CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Thursday, 9 October, 2025

Sunday, October 13, 2019

Τα Μυστικά της Μύησης στην Ελευσίνα Β'


ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ

Η ΟΥΣΙΑ

Ο Ωκεανός της Ουσίας
Η Δημιουργία στο Επίπεδο της Αντίληψης, τα Επίπεδα της Δημιουργίας με την Επιλογή
Η Αντίληψη του Όλου και του Μέρους
Η Αντίληψη της Ύπαρξης σαν Ουσίας, σαν Ύπαρξης, σαν Χώρου και σαν Δραστηριότητας

Η ΦΥΣΗ-ΨΥΧΗ, ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Η Ουσία, Η Φύση σαν Αντίληψη του Όλου, Η Ψυχή σαν Αντίληψη του Μέρους
Το Υπόβαθρο
Η Ψυχή σαν Χώρος
Η Ψυχή σαν Δραστηριότητα

Η ΜΥΗΣΗ ΣΤΟ ΠΛΟΥΤΩΝΙΟ (Η ΨΥΧΗ ΣΑΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ)

Η Ψυχή στο Σώμα, Θέση, Άμεση Δράση, Δραστηριότητες, Ταύτιση
Η Λύσις της Ψυχής από την Γη
Ανύψωση πάνω από το Νερό, τον Αέρα, το Πυρ
Η Απελευθέρωση στην Αιθέρια Μη Δυαδική Συνείδηση, στον Αληθινό Εαυτό


Η ΜΥΗΣΗ ΣΤΟΝ ΝΑΟ (Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ)


