωτίνο), ούτε την δημιούργησε μόνος του. Η αντίληψη υπάρχει ήδη στην “Ιωάννεια Θεολογία”, ενώ υποστηρίζεται και από άλλες αναφορές μέσα στην Αγία Γραφή. Έτσι ο Ωριγένης, είναι γνήσιος χριστιανός, πιστός στην μυστική παράδοση που ξεκίνησε από τον Ιησού, τον Ιωάννη και τους άλλους μυστικούς. Ο Ωριγένης ούτε εκχριστιάνισε τον ελληνισμό ούτε εξελλήνισε τον χριστιανισμό. Ο Ωριγένης υπήρξε ένας γνήσιος χριστιανός (της γραμμής του Ιωάννη) που απλά ανέλυσε κι εξήγησε κάποια μεταφυσικά ζητήματα του χριστιανισμού. Το γεγονός ότι τα ίδια λένε σε όλες τις θρησκείες, ή ότι τα ίδια λέει κι ο Πλάτωνας, δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από το ότι όλοι μιλούν γιά την “Ίδια Μεταφυσική Πραγματικότητα”. Είναι φυσικό να την περιγράφουν με παρόμοιο τρόπο και να έχουν ομοιότητες στην ανάλυσή τους, αλλά και διαφορές, ανάλογα την πολιτισμική και φιλοσοφική βάση πάνω στην οποία “οικοδομούν” την θεολογία τους...
..............................................................................................
Σύμφωνα με τον Ωριγένη ο Θεός Είναι “Αγέννητος” (κι Υπάρχει από Πάντα). Ο Θεός Εκδηλώνεται Τριαδικά. Από τον Πατέρα Θεό, Ως Αιώνια Ακτινοβολία, Γεννάται Αενάως ο Λόγος (Υιός). Ο Πατέρας κι Ο Λόγος Εκδηλώνονται σαν Πνεύμα Ενότητας, Αγαθότητας, κλπ... Ο Θεός και συνάμα ο Λόγος και το Πνεύμα Υπάρχουν Πέρα, Πριν και Μετά την δημιουργία. Ταυτόχρονα όμως ο Λόγος (κατά τον Ιωάννη) Είναι Αυτός Διά του Οποίου Δημιουργήθηκε ο κόσμος (αφού έγιναν όλα Διά του Λόγου) κι Εκδηλώνεται Συνέχοντας τον κόσμο, όχι βέβαια Αυτός Καθ' Εαυτός αλλά διά της Ενέργειάς Του... Έτσι ο Λόγος του Ωριγένη ταυτόχρονα “Διαχωρίζεται” από τον Κοσμικό Λόγο (των Στωικών) και Ταυτίζεται με τον Κοσμικό Λόγο. Ο κόσμος Κυβερνάται από το Πνεύμα του Θεού... Ο Θεός λοιπόν σαν Τριάς Είναι κατά τον Ωριγένη ο Δημιουργός (Πατήρ), Συνέχων (Λόγος) και Κυβερνών (Πνεύμα) τον κόσμο... Ο άνθρωπος έχει ουράνια προέλευση, αφού προέρχεται από τον πνευματικό κόσμο. Τα πνεύματα που απομακρύνθηκαν από τον Θεό εξέπεσαν στην σφαίρα της ψυχής, έγιναν ψυχές κι ακόλουθα (σε μία αναπόφευκτη κατάβαση προς τα κάτω) “έπεσαν” στον υλικό κόσμο. Η αντίληψη αυτή του Ωριγένη (που υπάρχει άλλωστε σε όλη την Παγκόσμια Παράδοση...) δεν προέρχεται από τον Πλάτωνα (αν και ο Ωριγένης δεν αγνοούσε τον Πλάτωνα). Ο Πλάτωνας θεωρούσε την Κάθοδο του Νοητικού στο υλικό, σαν μία κατάκτηση του χαώδους υλικού, που αφού ολοκληρωθεί πρέπει να δώσει την θέση της σε μία ανάβαση προς την σφαίρα του Νοητικού. Ο Ωριγένης θεωρεί (σύμφωνα με την Βιβλική Παράδοση) αυτή την κατάβαση σαν μία αδυναμία του πνεύματος (της ψυχής) σαν μία “αστοχία”, σαν αμαρτία και σαν πτώση. Ερμηνεύοντας μάλιστα την “Γέννεση” (η Γραφή κατά την αντίληψή του, έχει μία συμβολική έννοια...) εξηγεί πως ο άνθρωπος όταν “πλάστηκε” από “ύλη” και του εμφυσήθηκε “πνοή ζωής” και έγινε ψυχή ζώσα δεν τοποθετήθηκε απλά στην γη αλλά σε ένα καθορισμένο τόπο, διαχωρισμένο από την γη, τον “Κήπο της Εδέμ” που είναι ένας ψυχικός αιθέριος τόπος, κι όχι ο υλικός κόσμος. Μετά την “πτώση” ο άνθρωπος ενδύθηκε δερμάτινο χιτώνα, υπονοώντας το καθαρά υλικό σώμα (κι όχι κάτι άλλο)... Αναζητώντας λοιπόν σε αυτή την τραγική κατάσταση του όντος την Σωτηρία στην ανάβαση στην Ουράνια Σφαίρα του Λόγου, Διά του Λόγου, Εν Τω Λόγω (και Διά Του Λόγου Προς Τον Πατέρα)... Ο Ωριγένης δεν έχει καμία δυσκολία (μαζί με τον Ιωάννη) να Ταυτίσει τον Λόγο με τον Ιησού αφού αντιλαμβανόταν ότι στην πραγματικότητα κάθε άνθρωπος έχει Ουράνια Προέλευση στους Κόλπους του Λόγου, αλλά είναι σε αδυναμία στην παρούσα φάση (μετά την πτώση). Απλά ο Ιησούς Είναι ο Λόγος, ο Θεός, το Πρότυπο, ο Νικητής της ύλης, κι ο Σωτήρας... Έτσι ο Ωριγένης που Ταυτίζει (σαν πιστός χριστιανός της γραμμής του Ιωάννη) τον Λόγο με τον Ιησού (τον Ενσαρκωμένο Λόγο, τον Θεάνθρωπο), θεωρεί ότι ο Θεάνθρωπος (μετά την Ανάστασή Του) Είναι στους Κόλπους του Πατρός, Υπερβατικός αλλά Παρών μέσα στην ιστορία. Κάθε άνθρωπος μπορεί να Επικοινωνήσει και να Κοινωνήσει με τον Λόγο (σαν Ζωντανού Προσώπου και Δυνάμεως και Καταστάσεως). Με αυτή την έννοια ο Ωριγένης αποδέχεται την “θεωρία” κι ανοίγει τον δρόμο και στον Ευάγριο τον Ποντικό, και στον Γρηγόριο Νύσσης, και στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη, και στον Μάξιμο, και στους άλλους μυστικούς του Χριστιανισμού. Ενώ η “θεωρία” του Πλάτωνα (και του Πλωτίνου αργότερα) οδηγεί την ψυχή, απελευθερώνοντάς την από τα δεσμά του σώματος, στην σφαίρα του Νοητικού και του Είναι, και του Αγαθού, η “θεωρία” του Ωριγένη οδηγεί στον Λόγο, Εν Τω Λόγω, και Διά Του Λόγου στον Θεό Πατέρα. Γιά τον Ωριγένη ο Λόγος δεν Είνα Μία Αφηρημένη Κατάσταση, Είναι Αυτό που έλαβε ανθρώπινη μορφή. Κι αφού ο Θεάνθρωπος Έδειξε τον Δρόμο κάθε άνθρωπος μπορεί Διά Του Λόγου να Ανυψωθεί Ως Την Θεότητα. Μάλιστα, κατά τον Ωριγένη, θα έρθει καιρός που όλα θα επιστρέψουν στο Θεό (αποκατάστασις των πάντων)... “Απ' εκείνου ήρξατο θεία και ανθρωπίνη συνυφαίνεσθαι φύσις, ιν η ανθρωπίνη τη προς το θειότερον κοινωνία γένηται θεία ουκ εάν μόνω τω Ιησού αλλά και πάσι τοις μετά του πιστεύειν αναλαμβάνουσι βίον, ον ο Ιησούς εδίδαξεν, αναγόντα επί την προς τον Θεόν φιλίαν και την προς εκείνον κοινωνία πάντα τον κατά τας Ιησού υποθήκας ζώντα” (Κατά Κέλσου, 3, 28)... Η ιδεώδης επί της γης ζωή βιώνεται με την θεωρία, την άσκηση, την παρθενία... Η εκκλησία είναι η “πόλις του Θεού” (Κατά Κέλσου). Είναι η Θεία Πολιτεία που θα περιλαμβάνει κάποια μέρα στο μέλλον όλη την οικουμένη. Όλα τα μέλη της είναι καθαγιασμένα, έχοντας την Χάρι του Θεού. Στα πλαίσια της Ιδανικής Εκκλησίας που Βιώνει την Παρουσία του Λόγου, η Κοινωνία Με Τον Λόγο είναι Πνευματική, Αέναη και Έμπρακτη. Στα πλαίσια μίας τέτοιας εξαγιασμένης ζωής έχουν