CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 5 October, 2025

Sunday, November 10, 2019

ΔΕΛΦΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ Δ΄


Η Εσωτερική Παράδοση, (Η Εσωτερική Πληροφόρηση)
Δελφική Λατρεία
 Ο Ιερός Χρόνος, το Ιερό Έτος
Δελφική Λατρεία, το Κέντρο, το Μυστικό Λίκνο, το Μυστήριο της Παλιγγενεσίας
Χάος, Νύχτα, Έρεβος, Τάρταρα, οι Κοσμικές περιοχές
Γέννηση του Όντος (Ψυχής), ο Ζαγρέας, η Διάσπαση κι η Ενότητα, το Λίκνο Κάνιστρο
Απόλλων, το Φως και το Σκοτάδι, ο Πύθων, (η Επανάληψη της νίκης του Απόλλωνα με την τελετουργική επανάληψη και την μνήμη)
Οι Κατώτεροι Κόσμοι (στα Τάρταρα)
Τα Ιερά και τα Όσια, το βέβηλο, το κοσμικό.
Ο Άχρονος Χρόνος (Α&Ω)
Τα Υπέρτατα Μυστήρια στους Δελφούς
Η Διάταξη των Μυστηρίων στο Έτος. Ηλιοστάσια και Ισημερίες.
Τα Φανερά Μικρά Μυστήρια της Άνοιξης
Οι Μυστικές Τελετές του Θέρους
Τα Απόκρυφα Μυστήρια του Φθινοπώρου
Η Υπέρτατη Μύηση του Χειμερινού Ηλιοστασίου

Η Τελική Μύηση

Συμβαίνει συχνά όταν μιλάμε για το Υπερβατικό ή προσπαθούμε να εξηγήσουμε τι συμβαίνει στην Εσωτερική Εμπειρία (των Ανώτερων Καταστάσεων της Ψυχής, της Συνείδησης, της Επίγνωσης) να επανερχόμαστε σε ένα θέμα. Αν κάποιος διαβάζει επιπόλαια νομίζει ότι επαναλαμβανόμαστε, ότι επαναλαμβάνουμε τις ίδιες πληροφορίες. Στην πραγματικότητα «φωτίζουμε» το θέμα από μια άλλη, ανώτερη προοπτική. Καθώς η Συνείδηση Μετουσιώνεται (ή Κατανοεί πιο Βαθιά) βλέπει διαφορετικά. Ένας Μύστης που έχει Ελευθερωθεί, που έχει Εμπειρία των πιο Εσωτερικών Ανωτέρων Καταστάσεων βλέπει διαφορετικά από τον μύστη που βρίσκεται στην «Διαδικασία της Απόσυρσης». Άλλωστε αν ο Σκοπός είναι η Βίωση του Αληθινού Άχρονου Εαυτού, της Υπέρτατης Φύσης μας, της Αληθινής Ουσίας της Ψυχής (που Είμαστε Εμείς), ο Στόχος είναι ακριβώς να Διευρυνθεί (ή να Βαθύνει ή να Ελευθερωθεί) η Συνείδηση για να Δούμε διαφορετικά, από μια ανώτερη σκοπιά.
Κι όσο πλησιάζουμε προς το Υπέρτατο Βίωμα της Πραγματικότητας, την Υπέρτατη Μυστική Εμπειρία, Βλέπουμε (και προσπαθούμε να εξηγήσουμε) όπως ο Μύστης, όπως έβλεπαν οι Μύστες του Απόλλωνα στους Δελφούς, για πολλούς αιώνες. Η Διδασκαλία, η Παράδοση που διαμόρφωσαν δεν χάθηκε παρά μόνο από την επιφάνεια της ιστορίας, δηλαδή από την περιοχή που εποπτεύουν, που βλέπουν και σχολιάζουν οι άνθρωποι της ιστορίας. Η Μυστική Παράδοση είναι ζωντανή όμως σε Μυστικούς Κύκλους και φτάνει μέχρι σήμερα και θα μεταδίδεται πάντα.


