CIRCLE OF LIGHT

CIRCLE OF LIGHT
16. The Emergence into Timelessness: A Journey Beyond the Veil of Time
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM STUDIES

ESOTERISM STUDIES
*BOOKS*
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE

ESOTERISM ACADEMY NEW ARTICLE
Sunday, 5 October, 2025

Sunday, July 9, 2017

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΣΤΙΣ ΕΠΤΑ ΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ


 

(Ομιλία στην Ακαδημία, Τρίτη Περίοδος)

Εισαγωγή

Οι Επτά Δράσεις της Συνείδησης

Ο Εσωτερικός Συμβολισμός

Η Γλώσσα των Συμβόλων της άμεσης αντίληψης της πραγματικότητας

Η διανοητική γλώσσα, της σκέψης, των εννοιών, των «σκιών»

Η Απελευθέρωση

Η Απελευθέρωση του Γιόγκα (νιρόντχα)

Ο Αληθινός Διαλογισμός

Η Ερμητική Μύηση

Η Οδός των Μυστικών (Μάιστερ Έκκαρτ)

Η Αληθινή Δράση

Τελικά!

 

Εισαγωγή


Υπάρχει Ένα Μοναδικό Θεμέλιο των Πάντων, που είναι το Βαθύτερο Μέρος Κάθε Όντος. Για την «Ύπαρξή» Του «Μαρτυρεί» Αυτό το Ίδιο (και το διαπιστώνουν όσοι το βιώνουν). Αυτό είναι μια εμπειρική διαπίστωση κι αλήθεια κι όχι ένα διανόημα. Αυτό το Μοναδικό Θεμέλιο Είναι Χωρίς Ιδιότητες, χωρίς εμπειρία, ή παρατηρητή. Είναι μια Άβυσσος Αντίληψης, Απόλυτα Πραγματική, Ζωντανή. Γίνεται Αντιληπτή από τις Δράσεις Της. Αυτό Είναι η Ουσία της Ψυχής των Αρχαίων, του Άτμαν των Ανατολικών. Είναι η Συνείδηση της Σύγχρονης Φιλοσοφίας και της Σύγχρονης Ψυχολογίας.

Η Ψυχή (η Συνείδηση) μπορεί να Αντιλαμβάνεται με διάφορους και διαφορετικούς τρόπους ή αλλιώς να αντιλαμβάνεται σε πολλά «επίπεδα». Να έχει διαφορετικές δράσεις. Έτσι μιλάμε για διάφορες δράσεις ή διαστάσεις της Συνείδησης, για πολλά πεδία δραστηριότητας, ή επίπεδα λειτουργίας. Από εδώ προκύπτουν σε μεταφυσικό επίπεδο οι κόσμοι και οι διάφορες καταστάσεις του όντος. Έτσι η Συνείδηση μπορεί να Αντιλαμβάνεται με διάφορους τρόπους κι όλες οι αντιληπτικές δράσεις της (που μπορεί να είναι Αντικειμενικές Καταστάσεις ή Υποκειμενικές Αντιλήψεις, Θεωρήσεις της Πραγματικότητας) είναι «εξωτερικές» ως προς την Ουσία. Είναι Δραστηριότητες Αυτής της Άγνωστης Ουσίας.

Έτσι, η Συνείδηση μπορεί να Αντιλαμβάνεται Εσωτερικά, με μια Άμεση Εσωτερική Αίσθηση αυτό που είναι, το Είναι, σαν Χώρο, σαν Παρουσία, σαν Εδώ. Αυτή Εσωτερική Αντίληψη του Ίδιου του Είναι, σαν Χώρου, είναι Μια Αντικειμενική Κατάσταση της Συνείδησης. Υπάρχει μόνο Αντίληψη. Δεν υπάρχει αντιλαμβανόμενος, παρατηρητής, διάκριση υποκειμένου, αντικειμένου, τίποτα από αυτά που βιώνει ο συνηθισμένος άνθρωπος. Αυτή η Εσωτερική Αίσθηση (η Ενόραση των Φιλοσόφων) διαβαθμίζεται από την Απόλυτη Καθαρότητα που Αντανακλά το Χωρίς Ιδιότητες σαν Αδιαφοροποίητο Είναι, μέχρι την Αντίληψη του Είναι σαν Χώρου και την Πανταχού Παρουσία που Αγκαλιάζει τα Πάντα σε μια Ενότητα όπου δεν «διακρίνονται» ακόμα «υποκείμενο και αντικείμενο». Όλα αυτά είναι Αντικειμενικές Καταστάσεις της Συνείδησης. Είναι Άμεση Αντίληψη του Είναι σαν Χώρου. Πρόκειται για μια Άχρονη Κατάσταση, μια Αιωνιότητα που Ρέει, που είναι Ζωντανή και Εκδηλώνεται σαν Παρουσία, σαν Αίσθηση του Εδώ που Αγκαλιάζει τα Πάντα.

Η Συνείδηση μπορεί ακόμα μέσα από εξωτερικές δραστηριότητες να έχει εμπειρία του «εξωτερικού κόσμου», των φαινομένων που αλλάζουν συνεχώς. Αυτός ο κόσμος των φαινομένων προβάλλεται αντικειμενικά από την δραστηριότητα της Παγκόσμιας Συνείδησης και γίνεται αντιληπτός από τα διάφορα υποκείμενα που δημιουργούνται από την Συνείδηση όταν γίνεται τοπική και συνδέεται με κάποιο φορέα του πεδίου στο οποίο εκδηλώνεται. Στην πραγματικότητα ο Εξωτερικός Κόσμος των Φαινομένων είναι προϊόν μιας δραστηριότητας, είναι δραστηριότητα, κίνηση, ροή φαινομένων, που αλλάζει συνεχώς. Όλα ρέουν, είναι παροδικά και αντικειμενικά αλλά και το ίδιο το υποκείμενο, οποιοδήποτε υποκείμενο. Στην πραγματικότητα το υποκείμενο δεν είναι παρά μια ροή αντίληψης που ρέει μαζί με όλα και παρακολουθεί την ροή των φαινομένων. Αυτή η συνεχής ροή της αντίληψης μαζί με την ροή των φαινομένων, η συνεχής «επαφή» με την ροή των φαινομένων δείχνει τον πραγματικό χαρακτήρα του υποκειμένου. Ζούμε στο Απόλυτο Παρόν, εδώ (σε σύνδεση με τον φορέα εκδήλωσης), τώρα, στην Στιγμή που Ρέει. Αυτή είναι η πραγματική εμπειρία του Χρόνου, ή η εμπειρία του απόλυτου παρόντος, του Τώρα, που ρέει συνεχώς.

Έτσι η Συνείδηση Βιώνει Άμεσα Εσωτερικά το Είναι σαν Άχρονο Χώρο, σαν μια Αιώνια Αντικειμενική Παρουσία και Βιώνει Έμμεσα (μέσω δραστηριοτήτων, εννόησης, συναίσθησης, αίσθησης, μέσω κάποιου φορέα εκδήλωσης) την Ροή των Φαινομένων. Στην Εξωτερική Εμπειρία Βιώνει τον Χρόνο, την Ροή, την Στιγμή που Ρέει, την συνεχή αλλαγή, όσο διαρκεί (όσο διαρκεί η σύνδεση με τον φορέα εκδήλωσης).

Οι Επτά Δράσεις της Συνείδησης


Όταν το Ον Βιώνει την Πραγματικότητα, αυτό που είναι, αυτό που συμβαίνει, τότε μπορεί Στηριζόμενο στο Άγνωστο Βάθος της Ύπαρξής του να Αντιλαμβάνεται Εσωτερικά το Αιώνιο Είναι του, σαν Παρουσία, σαν Εσωτερικό Άχρονο Χώρο και επίσης να Αντιλαμβάνεται, μέσω δραστηριοτήτων την τοπική παρουσία του, μέσω του φορέα εκδήλωσης, σε ένα εξωτερικό κόσμο, να ζει την ρέουσα ιστορική πραγματικότητά του. Με άλλα λόγια αυτό το ον δρα, δραστηριοποιείται, λειτουργεί, εκδηλώνεται σε διάφορα «επίπεδα». Από την Φύση του έχει την Δυνατότητα να εκδηλώνεται σε διάφορα επίπεδα, να αντιλαμβάνεται όλο το Βάθος, της Ύπαρξής του, όλη την έκταση της εμπειρίας του. Με αυτή την έννοια μιλάμε για διάφορες «λειτουργίες» του ανθρώπου, για εσωτερικές κι εξωτερικές δραστηριότητες, για ανώτερες και κατώτερες λειτουργίες. Και με αυτή την έννοια μιλάμε για διάφορες θεωρήσεις της πραγματικότητας, ανάλογα με το επίπεδο στο οποίο λειτουργούμε.

Κι ασφαλώς όταν μιλάμε για ένα ον συνδεδεμένο με κάποιο φορέα εκδήλωσης υπάρχει ακριβής αντιστοιχία ανάμεσα στις δράσεις, δραστηριότητες, λειτουργίες της συνείδησης και τα αντίστοιχα μέρη του φορέα. Η «Σύνδεση» της Συνείδησης με τον φορέα δεν είναι ακριβώς σύνδεση. Είναι Παρουσία κι έλεγχος του σώματος. Στην πραγματικότητα η Συνείδηση είναι Ανεξάρτητη από τον φορέα, το σώμα. Μπορεί να βιώνει αυτή την ανεξαρτησία και μέσα από την Πνευματική Άσκηση και στον οριστικό διαχωρισμό της από τον φορέα, σώμα. Είναι και Έξω από το σώμα και εδώ στο σώμα. Η εσωτερική Αίσθηση του Είναι είναι «κρυμμένη» στον εσωτερικό εγκέφαλο, στην «καρδιά» του νευρικού συστήματος, ενώ οι εξωτερικές δραστηριότητες της εννόησης, της συναίσθησης και της αίσθησης εντοπίζονται στον εξωτερικό εγκέφαλο. Το «πέρασμα» από την εξωτερική εμπειρία της χρονικής ροής στον εσωτερικό άχρονο χώρο (ή αλλιώς από τις κατώτερες εξωτερικές λειτουργίες στις ανώτερες εσωτερικές αντιλήψεις) βρίσκεται ακριβώς στο μέρος του εγκεφάλου που συνδέει την εξωτερική πληροφόρηση με την εσωτερική συνειδητοποίηση. Όταν στην Εσωτερική Παράδοση μιλούν για κέντρα λειτουργίας του ανθρώπου («κέντρα», πάντμας, τσάκρας, λατάιφ, κλπ.) στην πραγματικότητα αναφέρονται σε δραστηριότητες της Συνείδησης που συνδέονται με κάποια «περιοχή» του φορέα. Έτσι, με αυτή την έννοια, αφύπνιση των κέντρων, αφύπνιση ενός κέντρου, σημαίνει αφύπνιση μιας λειτουργίας της Συνείδησης.

Τελικά ο άνθρωπος μπορεί να λειτουργεί σε Επτά Πεδία, σε Επτά Επίπεδα. Το Θεμέλιο που Στηρίζει τα Πάντα (κάθε Εμπειρία), τα Τρία Εσωτερικά Επίπεδα της Αίσθησης του Είναι και τα Τρία Εξωτερικά Επίπεδα της εξωτερικής δραστηριότητας, της εννόησης, της συναίσθησης και της αίσθησης, που μας φέρνουν σε επαφή με τον εξωτερικό κόσμο στον οποίο εκδηλωνόμαστε (τον υλικό κόσμο στην συγκεκριμένη περίπτωση).

Ένα ον, ένας ενσαρκωμένος άνθρωπος, που λειτουργεί έτσι, ολοκληρωμένα και με πλήρη έλεγχο και ελευθερία, είναι ασφαλώς ένας ιδανικός άνθρωπος, ένας Ελεύθερος, Αναγεννημένος, ή Αφυπνισμένος (Φωτισμένος) άνθρωπος. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν λειτουργούν έτσι. Ο Φωτισμένος άνθρωπος δεν είναι παρά ο άνθρωπος που αντιλαμβάνεται πλήρως, αυτό που είναι, αυτό που συμβαίνει. Μπορεί να Έχει Αίσθηση της Πραγματικής Φύσης και της Ανεξαρτησίας της Συνείδησης (να Νοιώσει το Απέραντο Εσωτερικό Βάθος του Είναι) και ταυτόχρονα να είναι εδώ, στο σώμα, στο κόσμο. Η Ψυχική ενέργεια Ρέει Ελεύθερα, σε Όλα τα Επίπεδα και σε όποιο επίπεδο κρίνεται απαραίτητο, χωρίς να «κρατιέται» ή να μπλοκάρεται πουθενά. Όπως και να έχει, ο Φωτισμένος άνθρωπος έχει Πλήρη Αντίληψη της Ύπαρξης, και είναι Πλήρως Λειτουργικός. Ζει ταυτόχρονα το Άχρονο Είναι και την χρονική παροδικότητα, την ροή της ζωής, εδώ, τώρα.

Όταν ο ενσαρκωμένος άνθρωπος δεν έχει Πλήρη Αντίληψη, γιατί δεν έχει «εκπαιδευθεί», είτε γιατί έχει εκπαιδευθεί από την κοινωνία με ένα διαφορετικό τρόπο και διοχετεύει όλη του την Ψυχική Ενέργεια, την προσοχή του, στην διάνοια, που εννοεί κι αναπαριστάνει εσωτερικά (διανοητικά) την πραγματικότητα, τότε έχει μια διαφορετική εικόνα για την πραγματικότητα, από αυτή του Πλήρως Λειτουργικού ανθρώπου.

Καταρχήν αυτή η εμμονή σε μία συγκεκριμένη λειτουργία μας αποκλείει την δυνατότητα να λειτουργήσουμε σε ένα άλλο επίπεδο, να έχουμε και μια άλλη θέαση της πραγματικότητας. Μας αποκλείει εντελώς από την Εσωτερική Εμπειρία. Μας απομονώνει στον διανοητικό χώρο. Αυτό οδηγεί στο να ταυτίζουμε αυτό που αντιλαμβανόμαστε, μέσω της διανόησης, με την πραγματικότητα. Είμαστε πεπεισμένοι πως αυτό αντιλαμβανόμαστε είναι το πραγματικό, αφού δεν έχουμε εμπειρία μιας άλλης θέασης. Κι αυτό που αντιλαμβανόμαστε δεν προέρχεται από την άμεση επαφή μας με την ροή (αφού δεν ρέουμε μαζί με την ροή των φαινομένων) αλλά δομείται με την αναπαραστατική δύναμη της διάνοιας και με την βοήθεια της μνήμης από την εμπειρία. Είναι ο,τι αντιληφθήκαμε, το καταστάλαγμα της εμπειρίας, η αποκρυστάλλωσή της σε «έννοιες», είναι «μνήμη», κάτι μόνιμο στη διάνοια (μέχρι να τροποποιηθεί από καινούργιες εμπειρίες). Όλα αυτά που αντιλαμβανόμαστε δεν είναι τα ζωντανά πράγματα που ρέουν αλλά οι «σκιές» των πραγμάτων. Ζούμε σε ένα κόσμο «σκιών». Ενώ ο Φωτισμένος άνθρωπος μπορεί να έχει εμπειρία και του Ανώτερου Εσωτερικού Κόσμου του Είναι και του χρονικού παροδικού φαινομένου (ακριβώς σαν παροδικού φαινομένου, από το οποίο δεν εξαρτάται) χωρίς να «κρατιέται» πουθενά, ο διανοητικός άνθρωπος αντιλαμβάνεται μόνο μέσω της διάνοιας και πιστεύει όχι μόνο πως ο κόσμος που αντιλαμβάνεται (των εννοιών, των «σκιών» των πραγμάτων) είναι πραγματικός αλλά και πως είναι ο μόνος υπαρκτός κόσμος.