νόημα τα “μυστήρια της εκκλησίας”, όπως το βάπτισμα και η θεία κοινωνία (ευχαριστία). Όταν δεν υπάρχει Βίωση της Παρουσίας του Λόγου, όταν η Ευχαριστία στερείται του Πνευματικού Περιεχομένου της καταντά τυπική πράξη χωρίς αξία, μία μαγική τελετή, που δεν έχει καμία επίδραση. Η τυπική τέλεση της ευχαριστιακής πράξης ούτε τον Θεό Δεσμεύει, ούτε πνευματικό περιεχόμενο έχει, ούτε κανένα νόημα. Αυτό που έχει σημασία λοιπόν (γιά την σκέψη του Ωριγένη) είναι η Πνευματική Κοινωνία που μπορεί να μην συνδέεται ή να συνδέεται με την τελετή της ευχαριστίας, Μόνο η τελετή δεν έχει καμία θρησκευτική αξία... Κατά τον Ωριγένη, στο απώτερο μέλλον θα αποκατασταθούν τα πάντα και ο Θεός θα Είναι “τα πάντα τοις πάσι”... Μετά τον θάνατο, τον αποχωρισμό της ψυχής από το σώμα, η ψυχή επιβιώνει... και με το αιθέριο σώμα τους μεταβαίνουν οι καλοί στον “παράδεισο” (που είναι αιθέριος τόπος) κι οι κακοί στον τόπο του καθαρτηρίου πυρός όπου εξαγνίζονται γιά να συνεχίσουν μετά την ανάβασή τους. Η ψυχή λοιπόν εξελίσσεται και μετά τον θάνατο ανεβαίνοντας τις ουράνιες σφαίρες μέχρι την Σφαίρα του Λόγου... Η μετεμψύχωση γιά κάποιες “αμετανόητες” ψυχές δεν είναι απίθανη... Ο μέλλοντας αιώνας (που σημαίνει την Έλευση του Χριστού και την ανάσταση) θα φέρει οριστικά την αποκατάσταση των πάντων. Τελικά όλα θα αποροφηθούν στο Θεό. Αυτή όμως η δημιουργία δεν είναι μοναδική. Σύμφωνα με τον Ωριγένη έχουν υπάρξει και θα υπάρξουν κι άλλες δημιουργίες. Βέβαια, όλα αυτά δεν είναι πάρά σκέψεις και αντιλήψεις θεωρητικές... το βάθος του χρόνου στο οποίο τοποθετείται αυτό το γεγονός είναι τόσο μεγάλο που είναι ασύλληπτο γιά τον άνθρωπο...
...............................................................................................
Ο Ιωάννης (ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού) κι οι μαθητές του, κι ο Ωριγένης, κι ο Ευάγριος, κι ο Διονύσιος κι άλλοι μυστικοί πατέρες εκπροσωπούν το γνήσιο μυστικό ρεύμα του χριστιανισμού...
Όλοι αυτοί, Βιώνοντας την Παρουσία του Θεού και προσωπικά και συχνά μέσα στην εκκλησία Κατανοούν (σαν Εμπειρία του Μυστικού Βιώματος) ότι ο Θεός Είναι η Ζωή, η Αλήθεια, και συνεπώς η Πηγή κάθε Εξουσίας. Βιώνοντας μία Άνεση Επικοινωνία με τον Θεό (Εν Πνεύματι και Αληθεία) υπερβαίνουν ακόμα και την μυστηριακή ζωή της εκκλησίας. Κάποιοι από αυτούς δεν την αρνούνται όταν έχει πνευματικό περιεχόμενο (και δεν είναι μαγική τελετή) αλλά δεν της αναγνωρίζουν ένα δεσμευτικό χαρακτήρα. Όταν Κοινωνούμε (Πνευματικά) με τον Θεό, όταν Είμαστε Ένα με τον Θεό, γιά ποιές τελετές κι ανθρώπινες πράξεις να μιλήσουμε; Όταν έχουμε υπερβεί τον χρόνο και την ιστορία γιά ποιά μυστηριακή ζωή της εκκλησίας να συζητήσουμε;
Όμως μία τέτοια θεολογική αντίληψη και πρακτική, αποκόβει τον άνθρωπο από την κοινωνία, την πολιτεία, την πρακτική ζωή. Εξ' άλλου δεν θα μπορούσαν όλοι οι χριστιανοί να εμβαθύνουν την αντίληψή τους σε τέτοιο βαθμό και να Βιώσουν Μυστικά την Παρουσία του Θεού.
Γιά να μπορέσει ο άνθρωπος (σύμφωνα με τους μυστικούς) να Ανυψωθεί Ως την Σφαία του Λόγου, να Ενωθεί με τον Λόγο και Μέσω του Λόγου με τον Θεό Πατέρα πρέπει να ανέλθει “Πέντε Πνευματικές Βαθμίδες” (που σηματοδοτούν την Απελευθέρωση του Πνεύματος από τα δεσμά της κατώτερης ύπαρξης...)...
α) Θα πρέπει κατ' αρχήν να απορρίψουμε όλες τις ψυχοσωματικές λειτουργίες που μας κρατούν έξω, προσκολλημένους στο κόσμο. Αυτό συνιστά την “Απάρνηση του κόσμου”.
(Είναι η αποδέσμευση της Οντότητας από την υλική ψυχή, κατά Πλάτωνα).
β) Σε μία πρώτη εσωτερίκευση θα πρέπει να απαρνηθούμε όλες τις ψυχοδυναμικές λειτουργίες που “αποκρυσταλλώνονται” σε ψυχικά εντυπώματα, ψυχικές ροπές, συνήθειες, πάθη, και μας δένουν με τον κατώτερο υλικό κόσμο. Αυτό συνιστά την Επίτευξη της “Απάθειας”.
(Είναι η Αποδέσμευση της Οντότητας από την νοερά ψυχή, κατά Πλάτωνα).
γ) Τέλος σε μία πιό βαθιά εμβάθυνση θα πρέπει να καθαρίσουμε τον ίδιο τον νου από όλους τους λογισμούς, είτε προέρχονται από την αντίληψη, είτε από την ανακύκλωση της διάνοιας, είτε από την εγώ-ύπαρξη (συνείδηση του “εγώ-είμαι”). Αυτό συνιστά την “Κάθαρση” του νου.
(Είναι η Αποδέσμευση της Οντότητας από τον “νου”, κατά Πλάτωνα).
δ) Η Επίτευξη του Καθαρού Νου (του “άδειου” νου) αποτελλεί προϋπόθεση γιά να “αναδυθεί” μέσα μας ο πραγματικός οντικός πυρήνας, ο αληθινός χαρακτήρας της ύπαρξής μας, που είναι το Πνεύμα (πνευματικό εγώ), εξατομίκευση του Παγκόσμιου Λόγου. Η Επίτευξη, η γέννηση, αυτού του πνευματικού εγώ που είναι Ενωμένο με τον Παγκόσμιο Λόγο, είναι η αρχή στην Εν Λόγω Ζωή. Η Κοινωνία με τον Λόγο και η Βαθμιαία Απορρόφηση στον Λόγο οδηγεί στην Διέυρυνση του ατομικού πνευματικού εγώ προς τον Παγκόσμιο Λόγο... κι από Εδώ Προς τον Πατέρα. Αυτό συνιστά την “Πνευματική Θεία Κοινωνία”.
(Είναι η μετάβαση από την ατομική οντότητα στην Βάση του Παγκόσμιου Είναι, κατά Πλάτωνα).
ε) Η Τελική (Εν Τω Λόγω, Διά Του Λόγου, Μέσω Του Λόγου) Ένωση με τον Θεό συνιστά την τελική θέωση...
(Είναι η Ανύψωση Ως το Αγαθόν, κατά Πλάτωνα)...
Η μη γνώση και κατανόηση της ψυχής, της δομής, της λειτουργίας, των δυνατοτήτων και των εμπειριών που μπορεί να έχει, οδήγησε από νωρίς μία κατηγορία χριστιανών να αρνηθούν αυτή την αντίληψη της ουράνιας ψυχής και να προσδιορίζουν τον άνθρωπο σαν ψυχοσωματικό οργανισμό, σαν μόνη ύπαρξη την ύπαρξη επί της γης και σαν μόνη ελπίδα σωτηρίας μία μελλοντική ανάσταση των σωμάτων (και μία νέα ζωή επί της γης)...