Ο Ιερός Βίος, Πνευματική Αποχή, Περισυλλογή, Αποθέωση

Σύμφωνα με την Ορφική Διδασκαλία που Βίωναν οι Μύστες των Δελφών, Υπάρχει Μία Πραγματικότητα, Μία φύση, Μία ψυχή, που τα Περιλαμβάνει όλα. Είναι το Βάθος της Ύπαρξης, όλων των όντων. Όλα τα όντα, κάθε ον, είναι στην Βαθύτερη Ουσία του Αυτό, πέρα από τις επιφανειακές ιδιότητες, δραστηριότητες ή εμφανίσεις του. Έτσι Εκ Φύσεως, από την Αρχή και για Πάντα, Είμαστε Αυτό, ανεξάρτητα από το αν το αντιλαμβανόμαστε, τι αντιλαμβανόμαστε, πως το αντιλαμβανόμαστε. Αν λοιπόν (έτσι κι αλλιώς) Είμαστε Αυτό, τι νόημα έχει να μιλάμε για Διαφώτιση, για Απελευθέρωση, για Πραγματοποίηση; Τι εννοούμε; Πως τα εννοούμε όλα αυτά; Στην πραγματικότητα όλα τα όντα που βιώνουν (μέσα στην Δημιουργία) την περιορισμένη ύπαρξη δεν είναι Εδραιωμένα στο Βάθος, στο Κέντρο της Ύπαρξης κι είναι αποροφημένα σε περιφερειακές δραστηριότητες και βιώνουν έτσι μια ιδιαίτερη κατάσταση και πραγματικότητα. Έτσι η Αληθινή Ουσία, το Βάθος της Ύπαρξης, δεν είναι Αφυπνισμένο, Ενεργοποιημένο, Υπάρχει σαν Υπόβαθρο της Ύπαρξης, κάθε ύπαρξης, αλλά είναι «Αδρανές» γιατί η προσοχή στρέφεται αλλού. Έτσι, κάθε ον, κάθε άνθρωπος, στην παρούσα, δεδομένη κατάστασή του, είναι ήδη μέσα στην διαδικασία της απορόφησης, στην αυταπάτη μιας ιδιαίτερης, ξεχωριστής ζωής. Βιώνει μια κατάσταση που οφείλεται ασφαλώς σε μια προηγούμενη «δραστηριότητα» που ανιχνεύεται σε προηγούμενη ύπαρξη, σε άλλους κόσμους. Το γεγονός είναι ότι δεν είμαστε τυχαία «εδώ». Αλλά που είμαστε; Μέσα στο Εδώ της Πραγματικότητας, υπάρχουν διάφορα πεδία ύπαρξης και διάφορα επίπεδα επίγνωσης και κατανόησης. Όταν η Ψυχή,  η Συνείδηση, Διευρύνεται, Βαθαίνει η Επίγνωση κι Ολοκληρώνεται η Κατανόηση. Αλλάζει (Αφυπνίζεται, Ενεργοποιείται) η Ουσία μας, Διαφωτίζεται η Αντίληψη, Αντιλαμβανόμαστε Καθαρότερα τον Εαυτό, Διευρύνεται το Εδώ, και Καθαρίζει η Σχέση μας με το έξω, την εμπειρία του έξω, την εξωτερική ζωή.
Επειδή λοιπόν, όλα τα όντα στους κόσμους της Δημιουργίας, όλοι οι άνθρωποι, βρίσκονται ακριβώς σε αυτή την κατάσταση της «μεταφυσικής» άγνοιας, επειδή είναι αποροφημένα μέσα σε ιδιαίτερες καταστάσεις, περιορισμένες, παροδικές και συχνά χωρίς προσανατολισμό ή διέξοδο, για αυτό υπάρχει η ανάγκη της Μύησης στην Πραγματικότητα. Αυτό τον Σκοπό έχουν τα Μυστήρια κι αυτόν τον Σκοπό Υπηρετούσαν οι Μύστες των Δελφών και των άλλων Μυητικών Κέντρων, για πολλούς αιώνες φανερά και μετά μυστικά (στο περιθώριο της φανερής ιστορίας των ανθρώπων).
Αλλά πρέπει να κατανοήσουμε ότι εφόσον η Συνείδηση (και η Συνείδηση Γενικά και η Συνείδηση «προσωπικά», ο «καθένας») Αφυπνίζεται, Διαφωτίζεται, Εξελίσσεται, δεν υπάρχει μόνο μια Αντίληψη της Πραγματικότητας, αλλά Αντιλαμβανόμαστε την Πραγματικότητα από το Επίπεδο «Εξέλιξης» που βρισκόμαστε στην παρούσα κατάσταση, κάθε φορά. Έτσι έχει άλλο «νόημα» κι άλλο «περιεχόμενο» η Μύηση, σαν Διαδικασία, για τους μύστες που Εισέρχονται στην Οδό των Μυστηρίων (και δεν βαδίζουν απλά την Ιερό Οδό που οδηγεί στους Ιερούς Χώρους, την Ιερά Οδό των Δελφών, την Ιερά Οδό της Ελευσίνας,  σε ένα εξωτερικό, τυπικό προσκύνημα) και άλλο «Νόημα» και «Περιεχόμενο» για τους Μύστες των Ανωτέρων Προχωρημένων Βαθμών και άλλο Νόημα και Περιεχόμενο για τους Ιεροφάντες. Για τον μύστη που Εισέρχεται στα Μυστήρια η Μύηση είναι «Διαδικασία Απόσυρσης», Απελευθέρωσης από τα δεσμά και την εμπειρία της εξωτερικής ζωής. Για τον Ανώτερο Μύστη όμως είναι Εδραίωση στον Εσωτερικό Κόσμο και Εμβάθυνση της Εμπειρίας του Εσωτερικού Αιώνιου Χώρου. Αλλά για τους Ιεροφάντες η Μύηση, όπως την Βιώνουν και την Κατανοούν είναι κάτι πιο «βαθύ». Είναι Αφύπνιση της Ουσίας, Ενεργοποίηση του Βαθύτερου Κέντρου της Ύπαρξης, Μετουσίωση της Ύπαρξης, Απελευθέρωση της Αντίληψης και Αναγέννηση της Ζωής στις Αληθινές Διαστάσεις της.
Τι είναι Μύηση; Ας κάνουμε αυτή την ερώτηση ξανά κι ας εξετάσουμε το θέμα σε ένα βαθύτερο επίπεδο. Μιλώντας γενικά κι ουσιαστικά (καθοδηγούμενοι από την βιωματική εμπειρία κι όχι από γνώσεις από δεύτερο χέρι ή από εξωτερικές πληροφορίες) Μύηση είναι η Διεύρυνση, το Βάθεμα, η Επέκταση της Ψυχής (της Συνείδησης) κι Αλλαγή στον Τρόπο που Βιώνουμε την Ύπαρξη κι Αντιλαμβανόμαστε την Ζωή και Κατανοούμε την «Εμπειρία». Αυτό σημαίνει ταυτόχρονα μια Αλλαγή στην Σχέση μας (σαν Ψυχής, Συνείδησης, Παρουσίας, Επίγνωσης, Αντίληψης) με το σώμα και μια Βαθμιαία Μετατόπισή μας προς το Κέντρο, της Ύπαρξης, σε Βαθύτερες Λειτουργίες του Πυρήνα της Ύπαρξης, στην Αληθινή Άχρονη Ουσία μας.
