CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Friday, 10 October, 2025

Sunday, May 29, 2022

ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΙ «ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ»

 Προοίμιο

Η Αληθινή Γνώση του Όντος

Η Παγκόσμια Αυταπάτη

Ο «Ταυτισμός» με το «περιεχόμενο», το εγώ, η περιορισμένη δράση

Η «Απελευθέρωση» από το «νοητικό περιεχόμενο» κι η υπάρβαση του εγώ στην Απεραντοσύνη



Η Αντίληψη δεν «ταυτίζεται» με κανένα «περιεχόμενο» με καμία ιδέα, ιδιότητα, η συμπεριφορά. 

Είναι η «εμμονή» στην «μνήμη», στην «γνώση», που διατηρεί την φλόγα της περιορισμένης ύπαρξης.


Προοίμιο

Η Συνείδηση Είναι Μία και Μόνο. Κάθε «Συνείδηση», έστω κι αν εμφανίζεται σαν «Διαφοροποιημένη» είναι στην πραγματικότητα Αυτή η Μία Συνείδηση που λειτουργεί μέσα από κάποιους περιοριστικούς όρους και σε ιδιαίτερες συνθήκες, σε περιορισμένες καταστάσεις. Η Συνείδηση  Αναγνωρίζεται από τον Εαυτό της σαν Επίγνωση, Γνώση, σαν Ανεξάντλητη «Παραγωγική Δύναμη Γνώσης» και σαν «Χωρίς Περιορισμούς Δημιουργική Δύναμη Ιδιαίτερων Αντιλήψεων» που υποστασιοποιούνται. Έτσι Εμφανίζονται τα διάφορα «Υποκειμενικά» και αντικειμενικά φαινόμενα.

Η Κυριότερη (αλλά όχι μοναδική) Λειτουργία της Συνείδησης είναι η Αντίληψη, (γι’ αυτό και οι όροι συχνά «ταυτίζονται», όχι οντολογικά αλλά γνωσιολογικά). Τι είναι Αντίληψη; Είναι η γνώση, η αναγνώριση, η «πληροφόρηση» για «κάτι». Αυτό μπορεί να γίνεται με άμεση αίσθηση, με παραγωγική διαδικασία ή με έμμεση πληροφόρηση μέσω καταλλήλου οργάνου από εξωτερικές πηγές (όπως στην περίπτωση που η Συνείδηση είναι ενσωματωμένη και δέχεται μέσω του «φορέα» τις πληροφορίες από τον εξωτερικό κόσμο. Με άλλα λόγια η Αντίληψη είναι μια «γενική λειτουργία» της Συνείδησης που υφίσταται είτε υπάρχει κάποιος εξωτερικός φορέας είτε όχι. Δεν περιορίζεται δηλαδή μόνο στην εξωτερική αντίληψη. 

Με αυτή την έννοια η Αντίληψη είναι η «Όραση» της Συνείδησης. Έτσι η Συνείδηση μπορεί να Αντιλαμβάνεται, να «Ορά», να «Βλέπει», το Ανεξιχνίαστο Μυστήριο της Ύπαρξής της, την «Αντικειμενική Παρουσία» της, την Παρουσία της μέσα στον Χώρο, την Παρουσία της μέσα στον Χρόνο και σε ιδιαίτερες καταστάσεις στους κόσμους του Χρόνου.

Η Αντίληψη, έτσι όπως περιγράφεται, είναι μια Λειτουργία, η «Όραση». Σαν τέτοια δεν ταυτίζεται με το «περιεχόμενό» της. Αυτό έχει τεράστια σημασία κι ένα βαθύ νόημα γιατί υποδηλώνει την «Ανεξαρτησία» της Συνείδησης, της Αντίληψης, από οποιεσδήποτε ιδιαίτερες καταστάσεις βιώνει η Συνείδηση μέσα στην Δημιουργία. Ταυτόχρονα αποκαλύπτει και τον Δρόμο της Απελευθέρωσης της «Διαφοροποιημένης Συνείδησης» που νομίζει ότι δεσμεύεται κάπου.

