Ο Ιησούς στο Ευαγγέλιο
Πρέπει
να το πούμε εξαρχής και να γίνει κατανοητό ότι το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο έχει
ένα εσωτερικό κρυφό νόημα που δεν γίνεται αντιληπτό από όσους αντιμετωπίζουν το
Κείμενο εξωτερικά, δηλαδή μέσα από μια διανοητική θεώρηση και σαν μια διανοητική
περιγραφή. Για να αντιληφθείς το κρυφό περιεχόμενο του Ευαγγελίου, εσύ ο
αναγνώστης (ο καθένας μας), πρέπει καταρχήν να γνωρίζεις να «διαβάζεις» και
μετά «πως» να διαβάζεις. Όλα αυτά θα διευκρινιστούν παρακάτω.
Το
Κείμενο μιλά για τον Ιησού. Ποιόν
Ιησού; Τον Αληθινό Ιησού, Αυτόν που Ήταν Αυτός ο Ίδιος; Ή τον Ψεύτικο Ιησού,
την εικόνα που έχουν φτιάξει οι άνθρωποι για Αυτόν; Ποιος ήταν ο Πραγματικός
Ιησούς; Για να κατανοήσουμε ποιος ήταν ο Ιησούς, για ποιον Ιησού μιλά το
Ευαγγέλιο και τι «διδάσκουν» τελικά τα Ευαγγέλια, πρέπει καταρχήν να
κατανοήσουμε ότι ο Ιησούς ήταν ένας Άνθρωπος. Κι ο οντολογικός φιλοσοφικός όρος
«Άνθρωπος» μπορεί να σημαίνει πολλά, αλλά πάντως δηλώνει ότι ήταν ένας άνθρωπος
σαν όλους εμάς τους ανθρώπους, ένας από εμάς. Ο Ιησούς Αντιλαμβάνεται (κατά τα
«Λεγόμενά» του και κατά το Ευαγγέλιο) την Ύπαρξη Βιωματικά. Ζούσε. Και μέσα από
την Δράση του υποδείκνυε ποια είναι η Αληθινή Ζωή. Δεν ήταν ένας διανοούμενος ή
ένας φιλόσοφος ή ένας επαγγελματίας ιερέας, που προσπαθούσε να εξηγήσει θεωρητικά
την ύπαρξη, την ζωή, την εμπειρία του κόσμου. Ό,τι έλεγε ήταν μέσα από την
Εμπειρία του. Μαρτυρούσε, κατά τα λεγόμενά του, αυτό που κατανοούσε, που ζούσε,
χωρίς ερμηνείες, σχόλια ή άλλες επεξεργασίες, (Ιωάννης, 3, 11).
Το
Ευαγγέλιο λοιπόν μιλά για τον Ιησού που Βιώνει την Αλήθεια, για τον Ιησού που
Μιλά για αυτό που «Οίδε» («Γνώρισε») και μαρτυρά για αυτό που «Εώρακε» (που
«Έχει Δει»), για τον Ιησού που Καταθέτει την Βιωματική Αλήθεια του. Κι αυτό που
μαρτυρούσε ο Ιησούς ήταν ακριβώς ότι «Όλα Είναι Θεός». Ο Θεός Είναι Πνεύμα, ο
Θεός Είναι Ελευθερία, Είναι Ενότητα, Είναι Αγάπη, Είναι Ζωή, Είναι Αιωνιότητα.
Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί οι όροι περιγράφουν την ίδια Βιωματική Εμπειρία
(από την δική μας ανθρώπινη πλευρά), δεν είναι Ιδιότητες του Θεού (όπως τα
αντιλαμβάνεται η διανόηση, σαν «κατηγορούμενα» ενός διανοητικού
«αντικειμένου»). Πέρα από όλες τις περιγραφές Είναι «Αυτό», το Ζωντανό, που
Είναι Όλα. Για τον Ιησού ο Θεός Είναι η Μία Πραγματικότητα. Είναι Παρουσία,
Εδώ. Και σε Αυτό το Εδώ Υπάρχουν Όλα, η Ελευθερία και τα Φαινόμενα κι όλες οι
καταστάσεις, υποκειμενικές εμπειρίες κι «αντικείμενα». Κι ανάλογα με την «Θέση»
που κατέχει η «Συνείδηση» και «κοιτάζει» την πραγματικότητα μπορεί να έχει μια
διαφορετική εικόνα της πραγματικότητας.