Η Ελευσίνα υπήρξε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο, για πολλούς αιώνες, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρύτερης Περιοχής της Μεσογείου. Πέρασαν από αυτόν τον Ιερό Τόπο (και τον Ναό) εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Ένας Ναός, και μάλιστα σαν αυτόν της Ελευσίνας, δεν είναι απλά μια ανθρώπινη αρχιτεκτονική κατασκευή που επιτελεί κάποιους ιδιαίτερους σκοπούς. Ασφαλώς είναι ανθρώπινο δημιούργημα κι ασφαλώς γίνεται με κάποια κριτήρια κι έχει κάποια συγκεκριμένη χρήση, Όμως η Χρήση του Ναού, όταν γίνεται με τους όρους και εκπληρώνει τον σκοπό για τον οποίο κατασκευάστηκε ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια, τον χρόνο και την ιστορία. Ο Ναός γίνεται η Πύλη για τους Άλλους Κόσμους, πέρα από την ανθρώπινη πραγματικότητα, η Πύλη για την Είσοδο στην Μεταφυσική Πραγματικότητα.
Σε ένα Ναό εισέρχεται κάποιος σαν επισκέπτης, σαν λάτρης της Αλήθειας για να προσευχηθεί ή σαν πραγματικός μύστης για να βιώσει την Ανώτερη Εσωτερική Υπερβατική Πραγματικότητα. Ασφαλώς ο Ιερός Ναός της Ελευσίνας που Επόπτευε η Θεά Δήμητρα στο Όνομα του Αιωνίου ήταν πάντα ανοιχτός κι ερχόντουσαν εδώ πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι. Στην διάρκεια του έτους γίνονταν γιορτές κι ιερουργίες και προσέρχονταν πλήθη. Αποκορύφωση όλων των εκδηλώσεων ήταν τα Ελευσίνα Μυστήρια της Φθινοπωρινής Ισημερίας και η Μυστική Περίοδος που ακολουθούσε μέχρι το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, όπου ο Θεός (ο Γιός του Θεού, ο Διόνυσος-Απόλλωνας, χάνονταν στο Χάος για να Γεννηθεί Ξανά στις Ιερές Τελετουργίες των Δελφών.
Πρέπει λοιπόν να είναι κατανοητό ότι η απλή είσοδος στον Ναό (στον κυρίως Ναό, όχι στο Άδυτο) δεν έχει καμία σχέση με την Μυητική Είσοδο στον Ναό. Όταν ο Μύστης, που είχε περάσει την Μικρή Μύηση στο Πλουτώνιο κι είχε κυριαρχήσει στις δυνάμεις της Ψυχής με την Περισυλλογή στον Εαυτό (και βίωνε την Μη Δυαδική Συνείδηση) Εισέρχονταν Μυητικά στον Ναό στην πραγματικότητα εισέρχονταν σε ένα άλλο Οντολογικό Χώρο, στον Εσωτερικό Χώρο της Ψυχής. Πως γίνονταν αυτό; Αυτό θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε στην συνέχεια, μολονότι πρέπει κάποιος να βιώσει αυτή την εμπειρία για να καταλάβει. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει κάποιος να το κάνει πρακτικά.
Στην Μικρή Μύηση στο Πλουτώνιο δίνονται επαρκείς οδηγίες για την Περισυλλογή της Ψυχής στον Εαυτό, για την περισυλλογή των εξωτερικών δυνάμεων-δράσεων- δραστηριοτήτων στον εαυτό. Περισυλλογή δεν σημαίνει κάποια δράση ή μη-δράση, ούτε βουλητική εγκατάλειψη αυτών των δραστηριοτήτων (που θα ήταν πάλι κάποιο είδος δράσης). Σημαίνει (αν αυτό μπορεί να εξηγηθεί έτσι και να γίνει κατανοητό) μια εσωτερική παραίτηση, χάνεται το ενδιαφέρον και σβήνει η τάση προς την εξωτερική δράση. Για να το κάνει κάποιος αυτό πρέπει να είναι ώριμος για αυτό και να κατανοεί την ζωή και τους μηχανισμούς της. Αυτή η «πράξη», στην ουσία, είναι (ή επιφέρει) μια «μετατόπιση» της Ψυχής στην Βαθύτερη Έδρα της, στον Εαυτό. Κι από αυτή την Θέση Ισορροπίας αντιλαμβάνεται πλέον και χρησιμοποιεί κατά βούληση τις εξωτερικές δραστηριότητες με τον ορθό τρόπο (χωρίς να εμπλέκεται, να προσκολλάται ή να απορροφιέται και να «ξεχνιέται» σε όλη αυτή την δραστηριότητα. Στην πραγματικότητα Παραμένει Αμετακίνητος στην Σταθερότητα του Εαυτού ενώ μπορεί να σκέπτεται να αισθάνεται και να δρα στον εξωτερικό κόσμο. Επειδή ακριβώς τώρα δρούμε από Μια θέση Ισορροπίας στον Εαυτό και δεν μας παραπλανά η σκέψη που δημιουργεί τον περιορισμό, την απομόνωση, τον διαχωρισμό από τα άλλα η επίγνωσή μας απλώνεται και αγκαλιάζει τα πάντα σε μια ενότητα. Δεν μας χωρίζει τίποτα από τίποτα. Όλα Είναι Εδώ, Τώρα, Ταυτόχρονα Παρόντα. Αυτή είναι η Εμπειρία της Μη Δυαδικής Συνείδησης που Βιώνει η Ψυχή που απελευθερώθηκε από τις εξωτερικές δραστηριότητες. Αλλά είναι επίσης μια κατάσταση στην οποία είμαστε ακόμα σε επαφή με τον εξωτερικό κόσμο.
Η Μεγάλη Μύηση που σημαίνει την Μυητική Είσοδο στον Ναό, στον Εσώτερο Κόσμο της Ψυχής, σημαίνει στην πραγματικότητα είσοδο σε ένα άλλο τελείως διαφορετικό κόσμο από αυτόν που γνωρίζουμε όταν ζούμε προσανατολισμένοι προς τον εξωτερικό κόσμο. Είναι σαν να στεκόμαστε σε μια «Πύλη» που διαχωρίζει το Μέσα από το έξω. Στην πραγματικότητα βέβαια όλα αυτά τα δημιουργεί η αντιληπτικότητά μας στην συγκεκριμένη φάση εξέλιξης. Έτσι τα βιώνουμε στην Μυητική Διαδικασία κατά την «εξέλιξή» μας προς την Τελική Απελευθέρωση, σαν να στεκόμαστε σε μια «Πύλη». Όταν στρεφόμαστε έξω έχουμε εμπειρία μιας περιορισμένης ύπαρξης μέσα σε ένα «αντικειμενικό κόσμο που είναι απέναντί μας. Όταν όμως στρεφόμαστε Μέσα τότε νοιώθουμε τι συμβαίνει σε Εμάς, στον Εαυτό, Νοιώθουμε την Εσωτερική Φύση μας, το Βάθος και την Έκτασή της, δεν υπάρχει κανένας εξωτερικός κόσμος. Όλα είναι Μέσα στην Ψυχή Ακόμα κι ο εξωτερικός κόσμος (με τον οποίο μπορούμε ξανά να συνδεθούμε όταν στραφούμε προς τα έξω και ξανά περιοριστούμε στην ατομικότητα και στο σώμα για να λειτουργήσει η εξωτερική αντίληψη, οι αισθήσεις κι η επαφή με τον εξωτερικό κόσμο. Αν όμως Προχωρήσουμε Μέσα τότε Νοιώθουμε τι είναι πραγματικά η Ουσία της Ψυχής. Και σιγά Νοιώθουμε την Απεραντοσύνη της Αιωνιότητάς της. Στην πραγματικότητα η Περισυλλογή εδώ λειτουργεί σαν μια «Μετατόπισή» μας σε όλο Μεγαλύτερα Βάθη, σε όλο και πιο Εσωτερικές Θέσεις της Ψυχής, μέχρι την Οριστική Έξοδο στην Απεραντοσύνη του Χάος Αυτού που Υπάρχει Πάντα.
Πως γίνεται όμως η Μυητική Είσοδος στον Εσωτερικό Κόσμο; Πως ασκείται εδώ η Περισυλλογή; Τι κάνουμε ακριβώς. Η Μεγάλη Μύηση δεν είναι θεωρητική ερμηνεία των Εσωτερικών Καταστάσεων. Είναι πρακτικές οδηγίες για την δράση μας από εδώ και πέρα.