Να πούμε ακόμα ότι για την «Διαφοροποιημένη» Ενσωματωμένη Συνείδηση ασφαλώς υπάρχουν στο «περιεχόμενό» της κάποια «σταθερά στοιχεία» όπως  η «Ύπαρξη», η «Αντικειμενική Παρουσία», η Παρουσία στον Χώρο, η Ατομική Παρουσία στον Χρόνο. Όμως όλο το περιεχόμενο που αφορά την ζωή μέσα στον χρόνο δεν είναι σταθερό και αλλάζει. Ο κύκλος των μετενσωματώσεων αφορά ακριβώς την ζωή στους κατώτερους κόσμους του Χρόνου (τον νοητικό κόσμο, τον ενεργειακό κόσμο, τον κόσμο των υλικών φαινομένων). Η Απελευθέρωση αφορά την  Έξοδο από τους κόσμους του Χρόνου. Η «Εξέλιξη» στους Ανώτερους, πιο «Εσωτερικούς» Κόσμους είναι ένα άλλο θέμα.

Ακόμα, χαρακτηρίζοντας την Αντίληψη σαν «Όραση» θα πρέπει να πούμε ότι αυτά που «συλλαμβάνει η «Όραση» (είτε Άμεσα την Ίδια την Ουσία, είτε όσα Δημιουργεί, είτε τα «αντικείμενα») είναι Φως, Διαφοροποιήσεις του Φωτός, Φαινόμενα του Φωτός. Η Υπέρτατη Κατάσταση της Ουσίας Είναι το Πρωταρχικό Φως, το Αδιαφοροποίητο Υπερκόσμιο Φως, το Φως το Αληθινό. Όλα τα άλλα είναι «Διαβαθμίσεις του Φωτός».

Το Φως Είναι Ενέργεια, Υπερκόσμια Ενέργεια Ασύλληπτης Ισχύος. Το υλικό φως (του ήλιου, η της πυρηνικής ενέργειας) είναι το ελάχιστο.

Επίσης η  «Καθαρή Όραση» χαρακτηρίζεται σαν «Φώτιση» Αυτό έχει και  κυριολεκτική και συμβολική σημασία.

Τέλος, η Ορθή Αντίληψη, η «Καθαρή Όραση» ονομάζεται Λόγος. Για αυτό ο Λόγος σε κάποιες Παραδόσεις (Ηράκλειτος, Στωικοί, Χριστιανισμός) θεωρείται η Αρχή της Δημιουργίας. Είναι ακόμα η Βάση του Ορθολογικού Λογισμού, της καθαρής σκέψης.


 Η Αληθινή Γνώση του Όντος

Υπάρχει Μία και Μόνο Συνείδηση. Είναι ακριβώς η Βασική Λειτουργία της Συνείδησης, η Αντίληψη, που δίνει την Δυνατότητα να Εμφανίζονται όλα τα Φαινόμενα (Υποκειμενικά και «αντικειμενικά»). Με την Διαφοροποίηση της Αντίληψης, δηλαδή του «περιεχομένου» της παίρνουν «υπόσταση» όλα τα φαινόμενα.

Κάθε Συνείδηση (οποιαδήποτε συνείδηση) δεν είναι παρά Αντανάκλαση της Μιας Συνείδησης (του Όλου) μέσα στις ιδιαίτερες «συνθήκες» της Δημιουργίας. Όλα αυτά έχουν εξηγηθεί σε προηγούμενες ομιλίες μας (ανατρέξτε εκεί). Κάθε Συνείδηση είναι Αντίληψη (με την έννοια που περιγράψαμε πιο πάνω). Κι η Αντίληψη είναι μια εγγενής υπερβατική λειτουργία της Συνείδησης και δεν εξαρτάται από εξωτερικές συνθήκες ή υλικό φορέα (ή πρόσληψη πληροφοριών από έναν «αντικειμενικό» κόσμο). Η Αντίληψη είναι απλά «Όραση». Είναι ανεξάρτητη από το «περιεχόμενό» της. Όπως εξηγήσαμε υπάρχουν στο «περιεχόμενο» της Αντίληψης κάποιες «Σταθερές» αλλά το «περιεχόμενο» που υπόκειται στον χρόνο δεν είναι σταθερό  και μπορεί και αλλάζει.