Ο μύστης που μυείται στα Κατώτερα Μυστήρια, όπως αυτά της Ελευσίνας «εργάζεται» σε μια «Περιοχή» ανάμεσα στο Κέντρο της Ύπαρξης (που «εντοπίζεται» στο κέντρο του εγκεφάλου, πίσω από τα μάτια) και τις εξωτερικές περιοχές του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος, του σώματος και (μέσω του σώματος) του εξωτερικού κόσμου. Έχει σαν Ιερό στόχο την Απόσυρση στο Κέντρο, την Απόσυρση από τις εξωτερικές δραστηριότητες. Έτσι η Περισυλλογή έχει ακόμα έναν «εξωτερικό» χαρακτήρα. Μέσα στην «ακινησία» του σώματος, στην «ησυχία» της ζωτικής ψυχής (ενέργειας), στην «σιγή» της σκέψης, γίνεται δυνατή η Εμπειρία της Μετατόπισης της Ύπαρξης στο Κέντρο της, της Απελευθέρωσης από τα δεσμά, της Λύσις από το σώμα, σε μια αφυπνισμένη Μη-Δυαδική Συνείδηση.
Ο Μύστης των Ανώτερων Βαθμίδων της Μύησης, όπως «παραδίδονταν» στην Ελευσίνα και κυρίως στους Δελφούς μετά την Φθινοπωρινή Ισημερία και καθώς ο χρόνος βάδιζε προς το Χειμερινό Ηλιοστάσιο έχει ήδη «Αποσπαστεί» από τον εξωτερικό κόσμο, από το σώμα και την εμπειρία της σωματικής ζωής στον αντικειμενικό κόσμο και Βιώνει στο Κέντρο της Ύπαρξης την Εσωτερική Εμπειρία, την Εμπειρία του Εσωτερικού Χώρου, του Εσωτερικού Διαστήματος, των Εσωτερικών Καταστάσεων-Κόσμων. Ο Μύστης λοιπόν που «έφτασε» σε αυτά τα επίπεδα «αφύπνισης» «εργάζεται» Μέσα στο Κέντρο της Ύπαρξης, εργάζεται για την Βαθύτερη Αφύπνιση, την πιο Εσωτερική Ενεργοποίηση, την Ευρύτερη Απελευθέρωση.
Αλλά ο Μύστης που Προετοιμάζεται για την Ύστατη Τελική Μύηση, για να «γίνει», η είναι ήδη Ιεροφάντης, έχει μια Βαθύτερη Αντίληψη των πραγμάτων, Βιώνει ακόμα πιο βαθιά την Ύπαρξη. Έρχεται κάποια στιγμή (κι αυτό «Αποκαλύπτεται» στην «Προετοιμασία» της Τελικής Μύησης) που ο Μύστης Αντιλαμβάνεται, Βιώνει και Κατανοεί ότι αυτό που ονομάζουμε «Κέντρο της Ύπαρξης» δεν είναι ένα πραγματικό κέντρο αλλά μόνο το «σημείο» όπου η Άχρονη Απεριόριστη Ψυχή έρχεται σε «επαφή» κι αναλαμβάνει τον «έλεγχο» του σώματος. Αυτό δεν Αλλοιώνει την Φύση της Ψυχής, ούτε δημιουργεί καμία  πραγματική δέσμευση στην Ψυχή. Είναι καθαρά θέμα Βούλησης, αν θα αποσυρθούμε στην Ίδια την Ψυχική Ουσία, αν θα νοιώθουμε την Αληθινή Ουσία σαν Απεριόριστη Πραγματικότητα που εκδηλώνεται εδώ, στο σώμα (μέσα στο Κέντρο της Ύπαρξης), ή αν θα «εισέλθουμε» στον δυαδικό κόσμο όπου θα νοιώθουμε ότι είμαστε μια Παρουσία στο σώμα και στον εξωτερικό κόσμο. Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως η Τελική Μύηση μας φέρνει έξω, πέρα, υπεράνω του Κέντρου Ύπαρξης στον Απεριόριστο Χώρο της Ελεύθερης Ουσίας, στην Θεϊκή Ουσία. Αλλά μια Τέτοια εμπειρία που δίνει το πραγματικό νόημα στον Μυστικό Όρο «Έκστασις», δεν μπορεί παρά να είναι παροδική ενόσω παραμένουμε συνδεδεμένοι με ένα φορέα ύπαρξης, με ένα σώμα. Πρέπει να επανέλθουμε στην Παρουσία στο σώμα. Κι είναι στην ευχέρειά μας να Βιώνουμε τις Εσωτερικές Καταστάσεις ή την εξωτερική ζωή στον αντικειμενικό κόσμο (δηλαδή μέσα στην δυαδικότητα όπου διαχωρίζεται το υποκείμενο από τον κόσμο).
Βεβαίως, το τι είναι στην πράξη η Τελική Μύηση, ή πως γίνεται πρακτικά, η «Μετάβαση» στην Ύστατη Πραγματικότητα, πως βιώνουμε την Τελική Έκσταση, δεν είναι κάτι που μπορούμε να αποκαλύψουμε ή να περιγράψουμε με λεπτομέρειες εδώ, αλλά νομίζουμε πως γίνεται κατανοητό το Αληθινό Νόημα της Τελικής Μύησης παρόλο που δεν διασαφηνίζεται καθαρότερο το πραγματικό περιεχόμενό της. Θα πρέπει κάποιος να «Μυηθεί» για να το Βιώσει, αυτός ο ίδιος, γιατί είναι κάποιες Εμπειρίες που πρέπει κάποιος να τις βιώσει αυτός ο ίδιος για να συλλάβει τι ακριβώς συμβαίνει και τι σημαίνουν όλα αυτά. Αυτό που μπορούμε να πούμε, με βεβαιότητα, είναι ότι η Μύηση «Μεταμορφώνει» τον άνθρωπο. Κι αυτό συμβαίνει γιατί αλλάζει η Σχέση της Ψυχής με το σώμα. Πόσο αλλάζει αυτή η Σχέση και σε τι συνίσταται η Νέα Σχέση που Βιώνουμε καθώς Εμβαθύνουμε στην Ύπαρξή μας αυτό αποτελεί αντικείμενο της προσωπικής εμπειρίας του καθενός.