Αν
θέλουμε λοιπόν να συλλάβουμε το Αληθινό Νόημα του Ευαγγελίου, να κατανοήσουμε
τι λέει πραγματικά, ο μόνος τρόπος να το αποκωδικοποιήσουμε είναι να το αντιληφθούμε βιωματικά, να
προσπαθήσουμε να συλλάβουμε βιωματικά όλα αυτά που λέει σαν βιωματική εμπειρία και
σαν γεγονότα, να τα «πραγματοποιήσουμε» όλα αυτά. Τι εννοούμε με αυτό; Ο Ιησούς
ήταν ξεκάθαρος, τουλάχιστον στους κοντινούς αδελφούς του. Αυτό που Βίωνε, από
την Εποχή ακόμα της Ερήμου (κοντά στους Εσσαίους) Εσωτερικά ήταν Αντικειμενικές
Καταστάσεις της Ψυχής (του Ανθρώπου), όχι προσωπικές εμπειρίες κάποιου
περιορισμένου όντος. Κι όταν Ενώθηκε (μέσα στην Πνευματική Εμπειρία, μέσα στην
Πνευματική Περισυλλογή, για την οποία μιλούσε στον Νικόδημο) με τον Πατέρα
στους Ουρανούς, Βίωνε Μια Κατάσταση Πέρα από τον Χρόνο, πέρα από τον Χώρο, μια
κατάσταση Απροσδιόριστη που γινόταν «αντιληπτή» σαν Ολότητα, Πληρότητα,
Αιωνιότητα, Τελείως Αγνή κι Ανέγγιχτη από οποιαδήποτε αντιληπτική επεξεργασία
κι από οποιοδήποτε περιορισμό. Σε αυτή την Κατάσταση Βίωνε το Αιώνιο Παρόν που
Ρέει, την Αιωνιότητα της Παρουσίας, και σε αυτή την Κατάσταση δεν υπάρχει
χρόνος, μνήμη, επεξεργασία του βιώματος, γιατί η Ροή είναι Συνεχής. Είναι ο
ανθρώπινος περιορισμένος νους που εισέρχεται στην φανταστική πραγματικότητα του
χρόνου, των εικόνων, της μνήμης κι έχει όλο τον «χρόνο» να σκέφτεται και να
επεξεργάζεται όλα τα περιεχόμενα της περιορισμένης αντίληψής του. Αυτή η
Κατάσταση είναι μια Ολότητα Εντός της Οποίας υπάρχουν όλα τα φαινόμενα κι οι
καταστάσεις. Υπάρχουν τα «όντα» κι οι προσωπικές εμπειρίες, οι διαφορετικές
εμπειρίες της πραγματικότητας, κι οι κόσμοι, κι οι εμπειρίες μέσα στους
κόσμους. Όλα αυτά λοιπόν που Βίωνε ο Ιησούς Είναι Αντικειμενικές Καταστάσεις,
δεν είναι προσωπικές εμπειρίες κάποιου «όντος». Για να Εισέλθουμε σε αυτές τις
Αντικειμενικές Καταστάσεις και να «βγούμε» τελείως έξω από την Δημιουργία (πιο
σωστά για να σταματήσει η ψευδαίσθηση ότι είμαστε σε κάποια δημιουργία εκτός
του Θεού) πρέπει να εγκαταλείψουμε τους περιορισμούς, το εγώ κι όλες τις
προσωπικές εμπειρίες. Για τον άνθρωπο που βιώνει την ύπαρξη μέσα στους
περιορισμούς του εγώ είναι ασύλληπτο, αδιανόητο. Αυτές οι καταστάσεις είναι έξω
από το φυσιολογικό, όπως το αντιλαμβάνονται. Για αυτούς το «πρόσωπο» είναι
δημιούργημα της Θείας Δύναμης, είναι κάτι αιώνιο κι ο προορισμός του (κατ’
αυτούς) είναι να ζει μέσα σε ένα σώμα. Προφανώς όλα αυτά είναι προϊόντα της
φαντασίας τους όσο κι αν τα ονομάζουν θεολογία, θεολογία του ανθρωπίνου
προσώπου (της «εικόνας» του Θεού), κλπ.