Ας το εξηγήσουμε αυτό πρακτικά. Η Συνείδηση-Αντίληψη (όταν είναι Ενσωματωμένη) στην Φυσική της Κατάσταση είναι Αφυπνισμένη (σε Αληθινή Εγρήγορση), Εδώ, Τώρα. Όλες οι λειτουργίες της εκδηλώνονται φυσικά, ανεμπόδιστα. Η επίγνωση τα αγκαλιάζει όλα σε μια ενότητα και δεν υπάρχει «απόσταση» ανάμεσα σε εμάς και τα πράγματα. Η σκέψη (σαν εσωτερικοποίηση των παραστάσεων, σαν εννοιοποίηση των «πραγμάτων» και φυσικός συσχετισμός των πραγμάτων, κλπ.) λειτουργεί απρόσκοπτα. Η μνήμη λειτουργεί αντικειμενικά. Οι αισθήσεις είναι σε πραγματική επαφή με τον εξωτερικό κόσμο. Όλα λειτουργούν, απλώς λειτουργούν. Σε αυτή της «κατάσταση» (την ζωή όπως εξελίσσεται) δεν υπάρχουν προσωπικές εμπειρίες, συσσώρευση προσωπικών μνημών, γνώσεων, εμπειριών. Η ζωή δεν αφήνει «ίχνη». Ανασαίνει στο Παρόν κι εξαντλείται στην Στιγμή.

Εδώ, στην «κατάσταση» που περιγράψαμε (και κάποιοι ίσως βλέπουν τις «ομοιότητες» με αυτό που ονομάζουν «Διαλογισμό») η Συνείδηση-Αντίληψη δεν ταυτίζεται με το «περιεχόμενό» της. Το «περιεχόμενο» ρέει συνεχώς, ανανεώνεται κάθε στιγμή και δεν «δένεται» στον χρόνο. Η Συνείδηση-Αντίληψη είναι Ανεξάρτητη, Ελεύθερη από το «περιεχόμενο». Ζει στο Απόλυτο Παρόν και δεν δεσμεύεται από τον Χρόνο.

Ασφαλώς, αυτό που περιγράφουμε είναι μια «κατάσταση» που λίγοι βιώνουν ή μπορούν να βιώσουν, Είναι για κάποιους μια ιδανική κατάσταση αλλά όχι κάτι που ζουν. Στην πραγματικότητα αυτό που θέλουμε να δείξουμε είναι ότι η Συνείδηση-Αντίληψη είναι ή μπορεί να είναι, όντως, ανεξάρτητη από το «περιεχόμενό» της. Αυτή η δυνατότητα είναι εγγενής σε κάθε συνείδηση, σε κάθε άνθρωπο.

Έτσι, για να αναδυθούμε στην Αληθινή Γνώση της Ίδιας της Φύσης μας που λειτουργεί εδώ σαν Αντίληψη, για να Γνωρίσουμε τον Εαυτό μας, σαν Αντίληψη, πρέπει να κατανοήσουμε τι είναι η Αντίληψη και τι σχέση έχει με το «περιεχόμενό» της. Είναι μια σχέση παροδική με ό,τι σχετίζεται με τον χρόνο. Αυτό μπορεί στον καθένα να Ανοίξει τον Δρόμο προς την Απελευθέρωση και μετά την Ολοκλήρωση στο Όλον (πέρα από κάθε «Διαφοροποίηση», στην  Πλήρη Συνειδητοποίηση ότι Είμαστε η Μία Συνείδηση, δηλαδή στην Πλήρη Αφύπνιση).

Οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη ζουν με ένα τρόπο διαφορετικό από αυτόν που περιγράψαμε, τόσο κοινό που όλοι γνωρίζουν για τι πράγμα μιλάμε. Είναι «ταυτισμένοι» με το «περιεχόμενο» της αντίληψής τους, το οποίο συγκροτείται από προκαταλήψεις, λανθασμένους συλλογισμούς και συμπεράσματα, ανόητες δοξασίες. Γιατί ζουν έτσι; Επειδή «εκπαιδεύονται» να ζουν έτσι.


Η Παγκόσμια Αυταπάτη

Υπάρχει Μία και Μόνο Συνείδηση. Ό,τι Εμφανίζεται (Υποκειμενικά κι Αντικειμενικά Φαινόμενα) στην «Δημιουργία» δεν είναι παρά «Αντανακλάσεις» του Ενός Όλου μέσα στην «Κίνηση» της Αντίληψης, τελικά ένα Νοητικό Φαινόμενο. Όλα είναι «Αντανακλάσεις» του Όλου μέσα σε ιδιαίτερες συνθήκες και περιορισμούς. Κάθε Συνείδηση, κάθε ον δεν είναι παρά το Όλον μέσα στην «ιδιαιτερότητά» του. Ακόμα και ένας κόκκος σκόνης δεν είναι παρά το Όλον μέσα στην συγκεκριμένη παρουσία του.

Όλα είναι Αυτό το Ίδιο το Όλον κι Όλα «εξελίσσονται προς την Ολοκλήρωσή τους στο Όλον (προς την Ανάδυση στο Όλον).