Αυτό που Βίωναν οι Ιεροφάντες των Δελφών (και των Άλλων Ιερών Κέντρων της Αρχαίας Ελλάδας) καθώς Εμβάθυναν στην Ύπαρξη είναι ότι η Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή, η Ουσία, είναι το Εδώ που τα Περιλαμβάνει Όλα. Για να μπορέσουν ακριβώς να «φτάσουν» στην Πλήρη Εμπειρία», να Βιώσουν το Εδώ στην Απέραντη Χωρίς Όρια Έκτασή του έπρεπε να συλλάβουν την Βαθύτερη Πραγματική Έννοια, της Δραστηριότητας, που εκφράζεται σαν Χρόνος. Για τους Ανώτερους Μύστες το μόνο που υπάρχει είναι το Τώρα. Το Τώρα είναι ο Πραγματικός Χρόνος. Το Τώρα είναι η Ουσία του Χρόνου. Κι είναι ο Πραγματικός Χρόνος (το πραγματικό υπόβαθρο) όλων των χρονικών διαφοροποιήσεων. Πως μπορούμε να κατανοήσουμε πραγματικά τον Χρόνο και να βιώσουμε το Τώρα σαν Πραγματικό Χρόνο, πέρα από όλα τα φαινόμενα; Μόνο έτσι, όταν Απελευθερωθούμε από τον Χρόνο, από τις Χρονικές Διαφοροποιήσεις μπορούμε να Βιώσουμε το Άχρονο Τώρα, στο Πλήρες Χωρίς Όρια Εδώ, δηλαδή την Θεότητα.
Η Ζωή κι η Αντίληψη και κάθε εμπειρία Εκκινεί από την Παρούσα Συνείδηση. Αυτό ισχύει για όλους. Υποτίθεται ότι οι Μυημένοι έχουν «Εκλεπτύνει» την Συνείδηση και μπορούν να δουν καθαρότερα, βαθύτερα, τον αληθινό χαρακτήρα όσων συμβαίνουν. Όταν «Σταθούμε Ακίνητοι» και «Παρατηρήσουμε με Προσοχή» Συνειδητοποιούμε ότι ο Μόνος Πραγματικός Χρόνος είναι Τώρα, αυτό που συμβαίνει τώρα. Παρατηρώντας λοιπόν αυτό που εισέρχεται στην αντίληψή μας βλέπουμε ότι όλο αυτό αλλάζει συνεχώς. Όχι μόνο όλα αυτά που συλλαμβάνουν οι αισθήσεις από τον εξωτερικό κόσμο αλλά και όσα συμβαίνουν μέσα μας, η «στάση» μας απέναντι στα πράγματα, οι σκέψεις κι οι βαθύτερες αντιλήψεις, όλα αλλάζουν συνεχώς. Τίποτα δεν είναι μόνιμο. Το Μόνο Σταθερό (στο Οποίο μπορούμε να Στηριχθούμε) είναι ο «Παρατηρητής», που Παραμένει Πάντα έξω από το «Περιεχόμενο της Αντίληψης», έξω από την αλλαγή, έξω από την ροή του χρόνου. Έτσι όταν Αφυπνίζεται ο «Παρατηρητής», όταν Συνειδητοποιούμε ότι Είμαστε ο «Παρατηρητής», γίνεται η «πρώτη διάκριση» ανάμεσα σε Εμάς (το Έσω) και το έξω (το «περιεχόμενο της αντίληψης»). Όταν λοιπόν Αποσυρόμαστε από όλα αυτά που συμβαίνουν (όταν σταματάμε να τους δίνουμε προσοχή, σημασία, αξία), τόσο ο «Παρατηρητής» οπισθοχωρεί σε Βαθύτερα Στρώματα της Ύπαρξης (ή σε πιο Εσωτερικές Λειτουργίες του Κέντρου Ύπαρξης που εντοπίζεται στο κέντρο του εγκεφάλου). Καθώς συμβαίνει αυτή η «Υπαρξιακή Μετατόπιση» είναι φυσικό να αλλάζει ο Χαρακτήρας του «Παρατηρητή», να γίνεται Βαθύτερος, Ευρύτερος, πιο Ελεύθερος (μέχρι την Τελική Απελευθέρωση). Αυτό έχει σαν συνέπεια να αλλάζει και η Αντίληψη του Κόσμου. Το Εδώ Διευρύνεται Συνεχώς κι αγκαλιάζει ευρύτερες σφαίρες της ύπαρξης (μέχρι να γίνει το ΕΔΩ που τα Περιλαμβάνει Όλα). Η Ύπαρξη μέσα στην Δημιουργία είναι πάντα αλλαγή, χρόνος. Είτε ο χρόνος των κατώτερων κόσμων, είτε η Αιωνιότητα των Ανώτερων Κόσμων. Ο Αληθινός Εαυτός, η Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή, η Συνείδηση, ο Αληθινός Παρατηρητής (όχι ο περιορισμένος παρατηρητής μέσα στον χρόνο) είναι πέρα από τον Χρόνο, Πέρα από των Χώρο της Αιωνιότητας.
Βέβαια ο κοινός άνθρωπος (που δεν έχει Μυηθεί στα Μυστήρια και δεν Εφαρμόζει Ορθά, την Απόσυρση, την Περισυλλογή, την Εδραίωση στον Εαυτό και χάνεται στις εξωτερικές δραστηριότητες, απορροφιέται από όλα αυτά που συμβαίνουν, με όλα αυτά, σε όλα αυτά και δεν έχει την ευχέρεια να «Μετατοπιστεί» προς τα Έσω, προς τον Αληθινό Εαυτό. Οι Μυημένοι όμως στα Μυστήρια το κάνουν Σταδιακά και τελικά Εδραιώνονται στο Κέντρο της Ύπαρξης, Εμβαθύνουν στις Εσωτερικές Λειτουργίες, Βιώνουν Βαθύτερες Ανώτερες Εσωτερικές Καταστάσεις και Τελικά Βιώνουν την Θεότητα.
Έτσι οι Μύστες των Δελφών (και όλοι οι Μυημένοι της Αρχαιότητας), έχοντας Εσωτερική Εμπειρία, μπορούσαν να αντιληφθούν την Ζωή σε όλη την Έκτασή της. Είχαν Εμπειρία (κάποιοι από αυτούς) του ΑΧΡΟΝΟΥ, του Αιώνιου Εσωτερικού Χώρου και του Χρόνου της εξωτερικής Πραγματικότητας, του Εξωτερικού Κόσμου των Μορφών που Αλλάζει Συνεχώς. Θέλοντας να Μιλήσουν για Όλα Αυτά, Βρήκαν Ιερές Αντιστοιχίες Ανάμεσα στην Παγκόσμια ζωή και το Τοπικό Ηλιακό Έτος. Αντιστοιχούσαν το ΑΧΡΟΝΟ στο Χειμερινό Ηλιοστάσιο και την Δημιουργία στην Διάρκεια του Έτους. Η Άνοιξη Αντιστοιχεί στο Άνθισμα της Δημιουργίας το Θέρος στην Συγκομιδή των Καρπών, το Φθινόπωρο στην Ωρίμανση της Απόσυρσης από την Εξωτερική Ζωή κι ο Χειμώνας στην Σοφή Περισυλλογή στον Εαυτό. Έτσι, με Αυτές τις Αντιστοιχίες Καθιστούσαν Ιερό τον Εξωτερικό Τοπικό Χρόνο. Και σε αυτή την Ιερή Αντίληψη του Χρόνου Βασίζονταν όλες οι Μυστικές Ιερουργίες, τα Μυστήρια, οι Μυήσεις στην Διάρκεια του Έτους.