Με αυτόν τον τρόπο, μέσω της διανόησης, δομούμε μια αντίληψη ενός εαυτού, απομονωμένου, μέσα σε ένα εξωτερικό κόσμο. Αυτό μας εισάγει αυτόματα στην δυαδική αντίληψη της πραγματικότητας. Αντιλαμβανόμαστε σαν υποκείμενα διαχωρισμένα από τον κόσμο, έναν αντικειμενικό κόσμο απέναντί μας. Ενώ ο Φωτισμένος άνθρωπος χρησιμοποιεί επίσης την υποκειμενική θέαση, μέσα από τον φορέα του, εντούτοις δεν της δίνει απόλυτη αξία, γνωρίζοντας από εμπειρία ότι είναι μια περιορισμένη (κι αναγκαία ως το σημείο που μας εξυπηρετεί) θέαση, ενώ από εμπειρία μπορεί να ανυψωθεί πάνω από αυτό το επίπεδο λειτουργίας ως την Θέαση της Παγκόσμιας Συνείδησης. Ο διανοητικός άνθρωπος όμως, ταυτισμένος με αυτό που αντιλαμβάνεται είναι εγκλωβισμένος στην δική του υποκειμενική θέαση. Δεν μπορεί να βγει έξω από αυτή την θέαση.  Ό,τι κι αν αντιλαμβάνεται, ό,τι κι αν προσπαθεί, ό,τι κι αν κάνει είναι διανόηση. Ακόμα κι η αντίληψη του Εσωτερικού Κόσμου, ή ενός κόσμου πέρα από τον άνθρωπο και την δημιουργία, δεν είναι παρά μια έννοια, μια «σκιά». Ακόμα κι ο Θεός για τον διανοητικό άνθρωπο είναι έννοια, «σκιά». Μπορεί να χρησιμοποιεί λέξεις όπως αδημιούργητο, υπερβατικό, απόλυτο, ακατάληπτο, παντοδύναμο, αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά έννοιες, συλλήψεις της διανόησης που αποδίδονται σε ένα αντικείμενο. Τα Ζωντανά πράγματα προσεγγίζονται μόνο βιωματικά. Εδώ εγκαταλείπεται όλη η διανοητική θεολογία και δικαιώνεται ο μυστικισμός και το μυστικό βίωμα.

Στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος, σαν Ζωντανός, πραγματικός άνθρωπος, από την Φύση του είναι αυτό που είναι. Είναι το Θεμέλιο, που βρίσκεται στο Βάθος της Συνείδησης και έχει από την Φύση του την δυνατότητα της Εσωτερικής Αίσθησης του Είναι κι ασφαλώς την δυνατότητα μέσω του φορέα του να έχει εμπειρία του εξωτερικού κόσμου. Το πρόβλημα με τον άνθρωπο είναι ότι μαθαίνει να λειτουργεί ιδιαίτερα και πολλές φορές κατ’ αποκλειστικότητα στο διανοητικό επίπεδο. Γιατί; Για πολλούς λόγους. Καταρχήν η κοινωνία, για την διατήρησή της, δεν απαιτεί τίποτα περισσότερο. Ούτε κι άνθρωπος για την υλική επιβίωσή του χρειάζεται κάτι παραπάνω. Μετά η διανοητική εμπειρία και γνώση είναι πληροφορίες διαχειρίσιμες που μπορούν να μεταδοθούν, μέσω της κοινωνικοποίησης, στις επόμενες γενιές. Επιπρόσθετα οι πληροφορίες ελέγχονται και «διαμορφώνονται», για την χειραγώγηση των ανθρώπων. Αν οι άνθρωποι ανέπτυξαν ένα διανοητικό, τεχνολογικό, πολιτισμό είναι γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα περισσότερο.

Η εκπαίδευση του πραγματικού ανθρώπου ήταν πάντα στο περιθώριο, έργο της Εσωτερικής Παράδοσης και των μυστικών κινημάτων, που δεν έχουν βέβαια καμία σχέση με τις εξωτερικές θρησκείες. Οι αληθινοί άνθρωποι ζούσαν πάντα έξω από την κοινωνία, είναι οι «κρυμμένοι σοφοί». Η διαφορά ανάμεσα σε ένα Πραγματικό Αναζητητή κι ένα απλό θρησκευόμενο είναι ότι ο Πραγματικός Αναζητητής ενεργοποιεί την Εσωτερική Άμεση Αίσθηση του Είναι κι Ανυψώνεται Ως το Άγνωστο Βάθος της Ύπαρξής του, ενώ ο θρησκευόμενος διανοητικός άνθρωπος κινείται στον κόσμο των «σκιών» κι η εξέλιξή του συμβαίνει πάντα μέσα στον περιορισμένο διανοητικό χώρο των «σκιών».

Ο Εσωτερικός Συμβολισμός


Να διευκρινίσουμε καταρχήν ότι η Εσωτερική Παράδοση εκφράζεται στην Γλώσσα των Συμβόλων. Όταν η Εσωτερική Παράδοση χρησιμοποιεί λέξεις τις χρησιμοποιεί για πράγματα που έχουν βιωθεί ή μπορούν και πρέπει να βιωθούν. Υποδεικνύει την ενεργοποίηση της Εσωτερικής Αίσθησης των πραγμάτων και την άμεση βιωματική αντίληψη των πραγμάτων. Δεν χρησιμοποιεί τις λέξεις σαν έννοιες για να μεταφέρει διανοητικές πληροφορίες και μηνύματα. Η Εσωτερική Παράδοση κινείται στον Βιωματικό Χώρο κι οι λέξεις της περιέχουν βιώματα, κι απευθύνονται στην Εσωτερική Διάσταση του ανθρώπου δεν είναι έννοιες που περιέχουν πληροφορίες, άλλες έννοιες κι απευθύνονται στην διανόηση.

Σε όλες τις Παραδόσεις και τις Εσωτερικές Διδασκαλίες μιλούν για το Θεμέλιο. Είναι το Χάος των Ορφικών, η Άβυσσος της Ερμητικής Παράδοσης, το Ασαμσκρίτα του Βούδα ή το Βάθρο του Χούι-Νεγκ, το Άτμαν των Βεδαντιστών ή το «I am» του Νισαργκατάτα, το Γκρουντ ή Θεότητα, του Μάιστερ Εκκαρτ. Αυτό είναι Κάτι που πρέπει να Βιώσει κάποιος στο Βάθος της Ύπαρξής του, να το Βιώσει Πραγματικά. Οι διανοητικοί άνθρωποι μπορεί να το εκλάβουν σα την έννοια της Αρχής στα πλαίσια μιας διανοητικής θεώρησης. Προφανώς αυτό δεν έχει σχέση με την Εσωτερική Παράδοση. Είναι μια κάκιστη μεταφορά της Βιωματικής Αλήθειας στο διανοητικό επίπεδο των εννοιών, των «σκιών» των πραγμάτων. Όσο κι αν οι διανοούμενοι επιστήμονες θέλουν να πιστεύουν και να υποστηρίζουν ότι ερμηνεύουν τα πράγματα στην πραγματικότητα εκθέτουν απλά τις διανοητικές απόψεις τους περί των πραγμάτων. Ο Εσωτερισμός δεν έχει καμιά σχέση με την ακαδημαϊκή διανοητική θεολογία.

Ο Κόσμος που Αποκαλύπτεται στην Άμεση Εσωτερική Αίσθηση του Είναι, εφόσον αυτή η Αίσθηση λειτουργεί ή αφυπνίζεται είναι ο Αιώνιος Κόσμος του Φωτός. Εδώ όπου όλα είναι Φανερά πηγαία, αυθόρμητα, άμεσα και χωρίς καμιά διαδικασία. Ο Εξωτερικός Κόσμος είναι αποτέλεσμα δραστηριότητας, κίνησης κι υπάρχει μόνο στο απόλυτο παρόν, την στιγμή που εκδηλώνεται. Είναι ένας Κόσμος Σκιάς. Ο Ελεύθερος Φωτισμένος Άνθρωπος μπορεί να υπάρχει και να δρα τόσο στον Άχρονο Χώρο του Εσωτερικού Είναι όσο και στον παροδικό κόσμο των φαινομένων, στον Κόσμο της Σκιάς. Δεν παραπλανάται. Οι περισσότεροι άνθρωποι λειτουργώντας αποκλειστικά με την διανόηση, μέσα στην διανόηση γνωρίζουν μόνο τον κόσμο της Σκιάς και με την διανοητική λειτουργία γνωρίζουν τα πράγματα του κόσμου της σκιάς όχι σαν παροδικά φαινόμενα που υφίστανται μόνο στην Στιγμή που ρέει αλλά σαν υπολείμματα της Σκιάς, σαν μνήμες, σαν στάχτες της ζωής.

Συχνά το Εσωτερικό Είναι του Ανθρώπου χαρακτηρίζεται σαν ο Άνω Κόσμος κι ο εξωτερικός κόσμος σαν ο κάτω ή κατώτερος κόσμος που αλλάζει και φθείρεται.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η Πλήρης Αντίληψη που Εδράζεται στην Αληθινή Φύση μας είναι Πλήρως Λειτουργική σε όλη την Έκταση της Ύπαρξης. Περιλαμβάνει τόσο τον Χώρο του Είναι όσο και την εμπειρία του χρόνου, της παροδικής ζωής στους κατώτερους κόσμους. Ο περιορισμός στην διανοητική λειτουργία κι η θέαση της πραγματικότητας μέσα από την διάνοια τα μετατρέπει όλα σε αντιλήψεις της διάνοιας, σε έννοιες, σε «σκιές» των πραγμάτων. Όσο κι αν η διάνοια θέλει να κατανοήσει τα πάντα, να επιτύχει τα πάντα, το μόνο που κάνει είναι να προεκτείνει τον εαυτό της, να επεκτείνει τις συλλήψεις της.

Η Γλώσσα των Συμβόλων της άμεσης αντίληψης της πραγματικότητας


Η Συνείδηση Μοιάζει να είναι το Απόλυτο Άγνωστο Υπόβαθρο κάθε παρουσίας, κάθε κατάστασης, κάθε δραστηριότητας ή φαινομένου. Αυτή η έκφραση «Απόλυτο Άγνωστο Υπόβαθρο» στην ουσία δεν λέει τίποτα (δεν δίνει καμία «πληροφορία»). Εδώ υπονοείται ότι Αυτό, ενώ Είναι Ζωντανό, εμφανίζεται από τις συνέπειές του. Μοιάζει με το Κενό Εντός του Οποίου εμφανίζονται τα πάντα. Πρέπει να υπάρχει το Κενό για να εμφανισθεί οτιδήποτε. Υπάρχει μόνο Αυτή η Μοναδική Πραγματικότητα. Δεν υπάρχει κανένας διαχωρισμός. Έτσι όλες οι λέξεις που αναφέρονται εδώ, Συνείδηση, Θεός Ψυχή, υπονοούν το ίδιο πράγμα. Μια Τέτοια Συνείδηση Είναι Χωρίς Ιδιότητες, Άχρονη, Υπερβατική, Ανεξάρτητη από οποιοδήποτε περιεχόμενο. Η Βίωση Αυτού του Βάθους της Συνείδησης είναι η Μόνη Αληθινή Εμπειρία. Με αυτή την έννοια οποιαδήποτε λέξη αναφέρεται σε Αυτό δεν έχει στην πραγματικότητα περιεχόμενο. Είναι ένα απλό σύμβολο που υπονοεί την βιωματική προσέγγιση του. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να το «γνωρίσεις». Πρέπει να το αγγίξεις, να έρθεις σε «επαφή» μαζί του.

Τα Σύμβολα υπονοούν Καταστάσεις ή Δράσεις της Συνείδησης που πρέπει να βιώσουμε. Η αλήθεια (του πράγματος) πρέπει να γίνει αντιληπτή με αυτή την Βαθύτερη Αντίληψη (την Ενόραση) κι όχι μέσα από τις εξωτερικές δραστηριότητες της Συνείδησης, όπως η διανόηση. Με άλλα λόγια η Συνειδητοποίηση, η Κατανόηση της αλήθειας πρέπει να γίνει στο Φυσικό Επίπεδο, με πραγματική δράση. Η πληροφόρηση στο διανοητικό επίπεδο, η διανοητική κατανόηση, δεν είναι αληθινή κατανόηση αφού τροφοδοτεί και συνεχίζει την διανοητική δραστηριότητα.

Με άλλα λόγια τα Σύμβολα αναφέρονται σε Φυσικά Υπάρχοντα και σε Φυσικά Συμβαίνοντα. Δεν είναι διανοητικές συλλήψεις που μεταφέρουν ένα διανοητικό νόημα ή μήνυμα. Πρέπει να χρησιμοποιούνται σαν «οδοδείκτες» που οδηγούν στην άμεση, απευθείας, αντίληψη κι όχι σαν «γνώση». Η αληθινή γνώση είναι μόνο η βιωματική γνώση και μάλιστα όταν είναι ζωντανή, όχι η ανάμνησή της. Με αυτή την έννοια ολόκληρη η Μυστική Γλώσσα είναι Γλώσσα Συμβόλων που υποδεικνύουν Υπάρχοντα και Συμβαίνοντα.. Είναι μια Γλώσσα Βαθύτερη και Ουσιαστικότερη από την διανοητική γλώσσα των εννοιών.

Στην πραγματικότητα δεν είναι το Σύμβολο που περιέχει κάτι ή λέει κάτι. Είναι η δική μας δράση που πρέπει να μας αποκαλύψει αυτό που υποδεικνύει το Σύμβολο. Αν δεν γίνει αυτή η πράξη κατανόησης, προσέγγισης της πραγματικότητας, των αληθινών πραγμάτων και συμβαινόντων τότε το Σύμβολο μένει ανενεργό, κενό, χωρίς χρησιμότητα.

Η Μυστική Γλώσσα των Συμβόλων επεκτείνει την Κατανόηση πέρα από τα στενά όρια της διανόησης και μας εισάγει στην «Καρδιά» της Πραγματικότητας.