Μία τέτοια αντίληψη όμως αποκόβει τον άνθρωπο από τον Θεό, από την Ζωντανή Πνευματική Κοινωνία με τον Θεό, κι αναδεικνύει τον μοναδικό ρόλο των αντιπροσώπων, εκπροσώπων, του (Απόντος) Θεού μέσα στην θρησκευτική κοινότητα. Έτσι, εκεί που δεν υπάρχει Άμεση Επικοινωνία με τον Θεό οι εκπρόσωποί του (οι μεσολαβητές) καρπώνονται την Εξουσία και μεσολαβούν ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Κάποιοι θέλουν (και τους συμφέρει) να μην είναι δυνατή η Άμεση Επικοινωνία με τον Θεό γιατί έτσι αποκτούν “ρόλο” κι εξουσία κι οφέλη... Στέκονται στην Πόρτα του Ουρανού κι ούτε μέσα μπαίνουν, ούτε τους άλλους αφήνουν να μπουν. Γιατί αυτό που διδάσκουν είναι όχι πως θα Κοινωνήσουμε με τον Ζωντανό Θεό αλλά ότι θα οδηγηθούμε στην σωτηρία μόνο μέσω των μυστηριακών τελετών. Αλλά χωρίς πνευματικό περιεχόμενο οι μυστηριακές τελετές είναι μόνο μαγικές (κι υλικές) πράξεις...
Έτσι, από πολύ νωρίς, υποβόσκει ένας υπόγειος διαχωρισμός ανάμεσα στο Γνήσιο Χριστιανικό Μυστικό Ρεύμα και τον εξωτερικό “εκκλησιαστικό χριστιανισμό”. Δεν είναι τυχαίο που όλοι οι Μυστικοί υιοθετούν την ουράνια προέλευση του ανθρώπου, αποδίδουν στο Θεό την Εξουσία και προσπαθούν μέσα από την “θεωρία” να απελευθερωθούν (σαν ψυχές) από το σώμα και να ανέβουν στον Ουρανό του Πνεύματος ενώ οι εκπρόσωποι του “εκκλησιαστικού χριστιανισμού” ορίζουν τον άνθρωπο σαν ψυχοσωματικό οργανισμό, με μόνη δυνατή ύπαρξη επί της γης και μόνη ελπίδα σωτηρίας μία μελλοντική ζωή με την ανάσταση των σωμάτων... Αυτοί οι εξωτερικοί χριστιανοί καρπώνονται την εξουσία του μεσολαβητή (ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο) και κηρύττουν ότι με μαγικές τελετουργικές πράξεις μπορεί να σωθεί ο άνθρωπος... Οι Μυστικοί αποδίδουν την Εξουσία και την Σωτηρία στον Θεό τον Οποίο προσπαθούν να Προσεγγίσουν, ενώ οι εξωτερικοί χριστιανοί θέλουν την εξουσία γιά τον εαυτό τους...
Έτσι, σιγά-σιγά, καθώς στην ελληνορωμαϊκή και μετέπειτα βυζαντινή αυτοκρατορία επικρατούν (γιά λόγους σκοπιμότητας) οι “εξωτερικοί εκκλησιαστικοί χριστιανοί” το “Μυστικό Ρεύμα” οδηγείται στην περιθωριοποίηση, στην συκοφάντηση, στον αναθεματισμό, και την καταδίκη... Οι αυτοκράτορες, ο Κωνσταντίνος στην αρχή και οι άλλοι μετά, και ο Ιουστινιανός ιδιαίτερα, κατάλαβαν ότι ο “γνήσιος μυστικός χριστιανισμός” (που απέδιδε την Εξουσία μόνο στον Θεό) αποτελούσε πολιτικό κίνδυνο. Ενίσχυσαν έτσι τους “εξωτερικούς εκκλησιαστικούς χριστιανούς” που μπορούσαν να χειραγωγήσουν (διορίζοντας τους πατριάρχες και επισκόπους που ήθελαν και καθοδηγώντας τους), και σε οικουμενικές συνόδους παρωδίες καθόρισαν την πίστη του χριστιανισμού σε δόγματα (αποβάλλοντας μυστικούς πατέρες σαν τον Ωριγένη και τον Ευάγριο, και άλλους)... Ο Ιουστινιανός ιδιαίτερα, κατανοώντας τον κίνδυνο από το “μυστικό ρεύμα του χριστιανισμού” έβγαλε διάταγμα κατά του Ωριγένη και στην Ε΄οικουμενική σύνοδο(;) επέβαλε την καταδίκη του Ωριγένη... Κι οι χριστιανοί έπεσαν στην παγίδα γιατί αυτοί οι χριστιανοί ήθελαν να πέσουν στην παγίδα. Ο Ιουστινιανός ενώ φαινόταν να προσφέρει υπηρεσίες στον χριστιανισμό, στην πραγματικότητα ήταν ένας αχρείος που ενεργούσε μόνο γιά λογαριασμό του, και τελικά “κατέστρεψε” το χριστιανισμό. Όμως, και παρά το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών από τον Ιουστινιανό, και η ελληνική φιλοσοφία συνέχισε να υπάρχει, μεταδίδοντας την γνώση στην δύση, και το “μυστικό ρεύμα του χριστιανισμού” δεν “χάθηκε”... Οι αυτοκράτορες ενσωματώνοντας στην κρατική διοίκηση την εκκλησία, και καθορίζοντας (με πολιτικά κριτήρια) την διοίκηση της εκκλησίας οδήγησαν τον “εκκλησιαστικό χριστιανισμό” στην πλήρη εκκοσμίκευση... Ο αυτοκράτορας (κατά το ρωμαϊκό έθιμο) ήταν ο μεγάλος αρχιερέας, η εκκλησία έγινε μέρος της δομής του κράτους και οι ιερείς δημόσιοι υπάλληλοι... Στην διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας η εκκλησία “ενσωματώθηκε” στην οθωμανική διοίκηση παίζοντας συχνά ένα ύποπτο ρόλο (μαζί με τους προεστούς των αυτοδιοικούμενων χωριών της αυτοκρατορίας) ενάντια στο λαό... Μετά την υποτιθέμενη ανεξαρτητοποίηση από την οθωμανική αυτοκρατορία το 1821, το ελληνικό κράτος συνέχισε να “εξαρτάται” από ξένες δυνάμεις της δύσης και από οικονομικά δάνεια που διογκώνονταν με την πάροδο του χρόνου, ενώ η εκκλησία παραμένει ακόμα ενσωματωμένη στην κρατική διοίκηση (θλιβερό κατάλοιπο του βυζαντίου και της οθωμανικής σκλαβιάς...)... Τελικά οι σημερινές εκκλησίες (τόσο η ανατολική ορθόδοξη, όσο και η δυτική καθολική) είναι κατάλοιπα της παλιάς βυζαντινής οργανωτικής δομής της εκκλησίας...
Πάντως, επειδή οι εκκοσμικευμένοι θρησκευτικοί ηγέτες γνώριζαν πάντα ότι η αποβολή του πνευματικού μυστικού περιεχομένου από την διδασκαλία και την ζωή της εκκλησίας ενέχει το κίνδυνο της εξασθένισης της θρησκείας και της “ουδετεροποίησής” της, φρόντισαν να θεωρούν “δικό” τους το “Μυστικό Ρεύμα”... ακόμα και να εκδίδουν τα συγγράματα αυτών που “αφόρισαν” και καταδίκασαν, όπως του Ωριγένη και του Ευάγριου... Η Υποκρισία και η πολιτική σκοπιμότητα αλλά και η χειραγώγηση των χριστιανών δεν έχει όρια.... Τελικά ποιός είναι “ορθόδοξος” και ποιός είναι “αιρετικός”;... Το γεγονός ότι κάποιοι αποφάσισαν σε “οικουμενικές συνόδους” κάποια πράγματα, αποδεικνύει απλά ότι αποφάσισαν αυτά τα πράγματα, όχι ότι “αυτά είναι η Αλήθεια”, (η βίαιη ταύτιση μιάς “γνώμης” με την Αλήθεια είναι τελείως αυθαίρετη και χωρίς λογική συνέπεια... αποτελεί “λογικό άλμα”...)...
Στην δύση έγιναν βέβαια τους τελευταίους αιώνες κάποιες προσπάθειες να ξαναβρεθεί το “γνήσιο πνεύμα του χριστιανισμού” και πολλές κινήσεις διαμαρτυρομένων είναι προς μία σωστή κατεύθυνση, αλλά είναι παρ' όλα αυτά ανεπαρκείς...
Αν θέλουμε σήμερα να αναζητήσουμε το Γνήσιο Χριστιανισμό θα πρέπει να ανατρέξουμε ξανά στον Ιωάννη (και την “Ιωάννεια Θεολογία), στον Ωριγένη, στον Ευάγριο, στον Διονύσιο, στον Μάξιμο, και στους άλλους μυστικούς πατέρες... Μόνο στο Ζωντανό Μυστικό Βίωμα Υπάρχει Ζωή κι Αλήθεια...
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 15. The Masters of the Ineffable Way: A Journey into Sacred Stillness