Οι Μύστες Είχαν Εμπειρία των Καταστάσεων της ύπαρξης και Ζούσαν την Ιερότητα της ζωής Υπηρετώντας τον Υπέρτατο Σκοπό της Αλήθειας, της Φωτεινής Αντίληψης και της Θεϊκής Ουσίας των Πάντων. Ζούσαν έναν Ιερό Βίο και Καθοδηγούσαν τον Άνθρωπο, τους ανθρώπους στο να «Επιστρέψουν» στο ΑΧΡΟΝΟ, στην Υπέρτατη Εμπειρία της Ύπαρξης. Η Μυητική Διαδικασία για τους Μέλλοντες Ιεροφάντες Κορυφωνόταν στην Ιερή Μύηση του Χειμερινού Ηλιοστασίου όπου (όσοι ήταν άξιοι) Βίωναν Πραγματικά (μέσα στην Έκσταση) το ΑΧΡΟΝΟ.
Κατανοούμε λοιπόν ότι ανάλογα με την Μυητική Εμπειρία που είχε ο καθένας από τους Μύστες Βίωνε την Ύπαρξη διαφορετικά, αντιλαμβανόταν διαφορετικά και εφάρμοζε διαφορετικά την Περισυλλογή και την Πρακτική Ζωή. Για τους Ανώτερους Μύστες που είχαν Εδραιωθεί στον Εσωτερικό Εαυτό δεν υπήρχε Διαδικασία Απόσυρσης  ή Προσπάθεια Περισυλλογής αλλά απλά Ιερή Αποχή από τα εξωτερικά κι η Περισυλλογή ήταν Στιγμιαία απόσυρση από όλα και Παραμονή στον Εαυτό. Καθένας Βίωνε την Ύπαρξη ανάλογα με το Βάθος της Επίγνωσής του. Αυτό που Διαπίστωναν τελικά οι Μύστες (όταν Βίωναν το ΑΧΡΟΝΟ) είναι ότι η Πραγματικότητα είναι πέρα από την Διαδικασία, την Φώτιση, την Πραγματοποίηση, οποιαδήποτε Δραστηριότητα. Μάθαιναν να Ζουν στο Φως χωρίς να παραλείπουν το Ιερό Καθήκον τους, την Αποστολή τους σε αυτή την ζωή. Απλά εκμεταλλευόντουσαν τον χρόνο τους στην γη στο έπακρο, ζώντας ορθά και κάνοντας τα σωστά πράγματα.
Το γεγονός ότι στον Ιερό Χώρο των Δελφών υπήρχαν Μύστες που είχαν Βιώσει το ΑΧΡΟΝΟ και Ζούσαν μια Ιερή Ζωή Καθαγιάζοντας τον Τοπικό Χρόνο και τις καθημερινές πράξεις, δεν είναι απλά ένας ισχυρισμός. Πέρα από την Εσωτερική Πληροφόρηση, αποδεικνύεται από την Δράση της Ιερής Κοινότητας, από τις Ιερές Τελετουργίες που Τελούσαν, από τις Γιορτές και την γενικότερη ιστορική δράση. Το ότι και στην Αρχαιότητα (λόγω έλλειψης πληροφοριών) και αργότερα στους χριστιανικούς αιώνες (λόγω εσκεμμένης διαστρέβλωσης της ιστορίας) επικράτησε μια αλλοιωμένη εικόνα για τους Δελφούς και την Δράση της Ιερής Κοινότητας είναι πρακτικά αδιάφορο. Όποιος θέλει να δει την Αλήθεια την βλέπει, όποιος κλείνει τα μάτια στην Αλήθεια απλά επιλέγει τον δρόμο της άγνοιας. Οι Ιεροί Μύστες Ζούσαν έτσι κι αλλιώς μια Ιερή Ζωή διαφορετική από αυτήν των απλών ανθρώπων.
Για τον Μύστη που Βιώνει την Εσωτερική Ουσία, που έχει Εδραιωθεί στον Εσωτερικό Εαυτό, που Παραμένει Ακίνητος Παρατηρητής όσων συμβαίνουν, υπάρχει Απόλυτη Ελευθερία. Ο «Παρατηρητής» μπορεί να Είναι στο ΑΧΡΟΝΟ, στον ΑΛΗΘΙΝΟ ΕΑΥΤΟ, (μέσα στην Έκσταση), ή μπορεί να είναι στην Δημιουργία. Ενώ όμως Παρακολουθεί την Παγκόσμια Ροή των Φαινομένων, Έχει Σαφή Καθαρή Αντίληψη ότι η Ροή των Φαινομένων δεν είναι Ροή γιατί όλα γίνονται μέσα στην Ακινησία της Αντίληψης, Ρέουν  Χωρίς να Ρέουν, είναι μόνο ένα Φαινόμενο. Έτσι ο Μύστης όταν Βιώνει τις Καταστάσεις της Δημιουργίας δεν παραπλανάται να τα θεωρεί όλα αυτά πραγματικά. Έτσι μπορεί να Βιώνει τις Ανώτερες Εσωτερικές Καταστάσεις,  του Ανώτερου Εαυτού, να έχει Εμπειρία του Εσωτερικού Αιώνιου Χώρου, ή να βιώνει την εξωτερική ζωή του κατώτερου εαυτού, να ζει τον περιορισμένο εαυτό μέσα σε ένα αχανή εξωτερικό αντικειμενικό κόσμο. Όσο ο Μύστης είναι συνδεδεμένος με τον εξωτερικό φορέα του, το σώμα μπορεί να βιώνει όλες αυτές τις Καταστάσεις Ύπαρξης γνωρίζοντας ότι είναι Παροδικά Φαινόμενα. Την Μόνη αληθινή Κατάσταση (του ΑΧΡΟΝΟΥ) μπορεί να την Βιώνει μόνο Προσωρινά, (όπως στην ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΧΡΟΝΟΥ, που παρομοιάζεται στην Εσωτερική Παράδοση σαν το «κράτημα της αναπνοής» - πόσο θα το κάνεις;). Έχοντας όλη Αυτή την Εμπειρία, όταν αποχωρίζεται από το σώμα γνωρίζει που πηγαίνει. Όχι μόνο οι Κατώτεροι Κόσμοι της Μορφής (ο Αστρικός Ουρανός, η Νοητική Σφαίρα) είναι Παροδικοί αλλά ακόμα και τα Ηλύσια Πεδία της Μη-Δυαδικής Συνείδησης είναι μόνο Προσωρινή Διαμονή. Ακόμα και οι Ανώτεροι Ουρανοί του Εσωτερικού Χώρου, μολονότι είναι Αιώνιοι είναι Περιορισμένοι και συνεπώς δεν μπορούν να αναγνωριστούν σαν το ΑΛΗΘΙΝΑ ΜΟΝΙΜΟ. Ο Αληθινός Μύστης (που έχει βιώσει πραγματικά, έστω και μία φορά, την ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΧΡΟΝΟΥ) ζει σαν Αφυπνισμένος Παρατηρητής, σε ένα Αιώνιο Τώρα και Μέσα σε Αυτό υπάρχουν όλα, παρελθόντα, τωρινά, και εισέρχονται κάθε στιγμή τα μελλούμενα. Αλλά όλα ανήκουν στο Παροδικό και Χάνονται στο Τέλος της Κοσμικής Δημιουργίας.