Η διανοητική γλώσσα, της σκέψης, των εννοιών, των «σκιών»


Ενώ η Αντίληψη είναι μια ζωντανή δραστηριότητα, λειτουργία, που ακολουθεί την συνεχή ροή των φαινομένων, στο απόλυτο παρόν, η διανόηση χρησιμοποιεί σαν βάση το πρωτογενές βίωμα της επαφής με την πραγματικότητα για να δημιουργήσει μια πιο σύνθετη αντίληψη της πραγματικότητας. Δεν ακολουθεί, σαν την Αντίληψη, την ροή των φαινομένων που εισέρχονται στην επίγνωσή μας αλλά προσπαθεί να συλλάβει την «Κίνηση» την ροή σαν μια «σταθερή πραγματικότητα» με σταθερά πράγματα των οποίων αλλάζουν μόνο οι σχέσεις. Ενώ η  διανόηση, σαν δραστηριότητα, σαν λειτουργία, ανήκει στην πραγματικότητα (στον κόσμο της πραγματικότητας) εν τούτοις αυτό που δομεί είναι μια κατασκευή. Ακινητοποιεί την πραγματικότητα σε μια σταθερή αναπροσαρμοζόμενη εικόνα και βλέπει σταθερά πράγματα εκεί που υπάρχουν μόνο ροές φαινομένων. Αυτό δίνει βέβαια την ευκαιρία για καλύτερη οργάνωση του υλικού της εμπειρίας για σχεδιασμό της δράσης μας αλλά μας έχει βγάλει τελείως έξω από την ζωντανή ρέουσα πραγματικότητα και μας έχει εισάγει σε μια εικονική πραγματικότητα. Το ότι μπορεί πολλοί άνθρωποι μαζί να υιοθετούν την ίδια εικόνα της πραγματικότητας ή να συντονίζουν την δράση τους (με βάση κοινές πεποιθήσεις) δεν αποδεικνύει τίποτα πέρα από το συμβάν της συμβατικής συμφωνίας τους.Αυτό καθεαυτό το γεγονός δεν αναβαθμίζει την νοητική κατάσταση αυτών των ανθρώπων (αυτό που αντιλαμβάνονται) σε πραγματικότητα.

Αυτές οι νοητικές συλλήψεις της όλης πραγματικότητας, των στοιχείων της, των όντων, οι σταθερές αντιλήψεις, είναι οι απογυμνωμένες κι αφηρημένες παραστάσεις που έχουν εσωτερικοποιηθεί σε έννοιες. Οι έννοιες δεν είναι απλά σύμβολα της πραγματικότητας. Είναι σταθερές κατασκευές της νόησης, με προσδιορισμένο περιεχόμενο (που ορίζεται στις εγκυκλοπαίδειες και τα λεξικά), αφηρημένες νοητικές πληροφορίες, που μπορούν να απομνημονευθούν, να καταγραφούν, να μεταδοθούν, να διδαχτούν, να υπάρχουν αντικειμενικά σαν πληροφορίες.

Στην πραγματικότητα ο κόσμος των φαινομένων, της ροής των φαινομένων, είναι ένας κόσμος αντανάκλασης μιας βαθύτερης δράσης. Η Αντίληψη μπορεί να παρακολουθεί αυτόν τον κόσμο της ροής σαν ζωντανή λειτουργία. Η σκέψη από αυτόν τον κόσμο της αντανάκλασης συγκρατεί μόνο τα κατάλοιπα της κίνησης, τα ίχνη που αφήνει η κίνηση στην μνήμη. Είναι ίχνη μνήμης. Είναι στάχτες της αντίληψης. Οι άνθρωποι, έτσι, δεν ζουν στον αληθινό κόσμο της ροής με ζωντανή αντίληψη. Ζουν στον κόσμο της σκέψης, της μνήμης, της διανοητικής πληροφορίας. Ζουν σε ένα ψεύτικο κατασκευασμένο κόσμο. Με την κοινωνικοποίηση εισερχόμαστε σε αυτόν τον κόσμο της κοινωνικής σύμβασης που διαφοροποιείται από κοινωνία σε κοινωνία. Με την γλώσσα και την εκπαίδευση προσδιορίζουμε καλύτερα αυτόν τον κόσμο. Επικοινωνούμε σε διανοητικό-λεκτικό επίπεδο. Η γλώσσα της διανόησης είναι ακριβώς η γλώσσα των κατασκευασμένων εννοιών για όλα τα πράγματα που εισέρχονται στην εμπειρία μας.

Ο αληθινός κόσμος της ροής των φαινομένων είναι τελείως έξω από όλη αυτή την (διανοητική) δράση μας, τις αντιλήψεις μας και τα βιώματά μας. Η αφύπνιση στον κόσμο της ζωντανής αντίληψης είναι πραγματικά μια νέα γέννηση σε ένα νέο κόσμο. Κι ασφαλώς η Εμβάθυνση στον Κόσμο της Αιώνιας Πραγματικότητας είναι μια εμπειρία τελείως διαφορετική από τον σταθερό κόσμο της σκέψης που είναι μια κατασκευή, ένα όνειρο, ένα ψέμα.

Η Απελευθέρωση


Όταν μιλάμε για Πραγματική Απελευθέρωση, Πραγματική Φώτιση, για Πνευματική Αναγέννηση, Βίωση της Ανώτερης Πραγματικότητας, μιλάμε για ενεργοποίηση των ανώτερων εσωτερικών δυνάμεων του ανθρώπου ή αλλιώς για δράση στα ανώτερα κέντρα δράσης του ανθρώπου.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η Πραγματικότητα, το Απόλυτο, η Δυνατότητα Βίωσης του Απολύτου είναι έμφυτη στον Άνθρωπο, βρίσκεται στην Ίδια την Φύση του. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να βιώσει κάτι αν δεν έχει εξαρχής, από την φύση του, την δυνατότητα να το βιώσει. Στην πραγματικότητα μιλάμε για ενεργοποίηση της Ίδιας της Φύσης μας, ή για συνειδητοποίηση των ίδιων μας των δυνάμεων. Δεν υπάρχει κάποια εξωτερική αλλαγή ή εξέλιξη, ούτε έξωθεν βοήθεια για να ζήσουμε κάτι.

Μετά πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει, δεν είναι δυνατή, η ενεργοποίηση σε ένα ανώτερο κέντρο αντίληψης με την επιθυμία, την επιδίωξη, ή την προσπάθεια. Αντίθετα πρέπει να ξεπερασθεί η δραστηριότητα στο κατώτερο κέντρο για να μετατοπιστεί η δραστηριότητα στην ανώτερη περιοχή δράσης. Δεν μπορείς να επιδιώξεις την καθαρότητα ή την καλή λειτουργία, πρέπει να απομακρύνεις τα σκουπίδια ή τα εμπόδια, για να συμβεί αυτό.

Επίσης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η μετατόπιση πρέπει να είναι πραγματική. Το να συλλαμβάνουμε, θεωρητικά, διανοητικά, ή διαισθητικά, μια κατάσταση και να προσπαθούμε μέσα από την προσωπική προσπάθεια να «αναδυθούμε» κάπου είναι υποκειμενική αυταπάτη. Ούτε η απομόνωση στο υποκείμενο, η «απομάκρυνση» από το αντικείμενο, ή η αποκοπή από τις πληροφορίες του εξωτερικού κόσμου, οδηγεί στον πραγματικό πνευματικό χώρο. Αντίθετα μας απομονώνει στο υποκείμενο, οδηγεί στον απόλυτο υποκειμενισμό (σολιψισμός). Αυτό είναι αυτοΰπνωση, όχι πνευματική πραγματοποίηση. Στην πραγματικότητα η πνευματική ανύψωση οδηγεί πέρα από την διάκριση υποκειμένου-αντικειμένου, πέρα από το υποκείμενο, σε μια Ανώτερη Αντικειμενική Πραγματικότητα, που τα περιλαμβάνει όλα σε μια ενότητα. Είναι κάτι τελείως διαφορετικό.

Ακόμα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η μετατόπιση σε ανώτερα κέντρα λειτουργίας ή δράσης, με το ταυτόχρονο ξεπέρασμα των κατώτερων λειτουργιών, δεν είναι «ποιοτική» αλλά «ποσοτική». Θέλουμε να πούμε ότι η ενεργοποίηση μιας ανώτερης λειτουργίας, η μετατόπισή μας σε μια ανώτερη περιοχή δράσης, δεν καταργεί τελείως τις κατώτερες λειτουργίες. Απλά μεταφέρεται η κύρια δράση σε μια ανώτερη περιοχή ενώ οι κατώτερες λειτουργίες είναι σε πλήρη ετοιμότητα, λειτουργούν αμυδρά ή ανεπαίσθητα ή κατ’ ελάχιστο, μέχρι οι ανάγκες της ζωής να μεταφέρουν την προσοχή μας εκεί. Με άλλα λόγια μιλάμε για μια μετατόπιση της προσοχής και της ενασχόλησής μας κι όχι για μια ολοκληρωτική μετατόπιση. Βεβαίως όταν λειτουργούμε στα ανώτερα εσωτερικά κέντρα, στον πνευματικό χώρο, είναι δυνατή η απομόνωση, η αποκοπή της ροής των πληροφοριών από τον εξωτερικό κόσμο. Αυτό μπορεί να γίνει για να μπορέσουμε να βιώσουμε πιο έντονα τις εσωτερικές καταστάσεις, αλλά και πάλι η επανασύνδεση με τον εξωτερικό κόσμο είναι πάντα δυνατή κι αυτόματη, χωρίς χρόνο. Όμως αυτή η εμπειρία δεν έχει καμία σχέση με την αποκοπή του υποκειμένου που περιγράψαμε στην προηγούμενη παράγραφο.

Τέλος πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το ξεπέρασμα των κατώτερων λειτουργιών και της σκέψης που κατασκευάζει τον παρατηρητή, τον διχασμό υποκειμένου-αντικειμένου κι όλη αυτή την ονειρική ζωή που βιώνουν οι άνθρωποι, οδηγεί, όπως σημειώσαμε πιο πάνω, σε μια Ανώτερη Αντικειμενική Πραγματικότητα, στον Αιώνιο Χώρο του Είναι που τα Αγκαλιάζει Όλα, Εδώ. Και τον Άχρονο Χώρο και την χρονική ροή των φαινομένων. Αυτή η Αιώνια Παρουσία που τα Περιλαμβάνει Όλα δεν είναι παρατήρηση από κάποιο «κέντρο», ούτε υποκειμενική εμπειρία. Είναι μια κατάσταση τελείως έξω από κάθε τι υποκειμενικό ή περιορισμένο. Δεν υπάρχει κανένα «κέντρο» παρατήρησης κι επομένως κανενός είδους υποκειμενική εμπειρία.

Κι ακόμα αυτή η Ανώτερη Πνευματική Κατάσταση στην οποία βιώνουμε την Εσωτερική Ελευθερία της Ψυχής ή την Αντικειμενική Συνείδηση, δεν είναι η Τελική Κατάσταση. Πέρα από όλα υπάρχει Μια Κατάσταση χωρίς κανένα απολύτως αντιληπτικό περιεχόμενο. Είναι η Αληθινή Πραγματικότητα, το Θεμέλιο, η Άβυσσος των Αρχαίων Γνωστικών. Είναι Μια Κατάσταση Όπου Αυτό Ανασαίνει Σιωπηλά.

Η Απελευθέρωση, του Γιόγκα (νιρόντχα)


Ο Πανταζάλι ορίζει το Γιόγκα σαν κατάπαυση των διακυμάνσεων του νου («Γιόγκα, τσιττά βρίττι νιρόντχα», στο Κεφάλαιο 1 Σαμάντι Πάντα, σούτρα 2, των Γιόγκα Σούτρας). Μιλά για μια κατάσταση της Συνείδησης Αντικειμενική, όπου η Αντίληψη απλά συμβαίνει, πηγαία, αυθόρμητα, φυσικά, ανεμπόδιστα, αγκαλιάζοντας όλα όσα εισέρχονται στην επίγνωση σε μια ενότητα. Δεν υπάρχουν δραστηριότητες, διαδικασίες (σκέψη, κλπ.) που να δημιουργούν ένα κέντρο αντίληψης, ένα υποκείμενο που να αλλοιώνει ην αντίληψη της πραγματικότητας δημιουργώντας διαχωρισμό υποκειμένου-αντικειμένου ή αντίληψη δυαδικότητας. Δεν υπάρχει υποκειμενική εμπειρία, υποκειμενική μνήμη, υποκειμενική ζωή. Το «νιρόντχα», η κατάπαυση όλων των δραστηριοτήτων σημαίνει την μετάβαση σε μια κατάσταση αντικειμενική, διαφορετική από την κατάσταση της υποκειμενικής βίωσης της πραγματικότητας. Η Αντίληψη, απελευθερώνεται κι απλά συμβαίνει. Η σκέψη, η υποκειμενική εμπειρία, η υποκειμενική βίωση της πραγματικότητας είναι κάτι που κάνουμε. Αν θέλουμε λοιπόν, πραγματικά, να αντιληφθούμε την πραγματικότητα πρέπει να αφήσουμε την αντίληψη να συμβαίνει ανεμπόδιστα, να σταματήσουμε να παρεμβαίνουμε και να αλλοιώνουμε την αντίληψή μας. Η μετάβαση σε αυτή την Κατάσταση είναι μια φυσική δράση, μια αλλαγή της συνείδησης από μια υποκειμενική κατάσταση-δράση σε μια Αντικειμενική Κατάσταση. Είναι μια πραγματική Μετάβαση, μια μετάβαση τελείως έξω από το υποκειμενικό βίωμα. Δεν είναι υποκειμενική εμπειρία, βίωμα μέσα από ένα κέντρο αντίληψης, ούτε αλλαγή ή εξέλιξη των βιωμάτων του υποκειμένου. Δεν είναι δραστηριότητα του υποκειμένου, ούτε εμπειρία του υποκειμένου. Κι αυτό γιατί σταματούν ακριβώς όλες οι δραστηριότητες που παράγουν την υποκειμενική αντίληψη, την υποκειμενική εμπειρία, την υποκειμενική μνήμη. Όταν υπάρχει δραστηριότητα δημιουργείται κέντρο αντίληψης, υποκείμενο, υποκειμενική εμπειρία και οποιαδήποτε εμπειρία, εξέλιξη, αλλαγή, είναι υποκειμενική, εντός των δραστηριοτήτων του υποκειμένου.

Με άλλα λόγια αυτό που πολύ απλά λέει ο Πανταζάλι είναι ότι το το «νιρόντχα» είναι μια η φυσική δράση της μετάβασης από την υποκειμενική δραστηριότητα σε μια αντικειμενική ανοιχτή συνείδηση, ενώ σε οποιαδήποτε υποκειμενική δραστηριότητα, αλλαγή ή εξέλιξη η φυσική δράση είναι πάντα η υποκειμενική δραστηριότητα, δηλαδή αυτό που «κάνουμε», η σκέψη, κλπ. Στην δεύτερη περίπτωση δεν υπάρχει καμιά πραγματική αλλαγή, σε φυσικό επίπεδο. Συνεπώς η μόνη πραγματική έξοδος προς την ελευθερία είναι το «νιρόντχα», το σταμάτημα της παρέμβασής μας, η απόλυτη ηρεμία, η πλήρης διάλυση όλων των διαδικασιών που δημιουργούν οποιοδήποτε υποκείμενο, οποιαδήποτε υποκειμενική εμπειρία. Στο Αληθινό Γιόγκα, στο Αληθινό Σαμάντι, στο Αληθινό Νιρόντχα δεν υπάρχει υποκειμενική εμπειρία, απλά όλα συμβαίνουν. Γιόγκα είναι η έξοδος (η ολοκληρωτική έξοδος) από όλη την υποκειμενική δραστηριότητα. Δεν είναι ούτε δράση του υποκειμένου, ούτε εξέλιξη του υποκειμένου αλλά υπέρβαση του υποκειμένου σε μια Αντικειμενική Κατάσταση, στην Παγκόσμια Συνείδηση.