Απόσπαση από το σώμα

Για να μπορέσουμε να εισέλθουμε πραγματικά στον Εσωτερικό Κόσμο της Ψυχής μας πρέπει να εγκαταλείψουμε τον εξωτερικό κόσμο, να σταματήσουμε κάθε «πληροφόρηση» από το σώμα και τον εξωτερικό κόσμο. Κι εδώ είναι χρήσιμη η εμπειρία από την «ακινησία» του σώματος που βιώνουμε στην Μικρή Μύηση στο Πλουτώνιο. Πρέπει να χαλαρώσουμε το σώμα, μέχρι την πλήρη «αναισθησία». Στην πραγματικότητα δεν καταλύεται ο σύνδεσμος με το σώμα και τον εξωτερικό κόσμο κι οποιαδήποτε στιγμή μπορούμε να «επανέλθουμε» στον εξωτερικό κόσμο.
Μετά πρέπει πραγματικά να έχουμε Πλήρη Εμπειρία της Απελευθέρωσης που μας δίνει η Μικρή Μύηση και να Βιώνουμε την Μη Δυαδική Συνείδηση για να μπορέσουμε να Εισέλθουμε με «Ασφάλεια» στον Εσωτερικό Κόσμο του Ουράνιου Φωτός. Σε διαφορετική περίπτωση αν το επιχειρήσουμε αυτό μεταβαίνουμε στους κατώτερους κόσμους της εξωτερικής δημιουργίας, (στον αστρικό κόσμο ή στον νοητικό κόσμο, η στα Ηλύσια Πεδία νομίζοντας ότι είναι ο τελικός προορισμός μας).
Τηρώντας αυτές τις προϋποθέσεις μπορούμε πραγματικά να αποσπαστούμε από το σώμα. Η Χαλάρωση κι η Απόσπαση δεν γίνεται με «προσπάθεια» αλλά με «Μετατόπιση» της Προσοχής από το σώμα στον Εαυτό, στην Ψυχή. Γι αυτούς που έχουν Περάσει την Μικρή Μύηση είναι και κατανοητό και σχετικά εύκολο.
Τι συμβαίνει όταν αποσπόμαστε από το σώμα. Επειδή η Ψυχή παύει να περιορίζεται εδώ, στο σώμα, απελευθερώνεται στην Απεραντοσύνη της Φύσης της. Αυτό που Νοιώθουμε δεν είναι η Κατάσταση σε όλο το Βάθος της μεμιάς, αλλά μια Διαρκής Μεταμόρφωση, μια Διαρκής Επέκταση της Ψυχής που Απελευθερώνεται κι Επεκτείνεται στο Άπειρο.