Υπάρχουν εκατομμύρια κατοικημένοι πλανήτες στο Σύμπαν με διάφορα όντα (κι ίσως άγνωστης «σύνθεσης»). Υπάρχουν όντα σε διαφορετικά στάδια «εξέλιξης»  κι ασφαλώς όντα περισσότερο εξελιγμένα από τους γήινους. Η «εξέλιξη» στον πλανήτη γη βρίσκεται ακόμα σε πολύ πρώιμο στάδιο. Παρότι υπάρχουν χιλιετηρίδες ιστορίας πίσω μας και παρόλο τον δήθεν πολιτισμό μας και την τεχνολογική ανάπτυξη εξακολουθούμε να είμαστε «άγριοι». Αυτό φαίνεται από την διεθνή πολιτική κατάσταση, από το «επίπεδο» των κοινωνιών μας και από την νοητική κατάσταση της ανθρωπότητας. Κοινωνίες της αδικίας και της ανισότητας, του πλούτου και της εξαθλίωσης κι άνθρωποι μέσα στην άγνοια που χειραγωγούνται σαν ζώα, αυτός είναι ο σύγχρονος κόσμος. Έτσι ήταν πάντα και θα είναι για χιλιετίες ακόμα.

Οι άνθρωποι, σε ολόκληρο τον πλανήτη, είναι «άγριοι» κι αναθρέφουν «άγριους» ανθρώπους. Κάθε παιδί που γεννιέται στον κόσμο, μέσα από την «κοινωνικοποίησή» του γίνεται ότι είναι κι οι άλλοι. Δύσκολα ξεφεύγει κάποιος από το «πλήθος».

Στην πραγματικότητα, αν Όλα είναι «Αντανακλάσεις» του Ενός (του Παντός) μέσα στην Ρέουσα Φαινομενικότητα, τότε Όλα, Κάθε Ον, κάθε Συνείδηση (σαν «Αντανάκλαση» του Όλου) φέρνει εγγενώς, Μέσα της, όλες τις Δυνάμεις και τις Δυνατότητες του Όλου και την Σίγουρη Προοπτική να Αναδυθεί στο Όλον. Αυτή η «Συνειδητοποίηση», η Ανάδυση στο Όλον, η Απελευθέρωση από όλους τους περιορισμούς, της ζωής, του Χρόνου, του Χώρου, της Περιορισμένης Ύπαρξης, είναι η Υπέρτατη Γνώση, η Υπέρτατη Ζωή, η Υπέρτατη «Επίτευξη». Η Αληθινή Αυτογνωσία, η Γνώση (κι η «Εμπειρία») της Αληθινής,  Απέραντης,  Άχρονης κι Άχωρης κι Αδημιούργητης Φύσης μας είναι η Πραγματική Ολοκλήρωση του» Όντος». 

Εν τούτοις ελάχιστα όντα, ελάχιστοι άνθρωποι στον πλανήτη μπορούν να αναγνωρίσουν και να Βιώσουν την Αληθινή Υπερβατική Φύση τους. Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι βυθισμένοι μέσα στο παγκόσμιο συλλογικό όνειρο της ανθρωπότητας που μέσα στην άγνοια αντιλαμβάνεται διαφορετικά κι επιβάλλει την παγκόσμια αμάθεια σαν επιστήμη, γνώση, παιδεία, κρατώντας το «ανθρώπινο είδος» χαμηλά, εμποδίζοντάς το να «εξελιχθεί».

Η Αληθινή Γνώση είναι η Γνώση του Εαυτού (το «γνώθι σ’ αυτόν» με την Μυστική Δελφική Έννοια). Η Αληθινή Υπέρτατη Επιστήμη είναι η «Αληθινή Ανθρωπολογία», που αναγνωρίζει τον Πραγματικό Οντολογικό, Γνωσιολογικό και Ηθικό Χαρακτήρα του Ανθρώπου που Βαδίζει προς την Ολοκλήρωση, που Διαφωτίζει την ανθρώπινη νοημοσύνη και Καθοδηγεί προς την Υπέρτατη Ζωή της Ελευθερίας. Όλες οι άλλες Γνώσεις κι επιστήμες είναι δευτερεύουσες κι ίσως ασήμαντες γιατί δεν σε κάνουν άνθρωπο. Δείτε το παγκόσμιο εκπαιδευτικό σύστημα, παράγει «επιστήμονες» αλλά δεν δημιουργεί αληθινούς ανθρώπους. Σίγουρα υπάρχει κάτι «σάπιο» στο βασίλειο της ανθρώπινης εκπαίδευσης.