Όταν  βιώνεται η Αντικειμενική Κατάσταση της Συνείδησης (κι επειδή ακριβώς δεν υπάρχει διαδικασία δημιουργίας υποκειμενικής αντίληψης, διαχωρισμού υποκειμένου-αντικειμένου, δυαδικότητας) βιώνεται μια Κατάσταση Ενότητας της Επίγνωσης που τα περιλαμβάνει όλα. Σε αυτή την Κατάσταση η Αντίληψη είναι Πηγαία Αυθόρμητη Φυσική Ανεμπόδιστη Ανοιχτή. Στην πραγματικότητα λειτουργούμε σε μια Ανώτερη Περιοχή της Ύπαρξης, της Άμεσης Αντικειμενικής Αντίληψης που Συμβαίνει, σε ένα Ανώτερο Κέντρο Λειτουργίας της ύπαρξής μας. Αντιλαμβανόμαστε από μια Ανώτερη Σκοπιά, με μια Ανώτερη Όραση. Η Αντίληψη είναι Ενεργός και καλύπτει και τις κατώτερες περιοχές της αντίληψης, τις κατώτερες λειτουργίες της σκέψης, της συναίσθησης, της αίσθησης και της επαφής με τον εξωτερικό κόσμο, αλλά όλα γίνονται από το ανώτερο κέντρο ελέγχου κι η εμπειρία είναι αντικειμενική, χωρίς να χρωματίζεται από καμία υποκειμενική δραστηριότητα ή αντίληψη ή «αίσθηση». Τελικά η Μετάβαση από την υποκειμενική εμπειρία της ύπαρξης στην Αντικειμενική Αντίληψη της Ζωής είναι μια «λειτουργική μετάβαση». Κι αποτελεί μια Νέα Εμπειρία της ζωής.

Αυτή η Κατάσταση που περιγράφουμε (Δράση, Εμπειρία Ζωής) είναι ακριβώς το Αληθινό Σαμάντι, το Σαμάντι χωρίς υποστήριγμα. Μια Κατάσταση όπου δεν υπάρχει υποκείμενο, αντίληψη διαχωρισμού. Μια Επίγνωση ενότητας που δεν κρατιέται πουθενά και ρέει ελεύθερα. Μια κατάσταση επίγνωσης χωρίς κέντρο που τα περιλαμβάνει όλα (όλα όσα εισέρχονται στο πεδίο της). Είναι μια Κατάσταση όπου βιώνεται το Απόλυτο Παρόν, η Στιγμή που Ρέει. Ρέουμε μαζί με όλα. Εδώ. Τώρα. Κι αυτή η Εμπειρία (αυτό το Εδώ, Τώρα) περιλαμβάνει τα Πάντα κι όχι μόνο τον εξωτερικό κόσμο των αισθήσεων. Αυτή η Αίσθηση Παρουσίας Εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα κι αν δεν υπάρχουν μηνύματα από τον εξωτερικό κόσμο ή δεν υπάρχει καθόλου εξωτερικός κόσμος. Η Αληθινή Ύπαρξη Στηρίζεται μόνο στον Εαυτό της, όχι στην Αντίληψη, ή στην δημιουργία του κόσμου των φαινομένων.

Όταν δεν έχει επιτευχθεί αυτή η Κατάσταση της Απελευθέρωσης αυτό σημαίνει ότι λειτουργούμε ακόμα μέσα στην υποκειμενική συνείδηση, μέσα από ένα κέντρο αντίληψης και βιώνουμε τον διαχωρισμό υποκειμένου-αντικειμένου, βιώνουμε την δυαδικότητα. Μόνο σε μια τέτοια κατάσταση έχει νόημα η άσκηση του γιόγκα, το σαμάντι με υποστήριγμα που έρχεται σαν ωρίμανση και ολοκλήρωση του σαμγιάμα, η συγκέντρωση, η διαδικασία η επίτευξη, κλπ. Στην πραγματικότητα όλη αυτή η άσκηση που περιγράφεται στα Γιόγκα Σούτρας, σαν ασάνα, πραναγιάμα, σαμγιάμα (νταράνα, ντυάνα, σαμάντι), είναι προπαρασκευαστική. Όλα αυτά είναι ένας έμμεσος τρόπος, ένας πλάγιος τρόπος να επιτευχθεί το «νιρόντχα». Από αυτή την άποψη το Σαμάντι με υποστήριγμα (με συγκέντρωση, κλπ) δεν διαφέρει από το Σαμάντι χωρίς υποστήριγμα. Γιατί την στιγμή που το Σαμάντι με τποστήριγμα ολοκληρώνεται , διαλύεται η διάκριση υποκειμένου-αντικειμένου κι έχουμε εμπειρία μιας ενιαίας επίγνωσης της πραγματικότητας, μιας αντικειμενικής εμπειρίας της πραγματικότητας. Τότε το Σαμάντι με υποστήριγμα γίνεται Σαμάντι χωρίς υποστήριγμα, «νιρόντχα», Καϊβαλγία. Έτσι ενώ με την άσκηση του Σαμάντι με υποστήριγμα φαίνεται ότι η εξέλιξη είναι «βαθμιαία» (γιατί κινούμαστε ακόμα μέσα στην υποκειμενική εμπειρία) την στιγμά ακριβώς που «επιτυγχάνουμε» το Αληθινό Σαμάντι και παύουν τελείως οι υποκειμενικές παρεμβολές στην αντίληψη, οι διακυμάνσεις της υποκειμενικής εμπειρίας (οι δικές μας δραστηριότητες) συμβαίνει μια «αιφνίδια» μεταβολή, εισερχόμαστε στην αντικειμενική εμπειρία της πραγματικότητας.  Με αυτή την έννοια διδάσκεται ότι η «Φώτιση» είναι και βαθμιαία και αιφνίδια.

Στην πραγματικότητα όλα αυτά που ήθελε να πει ο Πανταζάλι και που προσπαθούμε να περιγράψουμε εδώ είναι πολύ απλά, αν δώσουμε λίγη προσοχή. Η Ύπαρξη, η Συνείδηση λειτουργεί στο Βαθύτερο Υπαρξιακό Επίπεδο της Αληθινής Ύπαρξης, στο Επίπεδο της Φυσικής Ανόθευτης Αντίληψης που είναι μια Άμεση Σύλληψη της Πραγματικότητας, Ελεύθερη, Ανοιχτή Ανεμπόδιστη και Χωρίς Κέντρο και στο Επίπεδο της Εξωτερικής Δραστηριότητας όπου βιώνεται η υποκειμενική εμπειρία. Με άλλα λόγια η Συνείδηση Είναι Μέσα στο Αντικειμενικό (Πηγάζει και Στηρίζεται στο Αντικειμενικό), Αντιλαμβάνεται Φυσικά και Δρα Υποκειμενικά. Είναι, Αντιλαμβάνεται, Δρα. Πρέπει, σύμφωνα με τον Πανταζάλι να σταματήσει η εξωτερική υποκειμενική δραστηριότητα (που διαχωρίζει την ύπαρξη σε υποκείμενο-αντικείμενο) για να Αντιληφθούμε το Εσωτερικό Είναι σαν μια Ενότητα που τα περιλαμβάνει όλα. Αυτή η Αντικειμενική Συνείδηση, η Παγκόσμια Συνείδηση είναι μια Ανώτερη Κατάσταση σε σχέση με την περιορισμένη υποκειμενική εμπειρία. Εμβαθύνοντας στο Εσωτερικό Βίωμα του Είναι, διατρέχοντας τις Τρεις Εσωτερικές Περιοχές της Εμπειρίας του Είναι, εισερχόμαστε στην Περιοχή της Απόλυτης Σιωπής της Αληθινής Ύπαρξης, όπου κάθε αντίληψη καταπαύει (κι αυτό είναι το Αληθινό Καϊβαλγία). Εδώ η Ύπαρξη Αναπαύεται σον Εαυτό της, Απλά Ζει. Αυτή είναι η Οδός του Γιόγκα.

Ο Αληθινός Διαλογισμός


Ο Αληθινός Διαλογισμός είναι αυθόρμητη φυσική αντίληψη, άμεση ανεμπόδιστη σύλληψη της πραγματικότητας, ανοιχτή επίγνωση χωρίς «κέντρο» που τα αγκαλιάζει όλα. Είναι με άλλα λόγια τρόπος αντίληψης, τρόπος όρασης της πραγματικότητας. Είναι η εμπειρία της πραγματικότητας, η πραγματικότητα, η αλήθεια. Εξορισμού είναι κάτι που βιώνεται αλλά δεν είναι κάτι που μπορεί να «επιτευχθεί», δεν είναι διαδικασία. Οποιαδήποτε δραστηριότητα, διαμόρφωση της φυσικής αντίληψης, αυτόματα είναι υποκειμενική δράση, δράση μέσω ενός κέντρου αντίληψης, είναι υποκειμενική εμπειρία. Μια τέτοια δράση δεν οδηγεί πέρα από το υποκείμενο. Συνεπώς δεν είναι αυτή η Οδός, αφού κάθε δράση είναι μια αδιέξοδη δραστηριότητα. Ούτε η «παραίτηση», απάρνηση ή απόρριψη, οδηγεί κάπου. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει δρόμος να οδηγεί στην ελευθερία. Γιατί; Επειδή κάθε προσπάθεια είναι υποκειμενική προσπάθεια, είναι προσπάθεια του υποκειμένου να βιώσει την ελευθερία. Προφανώς η Ελευθερία δεν μπορεί να είναι υποκειμενική εμπειρία, δεν μπορεί να επιτευχθεί από ένα υποκείμενο. Ο Αληθινός Διαλογισμός, η Βίωση της Πραγματικότητας, η Ελευθερία είναι μια Αντικειμενική Δράση που υπερβαίνει το υποκείμενο, απαιτεί την πλήρη διάλυση της υποκειμενικής αντίληψης, κάτι πέρα από την υποκειμενική εμπειρία.

Λαμβάνοντας υπόψη μας όλα αυτά μπορούμε να κατανοήσουμε ότι δεν τίθεται θέμα διαλογιστικής προσπάθειας. Γιατί, ποιος θα διαλογιστεί; Από την στιγμή που αναδύεται η πρόθεση του διαλογισμού γίνεται φανερό ότι αναδύεται μέσα από μια υποκειμενική αντίληψη, βρισκόμαστε σε κατάσταση υποκειμενικής δραστηριότητας. Είναι μάταιο. Άρα η παραίτηση από όλα αυτά πρέπει να είναι αποτέλεσμα κατανόησης αυτού που συμβαίνει κι όχι να είναι «πρόθεση» ή «προσπάθεια». Και πρέπει να είναι πλήρης, ολοκληρωτική κι αμετάκλητη. Στην πραγματικότητα τι ακριβώς λέμε; Ότι πρέπει ακριβώς να ξεριζώσουμε το ίδιο το εγώ. Κι αυτό είναι τόσο πιο δύσκολο όσο περισσότερο ταυτίζουμε την ύπαρξή μας με την υποκειμενική αντίληψη, την υποκειμενική εμπειρία, την υποκειμενική ζωή.

Στην πραγματικότητα εμείς οι ίδιοι κρατιόμαστε μέσα στην αντίληψη του υποκειμένου και στην υποκειμενική δραστηριότητα κι εμπειρία. Είναι κάτι που εμείς κάνουμε. Δεν μας το επιβάλλει ούτε η μεταφυσική άγνοια, ούτε το κάρμα, ούτε οτιδήποτε άλλο. Είναι θέμα καθαρής θέλησης, επιθυμίας. Εμείς γατζωνόμαστε σε αυτού του είδους την εμπειρία και ζωή. Τελικά το τι ζούμε, πως ζούμε είναι καθαρά θέμα ηθικής.

Τελικά ο Αληθινός Διαλογισμός είναι μη-διαλογισμός, απόρριψη κάθε υποκειμενικής δραστηριότητας. Να είμαστε ήσυχοι, να αντιλαμβανόμαστε, φυσικά κι ανεμπόδιστα, κατανοώντας ότι όλα συμβαίνουν εδώ, τώρα, καθώς πρέπει να συμβαίνουν. Ο Αληθινός Διαλογισμός, σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι τίποτα άλλο από την ίδια την ζωή, από την πλήρη αποδοχή της ζωής, όπως είναι, όπως συμβαίνει, μια ροή φαινομένων, εμπειρία της ροής. Εμπειρία στην οποία σημασία έχει «αυτός που βιώνει» κι όχι τα φαινόμενα. Κι αυτός που βιώνει δεν είναι κάποιος, κάποιο υποκείμενο, είναι η ίδια η  Αντικειμενική Συνείδηση, η ίδια η Ζωή, η ίδια η Ύπαρξη, Αυτό που Υπάρχει.

Η Ερμητική Μύηση


Ο Ερμητισμός της Ύστερης Αρχαιότητας αποτελεί αποκρυστάλλωση  της Ελληνικής Σοφίας που πηγαίνει τουλάχιστον 10 αιώνες πίσω. Έχοντας σαν αφετηρία τη Ορφική Μύηση και τα Μυστήρια κι έχοντας αφομοιώσει την Διδασκαλία όλων τω Διδασκάλων της Φιλοσοφίας, του Πλάτωνα, των Στωικών αναδύθηκε μέσα από το Γνωστικό Κίνημα (που ξεκίνησε ήδη τον 2ο π.Χ. αιώνα) σαν η κορύφωση της Ελληνικής Σοφίας (τους πρώτους μ.Χ. αιώνες). Αποτελεί ουσιαστικά τη τελική διατύπωση της Ελληνικής Σοφίας. Πολύ περισσότερο από μια διδασκαλία για την ύπαρξη, το άνθρωπο, την οδό, είναι μια πρακτική λύτρωσης, που δεν απομακρύνεται από την Πρακτική όπως την διατύπωσε ο Πλάτωνας στον Τίμαιο ή Περί Ψυχής, (67, c, d), αλλά την φωτίζει περισσότερο και την κάνει πιο συγκεκριμένη. Η Απελευθέρωση της Ψυχής νοείται σα Εμπειρία του Απολύτου, σαν Ανύψωση στην Τελική Πραγματικότητα κι όχι σαν πρόθεση ή προσπάθεια λύτρωσης μιας προσωπικής ψυχής, ενός υποκειμένου. Η Απελευθέρωση προσδιορίζεται σαν μια υπερυποκειμενική Αντικειμενική Εμπειρία της Συνείδησης. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα της Εσωτερικής Κατανόησης που βαθαίνει ως την Αληθινή Ύπαρξη, ως το Κοινό Υπόβαθρο των πάντων.