Chapter 15

 

The Masters of the Ineffable Way: A Journey into Sacred Stillness

 

In the mists of antiquity, when the world was younger and the veil between heaven and earth gossamer-thin, there walked among mortals certain beings who had drunk deeply from the wellspring of eternal mystery. These were the masters of the ineffable Way, souls who had penetrated beyond the curtain of ordinary perception into the luminous darkness where all wisdom dwells. Their very presence spoke of depths unfathomable, of truths so profound that language itself trembled before their magnitude.

 

To speak of these awakened ones is to attempt the impossible—to capture the essence of wind in a jar, to hold the ocean in cupped palms. Yet something within the human heart yearns to understand, to glimpse however briefly the nature of those who have transcended the boundaries of the small self and merged with the infinite expanse of Being itself. They moved through the world like whispers of eternity, their footsteps leaving no trace upon the earth, their words falling like dew upon the consciousness of those rare souls prepared to receive such sacred moisture.

 

The Paradox of Profound Simplicity

 

These masters possessed a penetration so subtle, so exquisitely refined, that it pierced through the veils of illusion that shroud the ordinary mind. Where others saw only the surface play of phenomena, they beheld the underlying unity that binds all existence in its silent embrace. Their understanding was not the accumulation of facts or the clever manipulation of concepts, but a direct knowing that arose from the dissolution of the knower into the known, the seeker into the sought.

 

Like moths drawn to flame, they had surrendered their separate existence to the greater Light that burns at the heart of all things. In this surrender, they discovered not annihilation but expansion—not the death of the self but its transformation into something vast and boundless. They had learned to see with the eyes of the Eternal, to hear with the ears of the Absolute, to touch the world with hands that had been blessed by the sacred fire of divine presence.

 

Yet paradoxically, their very depth made them appear shallow to the uninitiated. Their profound wisdom manifested as such natural simplicity that it confounded those who expected complexity, who sought elaborate systems and ornate philosophies. The masters had transcended the need for display, for the ego's desperate attempts to prove its worth through accumulated knowledge or spiritual achievement. They had discovered that the deepest truths are often the most obvious, hidden not in complexity but in the very simplicity that the mind, in its restless seeking, constantly overlooks.

 

The Sacred Art of Concealment

 

Because their understanding flowed from sources beyond the reach of ordinary comprehension, these masters remained forever mysterious to those who had not yet undergone the great transformation. They were like deep wells whose waters reflect only sky—present and visible, yet their true depths concealed from casual observation. Their very being had become a living paradox, simultaneously fully present in the world yet belonging to dimensions that transcend worldly existence.

 

In their presence, one sensed vast spaces of silence, pregnant with meaning that could never be fully articulated. They carried within themselves the weight of cosmic solitude—not the loneliness of separation, but the profound aloneness of the One who has remembered its true nature. This sacred isolation was not a turning away from the world but a deeper turning toward it, a recognition that in the depths of solitude, one discovers the thread that connects all beings in the tapestry of existence.

 

Their mystery was not cultivated but inevitable, arising naturally from their communion with the ineffable. Like the wind that moves the leaves but cannot itself be grasped, they touched the lives of others while remaining essentially elusive. This was not a deliberate obscurity but the natural consequence of having aligned themselves with forces and principles that operate beyond the sphere of ordinary human understanding.