Έτσι, οι κοινωνίες, μέσα στην αμάθειά τους, αναπαράγουν την αμάθεια, την ελλιπή γνώση και σέρνονται σαν τα φίδια στην σκόνη της ιστορίας. Δεν μπορούν να πετάξουν σαν τα πουλιά στον Απέραντο Ουρανό της Αληθινής Ελευθερίας. Η Αληθινή Ελευθερία  Υπάρχει Μέσα σε όλα τα όντα, ακόμα και σε ένα κόκκο σκόνης, αλλά πόσοι το νοιώθουν;

Αν η κοινωνίες είναι κοινωνίες των «αγρίων» κι αν αναθρέφουν τα παιδιά τους σαν «άγριους», εναπόκειται στον καθένα, στην οντολογική, γνωσιολογική κι ηθική ευθύνη του καθενός, να απομακρυνθεί από αυτού του είδους τις κοινωνίες και να αναζητήσει στην Έρημο του Φιλοσοφικού Λόγου την Αληθινή Γνώση. 

Οι άνθρωποι, με την αμάθεια και την χαμηλή νοημοσύνη τους βρωμίζουν ακόμα και το «Ιερό», την «Αντίληψη του Θεού». Αντί να δείξουν, ακολουθώντας τους Μεγάλους Σοφούς της Ανθρωπότητας, τον Δρόμο προς την Αυτογνωσία, προς την Εσωτερική Γνώση της Αληθινής  Αιώνιας Φύσης μας, πιστεύουν και διδάσκουν κι επιβάλλουν πλήθος ανοησιών  στους σύγχρονους ναούς της αμάθειας. Ακόμα και την θρησκεία την έκαναν μια βρώμικη υπόθεση, μια θλιβερή διαστρέβλωση της «ιερής αναζήτησης», μια παρωδία γνώσης.

Είναι άραγε τυχαίο που όλοι οι Πραγματικοί Σοφοί έζησαν και δίδαξαν «έξω από τα τείχη της πόλης»;


Ο «Ταυτισμός» με το «περιεχόμενο», το εγώ, η περιορισμένη δράση

Γιατί όμως οι κάτοικοι αυτού του πλανήτη, η ανθρωπότητα, οι άνθρωποι, βρίσκονται σε αυτό το χαμηλό επίπεδο «εξέλιξης»; Το να λέμε απλά ότι η εξέλιξη της ανθρωπότητας βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο και χρειάζεται ιστορικός χρόνος για να προχωρήσει η ανθρωπότητα είναι ίσως μια «λογική» εξήγηση, αλλά αυτό δεν απαλλάσει τους ανθρώπους, όλους τους ανθρώπους, από την Υπαρξιακή Ευθύνη τους.

Στην πραγματικότητα η Συνείδηση, ακόμα κι όταν βρίσκεται σε περιορισμούς και σύγχυση, διατηρεί πάντα μια βαθιά ηθική εγρήγορση. Αυτή είναι η «ηθική συνείδηση» των ανθρώπων. Όλοι γνωρίζουν το Δίκαιο, το Καλό και το Κακό. Οι «επιλογές» τους δεν τους απαλλάσουν από την ηθική ευθύνη. Οι άνθρωποι της Σκιάς, οι σκοτεινοί άνθρωποι, γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν. Αν αγνοούν τις συνέπειες και δεν λογαριάζουν τους συνανθρώπους τους αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα υποστούν τις συνέπειες. Θα υποστούν τις συνέπειες και για την δική τους επιλογή και για το κακό που κάνουν στους άλλους.

Πως όμως συμβαίνει κι ο Άνθρωπος από Αγαθή Αντανάκλαση του Όλου μέσα στην Υπαρξιακή Ροή, με Όλες τις Δυνάμεις κι Όλες τις Δυνατότητες του Όλου (για Αυτοσυνειδητοποίηση κι Ανάδυση στην Αρχέγονη Καθαρότητα) πέφτει στην άγνοια, στην σύγχυση, στην αμάθεια; Είναι πολύ ενδιαφέρον να διερευνήσουμε τον λειτουργικό μηχανισμό που παγιδεύει τον άνθρωπο. Έτσι θα βρούμε το νήμα της Αριάδνης  (της «Ιέρειας της Σοφίας») για να βγούμε από τον Λαβύρινθο της Υπαρξιακής Σκλαβιάς στο Φως της Ελευθερίας.