Σύμφωνα με το Ερμητικό Κίνημα η Πραγματικότητα Είναι Μία. Δεν γίνεται αντιληπτή στην Βαθύτερη Ενότητά της που Υποστηρίζει τα πάντα, κάθε δραστηριότητα αντίληψης, κάθε εμπειρία ύπαρξης ή ζωής, κάθε φαινόμενο που αποτελεί περιεχόμενο επίγνωσης. Από Αυτή την Ζωντανή Πραγματικότητα (που συμβολικά ονομάζεται Πρώτος Νους ή Πατέρας, ή Άβυσσος) μπορεί να γίνει αντιληπτή μονάχα η Φωτεινή Παρουσία, σαν Αδιαίρετη Νοητική Ουσία που Αντανακλά το Βάθος της Πραγματικότητας. Είναι ο Δεύτερος Νους, ο Λόγος που γίνεται Πνεύμα Ενότητας και Ζωογόνος Ψυχή (στην Δημιουργική Εξέλιξή του). Ο Λόγος είναι Μια Αιώνια Φωτεινή Παρουσία του Είναι (το «Αιθέριο Φως») που αντανακλάται σαν Σταθερή Πραγματικότητα στον κόσμο του γίγνεσθαι, της κίνησης. Αυτή η δεύτερη αντανάκλαση είναι ο Δημιουργός Νους, ο «Δημιουργός», (το «Πυρ της Δημιουργίας»), το Στήριγμα όλων των παροδικών φαινομένων, των κόσμων και των όντων τους, δηλαδή του κατώτερου νοητικού κόσμου της δυαδικότητας, (του «αέρινου» κόσμου»), του κόσμου της ψυχικής πραγματικότητας (του «υδάτινου» κόσμου») και του εξωτερικού κόσμου που συντίθεται από την κατώτερη μορφή των Τεσσάρων Στοιχείων, του πυρός, του αέρα, του ύδατος και της γης, (ο «υλικός κόσμος»). Η Πραγματική Ουσία του Όντος, ο Λόγος που μετουσιώνεται σε Πνεύμα και Ψυχή μπορεί να αποκτήσει εμπειρία των κατώτερων κόσμων και της εξωτερικής ζωής όταν «ατομικοποιείται», όταν περιορίζεται σε ένα «κέντρο αντίληψης», όταν γίνεται υποκείμενο. Αυτή η υποκειμενική εμπειρία, ασφαλώς εδράζεται στην Αντικειμενική Πραγματικότητα κι είναι σαν γεγονός κάτι αντικειμενικό αλλά το περιεχόμενο της υποκειμενικής εμπειρίας (ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε κι ερμηνεύουμε τα πράγματα) είναι μια δική μας κατασκευή. Η Ανώτερη Ουσία, σαν ατομική ψυχή, υποκείμενο, είναι εδώ, στον εξωτερικό φορέα της και χρησιμοποιεί τις κατώτερες λειτουργίες (που αποτελούν ταυτόχρονα φορείς εκδήλωσης στα κατώτερα πεδία) του νου, της σκέψης δηλαδή, της ψυχικής συναίσθησης και των σωματικών αισθήσεων (με την χρήση του υλικού σώματος), που μας φέρνουν σε άμεση επαφή με τον εξωτερικό υλικό κόσμο.

Έτσι ο Άνθρωπος, σαν Ον, σαν είδος, και κατ’ επέκταση κάθε άνθρωπος, δεν είναι παρά η Αιώνια Αιθέρια Φωτεινή Ουσία που εκδηλώνεται ατομικά και συνδέεται μέσω των κατώτερων λειτουργιών με το σώμα και τον εξωτερικό υλικό κόσμο. Η «Σύνδεση» ανιχνεύεται εμπειρικά από τον Μυούμενο και δεν είναι μια θεωρητική γνώση ή νοητικές πληροφορίες. Με άλλα λόγια ο Μυούμενος «λειτουργεί», μαθαίνει να «λειτουργεί» στο σώμα και να χρησιμοποιεί ορθά τις δυνάμεις του. Αυτό που γίνεται τελικά κατανοητό είναι ότι ο Άνθρωπος είναι μια Παρουσία, Εδώ, στο σώμα, στις αισθήσεις, στις εμπειρίες της ζωής και του κόσμου. Αυτό συμβαίνει Τώρα, στην Στιγμή που Ρέει. Ο άνθρωπος όμως επεξεργάζεται αυτό το πρωταρχικό βίωμα της ζωής και δημιουργεί μια πιο πολύπλοκη αντίληψη της πραγματικότητας, που συχνά όμως γίνεται αναληθής, ψεύτικη. Τελικά, ο Άνθρωπος «Είναι» (η Αιώνια Ουσία). Κι αυτό μπορεί να το βιώσει εσωτερικά σαν μια Αιώνια Σταθερή Πραγματικότητα, πέρα από εξωτερικές εμπειρίες. Ταυτόχρονα ο άνθρωπος «λειτουργεί», ενεργεί,, σκέπτεται, συναισθάνεται, αισθάνεται, πράττει, ζει στον κόσμο (όλα αυτά είναι δράσεις, λειτουργίες).

Η Απελευθέρωση μπορεί να βιωθεί σαν απόσυρση της Ψυχής, της Ψυχικής Ενέργειας, της Προσοχής και δραστηριότητας από τις εξωτερικές λειτουργίες. Σταδιακά, από το σώμα, την ψυχική λειτουργία, την σκέψη, την αντίληψη του χωριστού υποκειμένου. Με άλλα λόγια η Απελευθέρωση βιώνεται σαν παύση όλων των εξωτερικών δράσεων, σαν βίωση της Εσωτερικής Πραγματικότητας. Η Απελευθέρωση της Ψυχής από τον εξωτερικό φορέα, σημαίνει την ανεξαρτησία της από την «σύνδεση», τις εμπειρίες, τις πληροφορίες. Δεν σημαίνει ότι όλες αυτές οι λειτουργίες δεν χρησιμοποιούνται. Απλά μπορούμε και χωρίς όλες αυτές τις δραστηριότητες.

Η Στροφή Έσω, η Απελευθέρωση της Ψυχής από τις εξωτερικές δραστηριότητες είναι στην πραγματικότητα καθαρά θέμα κατανόησης και θέλησης, απόφασης. Η Ψυχή απλά σταματά να κάνει αυτό που έκανε, να διοχετεύει ενέργεια στην σκέψη (δηλαδή στην «διαμόρφωση» της αντίληψης, των εισερχομένων πληροφοριών) και στις εξωτερικές δραστηριότητες. Αυτή η μετατόπιση προς το Εσωτερικό Είναι, που βιώνεται μέσα στην Ησυχία, στην παύση των εξωτερικών δραστηριοτήτων, αποτελεί μια Νέα Εμπειρία της Ύπαρξης, μια Νέα Αντίληψη της Ζωής, μια Νέα Όραση της Πραγματικότητας. Καθώς διαλύονται όλες οι παρεμβάσεις της σκέψης που αλλοιώνουν την αντίληψη, περιορίζοντάς την σε ένα «κέντρο», σε μια υποκειμενική αντίληψη, η αντίληψη, απελευθερωμένη, είναι πλέον αντικειμενική, ανοιχτή και ενοποιημένη, αγκαλιάζει τα πάντα, σε μια ενότητα. Αυτή η Νέα Εμπειρία της Ύπαρξης είναι μια Νέα Ύπαρξη, μια Νέα Γέννηση, Συνειδητοποίηση της Αιώνιας Φύσης μας. Αυτό είναι το περιεχόμενο της Ερμητικής «Παλλιγγενεσίας». Όσο η Ψυχή εξακολουθεί να συνδέεται με το σώμα βιώνεται η Ενότητα της Πραγματικότητας, η Αιώνια Παρουσία κι η ροή των παροδικών φαινομένων. Η «αποκοπή» από τις «εξωτερικές πληροφορίες» βιώνεται σαν πραγματική ανεξαρτησία της Ψυχής. Αυτό που βιώνεται εδώ, μέσα στην Περισυλλογή, γίνεται άμεση πραγματικότητα με τον οριστικό αποχωρισμό από το σώμα. Τότε, δεν έχουμε απλά Εμπειρία της Εσωτερικής Αιώνιας Πραγματικότητάς μας, αλλά εισερχόμαστε πραγματικά στο Φωτεινό Κόσμο της Ψυχής, του Πνεύματος, του Λόγου, και τελικά στο Άγνωστο Βασίλειο του Πατέρα.

Αυτό που θέλει να μεταδώσει τελικά η Ερμητική Παράδοση δεν είναι μια θεωρητική γνώση, διανοητικές πληροφορίες, έννοιες που προσπαθούν να περιγράψουν την πραγματικότητα. Όλα αυτά είναι στην πραγματικότητα σκουπίδια της σκέψης. Η Γνώση για την οποία μιλάμε εδώ, είναι η Άμεση Σύλληψη του Εσωτερικού Όντος, η Άμεση Βίωση της Εσωτερικής Πραγματικότητας και τελικά ή Άμεση Εμπειρία του Θεού μέσα στην απόλυτη ακινησία της αντίληψης. Εδώ, στο Αληθινό Βασίλειο του Πατέρα Νου Μονάχα η Ζωή Ανασαίνει, χωρίς διακριτικά σημάδια ή οτιδήποτε μπορεί να περιγραφεί.

Η Οδός των Μυστικών (Μάιστερ Έκκαρτ)


Μιλώντας για τους Μυστικούς του Χριστιανισμού, ιδιαίτερα για τον Μάιστερ Έκκαρτ, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι αυτός ο άνθρωπος όταν αναφέρεται στην διάκριση του Θεού από την Θεότητα, στην Αληθινή Φύση της Ψυχής, στην Μυστική Ένωση με τον Θεό, αναφέρεται σε βιωματικές εμπειρίες του, σε πράγματα που βίωσε ο ίδιος, όχι σε θεολογικές έννοιες που συλλαμβάνονται με την διανόηση, σε πραγματικότητες που επεξεργάζεται η σκέψη. Ο Έκκαρτ ζούσε στον Πραγματικό Κόσμο των εμπειριών, όχι στον διανοητικό κόσμο των θεολόγων, των φιλοσόφων και των ανθρώπων. Αυτός είναι ο λόγος που, όλοι αυτοί, ούτε τον «κατάλαβαν», ούτε μπορούσαν να τον δεχθούν σαν «δικό» τους. Ο Έκκαρτ παραμένει ακόμα σήμερα «αιρετικός». Ίσως αυτός να είναι και ο σοβαρότερος λόγος για να ενδιαφερθεί κάποιος για την Βιωματική Διδασκαλία του και να βαδίσει μαζί του μέχρι την Άμεση Εμπειρία της Θεότητας.

Υπάρχει (για τον Έκκαρτ) Μια και Μόνο Πραγματικότητα που τα περιλαμβάνει όλα. Αυτή η Μία Πραγματικότητα δεν μπορεί να ανιχνευθεί στην Βαθύτερη Ενότητά Της. Είναι η Ζωντανή Ακίνητη Θεία Ουσία που Πάλλει από Ζωή. Είναι το Βάθος της Θεότητας (Grund der Gottheit), το Θεμέλιο, η Ουσία κι η Ζωή όλων. Το Grund είναι το «Έδαφος», το Θεμέλιο, το Βάθος, η Πρώτη Αιτία κι Αρχή, η Βαθύτερη Κρυμμένη Ουσία, το Ανεξερεύνητο Βάθος της Θεότητας, η Πρωταρχική Αδιαφοροποίητη Ενότητα που Υποστηρίζει κάθε εκδήλωση ύπαρξης. Με άλλα λόγια η Θεότητα είναι το Απόλυτο Βάθρο που Περιέχει τα πάντα. Κι είναι η Ουσία των Πάντων, το Βάθος όλων των υπάρξεων. Όλες οι άλλες καταστάσεις του Όντος δεν είναι παρά «εξωτερικές εκδηλώσεις». Αυτό που μπορεί να γίνει αντιληπτό από το Άγνωστο Βάθος είναι ο «Θεός», Αυτό που συλλαμβάνεται σαν Αληθινό Είναι, Αιώνια Νοητική Ουσία που Αντανακλά το Βάθος της Θεότητας και Μεταδίδει το Είναι μέσα στην «Δημιουργία». Όλα τα όντα υπάρχουν εκ του Πατρός (Εδράζονται στην Θεία Ουσία), δια του Υιού (Ταυτίζονται με την Θεία Ουσία), εν Αγίω Πνεύματι (Αποτελούν Μια Ενότητα). Η Εξωτερική Δημιουργία δεν έχει αληθινή ουσία, («αληθινό είναι»), είναι μονάχα κίνηση μέσα στον χρόνο που ρέει, κίνηση που δεν αφήνει ίχνη.

Η Θεότητα, το Βάθος της Θείας Ουσίας, είναι ξ Άρρητη Ενότητα των Πάντων. Εδώ Ταυτίζονται όλα. Το Βάθος του Θεού, το Βάθος των όντων, το Βάθος του ανθρώπου είναι η Ίδια Ουσία. Σύμφωνα με τον Έκκαρτ «Θεός κι Άνθρωπος έχουν το ίδιο Βάθος».  Αυτό δεν είναι μια θεωρητική διαπίστωση ή μια απλή πεποίθηση για τον Έκκαρτ. Είναι κάτι που βίωσε και κατανόησε και προσπάθησε να μεταδώσει. Αυτή ακριβώς η εμπειρική διαπίστωση που την εξέφρασε δημόσια τον οδήγησε στην καταδίκη από την επίσημη εκκλησία.

Η Ψυχή (η Ουσία του Ανθρώπου), ταυτιζόμενη με το Βάθος του Θεού είναι κάτι αδημιούργητο. Ταυτόχρονα, καθώς η Ψυχή αναδύεται στην Ύπαρξη είναι κάτι που Αντανακλά το Βάθος της Θεότητας, Μια Εικόνα της Θεότητας, που Αντανακλά την Θεότητα σε διάφορους βαθμούς, που αντιστοιχούν στην Αποκάλυψη του Θεού σαν Πατέρα, Υιού και Πνεύματος και συνιστούν τις Τρεις Ανώτερες Λειτουργίες του Εσωτερικού Ανθρώπου (την Εσωτερική Αντίληψη του Είναι, τον «εσωτερικό οφθαλμό» του ανθρώπου). Η Ψυχή έχει Εμπειρία της Ενότητας στο Φωτεινό Βασίλειο του Είναι. Παράλληλα η Ψυχή εκδηλώνεται στους κατώτερους κόσμους της δημιουργίας, (κατώτερο νοητικό, ψυχικό και υλικό) με ανάλογες δυνάμεις φορείς. Η Ψυχή, στον εξωτερικό υλικό κόσμο εκδηλώνεται με τις Τρεις Κατώτερες Λειτουργίες του Εξωτερικού Ανθρώπου (την διανόηση-σκέψη, την συναίσθηση και τις αισθήσεις του σώματος, που μας φέρνουν σε επαφή με τον εξωτερικό κόσμο, τον «εξωτερικό οφθαλμό» του ανθρώπου). Η εξωτερική εμπειρία και ζωή του ανθρώπου δεν είναι παρά σύνδεση με φαινόμενα που συνεχώς αλλάζουν κι αναλώνονται χωρίς να αφήνουν τίποτα.