Όταν
λοιπόν ο Ιησούς μιλούσε μετά την Ένωσή του με τον Πατέρα, για τον εαυτό του, κι
έλεγε «εγώ», μιλούσε σαν Αντικειμενική Υπόσταση, σαν Αυτό που Υπάρχει στο Βάθος
όλων των Ψυχών, όλων των υπάρξεων. Κι όταν έλεγε «εγώ κι ο Πατέρας είμαστε Ένα»,
μιλούσε σαν ο Αντικειμενικός Αληθινός Ζωντανός Θεός, όχι σαν κάποιο προσωπικό
ον. Αυτό, για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να σπάσουν τα όρια του εγώ είναι
σκάνδαλο. Πως μπορεί κάποιος του οποίου γνωρίζουμε την ιστορία, τον τόπο
γέννησης (την Ναζαρέτ) και την κατοικία του και τους συγγενείς του να
ισχυρίζεται τέτοια πράγματα; Ότι δηλαδή δεν είναι αυτό που «βλέπουμε», ένας
άνθρωπος, ένα πρόσωπο, αλλά μια Αντικειμενική Κατάσταση της Ψυχής, κάτι
Υπερβατικό που εκδηλώνεται εδώ, τώρα, μέσα από αυτό το σώμα; Αυτοί οι άνθρωποι
έβλεπαν την εικόνα που μπορούσαν να συλλάβουν από τον Ιησού (το δικό τους
διανοητικό δημιούργημα, το δικό τους κατασκεύασμα) κι όχι αυτό που Βίωνε ο
Ιησούς, την Αντικειμενική Ύπαρξη, τον Χωρίς Όρια Θεό. Κι από εδώ πηγάζουν όλες
οι παρεξηγήσεις.
Στην
πραγματικότητα όχι μόνο οι άνθρωποι της Σκιάς (της διανόησης) δεν κατανοούσαν
τον Ιησού αλλά ούτε καν οι «δικοί» του, όταν τον έβλεπαν σαν «Θεό», έξω από αυτούς,
αντικειμενικά. Όσο κι αν διαισθάνονταν ότι ο Ιησούς είναι «Θεός» δεν
κατανοούσαν ότι έπρεπε να εισέλθουν «μέσα» τους, με την προσευχή για να
νοιώσουν εσωτερικά τον Ιησού, αυτό που Εκπροσωπούσε, τον Θεό. Γνώριζαν τον
Ιησού «εξωτερικά» αλλά δεν τον βίωναν εσωτερικά σαν Αντικειμενική Κατάσταση της
Συνείδησής τους. Ίσως μονάχα ο Ιωάννης είχε προχωρήσει «μέσα». Κι ίσως για αυτό
ήταν ο «αγαπημένος μαθητής» του Ιησού. Και τελικά ήταν ο μόνος που διέσωσε κάτι
από το Εσωτερικό Περιεχόμενο της Διδασκαλίας και της Δράσης του Ιησού. Κ αυτό
το λέμε γιατί και στον Ιωάννη, τον μόνο Εσωτερικό Ευαγγελιστή, υπάρχουν
«ασάφειες».