Ο Άνθρωπος, δηλαδή η Συνείδηση που Έχει Ενσωματωθεί, στην Οντολογική Καθαρότητά του είναι σε Πλήρη Εγρήγορση, με Ανοιχτή Επίγνωση (που τα Αγκαλιάζει όλα) κι Αντίληψη Ανεμπόδιστη που Ρέει στο Παρόν. Λειτουργεί Πλήρως, Ζώντας πάντα στην Παρούσα Στιγμή. Έτσι το «περιεχόμενο» της Αντίληψης ανανεώνεται συνεχώς, είναι πάντα νέο. Όμως μια τέτοια «Κατάσταση» (Λειτουργίας) απαιτεί μέγιστη ενέργεια ζωής. Στην πραγματικότητα ελάχιστα όντα μπορούν να είναι μόνιμα σε μια τέτοια κατάσταση (ακόμα κι όσοι είναι «έμπειροι» στον Αληθινό Διαλογισμό).

Είναι από άποψη «οικονομίας της ζωής» και από βιολογική άποψη πιο «καλό» να αυτοματοποιείται η αντίληψη και να αποθηκεύονται αντιλήψεις και γνώσεις. Έτσι η αντίληψη «ελευθερώνεται» για να επεκταθεί περισσότερο στο πεδίο της ζωής αφού έχει να ασχοληθεί με τα νέα δεδομένα (κι όχι με αυτά που ήδη γνωρίζει). Όμως αυτή η αυτοματοποίηση έχει κάποιες συνέπειες (οντολογικές, γνωσιολογικές, ηθικές) κι εκθέτει τον άνθρωπο σε κινδύνους. Θα το εξηγήσουμε αμέσως τώρα.

Η «αποθήκευση» αντιλήψεων, εμπειριών, μνημών (κι η λειτουργία της αντίληψης με την βοήθεια όλων αυτών) «νοθεύει» την Αρχική Καθαρότητα της Αντίληψης κι αποδίδει στην αντίληψη κάποια «σταθερά» χαρακτηριστικά. Έτσι η Συνείδηση (Αντίληψη) αποκτά μια «Όψη», γίνεται «Πρόσωπο». Η λέξη «πρόσωπο» είναι σύνθετη από την πρόθεση «προς» και το ουσιαστικό «όψη». «Πρόσωπο» είναι «αυτό που φαίνεται», η οντότητα με σταθερά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Αυτό είναι το «ψυχολογικό εγώ», η προσωπικότητα.

Το γεγονός αυτό καθεαυτό, δηλαδή η οντότητα να εμμένει σε μνήμες, γνώσεις, αντιλήψεις, δεν είναι κακό με την προϋπόθεση ότι το «περιεχόμενο» της αντίληψης είναι λογικά ελεγμένο. Αν όμως είναι «λανθασμένο»; Τότε όλο το διανοητικό οικοδόμημα των ανθρώπων, του ανθρώπου, καταρρέει.

Στην πραγματικότητα, είναι φανερό ότι η δόμηση του προσώπου, του εγώ, της προσωπικότητας, σαν λειτουργικός μηχανισμός, είναι μια «κατασκευή. Όταν δεν γίνεται με λογικούς όρους καθίσταται πρόβλημα. Στην Αρχαία Ελλάδα η λέξη «πρόσωπο» σήμαινε το «προσωπείο», δηλαδή μια «κατασκευή» που είχε τα χαρακτηριστικά ανθρώπου. Γνώριζαν μέσα στην Ορφική Παράδοση ότι όλος αυτός ο  λειτουργικός μηχανισμός είναι μια «κατασκευή» χωρίς πραγματική οντολογική σημασία. Για αυτό και στο Ιερό Θέατρο που ξεκίνησε από την Διονυσιακή Λατρεία οι υποκριτές χρησιμοποιούσαν τα «προσωπεία». Έδιναν έτσι υπόσταση σε χαρακτήρες ανθρώπων (και συνάμα επέτρεπε στον υποκριτή να υποδυθεί περισσότερους «ρόλους»). Όλα αυτά στην Αρχαία Ελλάδα και στην Αρχαία Λατρεία είχαν παιδαγωγικούς σκοπούς. Μετά το θέατρο ξέπεσε στην κοινοτοπία των ανθρωπίνων υποθέσεων.