Η Αληθινή Ουσία της Ψυχής, ο «Σπινθήρας» όπως το ονομάζει ο Έκκαρτ, είναι ταυτόχρονα, το Βάθος του Θεού, κάτι αδημιούργητο που γίνεται αντιληπτό σαν Αντανάκλαση του Θεού, Εικόνα του Θεού, κάτι που «δίδεται» κατά Χάριν. Η Αληθινή Ουσία της Ψυχής βρίσκεται στο Εσώτερο Βάθος μας, Αδημιούργητη και δημιουργημένη ταυτόχρονα. Κάτι που ο Έκκαρτ βίωσε εμπειρικά, αλλά όλοι όσοι δεν είχαν αυτή την εμπειρία δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν διανοητικά και να ερμηνεύσουν θεολογικά. Έτσι ο Έκκαρτ παρέμεινε, μέχρι σήμερα, παρεξηγημένος. Αυτό που έχει πραγματικά σημασία, κατά τον Έκκαρτ, για τον άνθρωπο, είναι να αποσπασθούμε από τον εξωτερικό παροδικό φαινομενικό κόσμο και να βιώσουμε εσωτερικά την Πνευματική Ενότητα, την Μοναδικότητα του Λόγου, την Αληθινή Φύση του Πατέρα, που Εδράζονται στην Μοναδική Θεία Ουσία, στην Θεότητα.

Η Πλήρης κι Ολοκληρωτική Απόσπαση (Abgeschiedenheit) είναι η Αληθινή Οδός του Ανθρώπου, που μπορεί να μας Οδηγήσει στο Φωτεινό Βασίλειο του Είναι, πέρα από τον κόσμο των παροδικών φαινομένων. Η Απόσπαση έχει το νόημα της εσωτερικής απελευθέρωσης, την μη εξάρτηση. Η χρήση των κατωτέρων λειτουργιών, όπου κρίνεται αναγκαίο, γίνεται απρόσκοπτα και χωρίς περιπλοκές. Στην πραγματικότητα, για τον Έκκαρτ, αυτή η «απόσπαση» είναι θέμα θέλησης, «ηθικής» κι όχι μια μέθοδος ή μια αυστηρή πρακτική. Παρόλα αυτά ο Έκκαρτ, για παιδαγωγικούς λόγους, μιλά για τον άνθρωπο, την «σύνθεση» του ανθρώπου, τις Επτά Δυνάμεις του ανθρώπου (τον Θείο «Σπινθήρα», τις Τρεις Ανώτερες Εσωτερικές Δυνάμεις Αντίληψης της Ενότητας του Είναι, τις τρεις κατώτερες εξωτερικές δυνάμεις της σκέψης που συνθέτει το ψεύτικο εγώ του ανθρώπου, της συναίσθησης και της σωματικής αίσθησης) και τα Έξη Σκαλοπάτια της πνευματικής προόδου που οδηγούν ως την Τελική Ένωση με τον Θεό, στην Βίωση του Εσώτερου Βάθους της Ψυχής, που Ταυτίζεται με το Βάθος της Θεότητας. Αυτό το Βίωσε ο Έκκαρτ για αυτό και ομολόγησε ότι «Στο Βάθος της Ψυχής, εκεί το Βάθος του Θεού και το Βάθος της Ψυχής είναι Ένα Βάθος». Για όσους ανέρχονται βιωματικά Ως τον Θεό, Θεός και Ψυχή αποτελούν μια Τέλεια Αδιάρρηκτη Ενότητα-Ταυτότητα. Όλα τα άλλα που λέγονται προέρχονται από την ταπεινή σκέψη των ανθρώπων που σέρνεται στις σκιές των πραγμάτων και κονταροχτυπιέται με τις λέξεις.

Ο Έκκαρτ είχε Άμεση Εμπειρία του Θεού, πέρα από κάθε αντίληψη, είχε εισχωρήσει με τον θάνατο του εγώ και την Πλήρη Παράδοση στον Θεό, στο Μεγάλο μυστήριο της Θεότητας. Δεν ήταν δυνατόν να τον καταλάβουν αυτοί που σέρνονται στις εξωτερικές δραστηριότητες κι αισθήσεις. Ο Έκκαρτ μιλούσε για το Φωτεινό Βασίλειο της Ενότητας του Είναι, για την Ουσία των πάντων κι οι άλλοι φλυαρούσαν θεολογικές ανοησίες. Ίσως αυτό που εξόργισε τους διώκτες του ήταν η απόλυτη ειλικρίνειά του. Είπε, «Λέγω ότι υπάρχει κάτι το οποίο είναι υπεράνω της δημιουργημένης φύσης της ψυχής, κι όμως μερικοί ιερείς δεν καταλαβαίνουν ότι υπάρχει κάτι το οποίο είναι τόσο συγγενές με τον Θεό και τόσο ένα (με τον Θεό)». Στον πλανήτη των ανθρώπων (των homo simian) κανένας δεν καταλαβαίνει τίποτα.

Η ΑληθινήΔράση


Αυτοί που κατανόησαν, ίσως περισσότερο και καλύτερα, τι είναι πραγματικότητα και που ο άνθρωπος «ξεφεύγει» είναι οι ταοϊστές σοφοί που ακολουθούσαν απλά το Ρεύμα της Ζωής. Πολύτιμη σοφία που πέρασε ήσυχα στους δασκάλους του Τσαν και τους γνήσιους ακόλουθους του Ζεν.

Η Ζωή είναι αυτό το Συνολικό Φαινόμενο που εκδηλώνεται εδώ, τώρα (το σύνολο της πραγματικότητας κι όχι ό,τι αντιλαμβάνεται ο κάθε ανόητος). Η Ζωή απλά εκδηλώνεται, ρέει. Δεν χρειάζεται ούτε ερμηνείες, ούτε καθοδήγηση. Συμβαίνει από μόνη της κι ακολουθεί πάντα τον ορθότερο δρόμο. Δεν χρειάζεται να νοιάζεται κανένας για τίποτα. Δεν χρειάζεται διδασκαλία, δεν χρειάζονται γνώσεις ή μνήμες, στάχτες του παρελθόντος. Η αληθινή ζωή βρίσκεται στην άμεση επαφή με αυτό που συμβαίνει. Η πραγματική ζωή δεν έχει να κάνει ούτε με σκέψεις, ούτε με πεποιθήσεις, ούτε με πράξεις. Όταν όλα συμβαίνουν, όπως πρέπει να συμβούν, οποιοδήποτε σχόλιο είναι περιττό. Η αληθινή ζωή (ή η ζωή του ζεν) είναι πραγματική δράση, δεν έχει καμιά σχέση με τον διανοητικό κόσμο των ανθρώπων, με την σκέψη τους και τις λέξεις τους. Την ζωή απλά την ζεις. Δεν την περιγράφεις, δεν την διδάσκεις. Και το μόνο που μπορείς να υποδείξεις είναι η ανθρώπινη ανοησία.

Ε! Ξύπνα! Δες, πόσο ήσυχα είναι όλα! Λειτουργεί!

Τελικά!


Τελικά; Τελικά τι; Μπορείς να Μείνεις Ήσυχος; Να αφουγκραστείς την Ζωή; Να Είσαι Εδώ, Τώρα; Όχι μόνο σε αυτά που συλλαμβάνουν οι αισθήσεις. Όχι μόνο στα χωρίς ίχνη φτερουγίσματα της φαντασίας. Όχι μόνο σε  Ό,τι μπορεί να γίνει αντιληπτό. Μπορείς να Είσαι Εδώ, Τώρα, στο Απέραντο Βάθος που δεν είναι ούτε ύπαρξη, ούτε παρατηρητής, ούτε εμπειρία. Εδώ. Τώρα! Εδώ, που Σβήνουν Όλα, Τώρα, που δεν Τελειώνει Ποτέ!
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

TAOΪSM

TAOΪSM
Chapter 16. The Sacred Return: A Journey into the Eternal Stillness
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

BUDDHISM

BUDDHISM
Chapter 16. Pleasure
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

VEDANTA

VEDANTA
Viveka Chudamani, by Adi Sankaracharya, 6-10 / 2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming
Monday, 6 October, 2025

2. The Pathless Path: A Journey Beyond the Threshold of Becoming

(Viveka Chudamani 6-10)

In the deepest chambers of the human heart, where thought dissolves into silence and words falter at the edge of mystery, there exists a threshold that few dare to cross. Beyond this invisible boundary lies not another country of the mind, but rather the dissolution of all countries, all boundaries, all the carefully constructed edifices of identity that mortals build across the span of their years. It is here, in this vast and luminous emptiness, that the ancient seeker stands—not with certainty, but with a trembling that is itself a form of knowing.

 

The scriptures speak, and their words echo through temple courtyards and monastery halls, reverberating against stone walls that have witnessed countless generations of prayer. Rituals unfold with mathematical precision: offerings of flowers and incense, libations poured with careful hands, mantras chanted in rhythms older than memory. The gods receive their worship, accepting the devotion of hearts that seek solace in form, in gesture, in the familiar comfort of repetition. Yet beneath all this sacred theater, beneath the smoke of offerings and the melodious recitation of holy verses, there stirs a deeper question—one that ritual cannot answer, that no amount of ceremonial perfection can resolve.

 

For Liberation, that most elusive of all spiritual promises, cannot be purchased with the currency of works. It cannot be earned through accumulation, whether of merit or of knowledge, of sacrifices performed or deities placated. Even if one were to extend one's practice across the unimaginable expanse of a hundred cosmic cycles—those vast epochs that mark the breathing of creation itself—still the essential transformation would remain beyond reach. Liberation is not a destination to be arrived at through effort, but rather a recognition of what has always been present, hidden only by the veils of one's own ignorance.

 

The Vedas themselves, those ancient fountains of wisdom that flow through the spiritual landscape like underground rivers, make this declaration with stark clarity: immortality cannot be found in the realm of riches, in the accumulation of worldly treasures or even in the hoarding of spiritual experiences. This truth stands like a mountain against the rushing stream of human desire—unmoved, uncompromising, eternal. Works, no matter how noble or how perfectly executed, cannot serve as the causeway to Liberation. They may polish the mirror of consciousness, may prepare the ground for the seed of awakening, but they themselves are not the flowering that seekers ultimately long for.

 

What then must one do? Or perhaps more precisely, what must one cease doing? The paradox reveals itself slowly, like dawn creeping across a landscape shrouded in mist. The man or woman of learning—not learning in the sense of mere intellectual accumulation, but learning that has ripened into wisdom—must turn away from the glittering marketplace of external pleasures. This turning away is not born of ascetic hatred or world-denying bitterness, but rather from a profound recognition that the objects of desire, no matter how beautiful or enticing, cannot quench the thirst that burns in the depths of the soul.

 

This renunciation is itself a mystery. It does not mean abandoning the world in physical terms, fleeing to mountain caves or desert hermitages—though such withdrawal may serve some seekers at certain stages of their journey. Rather, it means releasing the invisible chains of attachment that bind consciousness to the surface of things, to the dance of appearances that so thoroughly captivates the unexamined mind. It is a loosening of the grip, a relaxation of the fist that has been clenched around phenomena, desperately trying to hold onto experiences that are, by their very nature, as ephemeral as morning dew.

 

Yet this renunciation is not meant to be undertaken in isolation, through the sheer force of individual will. The path requires a guide—a preceptor whose generosity flows not from material abundance but from the overflow of their own realization. To approach such a teacher is to step into a transmission that cannot be reduced to mere instruction or information transfer. The good and generous preceptor serves as a mirror in which the seeker may glimpse their own true nature, as a catalyst that activates possibilities dormant within the student's consciousness. Their words point like a finger toward the moon of truth, and the wise student learns to look not at the finger but at what it indicates.

 

The truth inculcated by such a teacher is both devastatingly simple and infinitely subtle. It whispers of an identity that has never been lost, only forgotten—the identity of the individual consciousness with the Atman, that innermost essence that is simultaneously the most intimate dimension of the self and the ultimate ground of all existence. This realization is not a merging of two separate things, not a union of soul with God as though they were two entities coming together. Rather, it is the recognition that the separation was always illusory, that the wave has never been anything other than ocean, that the apparent division between self and Self was nothing more than a trick of perception, a cosmic case of mistaken identity.

 

To fix one's mind upon this truth is to enter into a practice that transcends practice itself. It is not concentration in the ordinary sense, where the mind is forcefully held upon an object like a restless horse reined in by its rider. Rather, it is a kind of restful abiding, a settling into what has always been one's true home. The mind, accustomed to its constant movement, its endless oscillation between past and future, gradually discovers the possibility of resting in the present moment—not the thin sliver of present that separates what was from what will be, but the eternal Now that contains all time within its spacious embrace.

 

This state that the ancients called Yogarudha—that condition of being established in yoga, of having climbed the ladder of spiritual ascent and found firm footing on a higher platform of consciousness—represents a crucial threshold in the seeker's journey. Yet even here, at this elevated vantage point, the work is not complete. One must still recover oneself from the sea of birth and death, that vast ocean of cyclic existence in which consciousness has been drowning for time immemorial.

 

The metaphor of the sea is not chosen carelessly. Birth and death are not merely biological events marking the beginning and end of a single lifetime, but rather the fundamental rhythm of manifest existence itself. Each moment brings a birth—of thoughts, sensations, perceptions, emotions—and each moment brings a death as these phenomena dissolve back into the formless source from which they emerged. To be caught in this sea is to be tossed endlessly by waves of becoming, never finding solid ground, never touching the ocean floor where all movement ceases and perfect stillness reigns.

 

The means of recovery from this drowning is described as devotion to right discrimination—viveka, that faculty of discernment that can distinguish between the real and the unreal, between the eternal and the transient, between the Self and the not-Self. This discrimination is not cold or intellectual, not a matter of merely cataloging phenomena into categories. Rather, it is a living wisdom, suffused with devotion, powered by an earnest longing for truth. It sees through the masquerade of appearances not with contempt but with clear-eyed compassion, recognizing the divine play while no longer being entrapped by it.

 

The wise person, having attained even a glimpse of this discriminative wisdom, makes a radical choice: to give up all works in the conventional sense and to focus entirely on the realization of the Atman. This giving up is perhaps the most misunderstood aspect of the spiritual path. It does not mean becoming passive or inactive, lying inert like a stone while life passes by. Rather, it means ceasing to identify with the actor, no longer claiming ownership of actions and their fruits. It means allowing actions to flow naturally from the depths of being rather than being driven by the surface winds of desire and aversion.

 

This practice aims at nothing less than cutting loose the bonds of birth and death—those invisible fetters that keep consciousness bound to the wheel of becoming. These bonds are not external constraints imposed by some cosmic jailer, but rather the products of ignorance, the accumulated knots of misidentification that tie awareness to limited forms of existence. To cut them loose requires more than philosophical understanding; it requires a transformation at the deepest levels of being, a rewiring of the very circuitry through which consciousness perceives and interprets reality.

 

The image of cutting suggests both violence and precision—violence in the sense that this liberation cannot be gentle or gradual if it is to be effective, and precision in that one must know exactly where to strike, which threads of illusion to sever. Yet the cutting is not done with external implements but with the sharp blade of insight, forged in the fires of meditation and tempered in the waters of contemplation. Each stroke of understanding loosens another bind, releases another constraint, until finally the last thread snaps and consciousness stands free.