Αιώριση, Προσανατολισμός, Έξοδος στα Κατώτερα Επίπεδα ( Δεν συνιστάται, γι’ αυτό κι η προετοιμασία), Έξοδος στον Αντικειμενικό Χώρο
Η Εμπειρία του Εσωτερικού Χώρου
Σφαιρική Αντίληψη

Σε αυτή την Κατάσταση Νοιώθουμε μόνο αυτό που Είμαστε κι όχι κάτι «εξωτερικό». Νοιώθουμε ότι δεν υπάρχει «βάρος» ούτε όριο στην ύπαρξή μας, σαν να «επιπλέουμε» στον χώρο, προς τον οποίο επεκτεινόμαστε συνεχώς. Αυτό που νοιώθουμε, επειδή δεν υπάρχει συγκεκριμένη θέση όρασης, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχει μπρος πίσω, αριστερά δεξιά, πάνω κάτω. Η αντίληψή μας είναι σφαιρική και συνεχώς επεκτεινόμενη. Για τον Νεοεισερχόμενο Εδώ είναι λίγο δύσκολο στην αρχή να «προσαρμοστεί», αλλά η «Αίσθηση» αλλάζει συνεχώς. Η Επίγνωση συνεχώς Βαθαίνει κι Επεκτείνεται κι η Δυνατότητα ακριβώς να αντιλαμβανόμαστε είναι Φως, Εμπειρία του Φωτός, που περνά από διάφορες φάσεις καθώς αλλάζει η «αίσθησή» μας.
Στην διάρκεια της Μύησης δίνονται σαφείς οδηγίες (και στην ανάγκη υπάρχει επανάληψη κι υπενθύμιση) για το πως αυτός που βιώνει την Εμπειρία θα μπορεί να ξεχωρίζει το Αληθινό από το ψεύτικο και το κατασκευασμένο. Όταν Εισερχόμαστε στον Εσωτερικό Κόσμο της Ψυχής Εισερχόμαστε στον Χώρο του Μεγάλου Υποκειμένου που Είναι Αντικειμενικός Χώρος (για κάποιον που βλέπει μέσα από ένα περιορισμένο κέντρο, ένα εγώ), εφόσον τηρούνται οι όροι κι οι προϋποθέσεις κι υπάρχει ορθή δράση. Συνεχώς υπενθυμίζεται πως να ασκείται η Περισυλλογή, ή η Εσωτερική Αίσθηση για να μην γλιστρήσουμε σε φαντασιώσεις. Τότε ο Αντικειμενικός Χώρος που Αποκαλύπτεται όταν απλά τον Αποδεχόμαστε «θολώνει» από άστοχες δράσεις κι εισερχόμαστε στον χώρο της Φαντασίας. Το Φως έχει πάντα τις Σκιές του και δεν είναι λίγοι που χάθηκαν στον Κόσμο της Σκιάς. Για αυτό χρειάζεται εδώ να ακούμε με προσοχή τον Εσωτερικό Καθοδηγητή γιατί εδώ είμαστε μόνοι χωρίς την βοήθεια του εξωτερικού Μύστη που μας μύησε.
Βλέπουμε (διαπιστώνουμε) ότι ακόμα και στον Ουράνιο Κόσμο του Φωτός μπορεί να γλιστρήσουμε στην Σκιά, στον Κόσμο της Φαντασίας (που είναι η αιτία για την γέννηση των κατώτερων κόσμων). Υπάρχει στην διάρκεια της Μεγάλης Μύησης μια μυστική εντολή που μας «δίνεται» που είναι ταυτόχρονα φυλακτό και το φωτεινό ξίφος που σκίζει το σκοτάδι για να φτάσουμε στο Ξέφωτο. Αυτό είναι το πολύτιμο «δώρο» του Μύστη στον μυούμενο, το μυστικό που δείχνει τον Τελικό Προορισμό.
Τώρα γίνεται κατανοητό πόσοι μεγαλύτεροι κίνδυνοι υπάρχουν για αυτούς που χωρίς καν να περάσουν την Μικρή Μύηση επιχειρούν την έξοδο στους μεταφυσικούς κόσμους. Εδώ ανήκουν σκοτεινές ψυχές, κακοί αποκρυφιστές, μαύροι μάγοι, κλπ.