Έτσι, η λειτουργία του προσώπου, του εγώ, της προσωπικότητας δεν είναι απλά μια «κατασκευή» αλλά πολύ περισσότερο μια «κακή κατασκευή» με ανυπολόγιστες ανθρωπολογικές συνέπειες. Όταν από αμαθή πρόσωπα θεωρείται ότι η ουσία του ανθρώπου είναι το «πρόσωπο» δηλαδή μια οντότητα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τότε η οντότητα γίνεται κάτι «ξεχωριστό» από το Όλον και τα άλλα, μια αποκομμένη οντότητα που βλέποντας μέσα από την ιδιαίτερη αντίληψή της βλέπει το εγώ ξεχωριστό και τα άλλα απέναντι. Έτσι οδηγείται ανεπαίσθητα στην «δυαδική αντίληψη», στην δυαδική σκέψη, με ό,τι συνεπάγεται αυτό.

Οι άνθρωποι δεν ακούνε τους Σοφούς που τους μιλούν για την Πραγματική Ανθρώπινη Φύση. Ακολουθούν τους αμαθείς που υιοθετούν το «πρόσωπο» σαν ανθρώπινη ουσία και την δυαδική σκέψη σαν όργανο γνώσης της πραγματικότητας. Ακόμα και την Ιδέα του Θεού που Είναι το Περιέχον την υποβιβάζουν σε νοητικό περιεχόμενο, ένα είδωλο της σκέψης τους. Και με τέτοιες λανθασμένες προϋποθέσεις και πάνω σε τέτοιες σαθρές βάσεις οικοδομούν φιλοσοφία, θεολογία, θρησκεία, πολιτισμό.

Το χειρότερο δεν είναι ότι οι άνθρωποι διατηρούν ένα νοητικό «περιεχόμενο» με λάθη και ελλείψεις. Αυτό μπορεί και να συγχωρεθεί σαν αμάθεια κι ανοησία. Το χειρότερο είναι ότι οι άνθρωποι ανατρέφονται με λανθασμένες ιδέες. Η στρατιά των αμαθών που κυριαρχεί στην κοινωνία (στις κοινωνίες), στο εκπαιδευτικό σύστημα (και στα πανεπιστήμια και στα άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα), στον δημόσιο λόγο (και στα μέσα διαμόρφωσης γνώμης), στα θρησκευτικά ιδρύματα, εκπαιδεύουν τους ανθρώπους να είναι αμαθείς, ανόητοι και χειραγωγούμενοι πολίτες. Δεν είναι σε θέση να μιλήσουν για την Αληθινή Γνώση, για την Αληθινή Ανθρώπινη Φύση, για το Όλον που είναι στο Βάθος κάθε οντότητας, ακόμα και του κόκκου σκόνης. Γνωρίζουν μόνο να μιλούν για την «προσωπικότητα» που κατασκευάζεται, που χειραγωγείται κι ελέγχεται.

Το πιο εξωφρενικό κι εξωφρενικά γελοίο είναι ότι όλοι αυτοί που ηγούνται της κοινωνίας, πολιτικοί, διανοούμενοι, οικονομικοί παράγοντες, θρησκευτικοί ηγέτες, δεν διαθέτουν περισσότερη νοημοσύνη από τον οποιοδήποτε κοινό άνθρωπο, μπορεί να είναι και πιο χαμηλά. Είναι γυμνοσάλιαγκες που αναρριχώνται στις κάθε είδους εξουσίες και καλύπτουν την ανεπάρκειά τους πίσω από τον αυταρχισμό, την απόλυτη διαφθορά και τον ηθικό ξεπεσμό. Σήμερα η ανθρωπότητα είναι σε μία από τις χειρότερες φάσεις της.


Η «Απελευθέρωση» από το  «νοητικό περιεχόμενο» κι η υπέρβαση του εγώ στην  Απεραντοσύνη

Τι σημαίνει όμως πρακτικά για τον κάθε άνθρωπο να ζει σήμερα; Καθένας που θέλει να βρει πραγματικά την Αλήθεια πρέπει να αναζητήσει ορθολογικές οντολογικές βάσεις, να ερευνήσει όλο τον λειτουργικό μηχανισμό του εαυτού του και να αποφασίσει να ζήσει στον πραγματικό κόσμο, έξω από το παγκόσμιο όνειρο που συντηρούν οι κοινωνίες με τον αυταρχισμό, τον εκβιασμό και την τιμωρία (όσων διαφοροποιούνται). Θα πρέπει κάποιος να απορρίψει σχεδόν όλο το «νοητικό περιεχόμενο» που του έχει φορτώσει η κοινωνία κι η δική του ηθική αδράνεια και να ξεκινήσει από το «λογικό μηδέν». Δεν είναι εύκολος δρόμος. Είναι όμως ο Μοναδικός Δρόμος.