 

But what does this freedom mean? What landscape opens before one who has truly cut loose the bonds of cyclic existence? Here language reaches its absolute limit, for how can words that evolved to describe the world of form and change adequately capture that which transcends all form, all change? The liberated state is sometimes described as sat-chit-ananda: being-consciousness-bliss, yet even these words are mere pointers, fingers indicating a moon that must be seen directly to be known.

 

Perhaps it is more accurate to speak of what Liberation is not. It is not an experience, for all experiences arise and pass away, while Liberation is eternal. It is not a state to be achieved, for all states are temporary, while Liberation is one's unchanging nature. It is not something that happens to someone, for in true Liberation, the very sense of being a separate someone dissolves like morning mist before the rising sun. What remains is neither something nor nothing, neither existence nor non-existence, but rather the ground from which all such distinctions arise—the pure awareness that witnesses both being and non-being without being touched by either.

 

The path toward this realization is not marked on any map, cannot be traced by any GPS of the soul. It winds through territories of the heart that each traveler must navigate according to their own inner compass. For some, it passes through valleys of devotion, where love for the Divine burns away the dross of separation. For others, it climbs the mountain peaks of discrimination, where the thin air of pure philosophy reveals vistas of truth. Still others find themselves walking the middle way of meditation, where in the balanced stillness of equanimity, the door to the absolute swings silently open.

 

Yet regardless of the specific contours of one's journey, certain landmarks appear consistently. There is always the initial turning away from external satisfactions, that moment when the pleasures of the world reveal their ultimate inability to satisfy the deepest hunger. There is the seeking of guidance, the recognition that one cannot navigate these subtle territories alone. There is the patient work of purification, the gradual clarification of consciousness through practice and discipline. And there is finally the grace of recognition, that moment beyond all moments when what has always been true reveals itself in stunning clarity.

 

This recognition does not come as a reward for effort, though effort may prepare the ground for its appearance. It arrives as a gift, yet not from any external giver. It emerges as one's own deepest nature, which has always been waiting—patient as eternity—for the clouds of confusion to part. In that recognition, all questions dissolve not because they have been answered but because the questioner disappears into the vastness of what is discovered. The seeker becomes the sought, the lover merges into the beloved, the wave recognizes itself as ocean.

 

And so the ancient teaching, transmitted across countless generations, comes down to this: beneath all the complexity of spiritual practice, behind all the elaborate scaffolding of philosophy and technique, there lies a simple truth. One is already what one seeks to become. Liberation is not a future attainment but a present reality, obscured only by the accumulated debris of ignorance and misidentification. The spiritual journey is thus not a movement toward something new but a removal of what conceals what has always been—a homecoming to a home one has never truly left.

 

In the end, when all the rituals have been completed and set aside, when all the scriptures have been studied and released, when all the philosophical arguments have been exhausted and transcended, what remains is simply this: the quiet knowing of being, the clear light of consciousness recognizing itself, the eternal presence that was never born and can never die. This is the Liberation beyond all liberations, the freedom that needs no works to establish it, the immortality that no riches can purchase. It is the Atman revealing itself as what it has always been—not a distant goal to be achieved but the very ground upon which the seeker has always stood, the very awareness through which all seeking occurs, the very life that animates every moment of the journey.

 

Here, in this recognition, all striving ceases not in defeat but in fulfillment. The pathless path reaches its conclusion, which was also its beginning. And in the vast silence that follows, something within whispers its eternal affirmation: I am That.

Το Μονοπάτι χωρίς μονοπάτι: Ένα Ταξίδι Πέρα από το Κατώφλι της Γένεσης

 

Στα βαθύτερα δωμάτια της ανθρώπινης καρδιάς, όπου η σκέψη διαλύεται σε σιωπή και οι λέξεις σκοντάφτουν στην άκρη του μυστηρίου, υπάρχει ένα κατώφλι που λίγοι τολμούν να διαβούν. Πέρα από αυτό το αόρατο όριο δεν βρίσκεται μια άλλη χώρα του νου, αλλά μάλλον η διάλυση όλων των χωρών, όλων των ορίων, όλων των προσεκτικά χτισμένων οικοδομημάτων της ταυτότητας που οι θνητοί χτίζουν κατά τη διάρκεια των ετών τους. Είναι εδώ, σε αυτή την απέραντη και φωτεινή κενότητα, που ο αρχαίος αναζητητής στέκεται—όχι με βεβαιότητα, αλλά με ένα τρέμουλο που είναι το ίδιο μια μορφή γνώσης.

 

Οι γραφές μιλούν, και τα λόγια τους αντηχούν μέσα από αυλές ναών και αίθουσες μοναστηριών, αντανακλώντας σε πέτρινους τοίχους που έχουν μαρτυρήσει αμέτρητες γενιές προσευχών. Τα τελετουργικά ξεδιπλώνονται με μαθηματική ακρίβεια: προσφορές λουλουδιών και θυμιάματος, σπονδές που χύνονται με προσεκτικά χέρια, μάντρα που ψάλλονται σε ρυθμούς παλαιότερους από τη μνήμη. Οι θεοί δέχονται τη λατρεία τους, αποδεχόμενοι την αφοσίωση καρδιών που αναζητούν παρηγοριά στη μορφή, στη χειρονομία, στην οικεία άνεση της επανάληψης. Ωστόσο, κάτω από όλο αυτό το ιερό θέατρο, κάτω από τον καπνό των προσφορών και την μελωδική απαγγελία ιερών στίχων, αναδεύεται μια βαθύτερη ερώτηση—μια που το τελετουργικό δεν μπορεί να απαντήσει, που καμία ποσότητα τελετουργικής τελειότητας δεν μπορεί να λύσει.

 

Γιατί η Απελευθέρωση, αυτή η πιο απατηλή από όλες τις πνευματικές υποσχέσεις, δεν μπορεί να αγοραστεί με το νόμισμα των έργων. Δεν μπορεί να κερδηθεί μέσω συσσώρευσης, είτε πρόκειται για αξία είτε για γνώση, για θυσίες που εκτελούνται ή για θεότητες που κατευνάζονται. Ακόμα και αν κάποιος επέκτεινε την πρακτική του σε όλη την αδιανόητη έκταση εκατό κοσμικών κύκλων—αυτών των απέραντων εποχών που σηματοδοτούν την αναπνοή της δημιουργίας—ακόμα και τότε η ουσιαστική μεταμόρφωση θα παρέμενε πέρα από την εμβέλεια. Η Απελευθέρωση δεν είναι ένας προορισμός που φτάνει κανείς μέσω προσπάθειας, αλλά μάλλον μια αναγνώριση αυτού που ήταν πάντα παρόν, κρυμμένο μόνο από τα πέπλα της δικής του άγνοιας.

 

Οι ίδιες οι Βέδες, αυτές οι αρχαίες πηγές σοφίας που ρέουν μέσα από το πνευματικό τοπίο σαν υπόγειοι ποταμοί, κάνουν αυτή τη δήλωση με απόλυτη σαφήνεια: η αθανασία δεν μπορεί να βρεθεί στο βασίλειο των πλούτων, στη συσσώρευση κοσμικών θησαυρών ή ακόμα και στη συγκέντρωση πνευματικών εμπειριών. Αυτή η αλήθεια στέκεται σαν βουνό ενάντια στο ορμητικό ρεύμα της ανθρώπινης επιθυμίας—ακίνητη, ασυμβίβαστη, αιώνια. Τα έργα, όσο ευγενή ή τέλεια εκτελεσμένα και αν είναι, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως γέφυρα προς την Απελευθέρωση. Μπορεί να γυαλίσουν τον καθρέφτη της συνείδησης, μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για τον σπόρο της αφύπνισης, αλλά τα ίδια δεν είναι η άνθιση που οι αναζητητές τελικά λαχταρούν.

 

Τι πρέπει λοιπόν να κάνει κανείς; Ή ίσως πιο ακριβώς, τι πρέπει να σταματήσει να κάνει; Το παράδοξο αποκαλύπτεται αργά, σαν την αυγή που σέρνεται σε ένα τοπίο σκεπασμένο από ομίχλη. Ο άνδρας ή η γυναίκα της μάθησης—όχι μάθησης με την έννοια της απλής πνευματικής συσσώρευσης, αλλά μάθησης που έχει ωριμάσει σε σοφία—πρέπει να στραφεί μακριά από την αστραφτερή αγορά των εξωτερικών απολαύσεων. Αυτή η στροφή δεν γεννιέται από ασκητικό μίσος ή από πικρία που αρνείται τον κόσμο, αλλά μάλλον από μια βαθιά αναγνώριση ότι τα αντικείμενα της επιθυμίας, όσο όμορφα ή δελεαστικά και αν είναι, δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα που καίει στα βάθη της ψυχής.

 

Αυτή η παραίτηση είναι η ίδια ένα μυστήριο. Δεν σημαίνει εγκατάλειψη του κόσμου σε φυσικούς όρους, φυγή σε σπηλιές βουνών ή ερημιές ερήμων—αν και τέτοια απόσυρση μπορεί να εξυπηρετήσει ορισμένους αναζητητές σε ορισμένα στάδια του ταξιδιού τους. Μάλλον, σημαίνει απελευθέρωση των αόρατων αλυσίδων της προσκόλλησης που δένουν τη συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον χορό των εμφανίσεων που τόσο πλήρως μαγεύει τον ανεξέταστο νου. Είναι μια χαλάρωση της λαβής, μια χαλάρωση της γροθιάς που ήταν σφιγμένη γύρω από τα φαινόμενα, προσπαθώντας απελπισμένα να κρατηθεί σε εμπειρίες που είναι, από τη φύση τους, τόσο εφήμερες όσο η πρωινή δροσιά.

 

Ωστόσο, αυτή η παραίτηση δεν προορίζεται να γίνει σε απομόνωση, μέσω της καθαρής δύναμης της ατομικής βούλησης. Ο δρόμος απαιτεί έναν οδηγό—έναν προπονητή του οποίου η γενναιοδωρία ρέει όχι από υλική αφθονία αλλά από την υπερχείλιση της δικής του πραγματοποίησης. Η προσέγγιση ενός τέτοιου δασκάλου είναι να μπεις σε μια μετάδοση που δεν μπορεί να περιοριστεί σε απλή διδασκαλία ή μεταφορά πληροφοριών. Ο καλός και γενναιόδωρος προπονητής χρησιμεύει ως καθρέφτης στον οποίο ο αναζητητής μπορεί να ρίξει μια ματιά στη δική του αληθινή φύση, ως καταλύτης που ενεργοποιεί δυνατότητες που κοιμούνται μέσα στη συνείδηση του μαθητή. Τα λόγια του δείχνουν σαν ένα δάχτυλο προς το φεγγάρι της αλήθειας, και ο σοφός μαθητής μαθαίνει να κοιτάζει όχι το δάχτυλο αλλά αυτό που δείχνει.

 

Η αλήθεια που εμφυτεύεται από έναν τέτοιο δάσκαλο είναι ταυτόχρονα καταστροφικά απλή και άπειρα λεπτή. Ψιθυρίζει για μια ταυτότητα που δεν χάθηκε ποτέ, μόνο ξεχάστηκε—την ταυτότητα της ατομικής συνείδησης με τον Άτμαν, αυτή την εσωτερική ουσία που είναι ταυτόχρονα η πιο οικεία διάσταση του εαυτού και το απόλυτο έδαφος όλης της ύπαρξης. Αυτή η πραγματοποίηση δεν είναι μια συγχώνευση δύο ξεχωριστών πραγμάτων, όχι μια ένωση ψυχής με Θεό σαν να ήταν δύο οντότητες που ενώνονται. Μάλλον, είναι η αναγνώριση ότι ο διαχωρισμός ήταν πάντα απατηλός, ότι το κύμα δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο από ωκεανός, ότι ο φαινομενικός διαχωρισμός μεταξύ εαυτού και Εαυτού δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα τέχνασμα της αντίληψης, μια κοσμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας.

 

Το να στερεώσει κανείς το νου του σε αυτή την αλήθεια είναι να μπει σε μια πρακτική που υπερβαίνει την ίδια την πρακτική. Δεν είναι συγκέντρωση με την συνηθισμένη έννοια, όπου ο νους κρατιέται βίαια σε ένα αντικείμενο σαν ένα ανήσυχο άλογο που συγκρατείται από τον αναβάτη του. Μάλλον, είναι ένα είδος ξεκούραστης παραμονής, μια εγκατάσταση σε αυτό που ήταν πάντα το αληθινό σπίτι κάποιου. Ο νους, συνηθισμένος στην συνεχή κίνησή του, στην ατελείωτη ταλάντωσή του μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, ανακαλύπτει σταδιακά τη δυνατότητα να ξεκουραστεί στην παρούσα στιγμή—όχι το λεπτό κομμάτι του παρόντος που χωρίζει αυτό που ήταν από αυτό που θα είναι, αλλά το αιώνιο Τώρα που περιέχει όλο τον χρόνο μέσα στην ευρύχωρη αγκαλιά του.

 

Αυτή η κατάσταση που οι αρχαίοι ονόμαζαν Γιογκαρούδα—αυτή η κατάσταση του να είναι εδραιωμένος στη γιόγκα, του να έχει σκαρφαλώσει τη σκάλα της πνευματικής ανόδου και να έχει βρει σταθερό πάτημα σε μια υψηλότερη πλατφόρμα συνείδησης—αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο κατώφλι στο ταξίδι του αναζητητή. Ωστόσο, ακόμα και εδώ, σε αυτό το υπερυψωμένο σημείο θέας, το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Κάποιος πρέπει ακόμα να ανακτήσει τον εαυτό του από τη θάλασσα της γέννησης και του θανάτου, αυτό τον απέραντο ωκεανό της κυκλικής ύπαρξης στον οποίο η συνείδηση πνίγεται από αμνημονεύτων χρόνων.

 

Η μεταφορά της θάλασσας δεν επιλέγεται απερίσκεπτα. Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι απλώς βιολογικά γεγονότα που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος μιας μοναδικής ζωής, αλλά μάλλον ο θεμελιώδης ρυθμός της ίδιας της φανερής ύπαρξης. Κάθε στιγμή φέρνει μια γέννηση—σκέψεων, αισθήσεων, αντιλήψεων, συναισθημάτων—και κάθε στιγμή φέρνει έναν θάνατο καθώς αυτά τα φαινόμενα διαλύονται πίσω στην άμορφη πηγή από την οποία προέκυψαν. Το να είναι κανείς παγιδευμένος σε αυτή τη θάλασσα είναι να ρίχνεται ασταμάτητα από κύματα γένεσης, χωρίς ποτέ να βρίσκει στερεό έδαφος, χωρίς ποτέ να αγγίζει τον πυθμένα του ωκεανού όπου όλη η κίνηση σταματά και βασιλεύει τέλεια ησυχία.