 

The Trembling of Sacred Vulnerability

 

To observe these masters was to witness a profound vulnerability that spoke of ultimate trust in the cosmic order. They moved through existence like pilgrims crossing a winter stream, each step taken with careful reverence, fully aware of the thin ice upon which all human endeavor rests. This was not the timidity of fear but the tender caution of one who has glimpsed the infinite fragility and preciousness of each moment.

 

Their hesitation before the world's complexities revealed not confusion but a deep appreciation for the mystery that permeates all existence. They had learned that wisdom often lies not in hasty action but in the patient discernment that comes from prolonged communion with the silence that underlies all sound. Like deer pausing at the forest's edge, they possessed an acute sensitivity to the subtle currents that flow beneath the surface of apparent reality.

 

This quality of sacred trembling extended to their relationship with others. In the presence of fellow seekers, they maintained the respectful distance of honored guests, never presuming to intrude upon the sacred space of another's inner journey. They understood that each soul must find its own way to the threshold of mystery, and their role was not to force entry but to serve as gentle beacons, their very presence a reminder that the journey toward transcendence is possible.

 

The Dissolution of Form

 

Perhaps most remarkably, these masters exhibited a quality of evanescence that spoke of their progressive dissolution into the formless realm of pure Being. Like ice returning to water, they seemed to be in a constant state of melting, their solid sense of separate selfhood gradually dissolving into the ocean of universal consciousness. This was not a loss but a liberation, not a diminishment but an expansion into the infinite.

 

Their material form appeared increasingly translucent, as if the light of the Absolute were slowly burning away all that was non-essential, leaving only the pure essence of awakened awareness. They moved through the world like morning mist, present yet ephemeral, substantial yet somehow already partaking of the eternal realm that exists beyond the boundaries of time and space.

 

This dissolution was not a retreat from life but a deeper entry into it. By releasing their grip on the solid certainties of ego-consciousness, they had discovered the fluid nature of reality itself. They had learned to flow with the great currents of existence rather than swimming against them, to bend with the winds of change rather than breaking under their force.

 

The Humility of Uncarved Potential

 

In their profound simplicity, these masters resembled blocks of uncarved wood—unpretentious, natural, containing within themselves infinite potential that had never been forced into rigid forms. They had resisted the temptation to shape themselves according to the expectations of others or the demands of social convention. Instead, they had remained true to their essential nature, allowing their authentic being to emerge organically from the depths of their communion with the sacred.

 

This quality of uncarved potential made them appear deceptively ordinary to those who sought exotic displays of spiritual attainment. They wore no special robes, claimed no extraordinary powers, demanded no recognition for their achievements. Their spiritual realization had stripped away all artifice, all pretense, leaving only the naked truth of their essential being.

 

Yet within this apparent simplicity lay an inexhaustible richness. Like the block of wood that contains within itself the possibility of countless forms, these masters carried within their being the seeds of infinite wisdom. They had learned that the greatest spiritual achievement is not the acquisition of powers or knowledge but the discovery of one's original nature—that pure awareness that exists before all conditioning, all learning, all becoming.

 

The Vast Emptiness of Sacred Space

 

The consciousness of these masters had become like a valley—vast, empty, receptive to all that flows into it yet claiming ownership of nothing. They had learned the sacred art of spiritual emptiness, that profound hollowness that creates space for the divine to manifest. Their inner landscape resembled the great valleys of the earth, carved by patient waters into forms of breathtaking beauty and infinite capacity.

 

This emptiness was not a void but a pregnant fullness, like the silence between notes that gives music its meaning. They had discovered that true wisdom lies not in accumulating spiritual experiences but in creating the inner space where the sacred can reveal itself spontaneously. Their consciousness had become a temple of emptiness, a sacred hollow where the wind of the spirit could move freely.

 

In their presence, others felt the strange peace that comes from encountering vast space. Like travelers who suddenly emerge from dense forest into an open meadow, those who met these masters experienced a sense of expansion, of breathing room for the soul. Their very being offered refuge from the cramped quarters of ordinary consciousness, providing a glimpse of the limitless expanse that is the soul's true home.

 

The Clarity That Emerges from Stillness

 

The masters understood the profound truth that clarity cannot be forced but must be allowed to emerge naturally from stillness. Like muddy water that settles when left undisturbed, their consciousness had found its natural transparency through the practice of sacred inactivity. They had learned that the constant agitation of seeking, analyzing, and striving only clouds the clear mirror of awareness.

 

Their approach to wisdom was like that of a patient gardener who knows that growth cannot be hurried but must be allowed to unfold in its own time. They had discovered that the deepest insights arise not from intense effort but from the gentle persistence of sustained attention, like the slow accumulation of dew that eventually fills the waiting cup.

 

This understanding extended to their relationship with the world around them. They moved through existence with the minimal disturbance of those who have learned to work with natural forces rather than against them. Their actions rippled outward like stones dropped into still water, creating patterns of influence that extended far beyond their immediate presence while maintaining the essential peace of their source.

 

The Paradox of Spiritual Maturity

 

In their ultimate humility, these masters had transcended the need to appear complete or fully realized. They wore their spiritual attainment like old clothes—comfortable, familiar, bearing the gentle wear of long use. They had learned that true spiritual maturity lies not in the polished perfection of the ego but in the willing acceptance of incompleteness, the graceful acknowledgment that the mystery of existence forever exceeds our grasp.

 

This quality of spiritual poverty was perhaps their greatest wealth. By releasing the need to be seen as wise or accomplished, they had discovered the freedom to be authentically themselves in each moment. Their spiritual realization had burned away all pretense, all need to maintain an image of attainment, leaving only the naked truth of their being.

 

They understood that the path of awakening is not a destination to be reached but a way of being to be embodied. Their spiritual journey had taught them that the greatest teaching often comes through example rather than words, through presence rather than proclamation. They had become living demonstrations of the possibility of transcendence, proof that human consciousness can indeed touch the infinite and return transformed.

 

The Eternal Dance of Emptiness and Fullness

 

As these masters moved through the world, they embodied the eternal paradox of spiritual realization—completely empty yet infinitely full, utterly humble yet radiating the majesty of the divine, perfectly still yet in constant motion with the great currents of existence. They had learned to dance the sacred dance of emptiness and fullness, never grasping at either extreme but flowing naturally between them like breath moving in and out of the lungs.

 

Their lives became living prayers, each moment an offering on the altar of the present. They had discovered that the sacred is not found in special places or extraordinary states but in the willing acceptance of what is, the gentle embrace of the eternal as it manifests through the temporal. In their presence, others caught glimpses of their own divine nature, remembered their own capacity for transcendence, and felt the stirring of the great longing that calls all souls home to their source.

 

Thus did these masters of the ineffable Way serve as bridges between the worlds, their very existence a testament to the possibility of human transformation. They walked among mortals as reminders of the extraordinary potential that lies sleeping within ordinary consciousness, waiting to be awakened by the gentle touch of grace and the persistent call of the soul's deepest yearning. In their footsteps, they left not traces but invitations—silent calls to all who would follow to discover for themselves the pathless path that leads beyond the boundaries of the known into the vast mystery of being itself.

Οι Μύστες του Ανείπωτου Δρόμου: Ένα Ταξίδι στην Ιερή Σιωπή

 

Στην ομίχλη της αρχαιότητας, όταν ο κόσμος ήταν νεότερος και το πέπλο μεταξύ ουρανού και γης λεπτό σαν αραχνοΰφαντο μετάξι, περπατούσαν ανάμεσα στους θνητούς ορισμένα όντα που είχαν πιει βαθιά από την πηγή του αιώνιου μυστηρίου. Αυτοί ήταν οι μύστες του Ανείπωτου Δρόμου, ψυχές που είχαν διεισδύσει πέρα από το πέπλο της συνηθισμένης αντίληψης, στο φωτεινό σκοτάδι όπου κατοικεί κάθε σοφία. Η ίδια τους η παρουσία μιλούσε για βάθη ανεξερεύνητα, για αλήθειες τόσο βαθιές που η ίδια η γλώσσα έτρεμε μπροστά στο μεγαλείο τους.