Το Απολλώνιο Σύμπαν


Όπως Ομολογεί η Εμπειρία των Μυστών Είμαστε Πάντα η Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή, η Ουσία, ο Παρατηρητής. Η Αληθινή Κατάστασή μας είναι το ΑΧΡΟΝΟ. Όταν μεταβαίνουμε, στην Δημιουργία, στον Ανώτερο  Εσωτερικό Εαυτό, στον κατώτερο εαυτό,  στο χρόνο του εξωτερικού κόσμου, αυτή είναι μια αλλαγή στην Αντίληψη, στην Επίγνωση, στην Κατανόηση. Απλά αποροφιόμαστε σε αυτό που συμβαίνει. Άρα κι η Επιστροφή δεν είναι πραγματική επιστροφή, είναι μόνο Αφύπνιση, Διαφώτιση, Κατανόηση.
Η Μύηση μας μαθαίνει τι ακριβώς Είμαστε, τι είναι πραγματικά η Ύπαρξη και τι σημαίνει η Ζωή. Μας διδάσκει πως να Αποσυρόμαστε από το Παροδικό, πως να Διαχειριζόμαστε την Ζωή Ορθά, πότε να είμαστε έξω, πότε να αποσυρόμαστε. Έτσι η ζωή γίνεται Ιερή.  Και τέλος μας αφυπνίζει στην παρούσα στιγμή, μας φέρνει μπροστά στο ερώτημα της ζωής. Πρακτικά, Που είμαστε την παρούσα στιγμή; Τι κάνουμε; Εκμεταλλευόμαστε σωστά τον χρόνο μας;
Η ΤΕΛΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Βιώνεται μόνο Προσωρινά όσο είμαστε στο σώμα. Μόνο όταν αποχωριζόμαστε βιώνουμε μια Μόνιμη Μετάβαση στο ΑΧΡΟΝΟ.
Τελικά, ο ΕΑΥΤΟΣ είναι έξω από τον ΧΡΟΝΟ (τον Αιώνιο Χώρο, τον Χρόνο της Μεταβολής των Μορφών). ΕΔΩ, ΤΩΡΑ Είναι Όλα. Μπορείς να Είσαι στον ΕΑΥΤΟ, ΕΔΩ, ΤΩΡΑ. Μπορείς να είσαι Εδώ στον Αιώνιο Χώρο, μπορείς να ξεχνιέσαι εδώ στον Κόσμο των Μορφών. Το Εδώ ή το εδώ είναι Μέσα στο Όλο, μέρος του Όλου, δεν είναι το Όλο, δεν είναι κάτι ανεξάρτητο. Ό,τι είναι μέσα στον ΧΡΟΝΟ είναι περιορισμένο και παροδικό. Είναι αληθινό όταν συμβαίνει κι είναι παροδικό.  Όλες οι καταστάσεις, οι πραγματοποιήσεις, κάθε εξέλιξη, Όλα, είναι Μεταβολές. Όλα υπάρχουν κι ότι εμφανίζεται το ενεργοποιούμε εμείς, υπάρχει επειδή το παρατηρούμε. Αν απορροφηθούμε σε αυτό, αυτό αποκόβεται από το Όλο, φαίνεται ανεξάρτητο, «εισερχόμαστε» στην «πραγματικότητά» του. Η «Απόσυρση» από αυτό το απενεργοποιεί, το «εξαφανίζει». Ο ΧΡΟΝΟΣ είναι η Κίνηση. Γίνεται αντιληπτός από την μεταβολή, από τα συμβάντα, αλλά δεν ταυτίζεται με τα συμβάντα. Είναι το Πλαίσιο της Κίνησης Μόνο, η Ζωή στην Αγνότητά της, η Λευκή Νύχτα που μέσα της πλέκονται τα όνειρα της ζωής.
Ο ΕΑΥΤΟΣ (το ΑΧΡΟΝΟ), ο ΧΡΟΝΟΣ, οι Μεταβολές Μέσα στον ΧΡΟΝΟ, ο Αιώνιος Χώρος (των Τριών Καταστάσεων), ο Χρόνος που Εκδηλώνονται οι Μορφές, τα Ηλύσια Πεδία,  ο Νοητικός Κόσμος , ο Αστρικός Κόσμος,  το Αιθερικό Πεδίο, το Υλικό Πεδίο, Όλα υπάρχουν ΕΔΩ, ΤΩΡΑ. Όλα όσα βιώνουμε είναι Εμπειρίες, υπαρξιακός χρόνος. Αλλά ποια είναι η Υπέρτατη Εμπειρία; Η Επιστροφή στον ΕΑΥΤΟ, η ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΣΤΟ ΑΧΡΟΝΟ. Αυτή ήταν η λύση που έδωσαν οι Αρχαίοι Σοφοί Μύστες κι αυτό το ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ μας Παρέδωσαν να Διαφυλάξουμε και να Μεταδώσουμε στις μελλοντικές γενιές των ανθρώπων.


Οι Πλήρως Μυημένοι, Οι Όσιοι με τους Λευκούς Χιτώνες.