Όταν ο
Ιησούς λέει στους ανθρώπους «εγώ ειμί»
εννοεί την Αντικειμενική Φύση της Ψυχής, κι ότι Αυτή την Αντικειμενική
Φύση που μιλάει εδώ, τώρα, στους ανθρώπους, μπορεί ο καθένας να την
«Αναγνωρίσει» Εσωτερικά, μέσα του, σαν Θεία Φύση, σαν Εμπειρία Θεού, σαν
Βασιλεία των Ουρανών. Είναι η Μόνη Οδός, η Αλήθεια, η Ζωή. Ο Ιησούς, στην
πραγματικότητα, έλεγε Είμαι Αυτό που θα Βρείτε Μέσα σας, με την Περισυλλογή, με
την Αληθινή Προσευχή της Απόσυρσης, μέσα στην σιωπή των λογισμών. Ο Ιησούς όταν
έλεγε «εγώ ειμί» εννοούσε ότι είναι Αυτό που όλοι μπορούν να Βιώσουν Μέσα τους
σαν Αντικειμενική Φύση τους, χωρίς εγώ. Κι Αυτή είναι η Χριστική Συνείδηση (ή η
Συνείδηση Χριστός, ο Ουράνιος Λόγος, η Εικόνα του Πατέρα του Αιώνιου). Ο
Ιησούς, εφόσον Βίωνε την Θεότητα, κι ήταν Ένα με τον Πατέρα, είχε κάθε δικαίωμα
να Μιλά για τον Θεό και να Ταυτίζει τον εαυτό του με όλες τις Αντικειμενικές
Καταστάσεις της Ψυχής και με τον Πατέρα. Εγώ (η Αντικειμενική Κατάσταση της
Ψυχής, που εκδηλώνεται εξωτερικά σαν Ιησούς) Είμαι η Οδός, η Αλήθεια, η Ζωή.
Εγώ είμαι η Πύλη, εγώ είμαι Όλα, εγώ είμαι η Βασιλεία των Ουρανών, όχι σαν κάτι
έξω από εσάς (τους ανθρώπους) αλλά ακριβώς Μέσα σας, πιο κοντά σε εσάς από τον
ίδιο σας τον εαυτό (από ό,τι νομίζετε για εαυτό), η Ίδια σας η Ουσία, γιατί Όλα
Είναι Ένα. Κατανοήστε το, Βιώστε το. Εγώ είμαι η Ελευθερία, εγώ είμαι η Απόλυτη
Αγάπη που Μέσα της Λιώνουν Όλα σε Ένα. Εγώ είμαι Όλα. Ο Ιησούς Είναι ο Θεός.
Αλλά όχι ένας εξωτερικός Θεός, Είναι ο Θεός που Βρίσκουμε Μέσα μας. Γιατί δεν
το καταλαβαίνουμε;
Η Ανάγνωση του Ευαγγελίου
Αν
λοιπόν κάποιος θέλει να κατανοήσει πραγματικά, βαθιά κι αληθινά ποιος είναι ο
Ιησούς του Ιωάννη, πρέπει να Νοιώσει τον Ιησού σαν την Αντικειμενική Κατάσταση
της Ίδιας του της Ψυχής, να Βρει τον Ιησού του, σαν την Θεία Ουσία που Είναι
στο Βάθος Όλων των Υπάρξεων. Τότε μόνο θα καταλάβει τι εννοούσε ο Ιησούς με το
«εγώ ειμί», τότε θα κατανοήσει τι σημαίνει εγώ κι ο Πατέρας είμαστε Ένα, τότε
θα Νοιώσει ότι Υπάρχει Μόνο Θεός, και δεν υπάρχει τίποτα άλλο έξω από τον Θεό,
ότι Όλα Είναι Θεός, και τότε θα αγκαλιάσει την δημιουργία με Αληθινή Αγάπη.
Το
λάθος που κάνουν οι άνθρωποι που είναι περιορισμένοι στο εγώ είναι ότι
λειτουργούν μέσα από την διανόηση, ότι σκέφτονται τα πάντα, ότι
αντικειμενοποιούν τα πάντα. Για αυτούς που είναι περιορισμένοι στο εγώ ο Θεός
είναι ένα «Αντικείμενο» (της αντίληψής τους), ο Ιησούς είναι ένα «αντικείμενο»
έξω από αυτούς. Όλα όσα γράφουν τα Ευαγγέλια είναι όχι Εσωτερικές Καταστάσεις,
Εσωτερικά Βιώματα του Ιησού, Αντικειμενικές Καταστάσεις, αλλά αντικειμενικά
γεγονότα. Τα Ευαγγέλια περιγράφουν την Βιωματική Εμπειρία του Ιησού από την
Ύπαρξη, από την Ζωή, από τον κόσμο κι όχι
απλά εξωτερικά γεγονότα. Ο Ιησούς τα Βίωνε όλα αυτά. Οι θεατές απλά
βλέπουν τα εξωτερικά γεγονότα. Αλλά ποτέ κάποιος που βλέπει εξωτερικά και δεν
συμμετέχει στα βιώματα δεν μπορεί να έχει πραγματική βαθιά κι αληθινή εικόνα της
πραγματικότητας. Αντιλαμβάνεται μόνο όσα μπορεί να δει, να σκεφτεί, να
κατανοήσει.