 

Το να μιλήσουμε για αυτούς τους αφυπνισμένους είναι σαν να επιχειρούμε το αδύνατο—να φυλακίσουμε τον άνεμο σε ένα βάζο, να κρατήσουμε τον ωκεανό στις χούφτες μας. Ωστόσο, κάτι μέσα στην ανθρώπινη καρδιά λαχταρά να κατανοήσει, να ρίξει έστω μια φευγαλέα ματιά στη φύση εκείνων που έχουν υπερβεί τα όρια του μικρού εαυτού και έχουν συγχωνευθεί με την απεριόριστη έκταση της Ύπαρξης. Κινούνταν στον κόσμο σαν ψίθυροι της αιωνιότητας, τα βήματά τους δεν άφηναν ίχνη στη γη, τα λόγια τους έπεφταν σαν δροσιά στη συνείδηση εκείνων των σπάνιων ψυχών που ήταν έτοιμες να δεχθούν τέτοια ιερή υγρασία.

 

Το Παράδοξο της Βαθιάς Απλότητας

 

Αυτοί οι μύστες κατείχαν μια διεισδυτικότητα τόσο λεπτή, τόσο εκλεπτυσμένη, που διαπερνούσε τα πέπλα της ψευδαίσθησης που καλύπτουν το συνηθισμένο μυαλό. Εκεί που οι άλλοι έβλεπαν μόνο την επιφανειακή κίνηση των φαινομένων, αυτοί διέκριναν την υποκείμενη ενότητα που συνδέει όλη την ύπαρξη στη σιωπηλή της αγκαλιά. Η κατανόησή τους δεν ήταν η συσσώρευση γεγονότων ή η έξυπνη χειραγώγηση εννοιών, αλλά μια άμεση γνώση που προέκυπτε από τη διάλυση του γνωρίζοντος στο γνωστό, του αναζητητή στο αναζητούμενο.

 

Σαν πεταλούδες που έλκονται από τη φλόγα, είχαν παραδώσει την ξεχωριστή τους ύπαρξη στο μεγαλύτερο Φως που καίει στην καρδιά όλων των πραγμάτων. Σε αυτή την παράδοση, δεν ανακάλυψαν την εξαφάνιση αλλά την επέκταση—όχι τον θάνατο του εαυτού, αλλά τη μεταμόρφωσή του σε κάτι τεράστιο και απεριόριστο. Είχαν μάθει να βλέπουν με τα μάτια του Αιώνιου, να ακούν με τα αυτιά του Απόλυτου, να αγγίζουν τον κόσμο με χέρια που είχαν ευλογηθεί από την ιερή φωτιά της θεϊκής παρουσίας.

 

Ωστόσο, παραδόξως, το ίδιο τους το βάθος τους έκανε να φαίνονται επιφανειακοί στους αμύητους. Η βαθιά τους σοφία εκδηλωνόταν με τέτοια φυσική απλότητα που μπέρδευε όσους περίμεναν πολυπλοκότητα, που αναζητούσαν περίπλοκα συστήματα και περίτεχνες φιλοσοφίες. Οι μύστες είχαν υπερβεί την ανάγκη για επίδειξη, για τις απελπισμένες προσπάθειες του εγώ να αποδείξει την αξία του μέσω συσσωρευμένης γνώσης ή πνευματικών επιτευγμάτων. Είχαν ανακαλύψει ότι οι βαθύτερες αλήθειες είναι συχνά οι πιο προφανείς, κρυμμένες όχι στην πολυπλοκότητα αλλά στην ίδια την απλότητα που το μυαλό, στην αδιάκοπη αναζήτησή του, συνεχώς παραβλέπει.

 

Η Ιερή Τέχνη της Απόκρυψης

 

Επειδή η κατανόησή τους πήγαζε από πηγές πέρα από την εμβέλεια της συνηθισμένης αντίληψης, αυτοί οι μύστες παρέμεναν για πάντα μυστηριώδεις για όσους δεν είχαν ακόμη υποστεί τη μεγάλη μεταμόρφωση. Ήταν σαν βαθιά πηγάδια που τα νερά τους αντανακλούν μόνο τον ουρανό—παρόντες και ορατοί, αλλά τα αληθινά τους βάθη κρυμμένα από την επιφανειακή παρατήρηση. Η ίδια τους η ύπαρξη είχε γίνει ένα ζωντανό παράδοξο, ταυτόχρονα πλήρως παρόντες στον κόσμο αλλά ανήκοντες σε διαστάσεις που υπερβαίνουν την εγκόσμια ύπαρξη.

 

Στην παρουσία τους, ένιωθε κανείς απέραντους χώρους σιωπής, γεμάτους με νόημα που δεν μπορούσε ποτέ να εκφραστεί πλήρως. Κουβαλούσαν μέσα τους το βάρος της κοσμικής μοναξιάς—όχι τη μοναξιά της απομόνωσης, αλλά τη βαθιά μοναχικότητα του Ενός που έχει θυμηθεί την αληθινή του φύση. Αυτή η ιερή απομόνωση δεν ήταν μια απομάκρυνση από τον κόσμο, αλλά μια βαθύτερη στροφή προς αυτόν, μια αναγνώριση ότι στα βάθη της μοναξιάς, ανακαλύπτει κανείς το νήμα που συνδέει όλα τα όντα στο υφαντό της ύπαρξης.

 

Το μυστήριό τους δεν ήταν καλλιεργημένο αλλά αναπόφευκτο, προερχόμενο φυσικά από την κοινωνία τους με το ανείπωτο. Όπως ο άνεμος που κινεί τα φύλλα αλλά δεν μπορεί ο ίδιος να συλληφθεί, άγγιζαν τις ζωές των άλλων ενώ παρέμεναν ουσιαστικά ασύλληπτοι. Αυτή δεν ήταν μια εσκεμμένη ασάφεια, αλλά η φυσική συνέπεια της ευθυγράμμισής τους με δυνάμεις και αρχές που λειτουργούν πέρα από τη σφαίρα της συνηθισμένης ανθρώπινης κατανόησης.

 

Το Τρέμουλο της Ιερής Ευαλωτότητας

 

Το να παρατηρεί κανείς αυτούς τους μύστες ήταν σαν να βλέπει μια βαθιά ευαλωτότητα που μιλούσε για απόλυτη εμπιστοσύνη στην κοσμική τάξη. Κινούνταν μέσα στην ύπαρξη σαν προσκυνητές που διασχίζουν ένα χειμωνιάτικο ρυάκι, κάθε βήμα με προσεκτική ευλάβεια, πλήρως ενήμεροι για τον λεπτό πάγο πάνω στον οποίο στηρίζεται κάθε ανθρώπινη προσπάθεια. Αυτή δεν ήταν η δειλία του φόβου, αλλά η τρυφερή προσοχή ενός που έχει ρίξει μια ματιά στην άπειρη ευθραυστότητα και πολύτιμη αξία κάθε στιγμής.