Για τους Πραγματικά Μυημένους της Αρχαιότητας, των Δελφών, η Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή, ο Αληθινός Εαυτός, Βιωνόταν και γινόταν «Εσωτερική Εμπειρία» Μονάχα στην Υπέρτατη Κατάσταση που μπορεί να Βιώσει ο Άνθρωπος μέσα στην Έκσταση, σαν το ΑΧΡΟΝΟ. Ήταν λοιπόν ένα Βίωμα, μια «Εμπειρία Ζωής», αυτό που υπονοούσαν οι θεολογικοί όροι κι όχι απλά φιλοσοφικοί νοητικοί όροι που προσπαθούσαν να περιγράψουν την Πρώτη Αρχή. Η Εμπειρία του ΑΧΡΟΝΟΥ είναι μια Απόλυτη Κατάσταση που μέσα της συγχωνεύονται τα πάντα και λιώνουν τα «αντίθετα». Είναι μια Κατάσταση (αφού η Συνείδηση Εισέρχεται σε Αυτήν και Εξακολουθεί να Ζει, με τους Όρους Αυτής της Κατάστασης) και ταυτόχρονα δεν είναι Υπαρξιακή Κατάσταση (γιατί η Ύπαρξη είναι κάτι Περιορισμένο και γιατί εδώ δεν υπάρχει κάποια Αντίληψη που να Συλλαμβάνει κάποιο «περιεχόμενο», ιδιότητες, χαρακτηριστικά, κάτι που μπορεί να περιγράψει η Αντίληψη). Οι Μεγάλοι Μύστες είχαν ένα Μυστικό Όρο (ένα Βιωματικό Όρο, κι όχι απλά μια λέξη, όπως την αντιλαμβάνονται οι κοινοί άνθρωποι), ήταν ο όρος ΧΑΟΣ, το Χάος της Αρχαίας Παράδοσης, που όμως για όσους είχαν Βιώσει Πραγματικά την Υπέρτατη Κατάσταση «έδειχνε» τον πραγματικό «χαρακτήρα» του ΑΠΟΛΥΤΟΥ. Είναι ΑΥΤΟ που Υπάρχει Πάντα, ΑΥΤΟ που Υποστηρίζει τα Πάντα, Τελείως Πλήρες και Τελείως Κενό, Ζωντανό και Αθέατο, Φως και Σκοτάδι, Υπάρχει από Μόνο του, στην Δική του Κατάσταση και Βιώνεται Μόνο όταν η Ύπαρξη «Χάνεται» Μέσα του. Όλοι όσοι Βίωσαν (αν Βίωσαν) αυτή την Ύστατη Κατάσταση του Όντος γνωρίζουν για «τι» μιλάμε.
Αν και οι Μυημένοι μπορούσαν να Βιώσουν Αυτή την Κατάσταση (Μη-Κατάσταση) ανεξάρτητα από τον ιστορικό χρόνο και τις εξωτερικές συνθήκες, (μέσα στην Έκσταση), εν τούτοις η Ιερή Τελετουργία του Νέου Έτους, η ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΧΡΟΝΟΥ, ήταν κάτι διαφορετικό. Δεν ήταν απλά, πέρα από την Εσωτερική Εμπειρία που Βίωναν οι Μύστες, και ένα ιστορικό γεγονός που λάμβανε χώρα σε μια συγκεκριμένη στιγμή του Ιερού Ηλιακού Έτους (στο Χειμερινό Ηλιοστάσιο), ούτε ήταν το πιο σημαντικό το γεγονός ότι συμμετείχαν σε αυτή την Μυστική εμπειρία πολλοί ταυτόχρονα. Αυτή η Τελετουργία ήταν μια «Επιβεβαίωση» της Πραγματικότητας, μια «Απόδειξη» για την φυσική, εγγενή, δυνατότητα του Ανθρώπου να Βιώσει την Υπέρτατη Κατάσταση της Ύπαρξής του και σηματοδοτούσε το πέρασμα από τον Χρόνο (της Δημιουργίας) στο ΑΧΡΟΝΟ (που Περιέχει τα Πάντα, Χωρίς να Αλλοιώνεται η Φύση του).
Το ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΗΛΙΟΣΤΑΣΙΟ ήταν το Μεγάλο Εξωτερικό σύμβολο του ΑΧΡΟΝΟΥ. Οι Μύστες των Δελφών (και όλοι οι Μυημένοι του Αρχαίου Κόσμου) δεν προετοιμάζονταν για το φυσικό γεγονός του Ηλιοστασίου (αυτή θα ήταν όχι απλά μια επιφανειακή αλλά μια «υβριστική» ερμηνεία) αλλά για το ΜΥΣΤΙΚΟ ΒΙΩΜΑ ΤΟΥ ΑΧΡΟΝΟΥ την Ιερή Ώρα του Ηλιοστασίου (που ήταν Ιερή λόγω της Τελετουργίας, της Συμμετοχής των Μυστών και της Υπερβατικής Εμπειρίας που είχαν στην Διάρκειά της κι όχι σαν φυσικό εξωτερικό γεγονός, που θα ήταν ανόητη ειδωλολατρία).
Έτσι αφού οι Μύστες που είχαν ήδη Βιώσει την Υπέρτατη Κατάσταση (ή Προετοιμάζονταν να την Βιώσουν) Προετοιμάζονταν όλο τον μήνα πριν το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, για να Συμμετάσχουν σε μια Κοινή Ιερή Πράξη και να Ενωθούν Ομαδικά με το ΑΧΡΟΝΟ σε μια Ομαδική Εμπειρία που δεν είχε προσωπικό χαρακτήρα. Οι Μύστες «εκπροσωπούσαν» τον ΑΝΘΡΩΠΟ, το ανθρώπινο είδος και ολόκληρο του ανθρώπινο γένος. Και αυτό το έκαναν μέσα στην απλή Ανθρώπινη Εμπειρία και Γνώση τους κι όχι για να σφετερισθούν την Πνευματική Αλήθεια ή να κυριαρχήσουν θρησκευτικά πάνω στους άλλους. Μέσα από το Μυητικό Έργο τους (στην Διάρκεια του Ιερού Έτους) δεν «χειραγωγούσαν» τους ανθρώπους αλλά τους Άνοιγαν την Πνευματική Οδό της Απελευθέρωσης. Και γνώση είχαν και μέτρα λάβαιναν ενάντια σε αυτούς που προσπαθούσαν να εμπλέξουν το Ιερό και το «Μαντείο» σε κοσμικές επιδιώξεις και σε εξωτερικές υλικές δραστηριότητες. Αν η Ιερή Αδιαφορία δεν απομάκρυνε τους αμύητους κι αν η ιερή ανοχή και η ιερή κατανόηση δεν εξουδετέρωνε τις ταπεινές δραστηριότητες των εχθρών του ιερού, τότε ήταν αναγκασμένοι να απαντήσουν έμπρακτα, στο επίπεδο των βέβηλων, με ιερό πόλεμο.
Τον Ιερό Μήνα του Χειμερινού Ηλιοστασίου, ο Παρνασσός Έλαμπε μέσα στο Απόκοσμο Ουράνιο Φως και μονάχα οι Μυημένοι και οι Λάτρες του Φωτός μπορούσαν να το «διακρίνουν» από το λαμπερό φυσικό χειμωνιάτικο φως του Ιερού Όρους. Όλα ήταν Ειρηνικά, το Τοπίο, η Φύση, τα Δένδρα, οι Πηγές με το Ιερό Νερό κι οι Γλυκές Αναθυμιάσεις της μάνας γης. Και καθώς πλησίαζε η Ιερή Μέρα, η Ιερή Στιγμή, της Ιερής Πράξης, όλα βυθίζονταν όλο και πιο πολύ στην ΙΕΡΗ ΣΙΓΗ. Κι όσοι ήταν Εδώ, στους Δελφούς, οι ιεροί προσκυνητές που έρχονταν από μακριά ένοιωθαν σαν να τους κοβόταν η ανάσα. Κι αυτό τους αφύπνιζε σε όσα ιερά συνέβαιναν στον Ιερό Χώρο, μέχρι που η αίσθηση της ζωής γινόταν ιερό δέος. Σήμερα δεν πηγαίνει κανένας με σεβασμό στον Ιερό Χώρο. Οι άνθρωποι αφού από το μίσος τους γκρέμισαν και επιχωμάτωσαν την περιοχή για να χτίσουν σπίτια να στεγάσουν την μικρότητά τους, προσπάθησαν να ξεχάσουν την ίδια τους την ζωή, την ίδια τους την ιστορία. Κι οι ανασκαφές των Γάλλων και των άλλων αυτό που αποκάλυψαν ήταν η βαρβαρότητα των ανθρώπων, όχι το Φως της Αλήθειας. Και το πλήθος των τουριστών που επισκέπτεται κατά χιλιάδες τον Χώρο προσβάλει την Αλήθεια, δεν προσφέρει Τιμή, μονάχα κέρδος στους εμπόρους της ιστορίας.
Αλλά τότε, παλιά, τότε που οι Έλληνες ήταν Έλληνες, όλα συνέβαιναν διαφορετικά, για αιώνες. Την Ιερή Μέρα οι Μύστες ντύνονταν σε ολόλευκους χιτώνες κι από νωρίς Ετοιμάζονταν για την ΜΕΓΑΛΗ ΙΕΡΟΥΡΓΙΑ. Τι ακριβώς έκαναν; Μονάχα οι Μύστες Γνωρίζουν. Πέρα όμως από όλα όσα γνωρίζουμε, υποθέτουμε, ή φανταζόμαστε, ένα είναι βέβαιο. Την Ιερή Στιγμή μέσα σε κυριολεκτική και μεταφορική «Ακινησία» οι Μύστες Βυθίζονταν στο ΑΧΡΟΝΟ. Δεν μιλάμε για ακινησία του σώματος, της ψυχής ή του νου, ούτε για Ακινησία της Αντίληψης, αλλά για Ολοκληρωτική Ακινησία της Ύπαρξης, που Μέσα από την «Κοσμική Νύχτα» Βγάζει στο ΦΩΣ. Όταν οι Μύστες επέστρεφαν από την ΙΕΡΗ ΕΚΣΤΑΣΗ ξεκινούσε το Νέο Ιερό Έτος. Μέσα στην ΙΕΡΗ ΣΙΓΗ σε λίγο θα άρχιζαν σιγά-σιγά ξανά οι Δραστηριότητες της Ζωής κι η Φύση θα Γιόρταζε μαζί με τους Ανθρώπους την Αναγέννηση του Χειμώνα και την Άνθιση της Άνοιξης. Το ΦΩΣ που για Μια Στιγμή είχε Αποσυρθεί στην Δική του Άχρονη Κατάσταση Επέστρεφε στην Δημιουργία για ένα ακόμα συμβολικό κύκλο.