Ξεχάστε όσα γνωρίζετε, όσα σας έμαθαν, φτύστε την αηδία του δήθεν ανθρώπινου πολιτισμού, της Αδικίας, της Ανισότητας, της βαρβαρότητας και του αθώου αίματος. Ιδού, ο Ορίζοντας της Ελευθερίας είναι Ανέγγιχτος από την ανθρώπινη ανοησία.

Το «πρόσωπο» δεν είναι μια οντολογική αρχή, κάποια ουσία, είναι απλά ο «περιορισμός» του Όλου μέσα σε συνθήκες, καταστάσεις, ιδιαιτερότητες. Το «πρόσωπο» είναι «αντίληψη», «σκέψη», μια λανθασμένη ιδέα και μια πρόληψη. Στηρίζοντας όλη την δυαδική σκέψη σε μια πρόληψη δεν σκεφτόμαστε λογικά. Όλη η δήθεν επιστήμη της δυτικής ψυχολογίας στηρίζεται ακριβώς σε αυτήν την ανοησία, του «προσώπου». Είναι μια ψυχολογία της «φαινομενικότητας», της συμπεριφοράς και της ζωώδους κατάστασης. Τελικά ο «χόμο σάπιενς» της δυτικής επιστήμης είναι απλά «σίμιαν».

Χιλιετηρίδες τώρα οι άνθρωποι αγνοούν και δεν διερευνούν τον λειτουργικό μηχανισμό της αντίληψης, της ορθολογικής σκέψης αλλά περιορίζονται στο να ακολουθούν, σαν τυφλοί, προλήψεις και προκαταλήψεις. Δεν μαθαίνουν στα παιδιά τους «πως» να σκέπτονται αλλά «τι» να σκέπτονται. Το αποτέλεσμα της ανοησίας το βλέπουμε στην εξαθλίωση της ανθρωπότητας που βλέπουμε γύρω μας. Τελικά είμαστε, ακόμα, πολύ «ζώα».

Στην πραγματικότητα, ακόμα κι αν κάποιος δεν αναγνωρίζει άμεσα την ανοησία της ανθρώπινης σκέψης, της ανθρώπινης συμπεριφοράς, μπορεί έμμεσα, μέσω της ορθολογικής σκέψης να βρει διέξοδο στην ανοησία.

Θα πρέπει κάποιος, αν θέλει να βρει την Αλήθεια, για την Ύπαρξη,για  τον Αληθινό Εαυτό,  για την Ζωή, να διερευνήσει ακριβώς «πως» λειτουργεί. Πόσα από όσα νομίζει ότι γνωρίζει ισχύουν; Πόσα από όσα αντιλαμβάνεται ή πληροφορείται στον δημόσιο βίο είναι αλήθεια; Αν δεν «αδειάσει» κάποιος, τελείως, από την ανοησία, δεν μπορεί να «γεμίσει» με το φως της αλήθειας.  Μπορεί η διανόηση που έχει προσωπικό χαρακτήρα και εξυπηρετεί προσωπικούς σκοπούς να οδηγήσει στην «ανθρωπιά»; Αν δεν ανυψωθεί κάποιος στην «αντικειμενικότητα» δεν μπορεί να δώσει περιεχόμενο σε αξίες όπως η αλήθεια, η δικαιοσύνη, η ισότητα, η αγάπη. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τον άνθρωπο από την λογική.

Στην πραγματικότητα η Συνείδηση δεν έχει χαρακτηριστικά για να αναγνωριστεί. Απλά αποτελεί το Βάθρο της Ύπαρξης. Κι η Αντίληψη, σαν η Βασική Δύναμη της Ύπαρξης δεν έχει όρια πέρα από αυτά που η Βούληση βάζει. Αυτό σημαίνει πως η Αντίληψη δεν «ταυτίζεται» με κανένα «περιεχόμενο» με καμία ιδέα, ιδιότητα, η συμπεριφορά. Είναι η «εμμονή» στην «μνήμη», στην «γνώση», που διατηρεί την φλόγα της περιορισμένης ύπαρξης.Έτσι η Απελευθέρωση μπορεί να νοηθεί μόνον σαν διάλυση του «προσωπικού συμπλέγματος». Τελικά το «εγώ» είναι η χειρότερη αρρώστια του ανθρώπου.

Σε επόμενη ομιλία θα μιλήσουμε περισσότερο ακριβώς για την Απελευθέρωση, για την Μη-δυαδική αντίληψη και για τον κόσμο της Απεραντοσύνης.





~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~