 

Το μέσο ανάκτησης από αυτό το πνίξιμο περιγράφεται ως αφοσίωση στη σωστή διάκριση—βιβέκα, αυτή η ικανότητα διάκρισης που μπορεί να διακρίνει μεταξύ του πραγματικού και του μη πραγματικού, μεταξύ του αιώνιου και του παροδικού, μεταξύ του Εαυτού και του μη-Εαυτού. Αυτή η διάκριση δεν είναι κρύα ή πνευματική, όχι θέμα απλής καταγραφής φαινομένων σε κατηγορίες. Μάλλον, είναι μια ζωντανή σοφία, εμποτισμένη με αφοσίωση, τροφοδοτούμενη από μια ειλικρινή λαχτάρα για αλήθεια. Βλέπει μέσα από τη μεταμφίεση των εμφανίσεων όχι με περιφρόνηση αλλά με καθαρή, συμπονετική ματιά, αναγνωρίζοντας το θεϊκό παιχνίδι ενώ δεν παγιδεύεται πλέον από αυτό.

 

Ο σοφός άνθρωπος, έχοντας αποκτήσει έστω και μια ματιά αυτής της διακριτικής σοφίας, κάνει μια ριζική επιλογή: να εγκαταλείψει όλα τα έργα με την συμβατική έννοια και να εστιάσει πλήρως στην πραγματοποίηση του Άτμαν. Αυτή η εγκατάλειψη είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του πνευματικού δρόμου. Δεν σημαίνει να γίνει παθητικός ή αδρανής, να κείται ακίνητος σαν πέτρα ενώ η ζωή περνάει. Μάλλον, σημαίνει να σταματήσει να ταυτίζεται με τον δράστη, να μην διεκδικεί πλέον ιδιοκτησία των πράξεων και των καρπών τους. Σημαίνει να επιτρέπει στις πράξεις να ρέουν φυσικά από τα βάθη της ύπαρξης αντί να οδηγούνται από τους επιφανειακούς ανέμους της επιθυμίας και της αποστροφής.

 

Αυτή η πρακτική στοχεύει σε τίποτα λιγότερο από το να κόψει τα δεσμά της γέννησης και του θανάτου—αυτά τα αόρατα δεσμά που κρατούν τη συνείδηση δεμένη στον τροχό της γένεσης. Αυτά τα δεσμά δεν είναι εξωτερικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από κάποιον κοσμικό δεσμοφύλακα, αλλά μάλλον τα προϊόντα της άγνοιας, οι συσσωρευμένοι κόμποι της λανθασμένης ταυτοποίησης που δένουν την επίγνωση σε περιορισμένες μορφές ύπαρξης. Για να τα κόψει κανείς απαιτείται περισσότερο από φιλοσοφική κατανόηση· απαιτείται μια μεταμόρφωση στα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, μια επανακαλωδίωση του ίδιου του κυκλώματος μέσω του οποίου η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα.

 

Η εικόνα του κόψιμου υποδηλώνει τόσο βία όσο και ακρίβεια—βία με την έννοια ότι αυτή η απελευθέρωση δεν μπορεί να είναι ήπια ή σταδιακή αν είναι να είναι αποτελεσματική, και ακρίβεια στο ότι πρέπει να ξέρει κανείς ακριβώς πού να χτυπήσει, ποιες κλωστές της ψευδαίσθησης να κόψει. Ωστόσο, το κόψιμο δεν γίνεται με εξωτερικά εργαλεία αλλά με την κοφτερή λεπίδα της διορατικότητας, σφυρηλατημένη στις φωτιές του διαλογισμού και σκληρυμένη στα νερά της περισυλλογής. Κάθε χτύπημα κατανόησης χαλαρώνει άλλο ένα δεσμό, απελευθερώνει άλλον έναν περιορισμό, μέχρι τελικά η τελευταία κλωστή να σπάσει και η συνείδηση να σταθεί ελεύθερη.

 

Αλλά τι σημαίνει αυτή η ελευθερία; Ποιο τοπίο ανοίγεται μπροστά σε εκείνον που έχει πραγματικά κόψει τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης; Εδώ η γλώσσα φτάνει στο απόλυτο όριό της, γιατί πώς μπορούν λέξεις που εξελίχθηκαν για να περιγράψουν τον κόσμο της μορφής και της αλλαγής να συλλάβουν επαρκώς αυτό που υπερβαίνει κάθε μορφή, κάθε αλλαγή; Η απελευθερωμένη κατάσταση περιγράφεται μερικές φορές ως σατ-τσιτ-άναντα: ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ωστόσο ακόμα και αυτές οι λέξεις είναι απλώς δείκτες, δάχτυλα που δείχνουν ένα φεγγάρι που πρέπει να δει κανείς απευθείας για να το γνωρίσει.

 

Ίσως είναι πιο ακριβές να μιλήσουμε για το τι ΔΕΝ είναι η Απελευθέρωση. Δεν είναι μια εμπειρία, γιατί όλες οι εμπειρίες αναδύονται και εξαφανίζονται, ενώ η Απελευθέρωση είναι αιώνια. Δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να επιτευχθεί, γιατί όλες οι καταστάσεις είναι προσωρινές, ενώ η Απελευθέρωση είναι η αμετάβλητη φύση κάποιου. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει σε κάποιον, γιατί στην αληθινή Απελευθέρωση, η ίδια η αίσθηση του να είναι ένας ξεχωριστός κάποιος διαλύεται σαν πρωινή ομίχλη μπροστά στον ανατέλλοντα ήλιο. Αυτό που μένει δεν είναι ούτε κάτι ούτε τίποτα, ούτε ύπαρξη ούτε μη-ύπαρξη, αλλά μάλλον το έδαφος από το οποίο αναδύονται όλες αυτές οι διακρίσεις—η καθαρή επίγνωση που μαρτυρεί τόσο την ύπαρξη όσο και τη μη-ύπαρξη χωρίς να αγγίζεται από καμία.

 

Ο δρόμος προς αυτή την πραγματοποίηση δεν είναι σημειωμένος σε κανέναν χάρτη, δεν μπορεί να εντοπιστεί από κανένα GPS της ψυχής. Περιπλανιέται μέσα από εδάφη της καρδιάς που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να πλοηγηθεί σύμφωνα με τη δική του εσωτερική πυξίδα. Για κάποιους, περνάει μέσα από κοιλάδες αφοσίωσης, όπου η αγάπη για το Θεϊκό καίει τα σκουπίδια του διαχωρισμού. Για άλλους, σκαρφαλώνει στις κορυφές της διάκρισης, όπου ο αραιός αέρας της καθαρής φιλοσοφίας αποκαλύπτει πανοράματα αλήθειας. Άλλοι βρίσκουν τον εαυτό τους να περπατούν τον μεσαίο δρόμο του διαλογισμού, όπου στην ισορροπημένη ησυχία της ισορροπίας, η πόρτα προς το απόλυτο ανοίγει αθόρυβα.

 

Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα περιγράμματα του ταξιδιού κάποιου, ορισμένα ορόσημα εμφανίζονται σταθερά. Υπάρχει πάντα η αρχική στροφή μακριά από τις εξωτερικές ικανοποιήσεις, εκείνη η στιγμή που οι απολαύσεις του κόσμου αποκαλύπτουν την απόλυτη αδυναμία τους να ικανοποιήσουν την βαθύτερη πείνα. Υπάρχει η αναζήτηση καθοδήγησης, η αναγνώριση ότι δεν μπορεί κανείς να πλοηγηθεί σε αυτά τα λεπτά εδάφη μόνος του. Υπάρχει η υπομονετική εργασία της κάθαρσης, η σταδιακή διαύγεια της συνείδησης μέσω πρακτικής και πειθαρχίας. Και υπάρχει τελικά η χάρη της αναγνώρισης, εκείνη η στιγμή πέρα από όλες τις στιγμές όταν αυτό που ήταν πάντα αληθινό αποκαλύπτεται σε εκπληκτική σαφήνεια.

 

Αυτή η αναγνώριση δεν έρχεται ως ανταμοιβή για την προσπάθεια, αν και η προσπάθεια μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για την εμφάνισή της. Έρχεται ως δώρο, ωστόσο όχι από κάποιον εξωτερικό δωρητή. Αναδύεται ως η βαθύτερη φύση κάποιου, που πάντα περίμενε—υπομονετική σαν την αιωνιότητα—για τα σύννεφα της σύγχυσης να διαλυθούν. Σε αυτή την αναγνώριση, όλες οι ερωτήσεις διαλύονται όχι επειδή έχουν απαντηθεί αλλά επειδή ο ερωτών εξαφανίζεται στην απέραντη έκταση αυτού που ανακαλύπτεται. Ο αναζητητής γίνεται το αναζητούμενο, ο εραστής συγχωνεύεται στον αγαπημένο, το κύμα αναγνωρίζει τον εαυτό του ως ωκεανό.

 

Και έτσι η αρχαία διδασκαλία, που μεταδίδεται σε αμέτρητες γενιές, καταλήγει σε αυτό: κάτω από όλη την πολυπλοκότητα της πνευματικής πρακτικής, πίσω από όλο την περίτεχνη σκαλωσιά της φιλοσοφίας και της τεχνικής, κρύβεται μια απλή αλήθεια. Κάποιος είναι ήδη αυτό που επιδιώκει να γίνει. Η Απελευθέρωση δεν είναι μια μελλοντική κατάκτηση αλλά μια παρούσα πραγματικότητα, κρυμμένη μόνο από τα συσσωρευμένα συντρίμμια της άγνοιας και της λανθασμένης ταυτοποίησης. Το πνευματικό ταξίδι είναι λοιπόν όχι μια κίνηση προς κάτι νέο αλλά μια αφαίρεση αυτού που κρύβει αυτό που ήταν πάντα—ένας γυρισμός στο σπίτι, σε ένα σπίτι που δεν έχει ποτέ πραγματικά αφήσει.

 

Στο τέλος, όταν όλα τα τελετουργικά έχουν ολοκληρωθεί και παραμεριστεί, όταν όλες οι γραφές έχουν μελετηθεί και απελευθερωθεί, όταν όλα τα φιλοσοφικά επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί και τα έχουμε υπερβεί, αυτό που μένει είναι απλά αυτό: η ήσυχη γνώση της ύπαρξης, το καθαρό φως της συνείδησης που αναγνωρίζει τον εαυτό της, η αιώνια παρουσία που δεν γεννήθηκε ποτέ και δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Αυτή είναι η Απελευθέρωση πέρα από όλες τις απελευθερώσεις, η ελευθερία που δεν χρειάζεται έργα για να εδραιωθεί, η αθανασία που κανένας πλούτος δεν μπορεί να αγοράσει. Είναι ο Άτμαν που αποκαλύπτει τον εαυτό του ως αυτό που ήταν πάντα—όχι ένα μακρινό στόχο που πρέπει να επιτευχθεί αλλά το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο ο αναζητητής στεκόταν πάντα, η ίδια η επίγνωση μέσω της οποίας συμβαίνει όλη η αναζήτηση, η ίδια η ζωή που εμψυχώνει κάθε στιγμή του ταξιδιού.

 

Εδώ, σε αυτή την αναγνώριση, όλη η προσπάθεια σταματά όχι σε ήττα αλλά σε εκπλήρωση. Ο δρόμος χωρίς δρόμο φτάνει στο συμπέρασμά του, που ήταν επίσης και η αρχή του. Και στην απέραντη σιωπή που ακολουθεί, κάτι μέσα ψιθυρίζει την αιώνια επιβεβαίωσή του: Είμαι Αυτό.


 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

jKRISHNAMURTI

jKRISHNAMURTI
The Only Revolution / India: 15. The Timeless Gaze: A Journey into Pure Contemplation
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

RELIGION

RELIGION
15. The Ineffable Path: Toward the Experiential Heart of Reality
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Quotes

Constantinos’s quotes


"A "Soul" that out of ignorance keeps making mistakes is like a wounded bird with helpless wings that cannot fly high in the sky."— Constantinos Prokopiou

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Copyright

Copyright © Esoterism Academy 2010-2025. All Rights Reserved .

Intellectual property rights


The entire content of our website, including, but not limited to, texts, news, graphics, photographs, diagrams, illustrations, services provided and generally any kind of files, is subject to intellectual property (copyright) and is governed by the national and international provisions on Intellectual Property, with the exception of the expressly recognized rights of third parties.
Therefore, it is expressly prohibited to reproduce, republish, copy, store, sell, transmit, distribute, publish, perform, "download", translate, modify in any way, in part or in summary, without the express prior written consent of the Foundation. It is known that in case the Foundation consents, the applicant is obliged to explicitly refer via links (hyperlinks) to the relevant content of the Foundation's website. This obligation of the applicant exists even if it is not explicitly stated in the written consent of the Foundation.
Exceptionally, it is permitted to individually store and copy parts of the content on a simple personal computer for strictly personal use (private study or research, educational purposes), without the intention of commercial or other exploitation and always under the condition of indicating the source of its origin, without this in any way implies a grant of intellectual property rights.
It is also permitted to republish material for purposes of promoting the events and activities of the Foundation, provided that the source is mentioned and that no intellectual property rights are infringed, no trademarks are modified, altered or deleted.
Everything else that is included on the electronic pages of our website and constitutes registered trademarks and intellectual property products of third parties is their own sphere of responsibility and has nothing to do with the website of the Foundation.

Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας

Το σύνολο του περιεχομένου του Δικτυακού μας τόπου, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, των κειμένων, ειδήσεων, γραφικών, φωτογραφιών, σχεδιαγραμμάτων, απεικονίσεων, παρεχόμενων υπηρεσιών και γενικά κάθε είδους αρχείων, αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, με εξαίρεση τα ρητώς αναγνωρισμένα δικαιώματα τρίτων.

Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «λήψη» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος. Γίνεται γνωστό ότι σε περίπτωση κατά την οποία το Ίδρυμα συναινέσει, ο αιτών υποχρεούται για την ρητή παραπομπή μέσω συνδέσμων (hyperlinks) στο σχετικό περιεχόμενο του Δικτυακού τόπου του Ιδρύματος. Η υποχρέωση αυτή του αιτούντος υφίσταται ακόμα και αν δεν αναγραφεί ρητά στην έγγραφη συναίνεση του Ιδρύματος.

Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μεμονωμένη αποθήκευση και αντιγραφή τμημάτων του περιεχομένου σε απλό προσωπικό υπολογιστή για αυστηρά προσωπική χρήση (ιδιωτική μελέτη ή έρευνα, εκπαιδευτικούς σκοπούς), χωρίς πρόθεση εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης και πάντα υπό την προϋπόθεση της αναγραφής της πηγής προέλευσής του, χωρίς αυτό να σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Επίσης, επιτρέπεται η αναδημοσίευση υλικού για λόγους προβολής των γεγονότων και δραστηριοτήτων του Ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή και δεν θα θίγονται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν θα τροποποιούνται, αλλοιώνονται ή διαγράφονται εμπορικά σήματα.

Ό,τι άλλο περιλαμβάνεται στις ηλεκτρονικές σελίδες του Δικτυακού μας τόπου και αποτελεί κατοχυρωμένα σήματα και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων ανάγεται στη δική τους σφαίρα ευθύνης και ουδόλως έχει να κάνει με τον Δικτυακό τόπο του Ιδρύματος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~