 

Η διστακτικότητά τους μπροστά στις πολυπλοκότητες του κόσμου αποκάλυπτε όχι σύγχυση, αλλά μια βαθιά εκτίμηση για το μυστήριο που διαπερνά όλη την ύπαρξη. Είχαν μάθει ότι η σοφία συχνά βρίσκεται όχι στη βιαστική δράση, αλλά στη υπομονετική διάκριση που προέρχεται από την παρατεταμένη κοινωνία με τη σιωπή που υποκρύπτει κάθε ήχο. Όπως τα ελάφια που σταματούν στην άκρη του δάσους, κατείχαν μια οξεία ευαισθησία στα λεπτά ρεύματα που ρέουν κάτω από την επιφάνεια της φαινομενικής πραγματικότητας.

 

Αυτή η ποιότητα του ιερού τρέμουλου επεκτεινόταν στη σχέση τους με τους άλλους. Στην παρουσία των συναναζητητών, διατηρούσαν την ευγενική απόσταση των τιμημένων καλεσμένων, ποτέ δεν επιχειρούσαν να εισβάλουν στον ιερό χώρο του εσωτερικού ταξιδιού κάποιου άλλου. Κατανοούσαν ότι κάθε ψυχή πρέπει να βρει τον δικό της δρόμο προς το κατώφλι του μυστηρίου, και ο ρόλος τους δεν ήταν να επιβάλουν την είσοδο, αλλά να λειτουργούν ως ήπιοι φάροι, η ίδια τους η παρουσία μια υπενθύμιση ότι το ταξίδι προς την υπέρβαση είναι εφικτό.

 

Η Διάλυση της Μορφής

 

Ίσως το πιο αξιοσημείωτο, αυτοί οι μύστες παρουσίαζαν μια ποιότητα εξαΰλωσης που μιλούσε για την προοδευτική τους διάλυση στο άμορφο βασίλειο της καθαρής Ύπαρξης. Όπως ο πάγος που επιστρέφει στο νερό, έμοιαζαν να βρίσκονται σε μια συνεχή κατάσταση τήξης, η σταθερή τους αίσθηση ξεχωριστού εαυτού διαλυόταν σταδιακά στον ωκεανό της παγκόσμιας συνείδησης. Αυτό δεν ήταν απώλεια, αλλά απελευθέρωση, όχι μείωση, αλλά επέκταση στο άπειρο.

 

Η υλική τους μορφή φαινόταν ολοένα και πιο διάφανη, σαν το φως του Απόλυτου να έκαιγε σιγά-σιγά ό,τι δεν ήταν ουσιαστικό, αφήνοντας μόνο την καθαρή ουσία της αφυπνισμένης συνειδητότητας. Κινούνταν στον κόσμο σαν πρωινή ομίχλη, παρόντες αλλά εφήμεροι, ουσιαστικοί αλλά με κάποιο τρόπο ήδη μετέχοντες στο αιώνιο βασίλειο που υπάρχει πέρα από τα όρια του χρόνου και του χώρου.

 

Αυτή η διάλυση δεν ήταν μια αποχώρηση από τη ζωή, αλλά μια βαθύτερη είσοδος σε αυτήν. Απελευθερώνοντας τη λαβή τους στις σταθερές βεβαιότητες της συνείδησης του εγώ, είχαν ανακαλύψει τη ρευστή φύση της ίδιας της πραγματικότητας. Είχαν μάθει να ρέουν με τα μεγάλα ρεύματα της ύπαρξης αντί να κολυμπούν εναντίον τους, να λυγίζουν με τους ανέμους της αλλαγής αντί να σπάνε κάτω από τη δύναμή τους.

 

Η Ταπεινότητα του Ακατέργαστου Δυναμικού

 

Στην βαθιά τους απλότητα, αυτοί οι μύστες έμοιαζαν με ακατέργαστα κομμάτια ξύλου—χωρίς προτεταμένες αξιώσεις, φυσικοί, περιέχοντας μέσα τους άπειρες δυνατότητες που δεν είχαν ποτέ πιεστεί σε άκαμπτες μορφές. Είχαν αντισταθεί στον πειρασμό να διαμορφώσουν τον εαυτό τους σύμφωνα με τις προσδοκίες των άλλων ή τις απαιτήσεις της κοινωνικής σύμβασης. Αντ' αυτού, παρέμειναν πιστοί στην ουσιαστική τους φύση, επιτρέποντας στον αυθεντικό τους εαυτό να αναδυθεί οργανικά από τα βάθη της κοινωνίας τους με το ιερό.

 

Αυτή η ποιότητα του ακατέργαστου δυναμικού τους έκανε να φαίνονται παραπλανητικά συνηθισμένοι σε όσους αναζητούσαν εξωτικές επιδείξεις πνευματικής επίτευξης. Δεν φορούσαν ειδικές στολές, δεν διεκδικούσαν εξαιρετικές δυνάμεις, δεν απαιτούσαν αναγνώριση για τα επιτεύγματά τους. Η πνευματική τους συνειδητοποίηση είχε αφαιρέσει κάθε τεχνητότητα, κάθε προσποίηση, αφήνοντας μόνο τη γυμνή αλήθεια της ουσιαστικής τους ύπαρξης.

 

Ωστόσο, μέσα σε αυτή την φαινομενική απλότητα κρυβόταν ένας ανεξάντλητος πλούτος. Όπως το κομμάτι ξύλου που περιέχει μέσα του τη δυνατότητα αμέτρητων μορφών, αυτοί οι μύστες κουβαλούσαν μέσα τους τους σπόρους της άπειρης σοφίας. Είχαν μάθει ότι το μεγαλύτερο πνευματικό επίτευγμα δεν είναι η απόκτηση δυνάμεων ή γνώσης, αλλά η ανακάλυψη της πρωταρχικής φύσης κάποιου—εκείνης της καθαρής συνειδητότητας που υπάρχει πριν από κάθε προετοιμασία, κάθε μάθηση, κάθε γίγνεσθαι.

 

Η Απέραντη Κενότητα του Ιερού Χώρου

 

Η συνείδηση αυτών των μυστών είχε γίνει σαν κοιλάδα—απέραντη, κενή, δεκτική σε ό,τι ρέει μέσα της, χωρίς να διεκδικεί την κυριότητα τίποτα. Είχαν μάθει την ιερή τέχνη της πνευματικής κενότητας, εκείνη την βαθιά κουφότητα που δημιουργεί χώρο για να εκδηλωθεί το θείο. Το εσωτερικό τους τοπίο έμοιαζε με τις μεγάλες κοιλάδες της γης, σμιλεμένες από υπομονετικά νερά σε μορφές εκπληκτικής ομορφιάς και άπειρης χωρητικότητας.

 

Αυτή η κενότητα δεν ήταν κενό, αλλά μια έγκυος πληρότητα, σαν τη σιωπή ανάμεσα στις νότες που δίνει νόημα στη μουσική. Είχαν ανακαλύψει ότι η αληθινή σοφία δεν βρίσκεται στη συσσώρευση πνευματικών εμπειριών, αλλά στη δημιουργία του εσωτερικού χώρου όπου το ιερό μπορεί να αποκαλυφθεί αυθόρμητα. Η συνείδησή τους είχε γίνει ναός της κενότητας, ένα ιερό κούφωμα όπου ο άνεμος του πνεύματος μπορούσε να κινείται ελεύθερα.

 

Στην παρουσία τους, οι άλλοι ένιωθαν την παράξενη γαλήνη που προέρχεται από τη συνάντηση με τον απέραντο χώρο. Όπως οι ταξιδιώτες που ξαφνικά βγαίνουν από πυκνό δάσος σε ανοιχτό λιβάδι, όσοι συναντούσαν αυτούς τους μύστες βίωναν μια αίσθηση επέκτασης, χώρο αναπνοής για την ψυχή. Η ίδια τους η ύπαρξη προσέφερε καταφύγιο από τα στενά όρια της συνηθισμένης συνείδησης, παρέχοντας μια ματιά στην απεριόριστη έκταση που είναι το αληθινό σπίτι της ψυχής.