Αν
λοιπόν κάποιος θέλει πραγματικά να κατανοήσει τα Ευαγγέλια, τον Ιωάννη, πρέπει
να εγκαταλείψει το εγώ και, σαν μικρό παιδί, με καθαρό νου, με Αγνή Καρδιά, να
αρχίσει να κατανοεί ότι ο Ιησούς μιλά για τον Εσωτερικό Κόσμο, για την
Πραγματικότητα που Βιώνουμε Μέσα μας (Λουκάς, 17, 20-21). Γιατί λοιπόν οι
άνθρωποι ψάχνουν εδώ ή εκεί ή εξωτερικά; Ιδού! Αφήνοντας όλους τους λάθους
εξωτερικούς τρόπους, μένοντας ήσυχοι, Αποσυρόμενοι μέσα τους θα Βρουν την
Αλήθεια, την Βασιλεία των Ουρανών. Άδικα οι άνθρωποι ψάχνουν με τον νου, άδικα
ερευνούν τον εξωτερικό κόσμο. Όπως Δίδαξε ο Ιησούς η Αλήθεια Είναι Μέσα Μας,
είναι η Εσωτερική Εμπειρία της Θείας Ουσίας που Είναι το Βάθρο των πάντων. Αυτό
που μας εμποδίζει να το Νοιώσουμε είναι μονάχα η ανθρώπινη ανοησία.
Απομύθευση, αντικειμενική απομυθοποίηση του Ευαγγελίου
Μπορεί
η εξωτερική εκκλησία να ακολουθεί την δική της παράδοση σχετικά με τον Ιησού,
τα ευαγγέλια, την θρησκευτική ζωή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλα αυτά είναι
αλήθεια. Το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο αποδίδεται στον Ιωάννη, τον «αγαπημένο
μαθητή» του Ιησού. Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε ποιος έγραψε το
Ευαγγέλιο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το Κείμενο «περιέχει» ένα μέρος της Διδασκαλίας
του Ιησού και της Παράδοσης του Ιωάννη, αλλά χρειάζεται προσοχή στην «ανάγνωση».
Τα «Λόγια» του Ιησού πρέπει να βιωθούν στο εσωτερικό τους νόημα και περιεχόμενο
κι όχι σαν εξωτερικές δηλώσεις ή σαν αντικειμενικά εξωτερικά γεγονότα. Μερικές φορές
κι ο ίδιος ο Ιωάννης (ο συγγραφέας) δεν φαίνεται να κατανοεί το βαθύτερο περιεχόμενο
των δηλώσεών του ή τις μεταφυσικές προεκτάσεις των περιγραφών του. Όμως και η
γενική «τοποθέτηση (ή η υπαρκτική θέαση των πραγμάτων) και η χρήση των
θεολογικών, μεταφυσικών και φιλοσοφικών όρων, δείχνουν τον Βιωματικό Χαρακτήρα
του Κειμένου κι υποδεικνύουν το Απέραντο Βάθος της Εσωτερικής Εμπειρίας. Επίσης
είναι σίγουρο ότι οι «Επιστολές» ανήκουν όχι σε ένα συγγραφέα αλλά μάλλον σε
κάποια «Ιωάννεια Σχολή». Η «Αποκάλυψη» δεν έχει καμιά σχέση με τον Ιωάννη ή την
«Ιωάννεια Σχολή.
Πρέπει
να κατανοήσουμε ότι υπάρχουν Βιωματικά Κείμενα, που μπορεί να εκφράζονται με
απλούς βιωματικούς όρους κι όχι με βαθιές φιλοσοφικές αναλύσεις και Διανοητικά
Κείμενα που να αναλύουν με βαθυστόχαστο τρόπο τα πιο βαθιά ή πιο υψηλά
θεολογικά θέματα χωρίς όμως να περιέχουν βιωματικό περιεχόμενο. Το Κατά Ιωάννην
Ευαγγέλιο ανήκει στα Βιωματικά Κείμενα. Η ανάγνωση τέτοιων κειμένων πρέπει να
είναι «βιωματική» κι όχι «διανοητική».