Άπλωσις

Στην αρχή, όταν Εισερχόμαστε στον Εσώτερο Κόσμο μας, υπάρχει (κι αυτό είναι τελείως φυσιολογικό) μια Αίσθηση Συνεχούς Επέκτασης. Σιγά-σιγά αυτή η Αίσθηση εξασθενίζει καθώς Σταθεροποιούμαστε στην Βαθύτερη Εσωτερική Έδρα μας και Βιώνουμε την Απεραντοσύνη της Φύσης μας. Στην πραγματικότητα όλα αυτά που βιώνουμε είναι ακόμα προσωρινές καταστάσεις, για αυτό και τα βιώνουμε σαν κάτι που μας συμβαίνει. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στην Απόλυτη Αίσθηση Εαυτού.

Πληρότητα

Αυτό που Νοιώθει ο Μύστης που Ολοκληρώνει την Εμπειρία του Εσωτερικού Χώρου, η Τελική Αίσθηση, είναι ότι Υπάρχει Παντού στον Χώρο, ότι Πληρώνει Όλον τον Χώρο. Που Είναι Άπειρος, Χωρίς Όρια. Αυτή η Αίσθηση χάνεται μέσα στην Ασάφεια του Όλου.

Η ΨΥΧΗ ΣΑΝ ΧΩΡΟΣ


Εμπειρία του  Ανώτερου Παγκόσμιου Εαυτού

Στην πραγματικότητα, αυτός που έλαβε την Μεγάλη Μύηση κι ανέβηκε στον Βαθμό της Εποπτείας και Βίωσε την Εσωτερική Πραγματικότητα της Απεραντοσύνης της Αιωνιότητας μετατοπίστηκε στην Βαθύτερη Έδρα της Ύπαρξης. Αυτό έγινε με την εγκατάλειψη της αντίληψης της περιορισμένης ύπαρξης, για αυτό και γίνεται αντιληπτό σαν μεταμόρφωση, σαν εξέλιξη και σαν απελευθέρωση στην Απεραντοσύνη. Αυτή η Κατάσταση που Σταθεροποιείται στην Πληρότητα (στην Πανταχού Παρουσία) δεν είναι παρά η Βάση για την Πραγματική Εσωτερική Εξέλιξη και Πορεία προς το Ύστατο. Όλοι αυτοί οι όροι που χρησιμοποιούμε (εξέλιξη, πορεία) είναι αντιληπτικοί, οντολογικοί κι όχι οντικοί όροι, αναφέρονται δηλαδή στο Ον που Ανέρχεται Αντιληπτικά κι όχι στο Ον καθεαυτό.
Η Αίσθηση της Απεραντοσύνης και Πανταχού Παρουσίας του Παγκόσμιου Εαυτού μολονότι είναι Πραγματική και Αληθινή δεν είναι όμως Απόλυτα Πραγματική. Κι αυτό γιατί υπάρχει η Αντίληψη μιας Παρουσίας που Πληροί τον Χώρο, μια αίσθηση διαχωρισμού της Ουσίας από τον Χώρο. Αυτό παραμένει ακόμα ένας περιορισμός. Η Μετατόπιση Ακόμα Πιο Βαθιά στην Ύπαρξη, σε Μια Βαθύτερη Έδρα αποκαλύπτει μια άλλη Όψη της Πραγματικότητας.

Η Εμπειρία της Μοναδικής Ουσίας

Για κάποιον που έχει Ολοκληρωτική Εμπειρία του Παγκόσμιου Εαυτού ο Δρόμος Ανοίγει πλέον από μόνος του κι Αντίληψη Ανασύρεται κυριολεκτικά προς το Απόλυτο Κέντρο της Ύπαρξης. Όλοι οι κίνδυνοι έχουν μείνει πίσω. Η Αίσθηση διαχωρισμού ανάμεσα στην Ουσία, στον Εαυτό, σε Εμάς, και τον Χώρο εξασθενίζει και σβήνει κι Ανατέλλει μια Ανώτερη Πραγματικότητα. Βιώνεται και Γίνεται Κατανοητό ότι «Η Ουσία Είναι ο Χώρος». Αυτή είναι Μια Βαθιά Αίσθηση Ενότητας της Εσωτερικής Πραγματικότητας, πολύ διαφορετική από προηγούμενες Εμπειρίες