Η Παράδοση

Η Εσωτερική Παράδοση έξω από την γραμμή της ιστορίας, μέχρι σήμερα.

Κανείς δεν μπορεί να πει τι είναι το ΑΧΡΟΝΟ, τι είναι το ΦΩΣ. Κι όσοι Μύστες Βίωσαν την Υπέρτατη Κατάσταση είναι Άφωνοι. Η ΙΕΡΗ ΣΙΓΗ είναι η Ίδια η Ουσία της Ζωής κι όχι μια Ιερή Υποχρέωση ή ένας Εξωτερικός Κανόνας Πειθαρχίας. Οι Αρχαίοι Μύστες Φρόντισαν να Ασφαλίσουν το Μυστικό και να Εξασφαλίσουν την Ιερή Μετάδοση του Φωτός, με την Προσωπική Μετάδοση μέσα στον Χρόνο. Αν σήμερα μιλάμε για όλα αυτά δεν το κάνουμε ούτε για να εντυπωσιάσουμε, ούτε για να προκαλέσουμε. Γνωρίζουμε ακόμα τις πιθανότητες να γίνει κακή χρήση όλων αυτών των πληροφοριών. Όσα είπαμε (το ορκιζόμαστε) δεν είναι δικά μας, γράφτηκαν με ιερή εντολή κι είναι μονάχα ένα μέρος από αυτά που μας αποκαλύφθηκαν. Δεν είναι απλά ντροπή για τους κατοίκους αυτού του Τόπου να έχουν μια διαστρεβλωμένη εικόνα για την Αλήθεια, για το Παρελθόν, για τους Προγόνους τους, είναι ότι μη γνωρίζοντας δεν είναι Έλληνες. Πρέπει να Γνωρίσουν για να ξαναγίνουν Έλληνες.
Υπάρχει πραγματικά μια Εσωτερική Παράδοση που Πηγάζει από την Αρχαία Κοινότητα των Μυστών (που είχαν Ιερή Έδρα τους Δελφούς) και Συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όσοι είναι απέξω μπορούν να υποθέτουν ή να φαντάζονται πολλά. Όσοι είναι Μέσα γνωρίζουν ότι είναι καθαρά πνευματική κοινότητα χωρίς εξωτερικές δραστηριότητες ή παρουσία. Δεν μιλάμε για ανθρώπινο οργανισμό ή ίδρυμα. Η Μύηση, τα Μυστήρια είναι καθαρά Πνευματική Διαδικασία κι είναι κάτι ιδιωτικό κι όχι κάτι δημόσιο. Έχει περάσει πια η Εποχή που υπήρχε ανάγκη για μια Εξωτερική Θρησκεία. Σήμερα οι άνθρωποι έχουν κατανοήσει ότι η Αλήθεια είναι Εσωτερική Διαφώτιση κι όχι Εξωτερική Δραστηριότητα (νοητική σύλληψη ή εξωτερική υλική πράξη). Κι αυτό που Διατηρεί και Μεταδίδει η Εσωτερική Παράδοση είναι το ΦΩΣ, η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, κι όχι Διδασκαλίες, οι Πρακτικές. Αν Υπηρετούμε έστω και στο Ελάχιστο αυτόν τον Σκοπό, νοιώθουμε ότι δεν χαραμίσθηκε η ζωή μας στην γη.
Σε λίγες μέρες μπαίνουμε στο ιερό χρονικό διάστημα του Χειμερινού Ηλιοστασίου. Για κάποιους έχει σημασία, κάποιοι δεν καταλαβαίνουν καν για τι πράγμα μιλάμε. Οι δρόμοι τους οδηγούν μακριά, πρέπει ακόμα να περιπλανηθούν στις χώρες της άγνοιας, μέχρι να διαπιστώσουν ότι όλα τα μονοπάτια που πήραν ή μπορούν να πάρουν, τους οδηγούν ΕΔΩ, ΤΩΡΑ, ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ, στην ΑΛΗΘΙΝΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥΣ, στην ΘΕΪΚΗ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥΣ.


~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~