 

Η Διαύγεια που Αναδύεται από τη Σιωπή

 

Οι μύστες κατανοούσαν την βαθιά αλήθεια ότι η διαύγεια δεν μπορεί να επιβληθεί, αλλά πρέπει να επιτραπεί να αναδυθεί φυσικά από τη σιωπή. Όπως το θολό νερό που καθαρίζει όταν αφεθεί ανενόχλητο, η συνείδησή τους είχε βρει τη φυσική της διαφάνεια μέσω της πρακτικής της ιερής αδράνειας. Είχαν μάθει ότι η συνεχής αναταραχή της αναζήτησης, της ανάλυσης και της προσπάθειας μόνο θολώνει τον καθαρό καθρέφτη της συνειδητότητας.

 

Η προσέγγισή τους στη σοφία ήταν σαν αυτή ενός υπομονετικού κηπουρού που γνωρίζει ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να βιαστεί, αλλά πρέπει να επιτραπεί να ξεδιπλωθεί στον δικό της χρόνο. Είχαν ανακαλύψει ότι οι βαθύτερες ιδέες προκύπτουν όχι από έντονη προσπάθεια, αλλά από την ήπια επιμονή της διατηρούμενης προσοχής, σαν τη αργή συσσώρευση δροσιάς που τελικά γεμίζει το κύπελλο που περιμένει.

 

Αυτή η κατανόηση επεκτεινόταν στη σχέση τους με τον κόσμο γύρω τους. Κινούνταν μέσα στην ύπαρξη με την ελάχιστη διαταραχή εκείνων που έχουν μάθει να συνεργάζονται με τις φυσικές δυνάμεις αντί να τις αντιμάχονται. Οι πράξεις τους κυμάτιζαν προς τα έξω σαν πέτρες που πέφτουν σε ήρεμο νερό, δημιουργώντας μοτίβα επιρροής που επεκτείνονταν πολύ πέρα από την άμεση παρουσία τους, διατηρώντας παράλληλα την ουσιαστική ειρήνη της πηγής τους.

 

Το Παράδοξο της Πνευματικής Ωριμότητας

 

Στην απόλυτη ταπεινότητά τους, αυτοί οι μύστες είχαν υπερβεί την ανάγκη να φαίνονται πλήρεις ή πλήρως συνειδητοποιημένοι. Φορούσαν την πνευματική τους επίτευξη σαν παλιά ρούχα—άνετα, οικεία, φέροντας τη μαλακή φθορά της μακράς χρήσης. Είχαν μάθει ότι η αληθινή πνευματική ωριμότητα δεν βρίσκεται στην γυαλισμένη τελειότητα του εγώ, αλλά στην πρόθυμη αποδοχή της ατέλειας, στην ευγενική αναγνώριση ότι το μυστήριο της ύπαρξης υπερβαίνει πάντα την κατανόησή μας.

 

Αυτή η ποιότητα της πνευματικής φτώχειας ήταν ίσως ο μεγαλύτερος πλούτος τους. Απελευθερώνοντας την ανάγκη να θεωρούνται σοφοί ή επιτυχημένοι, είχαν ανακαλύψει την ελευθερία να είναι αυθεντικά ο εαυτός τους σε κάθε στιγμή. Η πνευματική τους συνειδητοποίηση είχε κάψει κάθε προσποίηση, κάθε ανάγκη να διατηρήσουν μια εικόνα επιτυχίας, αφήνοντας μόνο τη γυμνή αλήθεια της ύπαρξής τους.

 

Κατανοούσαν ότι ο δρόμος της αφύπνισης δεν είναι ένας προορισμός που πρέπει να επιτευχθεί, αλλά ένας τρόπος ύπαρξης που πρέπει να ενσαρκωθεί. Το πνευματικό τους ταξίδι τους είχε διδάξει ότι η μεγαλύτερη διδασκαλία έρχεται συχνά μέσω του παραδείγματος παρά των λέξεων, μέσω της παρουσίας παρά της διακήρυξης. Είχαν γίνει ζωντανές αποδείξεις της δυνατότητας της υπέρβασης, απόδειξη ότι η ανθρώπινη συνείδηση μπορεί πράγματι να αγγίξει το άπειρο και να επιστρέψει μεταμορφωμένη.

 

Ο Αιώνιος Χορός της Κενότητας και της Πληρότητας

 

Καθώς αυτοί οι μύστες κινούνταν στον κόσμο, ενσάρκωναν το αιώνιο παράδοξο της πνευματικής συνειδητοποίησης—πλήρως κενοί αλλά απείρως γεμάτοι, απόλυτα ταπεινοί αλλά ακτινοβολούντες τη μεγαλοπρέπεια του θείου, τέλεια ακίνητοι αλλά σε συνεχή κίνηση με τα μεγάλα ρεύματα της ύπαρξης. Είχαν μάθει να χορεύουν τον ιερό χορό της κενότητας και της πληρότητας, ποτέ δεν αρπάζονταν από κανένα άκρο, αλλά ρέοντας φυσικά μεταξύ τους σαν την ανάσα που μπαίνει και βγαίνει από τους πνεύμονες.

 

Οι ζωές τους έγιναν ζωντανές προσευχές, κάθε στιγμή μια προσφορά στον βωμό του παρόντος. Είχαν ανακαλύψει ότι το ιερό δεν βρίσκεται σε ειδικούς τόπους ή σε εξαιρετικές καταστάσεις, αλλά στην πρόθυμη αποδοχή του τι είναι, στην ήπια αγκαλιά του αιώνιου όπως εκδηλώνεται μέσω του προσωρινού. Στην παρουσία τους, οι άλλοι έπιαναν ματιές της δικής τους θεϊκής φύσης, θυμούνταν τη δική τους ικανότητα για υπέρβαση και ένιωθαν την αναταραχή της μεγάλης λαχτάρας που καλεί όλες τις ψυχές πίσω στην πηγή τους.

 

Έτσι, αυτοί οι μύστες του Ανείπωτου Δρόμου υπηρέτησαν ως γέφυρες μεταξύ των κόσμων, η ίδια τους η ύπαρξη μια απόδειξη της δυνατότητας της ανθρώπινης μεταμόρφωσης. Περπατούσαν ανάμεσα στους θνητούς ως υπενθυμίσεις της εξαιρετικής δυνατότητας που κοιμάται μέσα στη συνηθισμένη συνείδηση, περιμένοντας να αφυπνιστεί από το απαλό άγγιγμα της χάρης και την επίμονη κλήση της βαθύτερης λαχτάρας της ψυχής. Στα βήματά τους, δεν άφηναν ίχνη αλλά προσκλήσεις—σιωπηλές κλήσεις σε όλους όσους θα ακολουθούσαν να ανακαλύψουν για τον εαυτό τους τον χωρίς μονοπάτι δρόμο που οδηγεί πέρα από τα όρια του γνωστού, στο απέραντο μυστήριο της ίδιας της ύπαρξης.

 

 

 

 

 

 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 14. The Buddha (The Awakened)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
(Atma Bodha - By Adi Sankaracharya) / The Radiance of the Self: From Purity to Immortality (Verses 66-68)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / 14. The Flame of True Learning
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
13. The Eternal Temple: A Journey into the Heart of Sacred Silence
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~