Η Εμπειρία του  Ηλιακού  Λόγου, η Αντίληψη του Όλου σαν Βάσης των Φαινομένων

Στο Τέλος η Πραγματικότητα Αποκαλύπτεται Χωρίς Ιδιότητες, Χωρίς Περιορισμούς, Μια Ολόλευκη Πραγματικότητα, Ένα Εκτυφλωτικό Φως, που Είναι η Βάση κι η Ουσία των Πάντων. Είναι ο Ηλιακός Λόγος. Ο Διόνυσος στο Μεσουράνημά του. Ο Λαμπρός Απόλλωνας. Αυτός που Βιώνει Αυτή την Κατάσταση Γίνεται ο Ίδιος Ηλιακός Λόγος, το Μοναδικό Υποκείμενο, το Πρόσωπο του Θείου, πίσω από όλα τα προηγούμενα προσωπεία του Θεού.
Βέβαια, όλα αυτά που περιγράφουμε είναι Εμπειρίες μέσα στην Περισυλλογή και ενόσω είμαστε συνδεδεμένοι ακόμα με ένα σώμα. Πρέπει λοιπόν να είναι κατανοητό ότι αυτή η Εμπειρία διαφέρει από την Εμπειρία της Ουσίας που έχει αποχωρισθεί πραγματικά (με τον θάνατο) από κάθε σώμα.
Κι ασφαλώς όλες αυτές οι Καταστάσεις που Βιώνουμε βρίσκονται πάντα μέσα στα Πλαίσια της Δημιουργίας. Η έξοδος από την Δημιουργία είναι μια τελείως διαφορετική Εμπειρία, που δεν είναι πλέον εμπειρία, γιατί δεν υπάρχει καμία αντίληψη για να έχει (σαν περιεχόμενο) κάποια εμπειρία. Στην πραγματικότητα είναι μια άλλου είδους Άμεσης Επίγνωσης του Πραγματικού Εαυτού.

ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ


Η Εμπειρία της Νύχτας, του Μαύρου Φωτός, της Αντίληψης του Όλου

Στο Άδυτο του Ναού δεν μπορεί να « Μπει» κανένας «μυητικά» παρά μόνο ο Μύστης που φτάνει και Περνά το «Όριο» της Δημιουργίας. Τι σημαίνει αυτό. Η Μεγάλη Μύηση στον Ναό Οδηγεί τον Μύστη στην Συνειδητοποίηση της Ουσίας του Ηλιακού Λόγου, του Προσώπου του Θεού μέσα στην Δημιουργία του Μεγάλου Υποκειμένου που είναι Αντανάκλαση της Θείας Ουσίας μέσα στο Κόσμο. Αυτή η Κατάσταση μολονότι είναι η Υπέρτατη Κατάσταση μέσα στην Δημιουργία δεν είναι όμως η Τελική Κατάσταση. Υπάρχει, στην Αντίληψη του Μύστη (που Έγινε Ηλιακός Λόγος) ακόμα ένας περιορισμός, υπάρχει μια τελευταία αδιόρατη διάκριση ανάμεσα στο Καθαρό Είναι, το Φως της Δημιουργίας και το Μη Είναι (το «Τίποτα»). Από την άποψη της βιωματικής εμπειρίας (κι αυτό μπορούμε να το κατανοήσουμε και νοητικά) η Κατάσταση του Καθαρού Είναι του Ηλιακού Λόγου είναι Χωρίς Ιδιότητες (Μια Λευκή Κατάσταση). Αλλά το Ίδιο, Χωρίς Ιδιότητες είναι κι η Κατάσταση όπου δεν υπάρχει Τίποτα (το Μαύρο Φως). Οι Καταστάσεις είναι ακριβώς το ίδιο. Αλλά πως ο Μύστης βιώνει και κατανοεί αυτή την πραγματικότητα; Ο Μύστης έχει καθοδηγηθεί στην βαθύτερη σημασία της Δράσης και της Μη-Δράσης. Εγκαταλείποντας κάθε Δράση της Αντίληψης βυθίζεται στην Ακινησία του Τίποτα, Βιώνει την Ουσία της Προκοσμικής Νύχτας. Κι ενώ Βιώνει το Απόλυτο Κενό και δεν βλέπει πλέον καμιά διαφορά ανάμεσα στο Μη-Είναι και την Ολόλαμπρη Ουσία του Είναι ταυτόχρονα Συνειδητοποιεί ότι Μέσα στους Κόλπους της Νύχτας Ανατέλλει το Φως και πάλι Μέσα στους Κόλπους της Νύχτας Αναπαύεται Αιώνια.
Αυτός ο τελευταίος διαχωρισμός (της διάκρισης του Είναι και του Μη-Είναι) αποτελεί το τελικό σύνορο της Δημιουργίας, για αυτό οι Μυημένοι το ονόμαζαν το «Όριο».
Τώρα ο Μύστης Απόλυτα Ελεύθερος, Τέλεια Εξαγνισμένος μπορεί να Μπει στο Άδυτο και να λάβει την Ύστατη Μύηση και να Βιώσει την Ύστατη Απόλυτη Πραγματικότητα της Θείας Ουσίας του Εαυτού.