Ο
συγγραφέας του Ευαγγελίου δεν μετέφερε απλά τα «Λόγια» του Ιησού, ή την «Παράδοση»
του Ιωάννη. Έγραψε ένα κείμενο για να κηρύξει την αλήθεια (κατά την αντίληψή
του). Είναι προβληματικό το ότι (για τις ανάγκες του κηρύγματος) ενέταξε στην
διήγησή του, θαύματα, πεποιθήσεις της εκκλησίας και γεγονότα που δεν έχουν
σχέση με το Αληθινό Μήνυμα του Ιησού. Ο Ιησούς δεν χρειαζόταν να κάνει θαύματα,
να κάνει το νερό κρασί, να γιατρέψει αρρώστους ή να αναστήσει νεκρούς. Όλα αυτά
ανήκουν στην μυθολογία του Ιησού, σε θρύλους και παραδόσεις και δεν έχουν σχέση
με τα αληθινά γεγονότα.
Χρειάζεται
επίσης προσοχή στο πως θα «ερμηνεύσουμε» την Σταύρωση και την «Ανάσταση» του
Ιησού. Η Αληθινή Ανάσταση της Ψυχής Συμβαίνει όταν η Ψυχή Συνειδητοποιεί την
Πνευματική Φύση της κι Απελευθερώνεται από τους περιορισμούς Μέσα στην
Εσωτερική (για την αντίληψή μας) Θεία Ουσία, Μέσα στον Θεό που Βρίσκουμε Μέσα μας.
Η ανάσταση του σώματος δεν έχει νόημα σε μια τέτοια Διδασκαλία, σαν αυτή, την
Διδασκαλία του Ιησού. Οι εξωτερικοί άνθρωποι που θεωρούν τον άνθρωπο ψυχόσωμα
και θέλουν να ζήσουν αιώνια στην γη (έστω, μια μετουσιωμένη γη) είναι αυτοί που
μιλούν για την ανάσταση του σώματος. Απλά οι άνθρωποι ζουν μέσα στην φαντασία τους.
Επίσης
χρειάζεται πολύ προσοχή για να μπορέσουμε να αποκωδικοποιήσουμε σωστά την
αντίληψη του κόσμου που «συμπεραίνεται» από την διήγηση του Κειμένου. Ο Ιησούς
μιλά για τον Πατέρα Θεό, για τους Ουρανούς (το Κόσμο του Φωτός, όπου όλα
Διακρίνονται), για το Κόσμο της Σκιάς (τους κατώτερους κόσμους) και τους «κατοίκους»
τους και για την Εσωτερική Οδό της Αλήθειας και της Ζωής και της Αιωνιότητας. Η
Χαρμόσυνη Αγγελία της Βασιλείας είναι στην πραγματικότητα το πιο απλό, το πιο
προσιτό και το πιο εύκολο πράγμα στο κόσμο. Αυτό που μας εμποδίζει να Νοιώσουμε
τον Θεό Μέσα μας, να Βιώσουμε την Αληθινή Φύση μας, να Ενωθούμε με την
Πραγματικότητα είναι μονάχα η δική μας θέληση. Το πρόβλημά μας δεν είναι
φυσικό, είναι ηθικό. Είναι πρόβλημα «επιλογής». Όποιος θέλει να Βρει τον Θεό
τον Βρίσκει Μέσα του, σύμφωνα με τις Υποδείξεις και την Διδασκαλία του Ιησού.
Όποιος δεν θέλει απλά υφίσταται τις συνέπειες των επιλογών του και μόνος του
καταδικάζει τον εαυτό του στους κόσμους της Σκιάς. Μακάρι ο Θεός να Φωτίσει
όλους τους ανθρώπους, ή αλλιώς μακάρι να ανοίξουν οι άνθρωποι την Πόρτα της Καρδιάς
τους για να Μπει το Φως.