Η ΜΥΗΣΗ ΣΤΟ ΑΔΥΤΟ (Η ΘΕΪΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ)


Η Εμπειρία του Πραγματικού Εαυτού

Η Είσοδος στο Άδυτο σηματοδοτεί την Είσοδο του Απελευθερωμένου Όντος (Ψυχής, Ανθρώπου, Μύστη) σε Μια Κατάσταση όπου δεν υπάρχει ούτε Μη Δράση (Νύχτα, Μη-Είναι)  ούτε Δράση (Ηλιακός Λόγος, Είναι). Σε μια ύστατη Περισυλλογή η Ουσία Εισέρχεται στην Κατάσταση της Αυτοαναβλύζουσας Επίγνωσης του Εαυτού. Εδώ δεν υπάρχει Δραστηριότητα ή Αντίληψη κάτι «εξωτερικού». Η Αυτοαναβλύζουσα Επίγνωση που Πηγάζει από τα Αχανή Βάθη της Ουσίας Φανερώνει την Απέραντη Ουσία, Αναδεικνύει την Αυτοαντίληψη και Περικλείνει την Αιώνια Πληρότητα και Μακαριότητα. Εδώ η Ψυχή Αναδύεται σε Θεία Ουσία κι ο Μύστης Βιώνει την Ένωση, την Ενότητα και την Ταύτιση με το  Θείο.
Είναι Ελάχιστοι οι άνθρωποι που έφτασαν σε αυτή την Κατάσταση της Υπέρτατης Μύησης, αλλά και ταυτόχρονα πάρα πολλοί αν αναλογιστούμε για τι πράγμα μιλάμε. Μιλάμε για την Αποθέωση του Όντος, του Ανθρώπου.
Οι Μύστες, άσχετα από τον Βαθμό Επίγνωσης που Βίωναν και το Βάθος της Ύπαρξης που Συνειδητοποιούσαν, Κατανοούσαν και Γνώριζαν τον Αληθινό Θείο Κόσμο στον οποίο ζούσαν και προετοιμάζονταν με την Περισυλλογή και τον Ορθό Τρόπο Ζωής για τους Ανώτερους Κόσμους του Φωτός όπου θα προσέρχονταν όταν θα αποχωρίζονταν από το σώμα (με αυτό που οι άνθρωποι ονομάζουν θάνατο). Για τους Μύστες ο αποχωρισμός από το σώμα και τον κόσμο των αισθήσεων δεν ήταν το τέλος της ζωής, ήταν η Αρχή της Αληθινής Ζωής στους ανώτερους Κόσμους, στα Ηλύσια Πεδία, στους Φωτεινούς Ουρανούς, στους Κόλπους της Νύχτας όπου Αναπαύονται Όλα και πιο Ψηλά, στην Πραγματική Θεία Κατοικία Όλων των Όντων, στο Θεό όπως κι αν τον ονομάζουμε (γιατί τα ονόματα τα δίνουν οι άνθρωποι και δεν έχουν τόση σημασία.

Τα Μυστήρια του Υπέρτατου Θείου, της Νύχτας και του Ηλιακού Λόγου ήταν το αντικείμενο των Εργασιών (των Ιερών Έργων) του Ανώτερου Μυητικού Κέντρου των Δελφών όπου Προσέρχονταν οι Μύστες για να Εμβαθύνουν Περισσότερο στην Θεία Πραγματικότητα. Οι Δελφοί ήταν Ανώτερο Μυητικό Κέντρο για τους Μύστες και δεν ήταν μόνο το Λαϊκό Μαντείο των Δελφών, όπως εσφαλμένα νομίζουν ακόμα και (δήθεν) σοβαροί ιστορικοί και μελετητές.



~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~